Γιάννη Σμίχελη
3
α
Τα χρόνια μου δεν έχουν ηλικία
σχηματίζονται γραμμές
πάνω στο κενό και σβήνουν μόλις φανερωθούν.
Έχει ενδιαφέρον πως τα άσπρα μου μαλλιά
είναι από την εφηβεία μου
κι ενώ αυξάνονται δεν βάζω μυαλό γιατί δεν το έβγαλα ποτέ
και φυσικά δεν το έχασα.
όμως δεν είναι ευθεία.
Ενώ έχω ξεκινήσει από το σημείο της γέννησής μου
περνάω ξανά και ξανά από αυτό
αλλά ακολουθώντας διαφορετικές διαδρομές
η εμπειρία μου έχει την ίδια ποιότητα
εκείνη όταν ήμουν βρέφος.
Μπορώ να πω με βεβαιότητα
πως τώρα είμαι πιο παιδί απ' όταν ήμουν παιδί
αρχίζω και γίνομαι έφηβος πληρέστερα
από τότε που ήμουν και το κυριότερο
έχω την εντύπωση πως ήμουν πολύ γέρος
στα υποτιθέμενα νιάτα μου.
Δεν νιώθω χρόνο πάνω μου
δεν με βαραίνουν οι εμπειρίες
ειλικρινά νιώθω σαν να αυτοδιαγράφονται
τα έτη.
Κινούμαι μες στον χρόνο, αντί αυτός να μ' επηρεάζει
σαν να είναι ένας λαβύρινθος διαδρομών
που τον εξερευνώ χωρίς να με σημαδεύουν
οι πορείες του.
Δεν είναι σαν παιχνίδι, αλλά μια νομοτέλεια
που έχει σχέση με τον ρυθμό του χρόνου
αλλά όχι με μένα.
β
Οι πόρτες ανοιγοκλείνουν χαστουκίζοντας τα λόγια
βουβές στιγμές χτυπάνε τα τζάμια
κανένας δεν ανταποκρίνεται
τα πουλιά πια δεν γδύνονται μπρος στο βλέμμα της
έχει απολέσει τη λάμψη της λεπίδας των ορμών
τα χνώτα υπνωτισμένοι διαβάτες κοιτάζουν
τις βιτρίνες των ονείρων της με τρύπια καρδιά
στο κενό της μύγες και κουνούπια χορεύουν
σε ρυθμό του άφθαρτου βάλτου
όλα έχουν το τέλμα των ψημένων βατράχων
μονάχα οι πορείες των αλμάτων τους παγωμένα
τοπία μιας χαρούμενης διαφυγής
τα καλάμια έχουν κρυσταλλωθεί και οι άνεμοι
της αναίτιας οργής απλά τα σπάνε
καρφώνονται τα θρύψαλα στα πνευμόνια της ομίχλης
σβήνουν βογκώντας την αμετροέπεια της απροσδιοριστίας της
γ
Όλα τα παιχνίδια επιτρέπονται
αρκεί να γλιτώνουν το σαρκίο τους
μα και τα καραγκιοζάκια έχουν καρδιά
σε μια αιμάτινη άνοιξη ο Χατζηαβάτης
μ' ένα λάσο τραβάει κάτω την Σελήνη
αρχίζει να την μασουλάει σαν φέτα πεπονιού
κι αφού χορτάσει μεταμορφώνεται
στο σκοτάδι της.
Ο μπαρμπα-Γιώργης με την μαγκούρα του
σπάει τα μούτρα της Νεφέλης
και μες στα αίματά της με χαρακίρι
σβήνει ουρλιάζοντας το ΩΙΜΕ, ΟΡΕ
σαν να είναι η πιο άγρια κατάρα της τύχης του.
Ο Νιόνιος τρικλοποδιάζεται στα αγριολούλουδα
πιρουέτες κάνει το μπαστούνι του
γίνεται καραμούζα τσιριχτή, αμέσως μετά
κορδέλα παρδαλή και τελειώνει
με το φιόρε του Λεβάντες να ξεραίνεται στην ανάμνηση
τ' ουρανού.
Όσο για τον πασά αυτός πάντα κρεμασμένος
μπρος στο Σεράι
κυματίζει σαν σημαία των άπειρων αποτυχιών
στ' όνομα της αθώας εξουσίας.
δ
Παραφωνία σπέρνει κολοκυθόσπορους
στον κόρφο της Μιμής
πετάνε βλαστάρια από τις σκέψεις της
και προσκυνά τη γη των ακατανόμαστων
σαν μια πλεξούδα όλο πυροτεχνήματα.
Απλώνεται η ζαλάδα από την άσκοπη υπερπροσπάθεια
στα μαντέμια μιας κουζίνας δίχως κουτάλες
τα σπιρούνια των πιρουνιών χτυπάνε με ορμή
στ' άλογα των ανέμων
και οι μυρωδιές των ψητών
ξελογιάζουνε τις ύαινες
μες στην τρελή χαρά καταβροχθίζουν
τις απολαύσεις δίχως σάρκες
τα μυρωδικά των ψευδαισθήσεων είναι πιο αληθινά
από τις σαρκοβόρες ηδονές
ε
Στου δρόμου τα περίπτερα στέκουν οι σιωπές και ουρλιάζουν
απόγνωση μια κορύφωση στο ναδίρ της ύπαρξης.
Ένας σαλτιμπάγκος όλο σπαραγμό ανοίγει τα σωθικά του
με την ακρίβεια χειρουργού και κρεμάει ματωμένες καρδιές
στα δέντρα του παραλογισμού
ώσπου αρχίζει και γίνεται ρίζα, δίχως να μπορεί
ποτέ να δει τον κορμό που τρέφει
βυθίζεται στο χώμα ελίσσεται στις πέτρες
αναζητά υγρασία, ξεδιψάει με τη βροχή
δίχως ποτέ του να την δει, την ακούει μόνο
μα οι αστραπές του μιλάνε με τις βροντές
δεν ξέρει τι είναι φως, την σημασία της λάμψης
το νόημα του κεραυνού
και συνεχίζει να διακλαδίζεται στην υπόγεια στοά της θλίψης
των σκουληκιών και των σκαραβαίων
ούτε καν ο λαγός μπορεί να τον συναντήσει
γιατί η υπογειοποίησή του βαθαίνει όσο μεγαλώνει
γίνεται ένα θεριό ζωής μες στο σκοτάδι
μα ακόμη κι αν καεί το δέντρο, κι αυτός μπορεί να σωθεί
σχεδόν με βεβαιότητα, πάντα φυσικά υπάρχει η πιθανότητα
του αφανισμού, όμως εκείνος είναι προστατευμένος
από τα πετρώματα και το χώμα.
Η μεγαλύτερη απόλαυσή του θα είναι να συνευρεθεί με φυσική ροή ύδατος
με μια αυθόρμητη στοά της γεωλογικής εξέλιξης
και σε μια αιωνιότητα δεν θα έχει συναντήσει τον ήλιο
έστω κι αν συνουσιάζεται μαζί του για να πετάγονται βλαστοί κι άνθη.
Copyright © Γιάννης Σμίχελης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Το κείμενο αποτελεί μέρος της συλλογής του Γιάννη Σμίχελη Διάχυση. Μέρος δεύτερο: Σημειωματάριο.
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Luiz Zerbini.
Η συλλογή δημοσιεύτηκε τμηματικά στο koukidaki.gr από τον Απρίλιο του 2024, κάθε Παρασκευή. Για να διαβάσετε ολόκληρη τη συλλογή ξεκινήστε από εδώ. Ή συνεχίστε στο επόμενο.