Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Οι μοίρες της αστροφεγγιάς, Οικογένεια Πελτιέ, Η κατάρα, Ροζ, Ανθοπωλείον ο Έρως * Σε είδα * Μέθεξη * Άννα * Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Ποίηση: Δεύτερη φωνή Ι * Εν αρχή ην ο έρως ** Διηγήματα: Ένα πιο σκοτεινό φως * Η οργή του Θεού και άλλες ιστορίες ** Νουβέλες: Αγόρια και κορίτσια * Pelota ** Διάφορα άλλα: Πέντε βιβλία από τις εκδόσεις Ελκυστής * Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Ο Γιώργος Βογιατζάκης και οι 18 περιπτώσεις από το «Γραφείο ιδεών» του κου Καββαδία

Από το εξώφυλλο του βιβλίου του Γιώργου Βογιατζάκη, 18 περιπτώσεις από το «Γραφείο ιδεών» του κου Καββαδία, και φωτογραφία του ίδιου

Πώς σας ήρθε η ιδέα;
Γιώργος Βογιατζάκης: Η ιδέα του βιβλίου προέκυψε παρατηρώντας αναμνηστικές φωτογραφίες αγνώστων προσώπων που συναντούσα στα διάφορα παζάρια. Ήταν στοιβαγμένες σε σωρούς, ανακατεμένες. Οι ίδιοι –άθελά τους– είχαν σμίξει σε διάφορες παρέες, κάποιοι ήταν απομονωμένοι. Ορισμένοι ήταν χαμογελαστοί, μερικοί θλιμμένοι. Το κοινό στοιχείο ότι ήταν ορφανοί, παρατημένοι από τους τελευταίους εναπομείναντες συγγενείς τους, αφού για να βρεθούν εκεί –στα αζήτητα– σήμαινε ότι δεν είχε ενδιαφερθεί κάποιος δικός τους άνθρωπος να κρατήσει τη φωτογραφία τους ως ανάμνηση. Προφανώς δεν υπήρχε κάποιο σημάδι που να φανέρωνε την ταυτότητα ή την προέλευσή τους, πώς ζήσαν, τα ζόρια και τα όνειρά τους. Κι αυτό ήταν ένα (ακόμη) στοιχείο που με ενεργοποίησε. Αν και στην πραγματικότητα, όσα στοιχεία και να είχα στη διάθεσή μου, καμία ιστορία δεν θα μου αφηγούνταν η οποιαδήποτε φωτογραφία τους μιας και δεν μπορεί από τη φύση της να το κάνει. Είναι ικανή όμως να προτείνει ιστορίες στους θεατές της. Σε εμένα τον ίδιον. Με αυτό το σκεπτικό, άρχισα να φαντάζομαι την ιστορία του καθενός, σαν να μου την αφηγούνταν ο ίδιος, αυτοπροσώπως.

Πού γράψατε το βιβλίο σας;
Γ.Β.: Κυρίως στο σπίτι μου, στην Αθήνα. Τα απογεύματα, μετά τη δουλειά. Αρκετές ώρες αφιέρωσα όμως σε αυτό και στο εξοχικό μου, στο Λαγονήσι, τα Σαββατοκύριακα. Αλλά και κατά τις καλοκαιρινές διακοπές μου στους Παξούς.

Πόσο χρόνο σας πήρε η συγγραφή;
Γ.Β.: Για την αρχική μορφή του (που ήταν περισσότερο σκέψεις πάνω στις συγκεκριμένες φωτογραφίες και ένα τύπου φωτογραφικό άλμπουμ) μου πήρε μερικούς μήνες με πολλές διακοπές ενδιάμεσα. Συνέλεγα φωτογραφίες από τα παζάρια, έβαζα τις σκέψεις των φωτογραφιζόμενων ηρώων στο πλάι, προσπαθώντας να βρω μια ροή με βάση κυρίως τις φωτογραφίες. Για την τελική μορφή του περίπου έναν χρόνο, αν και κατά καιρούς το άφηνα στην άκρη. Δεν είχα κάποιο στόχο να το τελειώσω μια συγκεκριμένη ημερομηνία.

Πώς θα χαρακτηρίζατε το βιβλίο σας με δυο λόγια;
Γ.Β.: Δύσκολη ερώτηση που γίνεται δυσκολότερη αν πρέπει να το χαρακτηρίσω με δύο μόνο λόγια. Όπως και να έχει, είναι προτιμότερο να το χαρακτηρίσουν οι αναγνώστες και θα είναι ιδιαίτερη χαρά αν λάβει διαφορετικούς χαρακτηρισμούς. Δεν πρόκειται να διαφωνήσω με κανέναν. Ο δικός μου ο χαρακτηρισμός δεν μετράει.

Θέλετε να μας δώσετε μια περιγραφή;
Γ.Β.: Το βιβλίο αποτελείται από 18 ιστορίες –«περιπτώσεις»– που αφηγούνται ισάριθμα πρόσωπα με αφορμή μια αναμνηστική τους φωτογραφία. Είναι από τη ζωή τους, την ώρα που δοκιμάζονται, η αγάπη του συντρόφου τους, οι οικογενειακές τους σχέσεις, η αντοχή της μνήμης τους στο να διατηρεί ζωντανές ευτυχισμένες στιγμές, η ιδιωτική ζωής τους, η αξιοπρέπεια, η ταυτότητα, η καθημερινότητά τους.
Η σύνδεσή τους είναι ότι τις κληρονόμησε ο συγγραφέας από τον κύριο Καββαδία – ένα μυθιστορηματικό πρόσωπο, από το διήγημα «Γραφείο ιδεών» του Αντώνη Σαμαράκη. Με αυτόν τον τρόπο αποκτά κι εκείνος μια δεύτερη ζωή, όπως άλλωστε και οι ίδιοι οι φωτογραφιζόμενοι.

Τι αγαπήσατε περισσότερο σε αυτό το βιβλίο;
Γ.Β.: Τους ανθρώπους που απεικονίζονται στις φωτογραφίες. Τις ιστορίες τους που κανείς δεν πρόκειται να μάθει. Και δεν αναφέρομαι στις δικές μου – για τις δικές τους, ανείπωτες, μιλάω. Το μυστήριο που κρύβεται στα βλέμματά τους – αυτό με συγκλόνισε και με συγκλονίζει ακόμη, κάθε φορά που επιχειρώ να το ερμηνεύσω.

Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας ήρωας και γιατί;
Γ.Β.: Δεν ξεχωρίζω κάποιον. Όλοι τους διαθέτουν ένα στοιχείο που με συγκινεί, με φέρνει κοντά του, με μια τρυφερότητα θα έλεγα. Ακόμα κι όταν η συμπεριφορά κάποιου μοιάζει αλλόκοτη ή υπερβολική, κραυγαλέα ίσως, προσπαθώ να κατανοήσω τον θυμό ή τις φοβίες του. Σε καμία περίπτωση δεν είμαι εδώ για να τον εκθέσω, να τον κατακρίνω – ούτε συζήτηση να τον καταδικάσω.

Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη, βιβλιόφιλο ή βιβλιοφάγο;
Γ.Β.: Άλλη μια δύσκολη ερώτηση. Θα έλεγα –αν πρέπει να απαντήσω οπωσδήποτε– ότι δίνει μια αφορμή να σταθεί κάποιος απέναντι σε μια βουβή εικόνα, σε μια παγωμένη στιγμή κάποιων αγνώστων του για να επινοήσει μια δική του ιστορία. Πρωταγωνιστές θα είναι οι άγνωστοί του εικονιζόμενοι, αλλά στην ουσία θα είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Και οι δικοί του άνθρωποι. Θα ανακαλέσει μνήμες, θα ανακατασκευάσει μνήμες, ο ένας συνειρμός θα φέρει τον άλλον, θα αναμετρηθεί με τον εαυτό του. Μοιάζει κάπως με τη φωτογράφηση πορτρέτου: στέκεσαι απέναντι σε κάποιον για να τον φωτογραφήσεις έχοντας την εντύπωση ότι θα βγάλεις στην εικόνα τον εσωτερικό του κόσμο, αλλά στην ουσία φωτογραφίζεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Εσύ κατευθύνεις τον άνθρωπο που κοιτά την κάμερα, ορίζεις το κάδρο, τι θα εξαιρέσεις. Θέλω να πω ότι κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με τις ιστορίες που προανέφερα: στην ουσία δεν έχει να κάνει με την πραγματική ιστορία των εικονιζόμενων (που, ούτως ή άλλως, παραμένει άγνωστη) αλλά τον εαυτό σου. Και σίγουρα για αυτή τη διαδικασία δεν χρειάζεται να έχει κάποιος συγγραφική ικανότητα.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σας;
Γ.Β.: Αν μιλάμε για υπαρξιακή, προσπαθώ να μην την έχω στον νου μου – δεν θέλω να με καταβάλει. Ή ίσως να συμφιλιωθώ με αυτήν, εφαρμόζοντας τεχνικές όπως η ενασχόληση με τη συγγραφή, τη φωτογραφία, τη μουσική. Αλλά υπάρχουν και άλλες, οι καθημερινές αγωνίες, που δεν τις προσπερνάς. Προσπαθώ να είμαι προσγειωμένος, κοντά στους ανθρώπους που αγαπάω, να αποφεύγω τις γκρίνιες και τη μιζέρια. Να βλέπω την ομορφιά ακόμη κι εκεί που δεν φαίνεται εκ πρώτοις. Να κάνω το ασήμαντο (μια στιγμή, μια εικόνα, έναν ήχο, μια μυρωδιά) να μοιάζει σπουδαίο. Προσπαθώ να έχω σε εγρήγορση το παιδί που έχω μέσα μου.

Ποιοι αναγνώστες θα λατρέψουν αυτό το βιβλίο;
Γ.Β.: Δεν μπορώ να το ξέρω, ειδικά όταν μιλάμε για λατρεία... Όταν γράφεις ένα βιβλίο απευθύνεσαι στον εαυτό σου. Αν έχεις ένα ορισμένο κοινό κατά νου, νομίζω αρχίζεις να προσαρμόζεις τα πράγματα προς μια κατεύθυνση ώστε να είναι αρεστό σε εκείνους. Δεν ξέρω τότε κατά πόσο θα είσαι αυθεντικός, ειλικρινής, γνήσιος. Εύχομαι απλά κάποιοι να το ανακαλύψουν και να το βρουν ενδιαφέρον. Να τους αφορά.

Πού/πώς μπορούμε να βρούμε το βιβλίο σας;
Γ.Β.: Σε φυσική μορφή υπάρχει σε ορισμένα βιβλιοπωλεία των Αθηνών όπως: Πολιτεία, Ευρυπίδης, Ιανός, Πρωτοπορία. Ηλεκτρονικά μπορεί να το παραγγείλει κανείς σε όλα. Ενδεικτικά αναφέρω –εκτός των παραπάνω– τη Γραφή και το Public.

Πού μπορούμε να βρούμε εσάς;
Γ.Β.: Αν θέλει να επικοινωνήσει κανείς μαζί μου μπορεί να μου στείλει ιμέιλ στο: gvo1967@yahoo.gr. Ή να με αναζητήσει στο Facebook ή στο Instagram.

Αν δεν ήταν βιβλίο, τι θα μπορούσε να είναι;
Γ.Β.: Ένα τίποτα. Έχουν ύλη οι κουβέντες; Λόγια, που κυκλοφορούν στον αέρα, στα όνειρα ή τους εγκεφάλους. Που το μόνο που αφήνουν πίσω τους, στο τέλος, είναι κάποια ίχνη ποτισμένα στους τοίχους των σπιτιών που ακούστηκαν ή που παραλίγο να ακουστούν. Έχουν ύλη τα συγκεκριμένα ίχνη;

Αν δεν ήσασταν συγγραφέας τι θα μπορούσατε να είστε;
Γ.Β.: Η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι να εξοικειωθώ με τον τίτλο «συγγραφέας» όπως και με οποιονδήποτε τίτλο που σχετίζεται με κάποια τέχνη. Εύκολα θα απαντούσα «φωτογράφος», μιας και έχω ασχοληθεί σοβαρά και αδιάλειπτα με τη φωτογραφία τα τελευταία σαράντα χρόνια της ζωής μου. Αλλά και πάλι θα συνέχιζα να το κάνω ερασιτεχνικά, με την κυριολεξία της έννοιας. Σαν άλλη επιλογή «μουσικός», αλλά με το ίδιο σκεπτικό. Αν στην ερώτηση πρέπει να απαντήσω βάζοντας και την παράμετρο του βιοπορισμού, θα έλεγα αυτό που είμαι: μηχανικός. Μου φαίνεται πιο ξεκάθαρο.

Ποιον συγγραφέα διαβάζετε ανελλιπώς;
Γ.Β.: Κάποιο βιβλίο του Raymond Carver βρίσκεται πάντα στο κομοδίνο μου, στη βαλίτσα μου. Στρέφομαι στα διηγήματά του ακόμη και ανάμεσα σε αναγνώσεις άλλων βιβλίων· διακόπτω και επανέρχομαι. Με κάποιον τρόπο με φέρνει στα ίσια μου.

Σας έχει επηρεάσει άλλος συγγραφέας στον τρόπο που γράφετε ή σκέφτεστε ή ζείτε; Ποιος/ποιο βιβλίο;
Γ.Β.: Οι επιρροές είναι μια μυστήρια υπόθεση. Υπόγεια, αθόρυβα και χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι ορισμένα πράγματα μπαίνουν μέσα σου, κολλάνε και σε επηρεάζουν. Οι ηθελημένες επιρροές, ενώ δεν κρύβουν κάτι κακό, αν δεν έχουν γίνει κτήμα σου φαίνονται σαν απλές μιμήσεις· δεν υπάρχεις πουθενά εσύ. Για να μη μακρηγορώ, θα έλεγα ότι υπάρχουν στον κόσμο μου ορισμένοι δημιουργοί που τους νιώθω κοντά μου. Ανέφερα ήδη τον Carver. Είναι και ο Wes Montgomery επίσης – ένας εξαίρετος κιθαρίστας της τζαζ. Ο Nino Rota. Και ο Bernard Plossu, ο Meatyard – οι φωτογράφοι της παρέας. Ο Fellini. Όλοι αυτοί με έναν τρόπο συνδέονται. Και ας μη το γνωρίζουν.

Οι ήρωές σας μπορούν να σας κατευθύνουν ή εσείς και μόνο ορίζετε την συνέχεια και τις τύχες τους;
Γ.Β.: Είναι μια περίεργη σχέση. Στην πραγματικότητα φαίνεται να τους καθοδηγείς εσύ, ως δημιουργός. Αν τους αφήσεις τον απαραίτητο αέρα, την ελευθερία τους, τους ακούσεις και τους αισθανθείς, τότε μόνοι τους θα οδηγήσουν τα πράγματα, τις εξελίξεις. Έχει κάτι το συναρπαστικό και απρόβλεπτο αυτή η περίπτωση. Ζωντανεύουν.

Τι χρειάζεται κάποιος για να γράψει; Φαντασία ή εμπειρία;
Γ.Β.: Δεν ξέρω αν είμαι ο κατάλληλος για να απαντήσει, αν υπάρχει κάποιος να αποφανθεί. Υποθέτω ότι χρειάζεται ευαισθησία, επιμονή, κουράγιο, προσπάθεια, χρόνος, παρατήρηση. Όρεξη και αγάπη για τη ζωή. Περιέργεια να διερευνήσεις το μέσα σου, επιθυμία να εξωτερικεύσεις τις σκέψεις σου, ψυχραιμία όταν δεν τα καταφέρνεις. Η φαντασία και η εμπειρία πιθανόν, αλλά δεν περνάει από το χέρι σου να δουλέψεις πάνω σε αυτά, να τα εξελίξεις.

Τι καθορίζει την επιτυχία σε ένα βιβλίο;
Γ.Β.: Πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμαι «επιτυχία». Υπάρχουν πολλών ειδών επιτυχίες. Οι μεγάλες πωλήσεις είναι μια μορφή. Οι καλές κριτικές, εννοείται. Η αποδοχή του έργου σου από ένα συγκεκριμένο κοινό, επίσης. Παίζει ρόλο και ο πήχης του καθενός. Πώς φαντάζεται ο καθένας την επιτυχία. Σε κάποιες περιπτώσεις θα έλεγα ότι υπάρχει συνταγή για την επιτυχία, χωρίς να σημαίνει ότι είναι εύκολο να την ακολουθήσει ο οποιοσδήποτε. Υπάρχουν αξιόλογα βιβλία που δεν έχουν περάσει στο ευρύ κοινό για διάφορους λόγους – ανάμεσα στα χιλιάδες που κυκλοφορούν δεν θα τα πάρει χαμπάρι κανένας. Κι ύστερα γίνεται ένα από αυτά ταινία και κάνει θραύση. Τι σημαίνει; Ότι δεν ήταν καλό και ξαφνικά έγινε; Πώς συνδέεται η επιτυχία με την ποιότητα είναι ένα ερώτημα. Η ίδια η έννοια της ποιότητας είναι ένα ερώτημα.

Τι την αποτυχία;
Γ.Β.: Αποτυχία θα έλεγα ότι είναι αν δεν καταφέρει να φτάσει στο κοινό του. Δεν είναι πάντα εύκολο –εξαιρετικά δύσκολο θα έλεγα, αν λάβουμε υπόψη το πλήθος των έργων που κυκλοφορούν, τους τρόπους διακίνησης και επικοινωνίας... Μεγάλη κουβέντα. Οι εποχές αλλάζουν. Μαθαίναμε τις κυκλοφορίες από συγκεκριμένες στήλες εφημερίδων, από μια βόλτα στα βιβλιοπωλεία ή τα δισκοπωλεία, από κουβέντες φίλων. Οι νεότεροι έχουν αναπτύξει άλλους τρόπους. Άγνωστοι στο ευρύ κοινό καλλιτέχνες, που δεν έχει αφιερωθεί σε αυτούς η παραμικρή αράδα, τα «σπάνε», γεμίζουν συναυλιακούς χώρους – τρανό παράδειγμα ο Λεξ. Ορισμένοι δεν έχουν καν σελίδα στα σόσιαλ μίντια κι όμως υπάρχει ένας τρόπος που οι νέοι επικοινωνούν και δίνουν τη σημασία τους ακόμη κι όταν όλοι οι υπόλοιποι –εμείς– κοιμόμαστε. Τι να πω... μακάρι να ξέραμε τον τρόπο που θα φτάσει ένα έργο στο κοινό του, να μην καταδικαστεί σε αφάνεια. Εγώ, τουλάχιστον, δεν τον ξέρω.

18 περιπτώσεις από το «Γραφείο ιδεών» του κου Καββαδία, Γιώργου Βογιατζάκη

Ο Γιώργος Βογιατζάκης απάντησε στο ερωτηματολόγιο Ριντ Φερστ για τη συλλογή αφηγημάτων του 18 περιπτώσεις από το «Γραφείο ιδεών» του κου Καββαδία, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γραφή.
Αν και ο ίδιος, αφιερώνοντας χρόνο –για τον οποίο τον ευχαριστώ θερμά–, έδωσε πολλές πληροφορίες για το βιβλίο του, αξίζει και θα ήθελα να σημειωθεί ο αντίκτυπός του. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά εμένα, οι ιστορίες των ηρώων του έχουν μια ατμόσφαιρα εποχής, χωρίς όμως αυτή να είναι επιτηδευμένα φτιαγμένη έτσι, δηλαδή «βλέπεις» τα πρόσωπα να βιώνουν (να δρουν, να σκέφτονται...) σε περασμένες δεκαετίες παρόλο που ο συγγραφέας δεν εστιάζει σε χρονικές αναφορές. Δηλαδή, ενώ δεν υπάρχουν εξόφθαλμες αναγραφές ημερομηνιών μεταφέρει όλο το ηχόχρωμά τους. Για παράδειγμα, ο Ορφέας, ο θερινός κινηματογράφος, δεν υπάρχει πια, ούτε η μπριγιαντίνη στα μαλλιά, ούτε οι αυλές με τους τενεκέδες του λαδιού που έγιναν γλάστρες για το αγιόκλημα... όμως υπήρξαν τότε ευρέως και μέσω αυτών μπορούμε να εντάξουμε τις αφηγήσεις στον χρόνο τους. Η τεχνική (αν την πούμε έτσι) με γοητεύει καθώς στις πρωτοπρόσωπες ιστορήσεις είναι προτιμότερη η –όσο το δυνατόν– πιο απελευθερωμένη δόμηση λόγου παρά μια προσεγμένη. Στο εν κατακλείδι, αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι ο λόγος αντανακλά τους οικείους χαρακτήρες, που είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, όπως και τις απροσποίητες περιγραφές τους, δηλαδή ό,τι πιο κοντινό στο να προκαλείται μια αυθεντικότητα, σαν μαρτυρία, που είναι ζητούμενη.
Οπότε, ο κύριος Βογιατζάκης μάς κάνει μέτοχους των ιστοριών του, τρόπον τινά, αφού μας βάζει μέσα στην εκάστοτε συνθήκη στην οποία προσδίδει αληθοφάνεια. Αν με ρωτάτε, το εγχείρημα (αν το πούμε έτσι) πέτυχε και, προσωπικά πάντα μιλώντας, θα ήθελα να διαβάσω περισσότερες ιστορίες φτιαγμένες (που να ξεπροβάλλουν) με τον ίδιο τρόπο.



ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Νόστος, Εν ονόματι της μούσας Ερατώς, Διόρθωση Ημαρτημένων, Η χρυσή κληρονόμος και Φρουτίνο4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΈνα πιο σκοτεινό φως, Μαρίας ΣυλαϊδήΟ καπετάνιος τση ΖάκυθοςΗ οργή του Θεού και άλλες ιστορίες, Ιωάννας Σερίφη
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα
Μέθεξη, Μαρίας ΠορταράκηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουPelota, Σταμάτη ΓιακουμήΕν αρχή ην ο έρως, Ευαγγελίας ΤσακίρογλουΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Άννα, Μαρίας ΚέιτζΔεύτερη φωνή Ι, Γιάννη Σμίχελη