Γεωργίου Κονίδη
Κτήρια κτισμένα σκλαβωμένα φυλακίζουν.
Μαύρο, γκρι, κίτρινο αρρωστημένο, έφηβοι
Γεωμετρία και χρώματα γερασμένα σχεδόν αυτοκτονισμένα.
Κουβέρτες αγράμματες, άξεστες, πενθούσες.
Σεντόνια δροσερά πληγιασμένα από λεκέδες, μουγκά.
Ο οπλοβάτης, τα όπλα φέρετρα, έτοιμα πάντα να σκοτώσουν.
Κρεβάτια σιδερένια, καγκελωτά σαν κλουβιά
με ταλέντο υποκριτικότητας.
Σάκοι.
Μικροί.
Μεγάλοι.
Καταδικασμένοι αλλά αθώοι, πνιγμένοι από
λουκέτα αχόρταγα.
Παράθυρα ανάπηρα.
Η πόρτα μόνη πάντα ανοιγοκλείνει σαν να καρτερεί κάτι.
Ο μεσαίος διάδρομος, σαν μεγάλος που είναι,
υπερέχει
Ο βασιλιάς της δυστυχίας με μοναδικό
υπήκοό του τον εαυτό του.
Μικροί διάδρομοι ανάμεσα από τα κρεβάτια
Μπάσταρδοι γεμάτοι φοβίες και πόρνες
σαγιονάρες καφέ.
Το πάτωμα θαμμένο από διαδρόμους
Οι λάμπες γυμνές ρυτιδιασμένες γεμάτες σκόνες,
υγρασία και αράχνες στις γωνίες.
Σε ένα τρίγωνο κουτί ακάλυπτο μπροστά
μια εικόνα της Παναγίας να κρατάει τον μικρό Ιησού
παρακαλώντας σιωπηλά να την αλλάξουν,
μουχλιάζει εδώ μέσα, μουχλιάζει
εκεί απρόσεκτη στον τοίχο.
Ράδια που παλεύουν μεταξύ τους
μια υψώνοντας και μια χαμηλώνοντας τη φωνή τους.
Πετσέτες, το έψιλον, το σίγμα, το έψιλον, το σίγμα.
Τα γράμματα που ζουν σε μια υπεροχή,
ρουφώντας ιδρώτες και δάκρυα.
Η πιο γριά εδώ μέσα είναι η σόμπα
που ζει πεθαμένη.
Τριγύρω
Νύχτες, πείνες, κάβλες, ελπίδες,
απογοητεύσεις.
Νύχτες κι ημέρες με την ίδια γεύση
Οξυγόνο που υπάρχει, πιέζει τις αναπνοές,
τις ψυχές, δεν φτάνει για όλους
Ποιος είπε ότι ζούσα σε στρατιωτικό θάλαμο;
Όχι αποκλείεται
Μήτε σε θάλαμο αερίων
Μοιάζει με πάτο βυθού
Με βούρκο βυθού
Με χταπόδι, με χιλιάδες πόδια να σε κρατάει
πατημένο εκεί... στον πάτο του βυθού
Και να σκας...
Και να σκας...
Και να πνίγεσαι.
🍈
Copyright © Γεώργιος Κονίδης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Γιώργου-Αλέξανδρου Σαμαρά