Τρία κορίτσια, τρεις φίλες, τρεις διαφορετικές γυναίκες με ποικίλα συναισθήματα μεγαλώνουν, ωριμάζουν, αλλάζουν και εξομολογούνται τα πάντα στην αγαπημένη τους ακακία, στο πάρκο. Τα χρόνια περνάνε, οι ζωές τους έχουν αλλάξει, τα συναισθήματά τους παραμένουν όμως ίδια; Ποιο μυστικό θα τις χωρίσει για πάντα;
Η Μαρία Χίου έγραψε ένα αρκετά πυκνογραμμένο θεατρικό κείμενο που τέμνει βαθιά τις ανθρώπινες σχέσεις και διαλύει σταδιακά τη φιλία τριών γυναικών χάρη σε αλήθειες που πονάνε, καταπιεσμένα αισθήματα, απωθημένα. Μέσα από έξυπνα σκηνοθετικά τρικ γνωρίζουμε τη Δήμητρα, την Αμάντα και τη Λίνα από τα εφηβικά τους χρόνια, τη δεκαετία του 1980, έως τη σύγχρονη εποχή, βλέπουμε τι τις χωρίζει και τι τις ενώνει ενώ κάτι βαθύ και σκοτεινό εμφιλοχωρεί αργά και βασανιστικά ανάμεσά τους, κάτι που θα σκάσει σαν βόμβα όσο πλησιάζουμε προς το τέλος και θα φωτίσει αναπάντεχα κάθε κενό που δημιουργήθηκε στο μεταξύ από τις εξελίξεις. Τρία κορίτσια με διαφορετικά οικονομικά και κοινωνικά υπόβαθρα, η Λίνα με τη Δήμητρα είναι κολλητές φίλες ώσπου μπαίνει η Αμάντα ανάμεσά τους, η Δήμητρα γίνεται φίλη με την Αμάντα, κάτι που πυροδοτεί μίσος και κακία από τη Λίνα, η Αμάντα στηρίζεται εξ ολοκλήρου σχεδόν στη Δήμητρα κι όλο αυτό το φιλικό τρίγωνο ανατρέπει ισορροπίες, φέρνει απρόσμενες αλλαγές και μας συστήνει τις οικογένειες των κοριτσιών, τις ελπίδες και τα όνειρά τους. Τριάντα χρόνια αργότερα, τα πάντα θα έχουν ανατραπεί αλλά η μοίρα δεν θα έχει πει την τελευταία της λέξη.
Ομολογώ πως με κούρασε η μεγάλη διάρκεια της παράστασης και το διεισδυτικό κείμενο, παρόλο που με κράτησαν οι ερμηνείες και τα έξυπνα σκηνοθετικά τεχνάσματα. Κάποιες σκηνές θα μπορούσαν να λείπουν, όπως και κάποιες πλευρές του χαρακτήρα ορισμένων προσώπων του έργου, εξού και από ένα σημείο και μετά συνέχισα να παρακολουθώ με δυσκολία, μόνο και μόνο για να δω το τέλος, το οποίο απροπό δεν με απογοήτευσε.
Από τα θετικά χαρακτηριστικά κρατώ το γεγονός πως η δεκαετία του 1980 αναδείχθηκε διακριτικά και κυρίως μέσα από μουσικές (Αλέξια, Madonna) και όχι με την εκκεντρική εμφάνιση της εποχής, την επιλογή να δούμε τις ηρωίδες του έργου μετά από τριάντα χρόνια με άλλες ηθοποιούς που αμυδρά στη συμπεριφορά ή/και στην εμφάνιση έμοιαζαν με τις προκατόχους τους, τα διάφορα θέματα που θίγονται όπως ο αλκοολισμός, η αποξένωση, η κακοποιητική συμπεριφορά και άλλα. Οι ηθοποιοί υποστηρίζουν σωστά τους ρόλους τους και θα ήταν κρίμα να ξεχωρίσω κάποιους ή να τονίσω τα αρνητικά και τα θετικά των ποικίλων ερμηνειών που απόλαυσα, μιας και το σύνολο είναι αρραγές, ισομοιρασμένο και απολαυστικό.
Το βαθιά ανθρώπινο και διεισδυτικό κείμενο της Μαρίας Χίου, η έξυπνη σκηνοθεσία του Νάσου Τσάκαλου, η διακριτική ή έντονη –ανάλογα τη σκηνή– μουσική της Σιμέλας Εμμανουηλίδου, το λιτό σκηνικό και οι κατάλληλοι φωτισμοί πλαισιώνουν αποτελεσματικά τις ερμηνείες των Αθηνάς Αλχαζίδου, Άννας Καψάλλα και Σοφίας Γιαννουλάτου (οι ηρωίδες του χτες), Άννας Αποστόλου, Αντιγόνης Ράπτη και Μαρίας Χίου (οι ηρωίδες του σήμερα) και Κωνσταντίνου Σωτηρίου και Στέλιου Κάσδαγλη, των αντρών που επηρεάζουν τις εξελίξεις σε διαφορετικές χρονικές στιγμές του έργου.
Ένα άκρως ρεαλιστικό και τρυφερό κείμενο που υποστηρίζεται σωστά από ηθοποιούς που το αγάπησαν και το αναδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο, που χαρίζει ποικίλα συναισθήματα και που με οδήγησε σ' ένα απρόσμενο μα λυτρωτικό τέλος.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου