Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Οι μοίρες της αστροφεγγιάς, Οικογένεια Πελτιέ, Η κατάρα, Ροζ, Ανθοπωλείον ο Έρως * Σε είδα * Μέθεξη * Άννα * Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Ποίηση: Δεύτερη φωνή Ι * Εν αρχή ην ο έρως ** Διηγήματα: Ένα πιο σκοτεινό φως * Η οργή του Θεού και άλλες ιστορίες ** Νουβέλες: Αγόρια και κορίτσια * Pelota ** Διάφορα άλλα: Πέντε βιβλία από τις εκδόσεις Ελκυστής * Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Η μικρή Ελένη

Νεφέλης Πηγή

Ψηφιακό κολάζ Julien Pacaud [Sideral Terrace, digital collage]

Βρέχει, έχω σπάσει και είμαι μούσκεμα, ψάχνω μέσα στον πίνακα της ψυχής μου να βρω ποιο είναι, τι είναι τέλος πάντων αυτό που έχει δημιουργήσει ο εαυτός μου που γράφει και ξαναγράφει εντός μου ακατάπαυστα, αδιάκοπα, προσπαθώ να συλλάβω τη μοναδικότητά του. Θέλω να τον κρατήσω για λίγο τρυφερά και να κοιτάξω αυτό τον πίνακα, καλύτερα να δω ποια στάση κράτησα στη ζωή και ποια κρατάω ακόμα. Θυμάσαι που σου είπα ότι φοβάμαι τους ανθρώπους, τους φοβάμαι και τους αγαπάω ταυτόχρονα, όταν τους πλησιάζω τα πόδια μου τρέμουν, θέλω διακαώς να τρέξω κατά πάνω τους και να τους αγκαλιάσω, δακρύζω όταν τους σκέφτομαι, συμπάσχω όταν τους βλέπω. Γιατί δεν το κάνεις λοιπόν; Τρέξε καταπάνω στον φόβο σου. Απελπίζομαι και καρφώνομαι στη θέση μου ανήμπορη, ξεπηδάνε απ' τα μάτια μου μικρές σπίθες με διάφορα χρώματα, κυλιέμαι για λίγο μέσα στην απόγνωση και η απόφαση που παίρνω είναι ίσως κάποια άλλη φορά...

Είμαι στο αυτοκίνητο, μπαίνει αέρας από τα παράθυρα, οι επαρχιακοί δρόμοι αλλάζουν, μοιάζουν άγνωστοι κι όμως τους έχω περπατήσει δεκάδες φορές, γίνονται καθρέφτες τα λιμνάζοντα νερά, τα φώτα διασπώνται στην άσφαλτο και μετά τα χιλιάδες κομμάτια τους χτυπούν πάνω στο σκοτάδι. Σταγόνες βρόχινου νερού εκτοξεύονται στις άκρες των δρόμων, καθώς η ρόδα περνάει από πάνω απαλά. Φαινομενικά έτσι μοιάζει, στην πραγματικότητα όμως πέφτει με δύναμη και χωρίζει το νερό στα δύο. Εξωτερικά μοιάζω ήμερη, μέσα μου αποσυντίθεμαι. Θέλω να γίνω χιλιάδες κομμάτια, να μεταμορφωθώ σε θρόισμα που περνάει απαλά μέσα από τα δέντρα και τα ξεχασμένα σκοτεινά δρομάκια των πόλεων να γίνω ανώνυμη, άγνωστη.

Είμαι σπίτι και πλένω τα πιάτα, πάντα υπάρχουν άπλυτα πιάτα στο νεροχύτη, δεν τελειώνουν ποτέ, ποτέ... Πιάνω τον εαυτό μου να σιγοτραγουδάει ένα παλιό παιδικό τραγούδι, τη μικρή Ελένη που κάθεται και κλαίει, γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της, σήκω Ελένη, τα μάτια τρίψε, τον ήλιο κοίταξε και αποχαιρέτησε. Ποτέ δεν είχα δώσει σημασία σε αυτό το επτάστιχο, δεν είχα καθίσει να το αναλύσω και αλήθεια πόσο παρηγορητικό είναι αυτό το παιδικό τραγουδάκι. Μα πώς δεν είχα δώσει σημασία, πώς δεν είχα καθίσει να το αναλύσω, θυμάμαι να το παίζω, να το τραγουδώ, οι δάσκαλοι το άκουγαν που το τραγουδούσαμε, κανείς δεν μπήκε στη διαδικασία να μας το αναλύσει. Ίσως να μας είχε γλιτώσει από πολλά δεινά.

Η διάρκεια της μέρας κάθε φορά γίνεται και πιο μεγάλη, σιγά σιγά η νύχτα διαρκεί όλο και λιγότερο.

Είναι από αυτές τις μέρες που σκέφτομαι πολύ τον σκύλο μου, νιώθω την αύρα της, συχνά ακούω το σάλεμά της, ακόμα και τη μυρωδιά της. Όπου να 'ναι ψυχή μου θα έρθει εκεί, ένας σκύλος, ένα μαύρο λαμπραντόρ, ίσως να έχει στο στόμα του ένα καρβέλι ψωμί, να πας να τον μυρίσεις, νομίζω θα κάνετε καλή παρέα... τον λένε Έιντζελ...

Οι μέρες μου δεν διαφέρουν, είναι ίδιες και απαράλλαχτες, τα ίδια και τα ίδια βέβαια, δεν κάνω και καμιά προσπάθεια να το αλλάξω. Ανοίγω την ντουλάπα, εκεί είναι τα ρούχα, τα παπούτσια από το θέατρο, ανοίγω μία νάιλον μαύρη σακούλα, τα βάζω μέσα και τα πετάω στα σκουπίδια, θα μπορούσα να τα κάψω, αλλά το τζάκι στο σπίτι έχει βγει σε αχρηστία, δεν υπάρχει λόγος να είναι εκεί, πιάνουν τον χώρο τώρα πια δεν τα χρειάζομαι. Παίρνω ένα ψαλίδι και αρχίζω να τα κόβω σε διάφορα σχήματα, ίσως να τα κάψω έξω στην αυλή, αυτό είναι το καλύτερο. Τοποθετώ τα ξύλα και τους βάζω πετρέλαιο, πετάω ένα σπίρτο και λαμπαδιάζουν, παίρνω τα κουρέλια των ρούχων και τα ρίχνω πάνω, οι μνήμες και τα χρώματα, ο ιδρώτας τα δάκρυα, το γέλιο, το άγχος, ο χαρακτήρας κάθε κοστουμιού ανακατεύονται με τη μυρωδιά του ξύλου, οι φλόγες είναι πολύχρωμες, απόκοσμες και κάνουν κρότο, η αποκαθήλωση και το θάψιμο όλων... έχω πέσει στα πλακάκια της κουζίνας, ανάβω τσιγάρο αυτή τη φορά πίνω ουίσκι Τζακ Ντάνιελ, για την ακρίβεια κλαίω για αυτό που είχα και για αυτό που έχασα, τα κομμάτια μέσα μου πολλαπλασιάζονται, καμιά φορά ακούω τον ήχο του σπασίματος... Μένω εκεί για ώρες και όταν σηκώνομαι τα πόδια μου δεν με κρατούν, παραπαίω, στηρίζομαι στον πάγκο της κουζίνας, στην πόρτα, στους τοίχους, φτάνω στο κρεβάτι, στέκομαι για λίγα λεπτά και το κοιτάω, μετά πέφτω με δύναμη μπρούμυτα και κάθομαι εκεί, φαντάζομαι ότι είναι μία άλλη στο κρεβάτι και όχι εγώ, θέλω να τη βοηθήσω, μα δεν ξέρω πώς, τι να της πω για να της απαλύνω τον πόνο, στο πάτωμα πεσμένα τα ρούχα μου, ανακατεμένα με την αλμύρα των δακρύων, κάποια στιγμή θα πρέπει να σηκωθώ να σφουγγαρίσω την πλημμύρα αυτή. Υπάρχει μια σιωπή στον χρόνο και τώρα που το σκέφτομαι πάντα ήταν σιωπηλός, ακόμα και στις ρωγμές που βάδιζαν ασταμάτητα παντού, μέσα από τα ραγίσματα αναδύονται μικρά βλαστάρια ζωής και όσο εκείνα ξεπροβάλλουν στην επιφάνεια και τα αντιλαμβάνομαι εγώ καταδύομαι στα έγκατα της γης, βυθίζομαι στην πλημμύρα των δακρύων, κυκλώνω με σάβανο τις ατέρμονες νύχτες μου. Δεν είναι ότι δεν μπορώ να βγω στην επιφάνεια, είναι που δεν θέλω, είναι που πάντα, μα πάντα, πάω και βρίσκω ερείπια· καλοσυντηρημένα μεν αλλά ερείπια... Έχω αποθηκεύσει τόνους πόνου, κιλά ενοχής, ούτε καμήλα να ήμουν!..


Copyright © Νεφέλη Πηγή All rights reserved, 2024
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε ψηφιακό κολάζ Julien Pacaud [Sideral Terrace, digital collage]

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Νόστος, Εν ονόματι της μούσας Ερατώς, Διόρθωση Ημαρτημένων, Η χρυσή κληρονόμος και Φρουτίνο4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΈνα πιο σκοτεινό φως, Μαρίας ΣυλαϊδήΟ καπετάνιος τση ΖάκυθοςΗ οργή του Θεού και άλλες ιστορίες, Ιωάννας Σερίφη
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα
Μέθεξη, Μαρίας ΠορταράκηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουPelota, Σταμάτη ΓιακουμήΕν αρχή ην ο έρως, Ευαγγελίας ΤσακίρογλουΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Άννα, Μαρίας ΚέιτζΔεύτερη φωνή Ι, Γιάννη Σμίχελη