Ο συγγραφέας των βιβλίων Ανελκύστε τη Σελήνη, Φάρος σκιών, Λίλιθ και Λασθινία, Άκρον και άλλων, ο Μιχάλης Γριβέας, έχει δείξει πόσο τον απασχολούν τα συμπαντικά, ανθρωπιστικά και ιστορικά ζητήματα, ακόμα και τα υπερφυσικά ή μεταφυσικά, δηλαδή ότι μαθητεύει ανακαλύπτοντας τον κόσμο μέσω της φιλοσοφίας και της ιστορίας. Ακολουθώντας έναν τέτοιο δρόμο, το νέο του μυθιστόρημα Η προφητεία της Ατλαντίδας, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αγγελάκη, πραγματεύεται τον πασίγνωστο γρίφο για τη χαμένη ήπειρο.
Για να τα πάρουμε όμως από την αρχή, το μυθιστόρημα αφορά τη ζωή δύο ανθρώπων που συνδέονται σχεδόν μοιραία –από κισμέτ ή θεϊκή τύχη... Εκείνος, ο Αριστοκλής, είναι ένας ιστορικός που ερευνά τον γρίφο της Ατλαντίδας αναζητώντας ενδείξεις σε όλο τον κόσμο ή όπου, τέλος πάντων, μπορεί να εντοπίσει στοιχεία και μάλιστα, προκύπτει ένας άνθρωπος που έχει αφιερωθεί σε αυτό τον σκοπό. Εκείνη, η Σίλα, ως Αμερικανίδα εθελόντρια μισθοφόρος πολεμάει στο Ιράκ. Θα τους συνδέσει ένας καρμικός έρωτας με δραματική και ανατρεπτική κατάληξη.
Αυτή η υπόθεση πλέκεται δημιουργικά με τη χαμένη ήπειρο, τους συμβολισμούς και αποσυμβολισμούς της, το φιλοσοφικό και στοχαστικό της υπόβαθρο κ.ο.κ. σε ένα κράμα μύθου και θεωριών που γοητεύει. Τα γεγονότα που αφορούν την εποχή μας είναι συγκλονιστικά –έτσι κι αλλιώς– και το σύνολο αποτελεί ένα ανθρώπινο μα πολύ σκληρό βιβλίο και ίσως και προφητικό· με τον τρόπο του.
Στη δομή διαβάζουμε εναλλάξ πρωτοπρόσωπα κεφάλαια όπου βλέπουμε τον κάθε ήρωα να αφηγείται τη δική του ιστορία ή τη δική του μεριά, όμως πρόκειται για μία ιστορία, κοινή. Ανάμεσα στις διηγήσεις των χαρακτήρων εμβολίζονται αποσπάσματα άλλου βιβλίου (ή βιβλίων) από όπου υπάρχουν αναφορές. Κάποιες φορές εξυπηρετεί η μέθοδος, άλλες διαταράσσει τη ροή του βιβλίου· σε κάθε περίπτωση προσφέρει έξτρα πληροφορίες και τη βάση πάνω στην οποία έχει στηθεί η υπόθεση από τον συγγραφέα. Βολεύει αναγνωστικά ώστε να μην «τρέχει» ο αναγνώστης σε παραρτήματα ή εξωτερικές πηγές, όμως έχει λογοτεχνικό αντίκτυπο αφού σπάει τη συνέχεια.
Θα μπορούσαμε να το δούμε κι αλλιώς. Αντί για μία ενιαία ιστορία, που δίνεται με τον τρόπο που προαναφέρθηκε, να πούμε ότι πρόκειται για παράλληλες ιστορίες που συνδέονται μεταξύ τους, εφόσον ο κάθε ήρωας δίνει την δική του οπτική αυτούσια, σαν μαρτυρία.
Η εμπειρία ξεκινά με μια σκληρή σκηνή δράσης παρόλο που πρόκειται για εντελώς στατική εικόνα. Η τεχνική με κέρδισε πραγματικά, δείχνει δεξιοτεχνία και βοηθά μυθιστορηματικά τόσο στη γνωριμία με τα πρόσωπα όσο και στις εντυπώσεις.
Οι ωραίες περιγραφές παρατηρούνται σε όλη την έκταση. Έχω ξαναπεί ότι ο κύριος Γριβέας έχει όμορφη αφηγηματική δεινότητα που προσφέρει αναγνωστική απόλαυση.
Και, ξέρετε κάτι; Το πόνημα ολοκληρώνεται το ίδιο –αν όχι περισσότερο– εντυπωσιακά, όπως άρχισε, με μια σκηνή υπερ-τραγική, δραματική και ιδιαίτερα φορτισμένη.
Διαβάζοντας τώρα και σε σχέση με την Ατλαντίδα, θίγονται οι ποικίλες θεωρίες, που έχουν αναφερθεί κατά καιρούς, σχετικά με το πού βρισκόταν αυτή η ανεπτυγμένη ήπειρος όμως ο συγγραφέας κάνει και κάτι άλλο, πιο γόνιμο: αναφέρεται στα αμφιλεγόμενα ευρήματα του κάθε μελετητή που τα ξεχειλώνει τραβώντας τα προς την προειλημμένη κατεύθυνση αντί να ερευνά αντικειμενικά και να καταγράφει όσα προκύπτουν. Με άλλα λόγια, αναδεικνύει ένα τεράστιο θέμα της εποχής μας (περισσότερο της εποχής μας γιατί η πληροφορία μπορεί να διαδοθεί τάχιστα στην εποχή του διαδικτύου) με την παραπλάνηση/πλάνη να κερδίζει έδαφος ακόμα και από την ίδια την αλήθεια, με την παραπληροφόρηση και τις συνομωσίες (όπως έχουν ονομαστεί) κ.ο.κ., σε προέκταση βέβαια των ξεχειλωμένων θεωριών και των προειλημμένων κατευθύνσεων μιας μελέτης –αν και η δεύτερη, ως επιστημονικό είδος, θα έπρεπε να ακολουθεί πάντα έναν στιβαρό, σοβαρό και άκρως επιχειρηματολογικό δρόμο.
Η Ατλαντίδα τώρα στο βιβλίο έχει διττή σημασία. Σε ό,τι αφορά στην πρώτη, δηλαδή στον γρίφο της χαμένης ηπείρου, η διερεύνηση καταλήγει σε μια προφητεία (αναφέρεται στον τίτλο, οπότε μπορώ να το γράψω) η οποία συνδέει όλους τους χρόνους και όλες τις εποχές με το σήμερα γιατί μπορεί να έρχεται από την αρχαιότητα όμως οι προεκτάσεις της «ακουμπούν» τις μέρες μας... κι αυτή η συνειδητοποίηση είναι καταλυτική. Ο ίδιος ο ήρωάς του ονομάζεται Αριστοκλής, δηλαδή έχει το ίδιο όνομα με τον Πλάτωνα από τον οποίο έχουμε την παλαιότερη αναφορά περί Ατλαντίδας, άρα η διδασκαλία του αποτελεί βιβλιογραφική πρόταση για κάθε μελετητή της Ατλαντίδας –στη δεύτερη σημασία της οποίας δεν θα αναφερθώ εδώ ώστε να μη χαλάσω το αναγνωστικό ταξίδι του μυθιστορήματος.
Τα κακά νέα: το βιβλίο δεν είναι διορθωμένο. Βρίθει σοβαρών λαθών που χαλάνε την εμπειρία. Αν δεν ήταν σοβαρά δεν θα γινόταν αναφορά όμως, παραδείγματος χάριν, η κουκκίδα γράφεται έτσι, η κάννη έτσι, η πλημμύρα έτσι, η έκφραση «εν είδει» έτσι, το παλικάρι έτσι, το φιτίλι έτσι, χώρια οι λατινικοί χαρακτήρες που έχουν εισβάλει στο κείμενο –aόρατοι στη σ. 206 ή έναn στη σ. 208– και οι μεταγραφές εν τω συνόλω, που είναι μάλλον άγνωστο πεδίο στον διορθωτή, ενώ έχουν συγκεκριμένο κανονισμό, όπως και η χρήση του ενωτικού... Οι κύριες λέξεις που γράφονται με μικρό και το αντίστροφο –εκείνες που δεν είναι κύρια ονόματα και δεν έχουν κανέναν λόγο να γράφονται με κεφαλαίο– ή τις λανθασμένες λέξεις όπως τη λέξη «πλειοψηφία» στη σ. 342 αντί της λέξης «πλειονότητα» που είναι το σωστό σε αυτή την περίπτωση... Και όλα αυτά τα αναφέρω ως δώρο μου προς τους «διορθωτές» αλλά, κυρίως, ως θυμό μιας φιλαναγνώστριας που υπεραγαπά τη λογοτεχνία και δεν μπορεί να την βλέπει, αλλά ούτε να την απολαμβάνει, τόσο αφρόντιστη.