Διάλογος με τον Πεσσόα
Απέναντι στο βιβλίο της ανησυχίας
Γιάννη Σμίχελη
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Αναμφίβολα αυτό το βιβλίο αφιερώνεται στους αντάρτες του Μεραμβέλλου. Δεσπόζουσα μορφή κατέχει ο αρχηγός τους, οι διηγήσεις των οποίων πάντα κατέληγαν σε κείνον. Ο καπετάν Ρουκούνης έχει γίνει ήδη θρύλος στην περιοχή κι αυτό διαπιστώνεται απλώς και μόνο μέσω των συναναστροφών στα καφενεία, τα ρακάδικα, τις παρέες, πέρα δηλαδή από τις κομματικές συνεστιάσεις και συγκεντρώσεις. Η ακτινοβολία της προσωπικότητάς του ξεπερνά τον Κρούστα γιατί ο αγώνας για τον τόπο του ήταν μεγάλος, ασυμβίβαστος και η δολοφονία του δεν αρκούσε στους παρακρατικούς διώκτες του αλλά συνεχίστηκε με εκείνη του γιου του Νίκου στην Θεσσαλονίκη από τους χουντικούς. Στην περίπτωση του πατέρα δεν παραδόθηκε η σωρός του στην οικογένεια, χάθηκε στους σταύλους του Μπαντουβά, ενώ σ' εκείνη του υιού σκηνοθετήθηκε μια αυτοκτονία αυτοπυρπόλησης παρότι σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες δολοφονήθηκε. Άλλωστε, συγκαταλέγεται στη λίστα των αδιευκρίνιστων θανάτων επί Χούντας με ενδεχόμενο την ανεξιχνίαστη δολοφονία. Πώς είναι δυνατό ένας άνθρωπος, που μπάρκαρε για να επιβιώσει και τελικά κατάφερε να επιστρέψει στην πατρίδα και να ξεκινήσει σπουδές στην οδοντιατρική, να οδηγηθεί στην αυτοκτονία, έχοντας μάλιστα ένα πατρικό παράδειγμα αντιστασιακής, επαναστατικής δράσης και ηρωισμού που μόνο αγάπη για τη ζωή και πίστη στην ελευθερία του δίδασκε; Και γιατί σιωπούνε κάποιοι κοντινοί φίλοι και δεν ανοίγουν τα στόματά τους ώστε, με τις δικές τους άμεσες μαρτυρίες, να φωτιστεί το έγκλημα που διαπράχθηκε; Τι φοβούνται;
Στα χαράκια απάνω είμαι η ψυχή μου, η στιβαρότητα, το απόκρημνο των σκέψεών μου στάζουν τις λέξεις να βυθιστούν στον κάμπο και ένας απέραντος ελαιώνας με τους κορμούς των ανταρτών στα τρίσβαθά μου. Η φωνή μου, ο αχός των ονείρων τους και σαλτάρει ν' αρπάξει το εικόνισμα του απροσκύνητου προσκυνητή στην ελευθερία της ουσίας. Θάλασσα τα κύματά μου, αγκαλιάζουν με τον αφρό τους τους ήρωες, ένα με την μάνητα των αστεριών όταν οι άνθρωποι διαρκώς προδίδουν τα δυσθεώρητα. Σώζεται η καρδιά μου, καθώς το αίμα μου κυκλοφορεί στις λεωφόρους του κόσμου με τα πρόσωπα τα φωτισμένα των άγρυπνων φρουρών της αξιοσύνης. Είμαι ο όρκος τους, ολόκληρο το σώμα μου γράφει το «ελευθερία ή θάνατος» στα βήματα των ειρηνικών πράξεών μου. Όταν έρθει η μεγάλη ώρα, στην πιο σκοτεινή περίοδο, η επιλογή μου είναι μία, να βρω/γίνω/ανακαλύψω το φως – αν χρειαστεί το εφευρίσκω πάντως, δίχως το τίμημα να υπολογίζω. Στα ατίμητα η τιμή ανυπέρβλητη και η διατίμηση ανούσια, κι ας είναι ο ίδιος ο θάνατός μου.
Θαρρείτε πως θα γλιτώσετε με δυο βλαστήμιες, κάποιους αφορισμούς πρόχειρους, λόγω νεύρωσης, και ισοπεδωτικές υπεραπλουστεύσεις. Εμ, δεν σφάξανε! Δεν τραβάμε εμείς κουπί με την ψυχή μας στα άδυτα του Αχέροντα για να την βγάζετε σαν αφρόκρεμα στο αφρό και να χάνεστε σαν καρυδότσουφλα στα λημέρια της αδαούς απενοχοποίησης, «δεν ήξερα, δεν με ενημέρωσαν, δεν άκουσα, γιατί απορροφημένος με τα δικά μου ήμουν και μην τους κύκλους μου τάραττε». Τι λέτε, ρε, αφρόγαλα μες στον αφροκαλισμό; Εδώ ο κόσμος ζαλίζεται από τις πολλές γύρες κι εσείς στο άσχετο του κουφότυφλου; Από πού και ως πού, όταν ο φούρνος γκρεμίζεται εσείς το γυρίζετε στην σκορδαλιά; Να σοβαρευτούμε, γιατί οι ευθύνες είναι ολονών μας, μα κάποιοι τις πήρανε μαζωμένες πάνω τους, τις έκαναν σταυρό κι επιτάφιο κι εσείς ξεχάσατε ακόμα και να σφυρίζετε. Αφού γλιτώσατε το τομάρι σας, μην βάλετε το κεφάλι σας στον ντορβά οικειοθελώς. Κάποτε θα πείτε και κάποια καλή κουβέντα για τους φιλοτιμήσαντες, αλλά με τρόπο και πάντα με μέτρο. Δεν το είπαν και οι ημών αρχαίοι πρόγονοι; «Παν μέτρον άριστον» και ο καφές μέτριος, ούτε σκέτος μες στην πικρίλα, μήτε σε πορεία διαβήτη. Γιατί πάνω απ' όλα, εσείς δεν φταίτε σε τίποτα, δεν ρισκάρατε, στην σύνεση της εντίμου και μετρημένης ζωής πάντα βρίσκεστε. Κι ούτε το παίξατε καμπόσοι και μαγκήτες να τα βάλετε με τα όργανα, ανθρωπάκια είσαστε φιλήσυχοι. Άλλωστε, σε σας επικρατεί πάντα η λογική. Αυτή η πουτάνα περιωπής βεντούζα σ' όλα τα τσουτσούνια της κυβερνώσας τάξης. Η αλήθεια είναι η μαμή της ψυχής. Κανένας δεν γεννιέται με ιδανικά, αρχές και πάθη αν δεν έχει συναντήσει το νόημα της ζωής στα βρεφοπαιδικά χρόνια του. Εντέλει, η δικαιοσύνη μόνο με τον άδικο έρωτα γίνεται αντιληπτή, γιατί έρωτας δίκαιος είναι η φαντασιοπληξία του δειλού και του ξενέρωτου. Άλλωστε, στα μεγάλα ζόρια κάποιοι λίγοι μπαίνουν ολόκληροι στη φωτιά, οι άλλοι απλώς καίγονται από την παγωμάρα τους ή λουφάζουν στις στάχτες των τελειωμένων πυρκαγιών υποκρινόμενοι τα θύματα. Εγώ ξέρω πως πολλοί υποδύθηκαν τους επαναστάτες, ελάχιστοι ενέργησαν επαναστατικά. Και καλά την έβγαλαν λάδι. Μα μήτε μια αξιοπρεπή μνεία, ένα μνημείο, μια στήλη αξιομνημόνευτου της θυσίας των λίγων εξαίρετων; Επειδή, δηλαδή, ήταν χωριάτες δεν το άξιζαν; Μα να μην ονομαστεί έστω ένας δρόμος με τ' όνομα του καπετάνιου τους; Ακόμα κι αυτή η πλάκα σαν μίζερη μου φαίνεται, ξεπέτα για την υποχρέωση. Ρε, αν δεν δικαιώνονται οι μνήμες, δεν υπάρχει τόπος για καρδιά, παρά μόνο μια τρύπα στον χάρτη και στο στήθος. Ρε, δεν είσαστε άκαρδοι, γιατί τότε θα είχατε πετρωμένη καρδιά, είστε τρυπάνθρωποι ακριβώς γιατί δεν είχατε ποτέ καρδιά. Και αναρωτιέμαι αν θ' αποκτήσετε κάποτε και με ποιο τίμημα.
Όντως αντιλαμβάνομαι τα ζόρια μελών των οικογενειών των αμετανόητων ελασιτών και κομμουνιστών. Η αντίφαση είναι τεράστια και οδυνηρή. Ο άνθρωπός σου διώκεται για τις πεποιθήσεις και εναρμονισμένες πράξεις του ως προς αυτές, το στίγμα δεν είναι ατομικό, αλλά σταμπάρει ολόκληρη τη φαμίλια και τα υπόλοιπα μέλη προσπαθούν να φτιάξουν τη ζωή τους, όμως οι πόρτες είναι κλειστές ή ανοίγουν με προϋποθέσεις μετανοίας και πίστης για ιδέες που δεν γνωρίζουν, ούτε πιστεύουν, διαφωνούν με δαύτες συχνά ή επιθυμούν απλώς την ησυχία τους. Μου αρέσει, δεν μου αρέσει, ετσά είναι και τ' ατομικά δικαιώματα, έκφρασης και δράσης του καθενός, πρωτίστως ένας κομμουνιστής τα αποδέχεται, στηρίζει κι αγωνίζεται για να διευρύνονται, διότι ενώ ο φιλευθερισμός τα χρησιμοποιεί ως εφαλτήριο, ή σκληρό πυρήνα της θεωρίας του, τα υπονομεύει όταν πέφτει πάνω στα δικαιώματα της ομάδας ως σύνολο και εφόσον τα ατομικά επεκτείνονται ή επεκτείνουν μέσα στην διαλεκτική σχέση ατόμου κοινωνίας, τα συλλογικά, τότε ο φιλελευθερισμός οπισθοδρομεί θεωρητικά στην αυταρχικότητα, την αρχή προτεραιότητας των αρίστων και στον ολοκληρωτισμό –υποτίθεται– στο πλαίσιο της εκτάκτου ανάγκης λόγω γενικευμένης απειλής. Ναι, και οι κομμουνιστές στην πράξη έχουν μια παρόμοια στάση αλλά στη θεωρία ο κομμουνισμός έχει προοπτικές που ο φιλελευθερισμός δεν διαθέτει, γιατί ξεκινά πάντα από την ατομική πρωτοβουλία και δεν αναγνωρίζει ότι η αντίστοιχη κοινωνική μπορεί κάποια στιγμή να προηγείται αυτής. Δεν μιλώ για το αβγό και την κότα, αφού ούτως ή άλλως για να γίνει το αβγό χρειάζεται μια θηλυκή κότα και κατά συνέπεια κόκορας με σπέρμα, δηλαδή γουρινίσιος κατά τον φημισμένο Έλληνα σκιτσογράφο, πάντα αναφορικά με τις χιουμοριστικές ιστορίες του τελευταίου. Εννοώ πως ακόμα και μια αγέλη κοινωνία είναι και χτυπάνε το κωλαράκι τους οι φιλελεύθεροι στα στασίδια των τραπεζών, χρηματιστηρίων, θησαυροφυλακίων και επιχειρηματικών επενδυτικών κολοσσών· αυτά τα τελευταία για να υπάρχουν προϋποθέτουν την ομαδικότητα και οι λιμπεράδες, για να ξηλώνουν με βαναυσότητα τους κοινωνικούς προστατευτικούς μηχανισμούς, σημαίνει πως ένα κοινωνικό σύνολο έχει θεσπίσει τι εστί για αυτό κοινοκτημονικό, άρα κομμουνιστικό, ώστε να έρχονται αυτοί να το ανατρέψουν. Ό,τι και να επιτυγχάνουν, τα άτομα στην ιδιωτική τους σφαίρα, θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο αν δεν συγκροτηθεί η κρίσιμη συλλογικότητα που θα το αφομοιώσει για να το κάνει καθολικό και κοινό όλων. Άλλωστε, το άτομο για να μπορεί να κάνει κάτι δημιουργικό, χρειάζεται μια ελάχιστη κοινωνική ειρήνη – ακόμα και αν χύνονται ποτάμια τα αίματα στον πόλεμο, τα εργοστάσια παραγωγής όπλων βρίσκονται σ' ασφαλές μέρος. Οι άνθρωποι που μνημονεύονται εδώ, ως παραδείγματα προς μίμηση, είναι άτομα τα οποία αφιέρωσαν τα ατομικά τους δικαιώματα στην υπηρεσία των ομαδικών, ακριβώς γιατί χωρίς την εξασφάλιση αυτών δεν θα μπορούν οι επόμενες γενεές να τους κρίνουν, κατακρίνουν, αμφισβητήσουν ή εξυμνήσουν, μιας και χωρίς τον ατομικό τους αγώνα για τα εδραιωμένα συλλογικά κεκτημένα, δεν θα μπορούσαν να έρθουν οι βολεψάκηδες, οι μειοδότες και οι προδότες ώστε με την υπονομευτική συμπεριφορά να ενεργοποιήσουν τα αμυντικά ανακλαστικά νέων μελών της κοινωνίας στην υπηρεσία των κοινών αγαθών της. Τουτέστιν, έναν νέο ορισμό του κοινοκτημονικού και της έννοιας κομμούνας.
Και ιστορικά να το δούμε, ο φιλελευθερισμός ακόμα και στα καλύτερά του, σε πολιτική κοινωνικών παροχών το ρίχνει με συνταγή Κέινς, μονό και μόνο για τόνωση αποδοτικότητας και καταναλωτισμού, ενώ στα χειρότερά του καταλήγει σε ρατσιστικά ολοκληρωτικά καθεστώτα –βλέπε ναζισμό, φασισμό, φραγκισμό, δικτατορία Πινοσέτ, Απαρχάιντ. Συγκριτικά, ο υπαρκτός σοσιαλισμός, επειδή ποτέ δεν έπιασε τα καλύτερά του, άρα διατηρείται μια ρεαλιστική δυνατότητα της ανθρωπότητας στη φαρέτρα της, είχε ένα αυταρχικό καθεστώς, είτε λέγεται σταλινικό, μαοϊκό, βόρειας Κορέας ή Τσαουσέσκου, που, ακόμα και στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, δεν συγκρίνεται με την καπιταλιστική μανία· άλλωστε, οι δυο Παγκόσμιοι ξεκίνησαν από κράτη που είχαν αποδεχτεί τον οικονομικό φιλελευθερισμό με πολιτικές μοναρχικές, ολιγαρχικές έως ρατσιστικές. Και το πιο σημαντικό, με την φιλελευθεροποίηση του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, παράλληλα, ξεσπά κι ένα κύμα περιφερειακών πολέμων το οποίο γίνεται τσουνάμι και οδηγεί στον τρίτο και τελευταίο ολοκληρωτικό πόλεμο. Είχα την εντύπωση πως ο δρόμος της δικής μου ποίησης ήταν χαραγμένος πάνω σε διαρκή αναζήτηση προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Τη μια ένας απελπισμένος έρωτας σε αγωνιώδη πορεία μεταμόρφωσης σ' ερωτική αγάπη, την άλλη στροφή στο κοινωνικό δίκαιο, την ιχνηλασία για έναν νέο δρόμο προς την κοινωνία ελευθερίας με το ουτοπικό όχημα της οικοκομμούνας. Αλλά πάντα ο άνεμος αλλάζει, η κατεύθυνσή του να ορίζεται μέσα από την σύνθεση της συγκυρίας, εσωτερικότητας, τυχαίου, επιβίωσης, τοξικότητας, υπέρβασης. Έτσι και η πορεία ξαφνικά επαναχαράζεται αναλόγως προς την ενδοσκόπηση και τη διερεύνηση της ύπαρξης και του εαυτού, όπως και τον ορισμό για έναν νέο άνθρωπο σε σχέση με την τεχνητή νοημοσύνη, την οικολογική κρίση, την κοινωνική παρακμή και τις νέες αστροφυσικές ανακαλύψεις όπως τη θεωρία περί σχετικότητας, τον ορισμό της ενέργειας, την εναρμόνιση με την χωροχρονική διάσταση, την κβαντομηχανική με τα απίστευτα μικροσωματίδιά της, τη θεωρία των χορδών και φυσικά τον φυσικό νόμο της βαρύτητας, τις μαύρες και άσπρες τρύπες, τους λευκούς νάνους, τα μαγνητικά πεδία, τους νόμους της έλξης, τα διαφορετικά μήκη κυμάτων του σύμπαντος, τις περίφημες μυστηριώδεις σκοτεινές ύλες κι ενέργεια και όλα αυτά μαζί να συνδέονται εκ νέου με τη ζωή και τον θάνατο και το ενδεχόμενο μιας νέας κοινωνικής επανάστασης. Εντός όλων αυτών, χαμένος, αποφάσισα τις τελευταίες μέρες να στραφώ προς έναν ποιητή που ενώ τον σεβόμουν δεν τον άγγιζα. Το ίδιο μου είχε συμβεί με τον Παλαμά μέχρι που άκουσα τα μελοποιημένα ποιήματά του με κορυφαία την Κακή φωτιά των Υπόγειων ρευμάτων και τον Γκρεμιστή σε μουσική Σοφίας Λαμπροπούλου και ερμηνεία Χριστίνας Μαξούρη και σάστισα – για να περιγράψω κομψά το ψυχικό ταράκουλό μου. Ομοίως, λοιπόν, μου συνέβη και με τον Φερνάντο Πεσσόα και το βιβλίο της ανησυχίας του, μόνο που αυτή τη φορά αντί για τραγούδι έπεσα πάνω στο ακουστικό βιβλίο της Πανελλήνιας Ένωσης Τυφλών, που την μακαρίζω επειδή έχει πλούσιο ηχητικό λογοτεχνικό υλικό ώστε να με βοηθάει ν' αδειάζω μετά από την πίεση των συνεχόμενων βαρδιών στην νοσηλευτική φροντίδα ή να μου δίνει τον προσανατολισμό για την επαναφόρτιση της ενεργειακής μου μπαταρίας και το ξελαμπικάρισμα της θολωμένης σκέψης μου μπρος στον καθημερινό αγώνα με τις ανίατες ασθένειες. Έτσι, ενώ μου είναι αδύνατο ν' ανοίξω βιβλίο μετά την υπηρεσία μου στο ίδρυμα φροντίδας, μπορώ και επιλέγω ένα ηχητικό βιβλίο ώστε να αφομοιώνω αυθόρμητα εκείνα τα ερεθίσματα που επιτρέπουν και ικανοποιούν τ' αφτιά μου. Τώρα λοιπόν που ξεκίνησα να εργάζομαι σε μια μονάδα ατόμων με σκλήρυνση κατά πλάκας ή θυμάτων από ατυχήματα που βρίσκονται σε κώμα ή ασθενών από εγκεφαλικό έψαχνα μανιωδώς ένα αντίβαρο μετά την εργασία μου για γαλήνευση κι επειδή δεν εννοώ με τίποτα τη χαλάρωση, παρά εκείνη την κατάσταση όπου ο νους στρέφεται προς μια κατεύθυνση του απείρου και ξεδιπλώνεται ανέμελα κι αυθόρμητα σαν να εξασκείται με τον ίδιο του τον εαυτό χωρίς συγκεκριμένο αντικείμενο, επέλεξα το βιβλίο της ανησυχίας του ετεροπροσώπου του Πορτογάλου λογοτέχνη, του Μπερνάντο Σουάρες. Και πραγματικά η φωνή της Μαρίας Νικητοπούλου δραδραμάτισε καταλυτικό ρόλο γιατί του ταιριάζει γάντι με την υπαρξιακή ανησυχία που το διαπερνάει και εμένα μου ελκύει την προσοχή ώστε να την παρακολουθώ ευχάριστα.
Όλο αυτό το μπουρδούκλωμα θα μπορούσε να ολοκληρωθεί μόνο μ' έναν τρόπο αιρετικό. Γιατί μέσα από τα διαβάσματά μου έγινε η αύρα μου ένα ποτάμι γέφυρα του ρομαντικού πεσιμισμού του Πεσσόα με το αφηνιασμένο χάος το λυτρωτικό του Χειμωνά. Είμαι η ροή από την ανησυχία στο παραλήρημα και πετάω από τη χαρά μου, εκ του μηδενός, στο άπειρο των βυθών της απόγνωσης εντός του σημερινού κόσμου της ποταπότητας. Δεν είμαι ο συγγραφέας του κειμένου μα οι ίδιες οι προτάσεις του με τις λέξεις τους διατυπωμένες από τα βλέμματα της τυφλότητάς μου στο απύθμενο των αποτυχιών. Είμαι μια διαρκή πειραματική απόπειρα των απεγνωσμένων προσπαθειών μου να ξεφύγω από τις λέξεις με τον λόγο της σιωπής για να καταλήγω στις προτάσεις του άσκοπου. Πέρα από τις επιχειρηματικές σκοπιμότητες για την συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που συναναστράφηκα, υπάρχει μόνο η αποτυχία του ανώφελου, αφού οι πράξεις είναι άστοχες και οι τόκοι τους apriori ασύμφοροι. Η πληρωμή, λοιπόν, που θα μου αναλογεί είναι διαρκώς μια χρέωση λόγω αχρηστίας. Γι' αυτό και σπαταλιέμαι αλόγιστα στα ανίατα πάθη δίχως αντίκρισμα, ακριβώς επειδή έτσι θα ταυτιστώ με την ασύμφορη ελευθερία. Για να είμαι έτοιμος για όλους κι όλα, απαραίτητο είναι ν' αντιμετωπίζω, διαισθάνομαι, βιώνω την κάθε κατάσταση χωρίς μέτρο ώστε να ανακαλύπτω το αυθεντικό βεληνεκές της με όρους κοσμικότητας. Η ακροβασία πάνω από το κενό δεν αρκεί, ωθούμαι προς στην ακροβασία στα απύθμενα των γκρεμών και νοείται, όχι μόνο ως σύλληψη του βιώματος με όλο το είναι, μα με τις άγνωστες αυθεντικές αξίες του, μήπως και μας φανερωθούν ή εφεύρουμε την αρχή και τους κανόνες του αυτεξούσιου.
Copyright © Γιάννης Σμίχελης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα του Θανάση Μυλωνά.
Το πεζογράφημα αποτελεί απόσπασμα του βιβλίου του Γιάννη Σμίχελη Άγιος Νεόπλουτος: Διάλογος με τον Πεσσόα - Απέναντι στο βιβλίο της ανησυχίας, που δημοσιεύτηκε σε 42 μέρη στο koukidaki.gr από τις 25 Απριλίου 2025 και κάθε Παρασκευή. Ξεκινήστε την ανάγνωση από εδώ ή συνεχίστε στο επόμενο.