Το σημερινό βιβλίο κυοφορεί στους κόλπου του μια πληθώρα διηγημάτων με κύριο πρόσωπό του τη μητέρα. Αγάπησα, μίσησα και λάτρεψα τη φιγούρα της μάνας με έναν μοναδικό τρόπο, ορμώμενη πάντα από τα κείμενα. Στοχάστηκα, απόρησα, πόνεσα, θύμωσα, χάρηκα αλλά και συγκινήθηκα με την πένα της Χριστίνας Στεφανίδου και τους ήρωές της.
Νιώθω την ανάγκη να κάνω μια αναφορά στον τίτλο, έτσι ως φόρο τιμής σε όλες εκείνες τις γυναίκες που λέγονται μητέρες.
Η μητέρα δεν χρειάζεται συστάσεις. Είναι ένα πολυμορφικό πρόσωπο, μια έντονη παρουσία στη ζωή των περισσοτέρων. Συνήθως η χροιά της έχει θετικό πρόσημο και οι αναμνήσεις που την περιέχουν φωτίζονται με έντονα χαρούμενα χρώματα, πλην ελαχίστων περιπτώσεων.
Αγαπά πολύ και αγαπιέται. Δίνει και την ψυχή της για τους οικείους της και δη για τα παιδιά της. Προσφέρει και προσφέρεται. Μαστιγώνεται, ματώνει, πονά και συνεχίζει να δίνει. Δίνει με την ψυχή της και δίνει την ψυχή της. όμως, δεν είναι λίγες οι φορές που εισπράττει αγκαλιές, αθώα χαμόγελα, δάκρυα και συναισθηματικό φορτίο που μονάχα η ίδια ξέρει να το διαχειρίζεται.
Ένα της χάδι, ένα φιλί και ένα καθησυχαστικό της βλέμμα, αρκούν για να γιατρέψει τις πληγές μας και ως αντάλλαγμα δεν ζητά τίποτα.
Αυτή είναι η μητέρα, η μαμά, η μάνα, η μανούλα...
Ανάμεσα στις λέξεις επιμελώς κρύβονται φονικά ένστικτα, ψέματα, ανείπωτες αγάπες, έρωτες, αντοχές, διψασμένες και άνυδρες ψυχές, στοιχειωμένοι ύπνοι, αλαφροΐσκιωτες λέξεις, σπίτια κλουβιά και ένα τρένο που καλπάζει.
Έχουμε να διαβάσουμε και να στοχαστούμε για πολλά. Μια εκτυφλωτική αστρόσκονη, κάμποσες εκκωφαντικές σιωπές, στυφές στιγμές, κλεμμένα τριαντάφυλλα, μοναξιά ενάντια στη μοναχικότητα, αλλά και ξαφνικές αρρώστιες.
Σειρά έχουν τα αμήχανα δευτερόλεπτα, τα σκανταλιάρικα βλέμματα, οι αναμνήσεις που αναπνέουν, κάποιοι ζωντανοί εφιάλτες, ελάχιστα ματωμένα χέρια, μέλισσες που είναι έτοιμες να τρυγήσουν, κλειδαμπαρωμένα σεντούκια και ατέλειωτες ώρες παρατήρησης.
Τη σκυτάλη παίρνουν άνθρωποι βαλτωμένοι, η λήθη της καθημερινότητας, μια πνιγηρή βραδιά, παιδιά ακρωτηριασμένα, ένας εγκάρδιος γεράκος, μελτέμια που κλέβουν μυαλά αλλά και βουλιμικές μανίες.
Η αυλαία θα κλείσει με έναν καταστροφικό σεισμό, με σειρήνες ασθενοφόρων, με το μουσικό χαλί της φρίκης, με βαθιά ελαττώματα, ένα αλαζονικό μοντέλο και αγρίμια κλεισμένα σε κλουβιά.
Ξεχώρισα τα παρακάτω κείμενα:
Μια γυναίκα απελπισμένη παραλογίζεται, αλλά δεν κάνει πράξη τα σχέδιά της·
Η αγάπη της μητέρας για τον γιο και κάπου σε άλλο κείμενο, η αγάπη του γιου για τη μητέρα·
Ένας Τάκης που ευτυχής θα αλλάξει ρότα στη ζωή και την οικογένεια·
Η Αμαρυλλίς και ο νέος της φίλος που παίζει φυσαρμόνικα·
Το Λενιώ που έδωσε τη θέση της στην αμυγδαλιά·
Ο Κωστάκης-Σωστάκης που κάποτε έσωσε τη Λίνα.
Κλείνοντας να πω ότι η Λατρεμένη και Το άυλο ήταν τα δύο διηγήματα που αγάπησα περισσότερο από τα υπόλοιπα, για τους δικούς μου λόγου.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ΜΗΤ[Ε]ΡΑ:
Από εκεί που περνούσαμε, τα βουνά ρουφούσαν σύννεφα.
Τα χώματα εύφορα, αλεσμένα, αλλού βροχή, κάπου καπνοί, μπάλες στάχυα, βαμβάκια, πολύ κρύο, πετριχώρ· Κυριακή.
Πιο μακριά, στον ορίζοντα, τα σύννεφα απλώνονται, τεντώνονται να πιάσουν τα βουνά, ξεχύνονται πάνω τους, χαϊδεύονται σαν εραστές.
Εδώ δεν βρέχει. Από τη θέση του συνοδηγού, τα βλέπω όλα σε υψηλή ανάλυση· Βοριάς.
Τα βουνά μένουν βουβά. Με τον τρόπο τους τραβούν τα σύννεφα κοντά κι εκείνα ξαλαφρώνουν πάνω τους.
«Ένα μόνο δεν σωπαίνει...»
Η Χριστίνα Στεφανίδου γεννήθηκε το 1980 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε διαφήμιση, δημοσιογραφία και ψηφιακή επικοινωνία, αλλά πάντα έγραφε λογοτεχνία, κρυφά. Πλέον κατοικεί κοντά στη φύση και τη θάλασσα. Γράφει μικρά διηγήματα, ζωντανά, λυρικά, αληθινά ή ψεύτικα, συμπυκνωμένα. Ζωές θνητές, στριμωγμένες σε λέξεις. Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «33» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός. Το «ΜΗΤ(Ε)ΡΑ» είναι μια συνομιλία με την αρχή, τη μητέρα-μήτρα, την αγάπη, την ενηλικίωση και τη ματαίωση.