Γιάννη Σμίχελη
α
Δεν γίνεται ν' αποφύγω τη φλυαρία
Είναι στο αίμα μου
Σαν το πιο πολύτιμο ανύπαρκτο υλικό
Η σκέψη μου κινητοποιείται
από το πιο ασήμαντο, μηδαμινό, σχεδόν αναίτια
όπως το πέταγμα της μύγας, μην σου πω καλύτερα
του κουνουπιού
επουδενί και για κανένα λόγο της πεταλούδας
από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά
ας πούμε από κει που δεν το υπολογίζεις καν
και πίνει, πίνει, όλο και πίνει το αίμα μου
αυτό το τρισάθλιο απαίσιο, τιποτένιο πλασματάκι
που με μια σκαμπίλα στον τοίχο πολτοποιείται
και μένει η κοκκινίλα πάνω στην κρύα ελαφρά τραχιά επιφάνεια
σαν το κοκκινάδι που δεν έχει νόημα
δεν είναι από τραύμα, γιατί είναι πολύ μικρό σημάδι
μήτε από φιλί, το κραγιόν έχει μια βαθιά ψευδαίσθηση ζωντάνιας
την οποία αποτυπώνει και πάνω στον ψυχρό τοίχο
ούτε φυσικά από σκισμένο χείλι
τότε το αίμα θ' άφηνε ένα ρυάκι βαθύ κόκκινου
μέχρι τον Άδη
β
Σ' ανοίγω μέσα στα μάτια μου
πρωί πρωί με την τσίμπλα στο μάτι
και το στόμα να λαχτάρα την πρώτη ρουφηξιά καφέ
την κατεβάζω και αρχίζει το μοτεράκι
της σκοτεινής μνήμης, μες στου ύπνου
τα πιο βαθιά κι ανήλιαγα, στ' ακατανόητου πεδία
κι όλο έρχονται μηνύματα σαν να μην έχουν
αποστολέα μήτε παραλήπτη
κατά λάθος όλα σε μένα –η πρώτη μπλόφα–
και τ' ανοίγω με την περιέργεια του άβγαλτου
του παιδιού που πάει πρώτη μέρα στο νέο σχολείο
και του πετάνε αεροπλανάκια οι συμμαθητές του
και κεινο το βλαμμένο τα πιάνει για να
δει αν πάνω υπάρχει κάτι ενδιαφέρον
μπας και του έχουν μια καλή κουβέντα
για καλωσόρισμα.
Εεε λοιπόν έτσι ξεκινούν οι μεγάλες περιπέτειες
το κουτί της Πανδώρας είναι ό,τι αφήνουν όλοι
κι εσύ το πλησιάζεις και μετά τ' αγκαλιάζεις
και χώνεσαι μέσα του
γίνεσαι εσύ η σάρκα και τα οστά του
και στον καθένα που σε σιμώνει
του χαρίζεις κι ένα δωράκι
– απρόβλεπτη λούμπα
γ
Αν μπορούσα να γράψω και τ' άγραφα
τ' ανείπωτα, που η μουσική τα κάνει μελωδίες
να κάνω τις συνθέσεις να μιλάνε από μόνες τους
σαν να είναι οι αιώνιοι άνθρωποι
αθάνατοι, με τη μορφή πουλιού
στα σύνορα της φαντασίας-τρέλας
εκεί που η λογική ξεροσταλιάζει για ένα φιλί
από τον μάγο της περιπέτειας
και τα τρίμματα της ασάλευτης κίνησης
γαργαλούν τις πατούσες των ευκολιών
και καθώς ξεσπάνε στο νευρικό γέλιο
αποσυντονίζονται σε βαθμό ξεχαρβαλώματος
και τελικά υπο τα κομμάτια τους
σκάνε κυριολεκτικά στα γέλια
τρανταχτά, σαν να είναι τύμπανα σ' ονείρωξη
με σαντούρια σε καλπασμό
δ
Δεν χρειάζεται να στύψω το μυαλό μου
μήτε τα φρύδια να σμίξω με τρόπο αγριωπό
Να, προς τα πάνω, σαν τόξα που στέλνουν τον φθόγγο
Στο μέτωπο ανέκφραστο στον ουρανό σαν πεινασμένο βέλος
Μπορώ να γράφω αστοχώντας διαρκώς
Για να σημειώνω τα σημαντικά
Αυτό το σημειωματάριο είναι για τα άσκοπα
Άστοχα και της ακατανόητης πτυχής
Τρέχω το δάκτυλο στο ηλεκτρονικό πλήκτρο
Όπως η μάνα δίχως παιδί στον λόφο των ονείρων
Τι γαμίδια είναι αυτές οι λέξεις
Αν τις πάρεις και πολύ σοβαρά, γίνονται παλούκια
Και ο ανασκολοπισμός των ιδεών μια διαρκή τραγωδία
Να ψήνονται οι τράγοι καθώς ψέλνουν το ώσανα
Στο Πάσχα των σιωπηλών ήχων
Οι γάτες μπορούν και σουλατσάρουν σε πολλά σημεία
Αλλά τα σκιουράκια δεν πιάνονται
Είναι οι πιο απίθανοι ακροβάτες των υψίφωνων επιφωνημάτων
Τα γατίσια νιαουρίσματα μια φρενοβλάβεια συνοδεύει
Τα τραβηγμένο παρακαλέμα της λείας
Ενώ τα ωμέγα κάθονται και λιάζονται με ορθάνοιχτα τα σκέλια
Στον ήλιο και οι κορώνες τους οοοοοοοοο μια
Εκλαμπρότατη ικεσία στο φως
Αιώνια οι ηλιαχτίδες να χαϊδεύουν τα αχαμνά τους
Copyright © Γιάννης Σμίχελης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Το κείμενο αποτελεί μέρος της συλλογής του Γιάννη Σμίχελη Διάχυση. Μέρος δεύτερο: Σημειωματάριο.
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Luiz Zerbini.
Η συλλογή δημοσιεύτηκε τμηματικά στο koukidaki.gr από τον Απρίλιο του 2024, κάθε Παρασκευή. Για να διαβάσετε ολόκληρη τη συλλογή ξεκινήστε από εδώ. Ή συνεχίστε στο επόμενο.