Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο –παρακολουθείτε όλα τα είδη– ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθoπλασίες: Από τις στάχτες της Καντάνου * Τα σπασμένα κομμάτια μιας αγάπης * Ιόντα θανάτου * Ο βυθός αλλιώς * Ο εραστής του Ντεβ Μάρτιν * Μ' ένα ζευγάρι σαγιονάρες * Το ταξίδι μιας στιγμής ** Διηγήματα: Backpack: Ιστορίες χίμαιρες * Πέτα μακριά, Πέπε ** Ποίηση: Δεύτερη φωνή Ι * Το ξενοδοχείο της αυτοπραγμάτωσης * λοιπόν, * Ναι, αρνούμαι * Η άλλη πλευρά *** Παιδικά: Από τη σοφίτα στα άστρα *** Μουσικό άλμπουμ: The 12 Kalikatzari of Christmas *** Εγκυκλοπαίδεια: Rock Around... Troubadours

Τελευταία τριλογία, Σκιρτήματα

Τελευταία τριλογία, Σκιρτήματα, Σάμουελ Μπέκετ

Στην Τελευταία τριλογία του Σάμιουελ Μπέκετ (Συντροφιά, Άσχημα ιδωμένο άσχημα ειπωμένο, Ολοταχώς προς το χειρότερο) εντάσσονται τρία από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Η Πρώτη τριλογία του Μπέκετ περιέχει τα Μολλόι, Ο Μαλόν πεθαίνει, Ακατονόμαστος.

Το πιο σημαντικό στοιχείο είναι ότι η τελευταία τριλογία κατακλύζεται από την ωριμότητα του εβδομηντάχρονου πλέον Μπέκετ. Προεκτείνοντας τη διερεύνηση της ύπαρξης στα όρια του ανθρώπινου, καταφέρνει να υποβάλει μια διακριτή ανθρωπιά, η οποία διατηρεί το ίχνος της μέσα από την έκφραση του πόνου, της επιθυμίας, της διάθεσης, ακόμα και στις πιο οριακές στιγμές. Το υποκείμενο, σε μια κατάσταση όπου μοιάζει πλέον αδύνατη η λειτουργία της μνήμης, της αντίληψης και της γλώσσας, καταφέρνει μέσα από τον λυρισμό, την ιδιότυπη συμπόνια και τρυφερότητα, που εκφράζει ο Μπέκετ, να διασώσει ένα ελάχιστο νόημα στην ύπαρξη. Εάν στην πρώτη τριλογία η πίστη στη ζωή εκδηλωνόταν ως αποτέλεσμα μιας ανυπόφορης ανθρωπιάς, στην τελευταία τριλογία η ανθρωπιά εμφανίζεται ως το τελευταίο καταφύγιο, ως η ύστατη συντροφιά.

Το πρώτο κείμενο της τελευταίας τριλογίας, η Συντροφιά, μπορεί να θεωρηθεί ως μια εκτεταμένη ποιητική πρόζα, μπορεί επίσης να θεωρηθεί αφήγηση ή θεατρικό έργο. Πρόκειται για ένα από τα πιο αυτοβιογραφικά κείμενα του Μπέκετ. Στο κείμενο αυτό η ανάμνηση εξισώνεται με την επινόηση. Στο κείμενο της Συντροφιάς, όπως και στα άλλα δύο έργα της τριλογίας, μπορούν να αναγνωριστούν δύο διακριτά επίπεδα: το ένα νοητικό, το άλλο συναισθηματικό.

Αντίστοιχα προς αυτά, υπάρχουν δύο επίπεδα ρυθμού: ένα της μνήμης, όπου η φωνή είναι γρήγορη, και ένα του λόγου, όπου η φωνή είναι αργή, αναλυτική. Η αντιπαράθεση αυτών των δύο ενεργοποιεί το κείμενο. Στην ουσία πρόκειται για την αντιπαράθεση ανάμεσα στο συναίσθημα, από τη μία, και στη θετικότητα του λόγου, από την άλλη. Σε δεύτερο πρόσωπο και σε παρελθοντικό χρόνο, η φωνή μιας αναπόλησης στα πρότυπα του Προυστ. Σε τρίτο πρόσωπο και σε ενεστώτα χρόνο, η φωνή μιας καρτεσιανής λογικής. Τέλος, ο φασματικός τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται οι εικόνες συνθέτει το περίγραμμα μιας απώλειας, προοιωνιζόμενος το σκηνικό πένθους που κυριαρχεί στο επόμενο κείμενο, το Άσχημα ιδωμένο άσχημα ειπωμένο. Οι εικόνες είναι περισσότερο οπτικές νύξεις που καταφέρνουν να εξισορροπήσουν τη διερεύνηση των τεχνικών κατά κάποιο τρόπο χαρακτηριστικών της φωνής: από πού εκπέμπεται, ποια είναι η απόσταση, ποια είναι η έντασή της.

Το Άσχημα ιδωμένο άσχημα ειπωμένο αποτελείται από 61 θραύσματα μη γραμμικής αφήγησης. Μπορεί να θεωρηθεί ως ποιητική πρόζα ή και ως θεατρικός μονόλογος. Ο βασικός χαρακτήρας είναι μια ηλικιωμένη γυναίκα. Η αφήγηση είναι στο τρίτο πρόσωπο. Στο κείμενο αυτό μπορεί κανείς να αναγνωρίσει τρία επίπεδα εξέλιξης της αφήγησης: τη διαδικασία του πένθους, τη διαδικασία της όρασης και τη διαδικασία αναπαράστασης των δεδομένων της όρασης.

Το τρίτο και τελευταίο κείμενο της τριλογίας, το Ολοταχώς προς το χειρότερο, είναι ένα μοναδικό έργο όπου η λογοτεχνική αφαίρεση αγγίζει τα όριά της. Γράφτηκε την περίοδο κατά την οποία ο Μπέκετ συμμετείχε στην παραγωγή δικών του έργων για την τηλεόραση και το θέατρο.
Η εικόνα που λειτουργεί ενοποιητικά και δίνει έναν εσωτερικό ρυθμό στο κείμενο είναι αυτή ενός γέρου άντρα και ενός παιδιού. Ουσιαστικά, πρόκειται για μία από τις τρεις σκιές που δεσπόζουν στο κείμενο. Οι άλλες δύο είναι αυτή του αποστεωμένου σώματος που σηκώνεται και γονατίζει, και αυτή του κεφαλιού ή κρανίου. Επίσης υπάρχουν το σκοτάδι, το κενό, οι λέξεις, τα επιμέρους κενά.

Αυτό που επιχειρεί ο Μπέκετ είναι να διερευνήσει την πορεία προς το χειρότερο, με ποιο τρόπο δηλαδή μπορεί να χειροτερέψει μια κατάσταση, η ανθρώπινη κατάσταση, ώστε να θεωρηθεί οριστικά τελειωμένη. Και από την στιγμή που υπάρχουν οι λέξεις, εάν πρόκειται για μια υπόθεση λέξεων, η πορεία προς το χειρότερο συνεπάγεται την εξαντλητική επανάληψη και χρήση των λέξεων μέχρι να αχρηστευτούν τελείως. Ωστόσο, η αφετηρία του τέλους για τον Μπέκετ ξεκινά από την επίκληση δύο αντιθετικών όρων –«καλύτερα χειρότερα»– με αποτέλεσμα η πορεία προς το τέλος να παρατείνεται απροσδιόριστα πολύ.

Το τελευταίο πεζό, τα Σκιρτήματα, αποτελείται από τρία μέρη. Με οργανωτικό άξονα της γραφής τη μορφή ενός ηλικιωμένου ανθρώπου καθισμένου σε ένα τραπέζι με το κεφάλι πάνω στα χέρια του, το πρώτο μέρος μπορεί να θεωρηθεί ως μια σειρά ασκήσεων στην οπτική αντίληψη, στη μελέτη του φωτός, στην αισθητηριακή πρόσληψη, στη μνημονική ανάκληση, στη ρευστοποίηση των ορίων εντός των βασικών οργανωτικών σχημάτων που διακρίνουν το μέσα από το έξω, το παρόν από το παρελθόν, τη νύχτα από τη μέρα, αλλά κυρίως, ως μια μελέτη πάνω στον πραγματικό τρόπο με τον οποίο επέρχεται το τέλος σε όλα όσα θεματοποιούνται ως αντιληπτικές και αισθητηριακές καταστάσεις. Στο δεύτερο μέρος, η αβεβαιότητα που σχετίζεται με την αντίληψη και τις αισθήσεις μετατρέπεται προσωρινά σε άσκηση της ίδιας της σκέψης. Στο τρίτο μέρος, η αντίληψη επεκτείνεται στην αναμέτρησή της με λέξεις που ενώ εμφανίζονται «βαθιά μέσα» στον πρωταγωνιστή μας, η κούραση και η αδυναμία του τελικά να τις ανασύρει στην επιφάνεια και επομένως να τις θυμηθεί, να τις γνωρίσει, οδηγούν στην επιτακτικότητα της επιθυμίας «όλα να τελειώσουν», φράση με την οποία ολοκληρώνονται τα Σκιρτήματα.



Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Το βιβλίο του Σάμιουελ Μπέκετ Τελευταία τριλογία, Σκιρτήματα κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Εστία.
Ο Σάμιουελ Μπέκετ (1906-1989) είναι Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας, μυθιστοριογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος. Λογοτεχνικό ρεύμα: μοντερνισμός, θέατρο του παραλόγου. Πένα τολμηρή, λόγος βαθιά πεσιμιστικός, που συχνά μετριάζεται από ένα καυστικό χιούμορ. Ωστόσο, ο «πεσιμισμός» του Μπέκετ δεν αναφέρεται τόσο στην ανθρώπινη κατάσταση, όσο σε μια κατεστημένη πολιτιστική και κοινωνική δομή, που συγκρούεται με την έμφυτη ανθρώπινη αισιοδοξία και τελικά της επιβάλλεται αποχαυνωτικά. Στα τελευταία του έργα πραγματεύεται τα θέματά του με ένα έντονα κρυπτικό και ελλειπτικό ύφος.  Έγραψε τα θεατρικά έργα: Human Wishes (1936), Eleutheria (1947), Fragment de théâtre I & ΙΙ (1950), En attendant Godot (1952), Acte sans Paroles I & ΙΙ (1956), Fin de partie (1957), Krapp’s Last Tape (1958), Happy Days (1961), Oh les beaux jours (1963), Play (1964), Come and Go (1966), Breath (1969), Not I (1972), That Time (1976), Footfalls (1976), Neither (1977), A Piece of Monologue (1979), Rockaby (1981), Ohio Impromptu (1981), Catastrophe (1982), What Where (1983)· την τριλογία: Molloy (1951), Malone meurt (1951), L’innommable (1953)· τα μυθιστορήματα: Dream of Fair to Middling Women (1932), Murphy (1938), Mercier and Camier (1946), Watt (1953), Comment c’est (1961)· τα διηγήματα: Echo’s Bones (1933), More Pricks Than Kicks (1934), L’Expulsé (1946), Le Calmant (1946), La Fin (1946), L’Image (1959), Premier Amour (1970), Le Dépeupleur (1970), Pour finir encore et autres foirades (1976), Company (1980), Mal vu mal dit (1981), Worstward Ho (1983), Stirrings Still (1988), As the Story was Told (1990)· ποίηση, δοκίμια, καθώς και έργα για το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Το 1969 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πέθανε στο Παρίσι στις 22 Δεκεμβρίου 1989 και η σορός του αναπαύεται στο Κοιμητήριο του Montparnasse.