Κλασικό, αριστουργηματικό κι εξαιρετικά δημοφιλές το φιλμ του Βιτόριο Ντε Σίκα Κλέφτης ποδηλάτων το οποίο, από τις 11 Ιουλίου 2024, μπορούμε να δούμε ή να ξαναδούμε στις αίθουσες σε διανομή New Star με νέα ψηφιακή 4Κ αποκατάσταση, όπως και το Θαύμα στο Μιλάνο.
Κάποια από τα «γαλόνια» της ταινίας περιλαμβάνουν ένα ειδικό βραβείο Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας επτά χρόνια προτού καθιερωθεί η κατηγορία(!) και τις πιο θερμές εντυπώσεις και κριτικές που περιέχουν τις λέξεις κορυφαίο και ανεπανάληπτο. Ο Ιταλός Βιτόριο Ντε Σίκα κατάφερε να τοποθετήσει την ταινία του μέσα στις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών κερδίζοντας άπαντες, τόσο το ειδικό κοινό όσο και κάθε σινεφίλ.
Κλέφτης ποδηλάτων (Ladri di Biciclette)Ιταλία, 1948, ασπρόμαυρο, 93'Σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή: Βιτόριο Ντε ΣίκαΦωτογραφία: Κάρλο ΜοντουόριΜουσική: Αλεσάντρο ΣικονίνιΜοντάζ: Εράλντο Ντα ΡόμαΜε τους: Λαμπέρτο Μαγκιοράνι, Ένζο Σταϊόλα, Λιανέλα Καρέλ, Βιτόριο Αντονούτσι, Τζίνο Σαλταμερέντα, Τζούλιο Τσιάρι, Έλενα Αλτιέρι, Σέρτζιο Λεόνε, Ίντα Μπράτσι, Κάρλο Τζάχινο
Βρισκόμαστε σε έναν ανοιχτό χώρο όπου διάφοροι άνεργοι αγωνιούν περιμένοντας από τον υπεύθυνο του γραφείου εργασίας ένα καλό νέο. Τελικώς, η τύχη/«τύχη» είναι με το μέρος ενός άντρα, του Αντόνιο Ρίτσι, που επιλέχθηκε από τον δήμο της Ρώμης ως αφισοκολλητής. Η εργασία όμως απαιτεί ποδήλατο που ο άντρας δεν έχει πια καθώς –πόση ειρωνεία!– αναγκάστηκε να το βάλει ενέχυρο για να ζήσει την οικογένειά του. Μέσα στην απελπισία του θα πει ψέματα για να πάρει τη δουλειά. Παίρνει και μία στολή όμως μέχρι την επομένη πρέπει να βρει κι ένα ποδήλατο. Τότε, η γυναίκα του θα βάλει ενέχυρο τα κλινοσκεπάσματα της προίκας της ώστε να πάρουν πίσω το ποδήλατο, αφού η δουλειά είναι σημαντικότερη από μερικά σεντόνια.
Την πρώτη μέρα της νέας του εργασίας όμως κι ενώ είναι ανεβασμένος στη σκάλα του για να τοποθετήσει μια αφίσα, που διαφημίζει την νέα ταινία της Ρίτα Χέιγουορθ, του κλέβουν το ποδήλατο. Η ευτυχία και εκείνο το χαμόγελο ανακούφισης εξαφανίζονται αυτοστιγμεί και τώρα βλέπουμε τον Ρίτσι να κυνηγά με μανία τον κλέφτη. Όλα εξαρτώνται από το ποδήλατο.
Από την επομένη ξεκινά η αναζήτησή του με τον θεατή να συμπονά τον τόσο άτυχο άντρα όπως και τον μικρό του γιο καθώς περιπλανώνται στην Ρώμη. Παράλληλα με το δράμα του Ρίτσι και της οικογένειάς του βλέπουμε το κοινωνικό πλαίσιο της εποχής: τα συσσίτια, τις φτωχογειτονιές, τις υπαίθριες αγορές... όλη την ανθρώπινη δυστυχία. Σε αντίστιξη –ο Σίκα εδώ αφήνει ένα υποδόριο σχόλιο ως υπονοούμενο– η Χέιγουορθ χαμογελά ευτυχισμένη από τον τοίχο.
Τελικώς, βρίσκουν τον κλέφτη και ο Ρίτσι τον πιέζει να του επιστρέψει το ποδήλατο. Διάφοροι φτωχοί γείτονες τρέχουν να βοηθήσουν όμως ο αστυνομικός που καταφτάνει και ερευνά το σπίτι του κλέφτη δεν βρίσκει ποδήλατο. Μάρτυρες την ώρα της κλοπής δεν υπάρχουν κι έτσι χάνονται όλα. Οι δυο τους σχεδόν δραπετεύουν από τη γειτονιά κυνηγημένοι.
Με την απελπισία να έχει φτάσει στο ύψιστο σημείο, ο άντρας αποφασίζει να κλέψει ένα ποδήλατο από τα δεκάδες που βρίσκονται τριγύρω του, κι εκεί κορυφώνεται το δράμα. Καθώς δεν έχει καμία εμπειρία στις κλοπές συλλαμβάνεται αμέσως. Τελικά, βλέποντας τον τρομοκρατημένο του γιο, ο ιδιοκτήτης θα τον λυπηθεί και θα τον αφήσει ελεύθερο. Ο ήρωας ξεσπά σε κλάματα αγκαλιά με τον γιο του Μπρούνο προτού ξαναγίνει ένας ανάμεσα στους άλλους πολίτες και περαστικούς.
Ο Ντε Σίκα κατάφερε κάτι αδιανόητο: εξαφάνισε την κάμερα.Όρσον Γουέλς
Πρόκειται, χωρίς αμφισβήτηση, για μία κορυφαία ταινία του νεορεαλισμού που με απλό και διαπεραστικό τρόπο δείχνει όλη την ματαιότητα του κόσμου μέσω της πραγματικότητας της ζωής των πολιτών. Σε κάνει να αναλογιστείς σοβαρά πόσο λάθος είναι η δομή των κοινωνιών και των συστημάτων, να αφουγκραστείς το πρόβλημα σε βάθος και να αφυπνιστείς προς τη δημιουργία ενός νέου, δίκαιου κόσμου, άρα να επιδιώξεις την ανατροπή. Είναι μία πρόταση ανθρωπιάς κι αγάπης μέσω μιας ιστορίας που είναι γεμάτη από άδικο, αγωνία, μοναξιά, ανέχεια και παραβατικότητα. Είναι γροθιά στο στομάχι και σε κάθε κατεστημένο και στο τέλος τέλος, είναι μια ταινία-σταθμός που προτείνει έμμεσα –πλην σαφώς– μια επανάσταση.
Αν κοιτάξουμε με αναλυτικό μάτι την ταινία, διαπιστώνουμε ότι η διαδρομή της αναζήτησης του ποθούμενου για πατέρα και γιο (η Οδύσσειά τους) είναι αυτή που θα τους αναγκάσει να λάβουν τα μαθήματα ενώ ειδική μνεία πρέπει να γίνει για τη σκηνή του εστιατορίου όπου οι δυο τους κάθονται για να φάνε. Κι αυτό επειδή όταν το στομάχι γεμίζει επιστρέφει η αισιοδοξία στον άνθρωπο, το χαμόγελο, η εύθυμη διάθεση, το κέφι. Μάλιστα, ο Μπρούνο δοκιμάζει το κρασί σε έναν συμβολισμό μιας ενηλικίωσης, έστω βίαιης κι απότομης.
Αξίζει να σημειώσουμε και κάποια άλλα στοιχεία που έχουν ενδιαφέρον, τουλάχιστον για τη γράφουσα. Παρακολουθούμε αρκετούς ερασιτέχνες ηθοποιούς (που εξάλλου είναι χαρακτηριστικό του ιταλικού νεορεαλισμού), όπως ο Λαμπέρτο Ματζοράνι και τον δεκαεξάχρονο τότε Σέρτζιο Λεόνε. Οι κριτικοί υπογραμμίζουν πως αυτοί οι ηθοποιοί «δίδαξαν» στους σταρ της εποχής, στους σκηνοθέτες και σε κάθε συντελεστή και κινηματογραφικό παράγοντα έναν νέο τρόπο υποκριτικής. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης Βιτόριο Ντε Σίκα έδειξε περίτρανα ότι μπορεί να φτιαχτεί μία αριστουργηματική ταινία χωρίς εφέ, χωρίς βοηθήματα, πολλά χρήματα και δυνατά ονόματα. Επίσης, η ταινία δεν ποντάρει στην πλοκή ή τη δράση. Εντυπωσιάζει μέσω του ρεαλισμού των καταστάσεων που αφηγείται, των χαρακτήρων της και του κοινωνικού υπόβαθρου (μια ολόκληρη χώρα βρίσκεται υπό τα συντρίμμια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου με ό,τι συνεπάγεται αυτό) καθώς η φτώχεια έχει δημιουργήσει πολίτες ικανούς να κατασπαράξουν ο ένας τον άλλον. Έτσι για την ιστορία, το σενάριο βασίστηκε στην ομώνυμη νουβέλα του Λουίτζι Μπαρτολίνι.
Περισσότερες ταινίες που αξίζει να αναζητήσετε από τον ίδιο: Sciuscia, Θαύμα στο Μιλάνο, Ουμπέρτο Ντ.
Ταινία πλούσια συναισθημάτων, πλημμυρισμένη από συγκίνηση, λιτότητα, συμβολισμούς και σχόλια όσο «ξεδιπλώνεται» μπροστά μας το κοινωνικό δράμα του ήρωα (ή των ηρώων αν συμπεριλάβουμε και τον γιο αλλά και τη σύζυγο) η οποία επηρέασε πολλούς μελλοντικούς δημιουργούς ακόμα και στη χώρα μας.