Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Οι τρεις σωματοφύλακες: Léo Ferré, Jacques Brel, Serge Gainsbourg

Léo Ferré, Jacques Brel, Serge Gainsbourg

Αντίθετα με την ιταλική, που άνθησε στην χώρα μας την δεκαετία του ’60, λιγότερα είναι γνωστά για τη γαλλική μουσική με εξαίρεση ίσως την ασύγκριτη Edith Piaf και τον γλυκανάλατο Adamo. Αλλά και τον σχεδόν ροκά Johnny Hallyday, που χτυπιότανε μόνος του σαν το χταπόδι στο κατάμεστο Καλλιμάρμαρο στις αρχές του '70· ήμουν κι εγώ εκεί!

Οι γηραιότεροι/ες θα θυμούνται ή θα έχουν χορέψει το Cuore mato του άχρωμου κατά τα άλλα Little Tony, το Stasera mi butto του έγχρωμου Αμερικάνου πρώην πυγμάχου Rocky Roberts, που είχε κάνει τραγουδιστική καριέρα στην Ιταλία και διαπρέψει στη χώρα μας, το La bambola της κούκλας Patty Pravo ή το E penso a te του σπουδαίου Lucio Battisti. Αρκετά από αυτά είχαν διασκευαστεί τότε αλλά και αργότερα από δικούς μας.

Οι περισσότεροι/ες όμως θα έχουν ακουστά ή θα έχουν διαβάσει τους Τρεις σωματοφύλακες του Αλέξανδρου Δουμά. Ξέρουμε λοιπόν ότι οι χαρακτήρες στους Τρεις σωματοφύλακες είναι τέσσερις! Με τον Georges Brassens έχουμε ήδη συστηθεί σε πρόσφατο άρθρο. Καιρός λοιπόν να γνωρίσουμε τους υπόλοιπους τρεις.

Ο Léo Ferré (1916-1993) ήταν Μονεγάσκος – όχι ακριβώς Γάλλος δηλαδή. Ήταν μουσικός και ποιητής. Από μικρός ήταν μέλος της χορωδίας στον καθεδρικό ναό και άκουγε κλασική μουσική στην όπερα του Μόντε Κάρλο όπου τον πήγαινε ο βιολιστής θείος του. Ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη μουσική από νεαρή ηλικία –στην αρχή ως ραδιοφωνικός παραγωγός– και το έργο του καλύπτει μεγάλο μέρος του φάσματος. Έγινε περισσότερο γνωστός από τραγούδια του τα οποία ερμήνευε ο ίδιος, έχοντας γράψει τους στίχους και τη μουσική. Πολλά από αυτά έγιναν μεγάλες επιτυχίες και να σας ομολογήσω ότι μ' αρέσουν γιατί είναι κάπως διαφορετικά· όχι «μ' αγαπά, δεν μ' αγαπά» δηλαδή. Έρεπε και προς τον αναρχισμό – όσο τον έπαιρνε κι αυτόν φαντάζομαι. Έχει συνθέσει επίσης ένα ορατόριο και άλλα χορωδιακά αλλά και συμφωνικά έργα, με τον ίδιο να διευθύνει την ορχήστρα. Όχι όλα πολύ επιτυχημένα εμπορικά όμως. Ίσως το γεγονός αυτό τον είχε οδηγήσει να πει ό,τι: «Η μοναδική τιμή για έναν καλλιτέχνη είναι να μην πάρει καμία.». Σαν πίκρα μού ακούγεται βέβαια.
Η συμβολή του Léo Ferré στη δημιουργία του αμαλγάματος ποίηση - μουσική είναι καθοριστική. Έχει μελοποιήσει με επιτυχία ποιήματα των μέγιστων Γάλλων ποιητών. Έχει αφιερώσει διάφορα άλμπουμ στους «καταραμένους» του 19ου αιώνα C. Baudelaire, A. Rimbaud, αλλά και P. Verlaine, τον –εκτός σχολής– G. Apollinaire και τον –μαζί με άλλα υπερρεαλιστή– L. Aragon. Το ορατόριο που μόλις αναφέραμε είναι βασισμένο στο ποίημα του Apollinaire La chanson du mal-aimé. Ο τελευταίος του δίσκος είναι βασισμένος στην ποιητική δημιουργία του Rimbaud Une saison en enfer. Ένα γνωστό τραγούδι του όμως είναι αφιερωμένο στον πεθαμένο χιμπατζή του Pépée, του οποίου τ' αφτιά παρομοιάζει με αυτά του Serge Gainsbourg – επαγγελματικές αβρότητες. «Κοιμόμαστε πάντα με τον θάνατο Πεπέ», του λέει κι ας μην τον ακούει αυτός.
Ο χωρίς παρωπίδες Ferré παρακολουθούσε και την ροκ μουσική σκηνή της εποχής του. Ο καημός του ήτανε να ηχογραφήσει με τους Moody Blues – δεν του έγινε τελικά το χατίρι. Τους τιμά όμως στο θαυμάσιο τραγούδι του C’ est extra που έγινε δίκαια μεγάλη επιτυχία. Σ' αυτό κάνει αναφορά στον ύμνο τους Nights in white satin που είχε συνοδέψει τα πρώτα ερωτικά μας σκιρτήματα. Ηχογράφησε όμως τον δίσκο La Solitude με το γαλλικό ροκ συγκρότημα Zoo. «Άλλα τα μάτια του λαγού...», όμως. Με τους ίδιους έχει ηχογραφήσει και το εμβληματικό Le chien. Το ποίημα έχει αντιεξουσιαστικές τοποθετήσεις και η συναισθηματικά φορτισμένη απαγγελία του συνοδεύεται από μουσική που ακολουθεί τις φόρμες του προοδευτικού ροκ· κάπως αποδομημένη δηλαδή. Ταιριάζουν απόλυτα όταν ' ακούμε. Περιέχεται, όχι τυχαία φαντάζομαι, στον δίσκο του Amour Anarchie.
Πέθανε στο σπίτι του στην Ιταλία –χώρα καταγωγής της μητέρας του– μετά από μακροχρόνια ασθένεια αφήνοντάς μας αξιομνημόνευτο έργο.

Ο Jacques Brel (1929-1978) είχε γεννηθεί στις Βρυξέλλες του Βελγίου από γονείς φλαμανδικής προέλευσης. Ούτε κι αυτός ήταν Γάλλος δηλαδή. Τραγούδαγε όμως στα γαλλικά, για ευνόητους επαγγελματικούς λόγους, υποθέτω. Ελάχιστα τραγούδια του είναι γραμμένα στη φλαμανδική γλώσσα ή έχουν ψήγματά της. Σε πολλά έγραφε ο ίδιος τη μουσική και τους στίχους.
Είναι ο πιο γνωστός από τους τρεις «σωματοφύλακές» μας. Αρκετά από τα τραγούδια του έχουν γίνει επιτυχίες, έχουν διασκευαστεί από δεκάδες ομότεχνούς του και μεταφραστεί σε πλήθος, ξένων προς την γαλλική, γλωσσών. Ήταν και ηθοποιός με συμμετοχή σε καμιά δεκαριά ταινίες. Είχε επίσης διασκευάσει στα γαλλικά και πρωταγωνιστήσει στο γνωστό, στην εποχή του, αμερικανικό μιούζικαλ The man of La Mancha (ο Δον Κιχώτης, δηλαδή), κάνοντας επιτυχία το τραγούδι La quête (The impossible dream στο πρωτότυπο).
Σε μεγάλη μερίδα των τραγουδιών του Brel πρωταγωνιστεί η αγάπη, όχι μόνο η ερωτική. «Όταν έχουμε μόνο την αγάπη για να μιλήσουμε στα κανόνια... θα έχουμε στα χέρια μας φίλοι τον κόσμο όλο», λέει στο περίφημο Quand on n’ a que l’ amour. Οι υπόλοιποι στίχοι του βέβαια είναι αφιερωμένοι στον έρωτα.
Άλλα, όπως τα Le plat pays ή Une île, αποπνέουν έναν φυσιολατρικό, νοσταλγικό ρομαντισμό.
Όταν έμαθε ότι είναι άρρωστος πήγε στην Γαλλική Πολυνησία και μετά από διάφορα πηγενέλα ενταφιάστηκε εκεί, πολύ κοντά στον άλλο Γάλλο αναχωρητή, τον περίφημο ζωγράφο Paul Gaugin. Αυτό συνέβη στα 49 του χρόνια, έχοντας αφήσει πίσω του αξέχαστα τραγούδια τα οποία, όπως είπαμε, έγιναν γνωστά σε διάφορες χώρες με πρώτο και καλύτερο το πασίγνωστο Ne me quite pas, το οποίο έχει διασκευαστεί στα αγγλικά με τον τίτλο If you go away. Σταχυολογώ τους πιο γνωστούς σ' εμένα αγγλόφωνους ομότεχνούς του: Frank Sinatra, Shirley Bassey –ναι! η κυρία με τρία τραγούδια σε ταινίες του James Bond–, Tom Jones, Neil Diamond, Helen Merrill (με τον μεγάλιθο Stan Getz στο σαξόφωνο) και πάει λέγοντας. Την Nina Simone, επίσης, που το τραγουδάει όμως στα γαλλικά. Αλλά και την Patty Pravo, που προαναφέραμε, η οποία το αποδίδει σε ιταλική εκδοχή. Ο Αμερικάνος –που έκανε καριέρα στην Αγγλία– Scott Walker του έχει αφιερώσει ολόκληρο τριαντατριάρη δίσκο με διασκευές τραγουδιών του στα αγγλικά.
Σε αντίθεση με τους άλλους δύο, ο Brel έμεινε λίγο πολύ προσκολλημένος στην παράδοση του λεγόμενου chanson, αν και έχει γράψει ωραία τραγούδια εκτός από τα πολύ γνωστά. Δεν πήγε παραπέρα· ίσως δεν πρόλαβε ή δεν ήθελε ή δεν μπορούσε. Είχε όμως, όπως είδαμε, και άλλες δραστηριότητες – τι να πρωτοπρολάβει σε λίγα χρόνια;

Ο Serge Gainsbourg (1928-1991), κατά κόσμο Lucien Ginsburg, ήταν κι αυτός Ψευτογάλλος. Οι γονείς του ήταν Ρώσοι εμιγκρέδες εβραϊκής καταγωγής. Είχε γεννηθεί όμως στο Παρίσι. Ήταν επίσης σκηνοθέτης, λίγο ηθοποιός και είχε επιχειρήσει να γίνει ζωγράφος. Έγραφε κι αυτός τη μουσική και τους στίχους στα τραγούδια του. Δεν έγραφε όμως μόνο για τον εαυτό του, έδινε και σε άλλους. Αν και κατά την άποψή μου ήταν πολύ καλός μουσικός, έγινε περισσότερο γνωστός από μερικά ανορθόδοξα για τα ήθη της εποχής τραγούδια του, σε μερικά από τα οποία τον συνόδευαν οι εκάστοτε μούσες του. Η Brigitte Bardot και η Jane Birkin, για να αναφέρω τις πιο γνωστές τότε.
Εκτός από τα περίφημα την εποχή εκείνη Je t’ aime... moi non plus, το οποίο είχε ερμηνεύσει σε διαφορετικές εκδοχές και με τις δύο μούσες που προαναφέραμε (η δεύτερη μάλιστα έχει πρωταγωνιστήσει στην ομώνυμη ταινία του) και La décadance με τη δεύτερη –με τα οποία είχαμε λιώσει τις σόλες των παπουτσιών μας και αγκαλιάσει μέχρι να μουδιάσουν τα χέρια μας– έχει αφήσει αξιόλογο έργο. Δεν πρέπει να παραλείψω τον δίσκο Initials B.B. (σας αφήνω να μαντέψετε σε ποιαν είναι αφιερωμένος) από τον οποίο προέρχεται και η επιτυχία του Bonnie and Clyde που τραγουδάει μαζί της. Με τη δεύτερη έχουν ηχογραφήσει πολλά περισσότερα, (όπως τα lp Jane Birkin/Serge Gainsbourg και Histoire de Melody Nelson). Μια παρένθεση με την ευκαιρία: Οι δυο κυρίες είχαν παίξει λίγο αργότερα στην ταινία του Roger Vadim, Si Don Juan était une femme. Αν και λέγεται ότι δεν τα πήγαιναν καλά στην ταινία ήταν, στην κυριολεξία, αγαπημένες.
Ήταν όμως και κουλτουριάρης, ένα ωραιότατο τραγούδι του (La chanson de Prévert) είναι αφιερωμένο στον σπουδαίο αυτόν ποιητή και έχει συνεχείς αναφορές στο πασίγνωστο Les feuilles mortes. «Γιατί κάθε φορά "τα πεθαμένα φύλλα" θα σου θυμίζουν την ανάμνησή μου.» Ήταν επίσης θαυμαστής της σαρκαστικής προσέγγισης του μοναδικού Boris Vian, με τον οποίο είχε συνεργαστεί, όπως αναφέραμε σε πρόσφατο άρθρο.
Κατά την άποψή μου ένα από τα καλύτερα άλμπουμ του είναι το Aux Armes et cætera. Ηχογραφημένο στην Τζαμάικα με τους ημίθεους τότε Sly and Robbie να κρατάνε το ρυθμό της ρέγκε και τις I Trees του θεού Bob Marley στα φωνητικά. Ήταν ρηξικέλευθο για τη γαλλική μουσική παιδεία της εποχής του. Είχε και τραβήγματα γιατί διέσυρε τον εθνικό ύμνο της πατρίδας του – κατά την άποψη κάποιων.
Έχοντας ξεκινήσει την καριέρα του στα μουσικά καφέ του Παρισιού ήταν κι αυτός επηρεασμένος από το γαλλικό chanson, αλλά πολλά από τα κατοπινά τραγούδια του έχουν επίσης εμφανείς ροκ επιρροές. Είναι κι αυτός πολυδιασκευασμένος, όχι πάντα για την ακουστική μας τέρψη όμως – dubs τα λέμε τώρα. Αμετανόητος καπνιστής και πότης καθώς ήταν –μαζί μ' όλα τ' άλλα– πήγε απ' αυτά.

Αν ενδιαφέρεστε οι Brassens, Brel και Ferré έχουν συναντηθεί, για μοναδική φορά, σε μια ιστορική ραδιοφωνική συνέντευξη, στις αρχές του 1969, στην οποία λένε πολλά και διάφορα περί μουσικής, έρωτα και αναρχίας. Φωτογραφίες, αποσπάσματα και διάφορες τηλεοπτικές εκδοχές της –με απόψεις ατόμων που τους γνώριζαν– είναι διαθέσιμες στο διαδίκτυο.

Κάπου εδώ ολοκληρώνεται, γιατί δεν τετραγωνίζεται ποτέ, ο κύκλος των τριών σωματοφυλάκων της γαλλόφωνης μουσικής, που ήταν τέσσερις.



Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Ένα μέρος των πληροφοριών (όπως, κυρίως, οι ταινίες και η συνέντευξη) προέρχονται από το διαδίκτυο. Οι υπόλοιπες από βιβλία και δίσκους του υπογράφοντα στον οποίο οφείλονται και οι μεταφράσεις των επιλεγμένων στίχων.

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα