Αυτή η ιστορία είναι πολύπλευρη. Ή πολυεπίπεδη· καθένας κρατά την οπτική που του ταιριάζει καλύτερα. Πάντως, είναι μία ιστορία που συνδυάζει πολλά χαρακτηριστικά και θεατρικά είδη: παραμύθι, εποχής, κοινωνικό, θρίλερ, φαντασία, κωμωδία, δράμα... κι από την άλλη, είναι μία αλληγορία (ή παραβολή;) που παρακολουθεί μία οικογένεια, εγγράφει το ψυχογράφημά της και μέσω αυτής την κοινωνία εν τω συνόλω αφήνοντας, παράλληλα, ανάγλυφο το σχόλιο και το μήνυμά της.
Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά. Στην υπόθεση: ο δήμαρχος της Γενεύης, ο Αλφόνς Φρανκενστάιν [καθόλου τυχαίο το όνομα αφού ένας Φρανκενστάιν ήταν εκείνος που δημιούργησε το γνωστό τέρας] ετοιμάζεται να γιορτάσει τα Χριστούγεννα του 1819 με την οικογένειά του: τη σύζυγό του, την κόρη του που συνοδεύεται από τον αρραβωνιαστικό της και τον γιο του, τον οποίο αναμένει πώς και πώς να επιστρέψει σπίτι καθώς έλειπε για σπουδές. Η περιέργειά του είναι μεγάλη καθώς γνωρίζει ότι ο τελευταίος, που στο μεταξύ έχει γίνει γιατρός, έρχεται με παρέα. Όμως η παρέα του δεν είναι κοινότυπη. Φέρνει έναν πράσινο φίλο, κάπως πεθαμένο αλλά ολοζώντανο, με περίεργη όψη και αμφιλεγόμενη φύση, τελείως αντισυμβατικός δηλαδή που θα προκαλέσει μια γκάμα αρνητικών εντυπώσεων και συναισθημάτων στους συνδαιτημόνες του.
Σε πρώτο επίπεδο, παρακολουθούμε τις αντιδράσεις της οικογένειας στη θέα ενός διαφορετικού ατόμου [μπορείς να πεις και «πλάσματος», το ίδιο κάνει] και τον αρνητικό αντίκτυπο που έχει πάνω τους αν και τους είναι τελείως άγνωστος. Σε δεύτερο επίπεδο βλέπουμε την απόσταση που κρατούν από τον πράσινο φίλο καθώς ουδεμία προσπάθεια γίνεται να τον πλησιάσουν, να τον γνωρίσουν καλύτερα, να τον καταλάβουν κ.ο.κ. ενώ τα συμπεράσματα εξάγονται με ευκολία αυτοστιγμεί. Σε τρίτο επίπεδο και κοιτώντας από μεγαλύτερη απόσταση τώρα, έχουμε το πώς αντιμετωπίζει η κοινωνία το διαφορετικό, την απόκλιση και τις επιπτώσεις του φόβου της μπροστά στο ανοίκειο. Σε τέταρτο επίπεδο βλέπουμε πώς φτιάχνονται τα τέρατα. Όχι από φιλόδοξους επιστήμονες, όπως φαίνεται αρχικά, αλλά από στενομυαλιά, κοινωνικές συμβάσεις, άγνοια κι αποστροφή.
Το θεατρικό του Χρήστου Άνθη, μια μαύρη κωμωδία με χροιά κοινωνικοπολιτικού θρίλερ όπως και μία ιστορία ενηλικίωσης μέσα από ένα παραμύθι, λογοπαίζει με όρους όπως «πολιτισμένος» και «ευθύνη» καταλήγοντας να δείχνει ποιο είναι το πραγματικό τέρας και ποιος κατασκευάζει αυτά τα τέρατα.
Λέω να μην κάνω περαιτέρω ανάλυση του κειμένου καθώς έτσι θα προδώσω τις εξελίξεις και την κατάληξη αλλά δεν μπορώ να αποφύγω ένα σχόλιο σχετικά με τον πράσινο φίλο που έχει χαρακτηριστεί τέρας ένεκα της ιδιαίτερης όψης του και του τρόπου δημιουργίας του. Σκέφτομαι ότι δεν είναι τέρας αλλά φρικιό. Και δεν είναι τέρας επειδή δεν έχει καμία προδιάθεση προς το κακό [αν καταλήγει κακός είναι λόγω της αντιμετώπισης που χαίρει· πάντως, ούτε στο διήγημα της Σέλεϊ ούτε και στην εν λόγω παράσταση έχουμε έναν εκ φύσεως κακό]. Είναι διαφορετικός που έχει όμως αισθήματα. Το συναίσθημα κάνει τη διαφορά καθώς του δημιουργεί εντυπώσεις και ανάγκες και την ίδια ώρα το μυαλό του, που έχει νοητική ικανότητα, τον ωθεί σε συλλογισμούς.
Στην παράσταση τώρα... Γνώρισα επί σκηνής τον Γρηγόρη Μούρτζο, με την όμορφη χροιά της φωνής του που διαθέτει και όγκο ώστε να γεμίσει τον χώρο κάνοντάς με να τον παρακολουθώ με προσήλωση, ο οποίος ενσάρκωσε ιδανικά τον αρραβωνιαστικό, δηλαδή τον εκπρόσωπο του αυθόρμητα αδιάφορου τύπου που, βολεμένος στον κόσμο του, παρακολουθεί τα γεγονότα χωρίς να συμμετέχει ενεργά, χωρίς να φέρει άποψη και χωρίς να δρα αυτοβούλως (σας θυμίζει κάτι;) εξού και είναι πάντα χαρούμενος ακόμα και μπροστά σε μια αδικία ή σε μια συμφορά... και στον αντίποδα, παρακολούθησα την πνευματική ικανότητα της κόρης, που ερμηνεύει η Ελπινίκη Νίνου με έναν καίριο συνδυασμό από μπρίο και δυναμισμό, η οποία και προβληματίζεται και αντιδρά και διεκδικεί... αλλά και τον Κωνσταντίνο Καρούζο, στον ρόλο του γιου, που διαθέτει παιχτικά τον συνδυασμό μεταξύ της επιστημονικής ευφυΐας και της προσωπικότητας που δεν έχει ακόμα ενηλικιωθεί. Η Ανδριάνα Νταή, ως μαγείρισσα, εκπέμπει τη λαϊκή ματιά στα πράγματα και αναδεικνύει την χιουμοριστική ηρωίδα της και η Εβελίνα Σιγάλα ταιριάζει γάντι στην ψηλομύτα κυρία του σπιτιού που θα προβληματιστεί με ζητήματα όπως αν πέτυχε το νούμερο του φορέματος ή η απόχρωση, δηλαδή με το φαίνεσθαι. Η ίδια εκπέμπει όλη εκείνη τη λαμπερή ματαιοδοξία, όπως ο ρόλος ζητά, ενώ και ο Χρήστος Άνθης, ως πατήρ φαμίλιας αλλά και πολιτικός καριέρας, έχει το απαραίτητο βάρος του ρόλου παράλληλα με την απατηλή του ιδιοσυγκρασία. Και τέλος, η Μαριάνθη Γεωργιάδη είναι ένα απίθανο τέρας παίζοντας με μοναδικό τρόπο αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Εν κατακλείδι, το έργο προτείνεται για όλες τις ηλικίες και για όλη την οικογένεια. Καθένας μπορεί να σταθεί σε διαφορετικό σημείο αλλά όλοι θα διασκεδάσουν παρακολουθώντας ένα έργο ουσίας, με μηνύματα και κοινωνικά ζητήματα (δυστυχώς πάντα επίκαιρα) που πέρα από τη διασκέδαση προσφέρει και ψυχαγωγία.