Πόσες σκέψεις γεννιούνται διαβάζοντας τον τίτλο... Όταν το μαζί πληγώνει! Σε μια άλλη εποχή θα έμενε αθέατο από όλους, θα διπλοκλειδωνόταν και η δόλια γυναίκα που συνήθως θα το βίωνε, θα ζούσε έρμαιο των πληγών της. Στις μέρες μας δε όταν το μαζί πληγώνει, στις περισσότερες των περιπτώσεων, αλλάζει άρδην και ο καθένας τραβάει τον δικό του δρόμο αναζητώντας εκείνο το μαζί που του προσφέρει θαλπωρή, σιγουριά, αγάπη και τόσα άλλα ικανά να δημιουργήσουν ένα άτρωτο και δυνατό «μαζί».
Στο βιβλίο μας, η γυναίκα της ιστορίας, η Έλλη, ανήκει στην πρώτη δυστυχώς κατηγορία. Μεγάλωσε με την αυστηρή γιαγιά της, που αδυνατούσε να φανερώσει τα συναισθήματά της, και έφτασε στο σημείο να νιώθει ότι έχασε τα παιδικά της χρόνια, ζώντας σε ένα τόσο άχρωμο και συναισθηματικά νεκρό περιβάλλον. Πρόκειται για γυναίκα αψεγάδιαστη, καθωσπρέπει και αξιοπρεπή, πλέον ζει με έναν άνδρα που δεν αγαπά, έναν άνδρα σκληρό πιότερο από πέτρα, έναν άνδρα που πάγωσε ακόμα περισσότερο τον συναισθηματικό της κόσμο.
Την ιστορία της θα σας διηγηθώ, κάνοντας στάση στα σημεία εκείνα που ξεχώρισα, προσδοκώντας να αφυπνίσω και να καυτηριάσω τα βαθύτερα αίτια που την οδήγησαν να ζει παραιτημένη και λειψή.
Καμιά φορά δεν αρκεί να παλεύουμε, πρέπει να μας ευνοούν και οι συγκυρίες.
Η πρώτη φίλη της Εύα, ένα καλοκαίρι στο βουνό των Κενταύρων, την ξακουστή Τσαγκαράδα, η οικογένεια που απαιτεί από την ίδια αξιώσεις πέραν των δυνατοτήτων της, η νύχτα της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των εξετάσεων αλλά και τα «προβλήματα πολυτελείας» που δεν αγγίζουν τον απόλυτο, με ακραίες τάσεις, μονόχνοτο, πεζό, χωρίς ίχνος ρομαντισμού δικαστικό Βαγγέλη, μας εισάγουν στην σκληρή πραγματικότητα που βιώνει η Έλλη και που απεγνωσμένα προσπαθεί να παραβλέψει.
Η ίδια είναι ήπιος χαρακτήρας, ενοχική, υπομονετική, ανεχτική σε πολλά, με ψήγματα αυτοπεποίθησης. Παράλληλα δεν ξέρει πώς να διεκδικήσει τα δικαιώματά της, αλλά ως μάνα είναι υπέροχη. Τη ζωή της διανθίζει η δυναμική και δραστήρια κόρη της Μαντώ και την αμαυρώνει ο χωρίς υπομονή και ξέχειλος από νεύρα Βαγγέλης. Πασχίζει να κρατά τις ισορροπίες της οικογένειας, θάβοντας βαθιά τα δικά της θέλω και τις δικές της ανάγκες.
Θα διαβάσουμε για τα δύο χρόνια που χάρισε στον αργόσχολο και σκάρτο Μπάμπη, για τη δυναμική Βέρα που επιδιώκει να έχει τον έλεγχο όλων, για την ώριμη και υπεύθυνη φίλη της Ελένη, για μια θλιβερή Μεγάλη Πέμπτη, αλλά και για τον Παύλο που τη γεμίζει έρωτα, ασφάλεια και θαλπωρή.
Ένα ταξίδι στη Σκιάθο που αβίαστα συγκρίνεται με εκείνο στην Πάρο ή εκείνο στα Σύβοτα, μια κατάθεση ψυχής ενός πατέρα, μια απρόσμενη συνάντηση σε ένα πολυσύχναστο παζάρι, η καθημερινή ανιαρή πραγματικότητα διακοσμημένη με καναπέ, τηλεκοντρόλ, φαγητό και παντόφλες, ένας λογαριασμός τραπέζης σε ένα μονάχα όνομα και ένα δυνατό και απρόσμενο χαστούκι που τη βρίσκει απροετοίμαστη, θα προσφέρουν στον αναγνώστη ανάμεικτα συναισθήματα και αδημονία για την εξέλιξη της ζωής της Έλλης.
Υποχωρήσεις, υποχωρήσεις, υποχωρήσεις. Αδιαφορία, οργή, θυμός, δυστυχία, απομάκρυνση, γκρίνια και αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα σε ένα συμβατικό ζευγάρι που εθελοτυφλεί για τα θέλω του. Και κάπου εδώ έρχεται η αλλαγή σελίδας στη ζωή της Έλλης, που χρωματίζεται με την ελευθερία, το διάβασμα, το κολύμπι και τη ζωγραφική, αλλά και ένα νέο που τη γεμίζει χαρά αλλά και αγωνία από την πλευρά της κόρης της. Ένα ταξίδι στην Πόλη και ένα βελούδινο κουτί θα ξεκλειδώσουν την καρδιά της και θα την φέρουν αντιμέτωπη με όλα όσα ήθελε να κρύψει, με συναισθήματα που πλέον ασφυκτιούν να μείνουν θαμμένα, με μια ζωή που ποτέ δεν έζησε.
Από τα βιβλία που διαβάζω, επιλέγω μια φράση που μου κίνησε το ενδιαφέρον για να την μοιραστώ μαζί σας. Από το βιβλίο της Βικτώριας Προβίδα, ένα σύντομο βιογραφικό της οποίας θα βρείτε στο τέλος του άρθρου, επέλεξα την παρακάτω:
Όταν το μαζί πληγώνει, τα δεσμά πρέπει να σπάζουν, η υπομονή να φτάνει στο τέρμα της.
Η συνάντηση που θα λάβει χώρα και έχει ρίζες από το παρελθόν θα την ταρακουνήσει, θα αφυπνίσει τη συνείδησή της, θα ξυπνήσει τη γυναικεία της φύση και όλη της η υπόσταση θα διεκδικήσει παρά τους μύχιους φόβους της.
Δεν θα πω λεπτομέρειες. Δεν μου επιτρέπεται να προβώ σε αποκαλύψεις. Οφείλω όμως να ομολογήσω ότι η συμπεριφορά της και η στάση της με εκνεύρισαν πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Παρέδωσε τα ηνία της δικής της ζωής και αφέθηκε άτολμη, άβουλη και δέσμια του μυαλού της και του δεικτικού συζύγου της. Παρακολουθούσε χωρίς σθένος τη ζωή να περνά μπροστά της και να χάνεται. Δεν διεκδίκησε, δεν τόλμησε να κυνηγήσει τις ελευθερίες της και έζησε ανιαρά μια άοσμη ζωή.
Τι λέτε, θα καταφέρει να απαγκιστρωθεί από τις Ερινύες της έστω και αργά;
Θα τολμήσει να ζήσει;
Θα αρπάξει το κομμάτι ευτυχίας που από δικό της σφάλμα έχασε;
Θα αφήσει στην άκρη τις αναστολές της;
Οι απαντήσεις κρύβονται στις σελίδες του βιβλίου και περιμένουν τον αναγνώστη να τις ανακαλύψει.
Η Βικτώρια Προβίδα γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα, αν και τα πρώτα παιδικά της χρόνια τα έζησε στη Λαμία. Είναι παντρεμένη και μητέρα μιας υπέροχης κόρης. Η συνταξιοδότησή της από την Αγροτική Τράπεζα αποτέλεσε για εκείνη μια αρχή για να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα. Πλέον ο χρόνος της είναι όλος αφιερωμένος στη συγγραφή μυθιστορημάτων, όπου ταξιδεύει καθημερινά με τους ήρωές της.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έξη.
Το οπισθόφυλλο του βιβλίου αναφέρει:
Η Έλλη γεννήθηκε σε αδειανή αγκαλιά. Μεγάλωσε με αυστηρές αρχές και δυσβάσταχτα όρια. Δεν ήταν πλασμένη για γενναίες διεκδικήσεις και τολμηρά εγχειρήματα. Αντίθετα, είχε μάθει να υποχωρεί, να συμβιβάζεται, να συγχωρεί.
Αγάπησε υπέρμετρα και πρόσφερε τα πάντα σε εκείνον. Πίστη, φροντίδα, αφοσίωση. Έτσι πίστευε ότι έπρεπε να πράξει. Έτσι έπραξε. Έκανε υπομονή. Έδειξε ανοχή. Βρήκε τη δύναμη να κουβαλήσει φορτίο βαρύ.
Έδωσε μάχες, χαμένες οι πιο πολλές. Ώσπου, ήρθε η στιγμή, που βρήκε το θάρρος και εγκατέλειψε όλα τα «μαζί» που την πλήγωναν και έκανε καινούρια αρχή χτίζοντας νέα ζωή.
Ένας γάμος τελματωμένος, δύο σύζυγοι πληγωμένοι από τα ίδια τους τα λόγια και τις πράξεις, κι ένας έρωτας που ήρθε, έφυγε, αλλά στην ουσία δεν έσβησε ποτέ από τις ψυχές όσων τον έζησαν.
Αλήθεια, αυτό το για πάντα γιατί δεν κατάφεραν να το κρατήσουν; Πώς τα όνειρα και οι επιθυμίες μπορούν να παρασυρθούν από λανθασμένες αποφάσεις; Πώς η αγάπη ντύνεται τον μανδύα της βίας; Πώς η υπομονή καταστρέφει την ίδια τη ζωή;
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου