Συνεχίζοντας τις όμορφες μυθοπλασίες και μετά το συλλογικό έργο Ο ιός (εκδ. Βακχικόν), το οποίο είχε κέντρο έμπνευσης την πρόσφατη πανδημία, άλλες γραφές του όπως το διήγημα Πόλεμος, που εμπνεύστηκε από τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας κι Ουκρανίας, ή το μυθιστόρημα Η σκιά του πατέρα και το Ο κύριος Χι, που επίσης κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις 24 Γράμματα, ο Άγγελος Χαριάτης, υπογράφει μία ακόμα υπόθεση του ιδιωτικού ερευνητή Άλκη Μπαμπαλή.
Η Μαντάμ Αμάντα είναι ένα μυθιστόρημα αστυνομικής υφής με πολλά νουάρ στοιχεία, χαρακτήρες με ενδιαφέρον, που χαίρεσαι ν' ανακαλύπτεις, και όμορφη αφήγηση, που προσφέρει ωραίες στιγμές ανάγνωσης.
Στην υπόθεση: Όσο θα «γνωρίζουμε» μία συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων της οποίας τα βιβλία, δηλαδή οι φόνοι της, παρουσιάζουν εντυπωσιακά μεγάλες ομοιότητες με μια σειρά εγκλημάτων που συμβαίνουν στην πόλη, τόσο ο Άλκης Μπαμπαλής, που έχει αναλάβει την υπόθεση ενός ξεπεσμένου αρτίστα, θα βρίσκεται ανάμεσα σε εκδότες, επιμελητές, δικηγόρους, αστυνομικούς... κι άλλες πιο γοτθικο-νουάρ φυσιογνωμίες, όπως οι ξεπεσμένοι αριστοκράτες, οι λαϊκές ντίβες και οι ρακοσυλλέκτες, προσδοκώντας να βρει μία λύση.
Η ζωή δεν αντιγράφει την τέχνη. Συνήθως συμβαίνει το αντίθετο.
Επειδή έχουμε μια συνέχεια του ίδιου ήρωα, που μας συστήθηκε στον Κύριο Χι, θα συναντήσουμε και διάφορες αναφορές σε εκείνη την υπόθεση (δικαίως) χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απαιτείται πρώτα η ανάγνωση εκείνου του βιβλίου –ίσως όμως ξεσηκώσει κάποιους ώστε να το αναζητήσουν στην πορεία.
Θα βρείτε το κατάλληλο πνεύμα και μια ροή που κρατά το ενδιαφέρον και σκιαγραφεί απόλυτα τους χαρακτήρες. Πρόκειται για ιστορία με παλμό, ατμόσφαιρα και ένα κεντρικό ερώτημα που τίθεται σχετικά γρήγορα. Όχι τόσο το ποιος είναι ο δολοφόνος (που είναι αυτονόητο σε μία ντετεκτιβική υπόθεση κι εξαρχής δεδομένο ότι θα τεθεί) όσο το ποιο είναι/ήταν το κίνητρό του!
Συνήθως, διαβάζουμε αστυνομικές περιπέτειες όπου προκύπτουν κάποιοι ύποπτοι (ένας, δύο, τρεις κ.λπ.) επειδή πρόκειται για πρόσωπα που έχουν κίνητρο να διαπράξουν το εν λόγω έγκλημα. Στην υπόθεση της Μαντάμ Αμάντας έχουμε διάφορους χαρακτήρες που εισβάλλουν στην ιστορία και επηρεάζουν τα δεδομένα όμως κανέναν με εμφανές κίνητρο ώστε να θεωρηθεί ύποπτος. Επειδή όμως δεν μπορώ να σας μιλήσω για κάτι περαιτέρω, θα μείνω σε μία φράση που «ξεπετάγεται» ανύποπτα στο κείμενο και θεωρώ πως περικλείει όλο το ζήτημα. Αφορά την μαντάμ Αμάντα και λέει: Εκείνη ήταν το κλειδί, η κλειδαριά και η κλειδούχος.
Μπορεί να το μαντέψατε ήδη, το αναφέρω έτσι κι αλλιώς. Περιέχει έντονο σχόλιο για τη βιβλιοπαραγωγή –της χώρα μας–, τη λογοτεχνία, τους συγγραφείς και τον εκδοτικό κλάδο εν τω συνόλω και μάλιστα, είναι τέτοιο το σχόλιο που από τη μια σε λυπεί αλλά από την άλλη σε φέρνει μπροστά σε διάφορες παθογένειες του χώρου που, καλώς ή κακώς, τις «τρως» στη μάπα αν είσαι φιλαναγνώστης, όπως κι αν είσαι συγγραφέας ή εκδότης –καθένας τις αντίστοιχες.
Επίσης, θα σημειώσω ότι διαδραματίζεται στην Αθήνα κι αυτό, δηλαδή η οικειότητα με την περιοχή δράσης, με βοήθησε στην παρακολούθηση των γεγονότων και στην αφομοίωση των σκηνών.
Εν κατακλείδι, πέρασα καλά, το απόλαυσα, ήταν ευχάριστο στην ανάγνωση, δομεί κλιμακωτά το ενδιαφέρον και αφήνει ξεκάθαρη υπόνοια για τη συνέχεια του σχεδόν αλκοολικού Άλκη. Αναμένουμε λοιπόν. Κλείνοντας αφήνω μία γόνιμη φράση που συγκράτησα, μου άρεσε και την ξεχώρισα:
Η φιλία δεν ήταν λόγια, μα πράξεις· καθαρές, ανόθευτες πράξεις.