Γεωργίου Κονίδη
Ποιος με γέννησε;
Ποιος πόνεσε για μένα;
Ρωτάω· δεν μπορεί κανείς να μου απαντήσει;
Εγώ, λέει ο αγέρας.
Εγώ σου έδωσα την πνοή, εγώ σου φύσηξα τη γεύση της ζωής και σαν την γεύτηκες αισθάνθηκες την καρδιά σου να χτυπά.
Αλήθεια είναι, απαντώ.
Εγώ, λέει ο ουρανός.
Εγώ που μάτωσα όταν έκλαψες για πρώτη φορά, και όταν σηκώνεις τα μάτια σου ψηλά γίνεσαι, παιδί μου, σύννεφο, ίδια πλάση με εμένα.
Εγώ, μου μίλησε ο χρόνος.
Χωρίς εμένα, παιδί μου, δεν θα γεννιόσουνα, δεν θα περπατούσες, δεν θα κύλαγε ο καιρός να δυναμώσεις, να γίνεις άνδρας, να σκεφτείς, να μάθεις, να αγαπήσεις, να ομορφύνεις να πονέσεις και να πεθάνεις.
Και αυτό είναι αλήθεια, ψιθυρίζει.
Τη φωνή του έκοψε σιγανά, ευγενικά η μάνα μου.
Όλοι σώπασαν με σεβασμό.
Εγώ, αγόρι μου, σε είχα στα σπλάχνα μου για εννέα μήνες, πες το στον χρόνο, Εγώ σε έδειξα στον ουρανό, πες του το. Εγώ σε έβγαζα τα απογεύματα βόλτα να σε φυσήξει ο αγέρας, να του το πεις.
Είσαι το δικό μου παιδί, και ένα δάκρυ έσταξε από το πρόσωπό της, τόσο αγνό, τόσο αληθινό, που μόλις κύλισε από το μάγουλό της και έπεσε στο χώμα φύτρωσε ένα μοβ λουλούδι, μια μοβ τουλίπα.
Copyright © Γεώργιος Κονιδης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Κώστα Ευαγγελάτου [Ενόραση]