Ελένης Σταθοπούλου
με καλοσύνη στη φωνή,
συχνά με φίλευες καρύδια
Στον αργαλειό καθισμένη
κουρέλια ύφαινες
περνώντας τα στο στημόνι
και σιγοτραγουδώντας,
σαν να ζητούσες να χωρέσεις
στο πηγαινέλα του χτενιού
τα τόσα σου παράπονα,
καθώς και στο στρίψιμο
του μαλλιού της ρόκας
και στης ανέμης την περιστροφή
ή στης κλωστής το τράβηγμα
του κουκουλιού εκείνου του μεταξοσκώληκα,
που θορυβούσε στα μουρόφυλλα
του σκοτεινού του δωματίου.
Δεν ήθελες τον άντρα σου,
που σε χτυπούσε
για να σμίξει μαζί σου,
ντρεπόσουν που έκανες μονάχα κόρες
και χόρτασες τη φτώχεια.
Γερνούσες και δούλευες ακόμη,
μαγνήτης όντας του θυμού των άλλων,
γιατί εσύ δεν ήσουν για διαμαρτυρίες
μονάχα για να στραγγίξεις
της προσφοράς το κιούπι.
Συμπάθα με που τ' όνομά σου δεν το γνώριζα
και τελικά το διάβασα στον τάφο.
Σε λέγανε Ελένη!
🌰
Copyright © Ελένη Σταθοπούλου All rights reserved
Επιμέλεια: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Φωτεινής Χαμιδιέλη [Sunflowers]
Το ποίημα αποτελεί μέρος της συλλογής της Ελένης Σταθοπούλου Βίοι γυναικών