Επιτέλους μία νουβέλα που δομείται με τέλεια οργανωμένη αναρχία παρουσιάζοντας μία ιστορία μέσα από θραύσματα εικόνων και στιγμών, με διαισθαντική μελαγχολία και όμορφη εκφραστική γραφή, και που μας ανοίγεται εντέλει μόνο στο τέλος. Μία ξεχωριστή συγγραφική δομική φόρμα με μπόλικη συναισθηματική φόρτιση που διαπερνά, κερδίζει εύκολα αλλά ενισχύει την καλή εντύπωση ως την τελευταία σελίδα. Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο της Εύας Πολυβίου Οι ορτανσίες, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Τι κι αν είναι το πρώτο (που εκδίδεται); Συνάντησα τη δεινότητα που παρατηρώ σε πολυγραφότατους δημιουργούς, αρκετά έμπειρους, ενώ θεωρώ πως, με βεβαιότητα, θα υπάρξουν κι άλλα. Μεταξύ μας, πρέπει να υπάρξουν κι άλλα, γιατί σε άλλη περίπτωση θα έχουμε χάσει μια τόσο αξιόλογη πένα.
Μια καλή ιστορία –αληθινή ή όχι, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία– πρέπει να γράφεται, αλλιώς πάει χαμένη.
Στην υπόθεση, η ηρωίδα αφηγείται στιγμές από τη ζωή της, από τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια –και μέσα στην εμπλοκή ενός πολέμου– για να φτάσει ως το παρόν. Από τη δεκαετία του '70, με το χωριό, τις παραδόσεις, τις μυρωδιές και τους ήχους του έως την πολύβουη μεγαλούπολη του σήμερα, οι ορτανσίες κατέχουν σημαίνουσα θέση, αξία και σημειολογία, όχι μόνο για την ίδια αλλά και για ολόκληρη την οικογένεια.
Ένα λουλούδι φέρνει μνήμες, αισθήματα, αναπολήσεις, αποτελεί ορόσημο, σηματοδοτεί αλλαγές, χαρές, λύπες... η ορτανσία είναι τελικά ένας ακόμα (ενεργός, τρόπον τινά) χαρακτήρας της μυθοπλασίας, που ξυπνά συναισθήματα, θύμησες και υπογραμμίζει σημαντικά γεγονότα. Αλλά δεν είναι ο μόνος. Διαβάζοντας προσεκτικά υπάρχουν κι άλλοι τέτοιοι «χαρακτήρες», όπως ένα παστίτσιο ή μία λάμπα ή ακόμα –για να το πάμε και λίγο παραπέρα– ένα χρώμα: το θαλασσί. Η σημαίνουσα αξία τους έχει ειδικό βάρος καθώς συμβολοποιούνται αποκτώντας οντότητα.
Ολόκληρο το βιβλίο είναι ένα στίγμα ζωής γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο (και όχι υπό την κλασική έννοια της λέξης καθώς σε κάποια σημεία το πρώτο πρόσωπο λειτουργεί ως τρίτο, χωρίς να είναι) και αφορά μια ιστορία ενηλικίωσης δοσμένη μέσα από τα μάτια της ηρωίδας του. Ο σπονδυλωτός χαρακτήρας της δομής προσφέρει έξαψη, προσθέτει ενδιαφέρον στο πόνημα και ένα αίνιγμα, που καλείται να ολοκληρώσει ο αναγνώστης: να βάλει στη σωστή θέση τις ψηφίδες-επεισόδιά του για να αποκαλυφθεί όλη η εικόνα.
Αλλά και η ίδια η ηρωίδα έχει τον συμβολισμό της ως Ελένη: όχι ωραία, όχι μοιραία, όχι εγκαταλειμμένη, όχι σε παύση, όχι σε αναμονή... όμως μπορεί και να 'ναι όλα αυτά, όπως η μυθική, αλλά είναι (και) μία Ελένη με πάθη. Από αυτά που μπορεί να επιφέρει μία ψυχική νόσος υπό το πρίσμα της ανάμνησης, των «θέλω», της ενδοσκόπησης και της ανασκόπησης. Το ερώτημα, αν έχει κερδίσει ή αν θα κερδίσει το «στοίχημα» της ζωής της, δεν μπορώ να σας το μεταφέρω· θα το ανακαλύψετε κατά μόνας.
Πρόκειται για απίθανη νουβέλα, διαπεραστική και συναισθηματική, με όμορφη σύλληψη, εκφραστικότητα γραφής, αναγνωστικό ενδιαφέρον και πλούσιο αντίκτυπο που «δουλεύει» και μετά το τέλος.
Οπωσδήποτε, ξεχωρίζει!
ΥΓ.: Αγαπώ τον εκδότη ή τον γραφίστα ή τη συγγραφέα ή τον όποιον άλλο –δεν γνωρίζω ποιος ευθύνεται για το εξώφυλλο– που δεν έβαλε ένα μπουκέτο ή βάζο με ορτανσίες ή –ακόμα χειρότερα– μία εικοσάχρονη να τις κρατάει.