Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο –παρακολουθείτε όλα τα είδη– ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθoπλασίες: Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος * Τα σπασμένα κομμάτια μιας αγάπης * Ιόντα θανάτου * Ο βυθός αλλιώς * Ο εραστής του Ντεβ Μάρτιν * Μ' ένα ζευγάρι σαγιονάρες ** Διηγήματα: Backpack: Ιστορίες χίμαιρες * Πέτα μακριά, Πέπε ** Ποίηση: Δεύτερη φωνή Ι * Το ξενοδοχείο της αυτοπραγμάτωσης * λοιπόν, * Ναι, αρνούμαι * Η άλλη πλευρά ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη *** Μουσικό άλμπουμ: The 12 Kalikatzari of Christmas

Μασάζ... εν πτήσει!

Γιώργου Μπιλικά

Πίνακας Λίλας Γεωργιάδου [Λάβα, μικτή τεχνική]

Την ώρα που ο Άγις έφτασε στο Ελευθέριος Βενιζέλος, τα μεγάφωνα καλούσαν ήδη την πτήση του για επιβίβαση.
«Πο ποοο… ούτε καφέ δεν προλαβαίνω να πιω, αλλά θα μου πεις, τώρα για καφέ είμαστε; Ευτυχώς τουλάχιστον που πρόλαβα το αεροπλάνο, αλλιώς θα έφτανα στη Θεσσαλονίκη αύριο. Θα ζητήσω έναν καφέ από την αεροσυνοδό. Γιατί όχι άλλωστε;»
Άφησε την κιθάρα του στο γκισέ των αποσκευών, επιβιβάστηκε και καθώς το αεροπλάνο έπαιρνε θέση στον διάδρομο απογείωσης, μία αεροσυνοδός περνούσε στον διάδρομο ανάμεσα στους επιβάτες και τσεκάριζε αν όλοι έχουν δέσει τη ζώνη ασφαλείας.
«Σας παρακαλώ, μπορώ να σας πω;»
«Βεβαίως. Πείτε μου».
«Είναι εύκολο να έχω έναν espresso lungo;»
«Και βέβαια είναι. Θα σας τον φέρω εγώ αμέσως μετά την απογείωση».
«Σας ευχαριστώ».
Και πραγματικά, όταν σταθεροποιήθηκε το αεροπλάνο, η αεροσυνοδός φάνηκε να πλησιάζει από το βάθος του διαδρόμου με έναν δίσκο στα χέρια, αλλά ο Άγις διέκρινε μία γκριμάτσα πόνου στο πρόσωπό της.
«Έχετε σας παρακαλώ την καλοσύνη να πάρετε τον δίσκο με τον καφέ;», του είπε εκείνη όταν πλησίασε. «Δεν μπορώ να απλώσω το χέρι μου».
«Πονάτε κάπου;»
«Μμμ…»
«Πού;»
«Ο ώμος μου με έχει πεθάνει».
«Τι έχει ο ώμος σας;»
«Τενοντίτιδα».
«Ααα… πρέπει να κάνουμε μερικές συνεδρίες».
«Συνεδρίες;»
«Ναι. Μασάζ».
«Είστε επαγγελματίας μασέρ;»
«Δεν χρειάζεται να είναι κανείς επαγγελματίας για να βοηθήσει κάποιον. Αρκεί να το θέλει».
«Ναι, αλλά ξέρετε πώς γίνεται;»
«Ναι, τυχαίνει να ξέρω και πιστεύω ότι μπορώ να σας βοηθήσω. Αν θέλετε μπορούμε να ξεκινήσουμε αμέσως».
«Τι εννοείτε αμέσως;»
«Αμέσως, εννοώ αμέσως».
«Εδώ;»
«Εδώ».
«Α πα πααα…»
«Το γοργόν και χάριν έχει».
«Μα δεν γίνεται αυτό. Δηλαδή θέλω να πω… πώς θαα…»
«Τι, πώς θα;»
«Ε πώς θααα… μα θα χρειαστεί να περάσετε μέσα. Αυτό λέω. Πώς θααα…»
«Ε ναι, αγάπη μου. Μέσα θα περάσω. Δεν γίνεται διαφορετικά. Εδώ δεν μας βολεύει να το κάνουμε».
«Το μασάζ;»
«Για το μασάζ δεν συζητάμε;»
«Χμμμ… μμμ… ναι!»
«Θα χρειαστεί μια κρέμα… λίγο λάδι έστω…»
«Μμμμ… θα πρέπει όμως να το κάνουμε να φανεί πιστευτό για τους άλλους. Δεν μπορώ να σας αφήσω να περάσετε στα ιδιαίτερα έτσι στα καλά καθούμενα».
«Σωστά».
«Αφήστε το σε μένα».
Η αεροσυνοδός αποσύρθηκε, αλλά σε λίγα λεπτά εμφανίστηκε ξανά στο βάθος του διαδρόμου.
«Μήπως μεταξύ των επιβατών υπάρχει κάποιος μασέρ; Πρακτικός έστω; Είναι απόλυτη ανάγκη».
«Αν είναι απόλυτη ανάγκη ίσως μπορέσω να σας εξυπηρετήσω εγώ», πετάχτηκε ο Άγις από τη θέση του, «έπαθε τίποτα ο πιλότος;»
«Ο πιλότος είναι μια χαρά, αλλά σας χρειαζόμαστε. Ελάτε σας παρακαλώ».
Ο Άγις σηκώθηκε από τη θέση του και η αεροσυνοδός τον οδήγησε στα ιδιαίτερα των αεροσυνοδών.
«Εδώ σας βολεύει;»
«Εμένα;»
«Ναι».
«Πρέπει να μας βολεύει και τους δύο. Δεν έχει πιο μέσα;»
«Θέλετε πιο μέσα;»
«Λογικό δεν είναι; Όσο πιο βαθιά…»
«Ελάτε λοιπόν πιο μέσα. Εδώ πώς σας φαίνεται; Καλά είναι;»
«Καλά είναι αλλά δεν γίνεται στο όρθιο. Δεν βολεύει. Κουνιέται και το αεροπλάνο και…»
«Πρέπει να ξαπλώσουμε ε;»
«Χμμμ… εεεε… δεν… δηλαδή ναι… αλλά… εεε… τουλάχιστον εσείς πρέπει να ξαπλώσετε».
«Τουλάχιστον εγώ… μμμ… αυτό το ντιβάνι μας κάνει;»
«Θα στριμωχτούμε βέβαια αλλά δεν είναι κακό».
«Το στρίμωγμα;»
«Ναι! Εεε… όχι… τοοο… το ντιβάνι».
«Να ορίστε, ξάπλωσα κιόλας».
«Μπρούμυτα; Ααα… κατάλαβα. Θέλετε να ξεκινήσουμε από την πλάτη ε;»
«Δεν ξέρω, εσείς θα μου πείτε».
«Όπως και να 'χει, πρέπει να γδυθείτε».
«Να γδυθώ;»
«Ναι. Δηλαδή από τη μέση και πάνω θέλω να πω. Βγάλτε το πουκάμισό σας και τοοο…»
«Το;»
«Τοοο… το σουτιέν σας».
«Α πα πααα…»
«Μα πάνω από τα ρούχα θα το κάνουμε;»
«Α πα πααα…»
«Καλά… αφήστε. Μην ασχολείστε εσείς. Θα σας γδύσω εγώ».
«Μμμμ…»
«Εσείς κλείστε τα μάτια, χαλαρώστε και αφήστε σε μένα τα υπόλοιπα. Αυτό είναι. Μπράβο το καλό κορίτσι. Ελάτε να βγάλουμε το πουκάμισο».
«Μα ξεκουμπώνει από μπροστά. Άρα πρέπει να γυρίσω ανάσκελα».
«Α ναι… από μπροστά… γκουχ… γκουχ…»
«Μα τι πάθατε; Να σας φέρω λίγο νερό…»
«Όχι… όχι… αφήστε… θα τοοο…»
«Τι θα το;»
«Εσείς γυρίστε ανάσκελα και εγώ θα τοοο…»
«Πάλι θα το;»
«Για το πουκάμισο λέω. Θα τοοο… εεε θα τοοο… θα το ξεκουμπώσω εγώ. Πού… πού είχαμε μείνει;»
«Στο ξεκούμπωμα».
«Α ναι… στοοο… από μπροστά… ναι».
«Μου είπατε να χαλαρώσω με κλειστά τα μάτια».
«Ε χαλαρώστε λοιπόν για να το ξεκουμπώσω. Πώς είναι το όνομά σας;»
«Μάτα».
«Μάτα; Πολύ όμορφο. Εγώ λέγομαι Άγις».
«Και το δικό σου είναι πολύ όμορφο. Μου επιτρέπεις φαντάζομαι τον ενικό ε;»
«Τον προτιμώ», της απάντησε ο Άγις και άρχισε να ξεκουμπώνει ένα ένα τα κουμπιά από το πουκάμισό της με απαλές κινήσεις.
«Μμμμ… μια χαρά τα πας. Μμμ… αααχ…»
«Ξέρεις όμως…»
«Μμμμ… ξέρω, τι;»
«Πρέπει να κατεβάσω τοοο… έστω λίγο…»
«Το ποιο;»
«Τοοο… το φερμουάρ της φούστας…»
«Κάνε αγάπη μου αυτό που ξέρεις. Τελείωνε επιτέλους…»
«Βιαζόμαστε;»
«Ε δεν βιαζόμαστε; Θα φτάσουμε στη Θεσσαλονίκη και ακόμα δεν θα με έχεις γδύσει».
«Το φερμουάρ ναι… τοοο… το κατεβάζω…»
«Δόξα σοι, Θεέ μου».
«Ωραία. Βγάλαμε το πουκάμισο. Τώρα ξάπλωσε μπρούμυτα για να βγάλουμε και το σουτιέν».
«Μμμμ…»
«Πάρε μερικές βαθιές αναπνοές σε παρακαλώ… έεετσι… έεετσι μπράβο… χαλάρωσε τώρα…»
«Μμμμ… έχεις άνεση βλέπω στο σουτιέν».
«Έχω, ναι. Το βγάζω και με κλειστά τα μάτια».
«Για κλείστα να σε δω».
«Τώρα πρέπει να τα έχω ανοιχτά. Το επιβάλλει η περίπτωση. Στο μεταξύ θέλω να σε ρωτήσω. Τι άρωμα είναι αυτό που φοράς;»
«Σου αρέσει;»
«Μου φέρνει μία ευφορία».
«Euforia είναι. Αλλά τι συμβαίνει; Σε δυσκολεύει το σουτιέν; Εσύ τώρα δεν έλεγες ότιιι…»
«Μα δεν έχω πρόβλημα. Είναι που κουνάει το αεροπλάνο. Έλα σώπα… να… τα κατάφερα…»
«Τη φούστα;»
«Τι εννοείς τη φούστα;»
«Δεν θα τη βγάλουμε;»
«Εντελώς;»
«Εντελώς!»
«Τολμηρή σε βρίσκω».
«Μα, ή θα το κάνουμε σωστά ή δεν θα το κάνουμε καθόλου αυτό που πρέπει να κάνουμε».
«Ναι, αλλά εγώ θααα…»
«Τι εσύ; Θα έχεις πρόβλημα; Έλα… βγάλε μου τη φούστα και ρίξε αυτή την πετσέτα επάνω μου».
«Και νομίζεις τώρα ότι έλυσες το πρόβλημα;»
«Μμμμ… έλα… άστα τώρα αυτά και πες μου…»
«Τι να σου πω;»
«Τι θα μου κάνεις;»
«Ό,τι προλάβω».
«Ό,τι προλάβεις;»
«Ε ναι. Κανονικά θα έπρεπε να είχαμε περισσότερο χρόνο στη διάθεσή μας».
«Και τι θα μου έκανες αν είχαμε περισσότερο χρόνο;»
«Εντριβή, κύκλους, ζύμωμα, χτυπήματα και άγγιγμα».
«Και άγγιγμα;»
«Ναι και άγγιγμα».
«Μμμμ… και τώρα; Τι θα μου κάνεις τώρα; Τι από όλα αυτά;»
«Τώρα μόνο εντριβή θα κάνουμε. Κλείσε τα μάτια και χαλάρωσε».
«Μμμμ… αααχ… τι όμορφα που είναι… μα πόσο ζεστά είναι τα χέρια σου… ζεματάνε… μμμ…»
«Αλήθεια λες;»
«Ναι. Μα είναι υπέροχο… μμμ…»
«Οπότε λοιπόν να μη σε αγγίξω, μη μου πάθεις και κανένα έγκαυμα».
«Τι εννοείς να μη με αγγίξεις; Τόση ώρα τι κάνεις δηλαδή;»
«Μα δεν σε έχω αγγίξει ακόμα».
«Σοβαρολογείς;»
«Φυσικά. Το χέρι μου είναι βέβαια πάρα πολύ κοντά στο δέρμα σου, αλλά απέχει. Απέχει μερικά χιλιοστά».
«Και δεν είσαι επαγγελματίας;»
«Όχι».
«Έλα Παναγία μου…»
«Μου συμβαίνει αυτό ξέρεις…»
«Αλήθεια; Τι εννοείς;»
«Μου το έχουν ξαναπεί».
«Μα πώς γίνεται;»
«Μάλλον βρίσκομαι σε… φόρμα. Ξέρω κι εγώ; Τι να πω;»
«Μμμμ… και κάθε πότε είσαι σε φόρμα γλυκέ μου;»
«Ε καλά δεν είναι μόνο αυτό. Είσαι και εσύ δεκτική».
«Μόνο δεκτική με βρίσκεις δηλαδή;»
«Ε τέλος πάντων, θέλω να πω… με εμπνέεις και…»
«Και;»
«Εεε… όσο να 'ναι…»
«Τι όσο να 'ναι παιδί μου, τι όσο να 'ναι; Μμμμ… αααχ… ξέρεις κάτι; Νιώθω ήδη πολύ καλύτερα».
«Μα πώς; Αφού δεν πρόλαβα να κάνω τίποτα. Και ούτε προλαβαίνω δηλαδή γιατί όπου να 'ναι θα προσγειωθούμε».
«Νομίζεις», ακούστηκε πίσω τους μια φωνή και καθώς γύρισαν να δουν ποιος μίλησε, είδαν μπροστά τους έναν άντρα με μάσκα που κρατούσε στα χέρια του ένα καλάσνικοφ.
«Τι είναι αυτό καλέ; Αεροπειρατεία;» έκανε απορημένη η αεροσυνοδός.
«Ναι, και καλά θα κάνετε να μείνετε στις θέσεις σας», συνέχισε ο μασκοφόρος αεροπειρατής, «έχουμε ακόμα εννέα ώρες ταξίδι. Πάμε για Νεπάλ».
«Μμμμμ…»


Copyright © Γιώργος Μπιλικάς All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Διήγημα από ανέκδοτη συλλογή του Γιώργου Μπιλικά με τίτλο Blue Note.
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Λίλας Γεωργιάδου [Λάβα, μικτή τεχνική].

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Η άλλη πλευρά, Γιώργου ΛύπαThe 12 Kalikatzari of Christmasλοιπόν, Ευτυχίας ΚατελανάκηΤο ξενοδοχείο της αυτοπραγμάτωσης, Άνθιας Χριστοδούλου-ΘεοφίλουΟ εραστής του Ντεβ Μάρτιν, Δημήτρη ΤσεκούραBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Πέτα μακριά, Πέπε, Δαμιανός ΑγραβαράςΔεύτερη φωνή Ι, Γιάννη ΣμίχεληΟ βυθός αλλιώς, Μαρίας ΒουζουνεράκηΤα σπασμένα κομμάτια μιας αγάπης, Πόπης ΚλειδαράΙόντα θανάτου, Σοφίας ΕλευθεριάδουΝαι, αρνούμαι, Χάρη ΒαρούτηΜ' ένα ζευγάρι σαγιονάρες, Γιούλης Γιανναδάκη