Τρία πεζογραφήματα. Αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους αλλά συγκλίνοντα κιόλας. Μία νουβέλα, μία συλλογή διηγημάτων και ένα αφήγημα που ήρθαν στη φιλαναγνωστική μου ζωή για να με ταξιδέψουν, με μια διττή έννοια. Όλα κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Η Αιώνια άνοιξη του Παναγιώτη Τσίτου ανήκει σε ένα σπάνιο, για τα ελληνικά εκδοτικά δεδομένα, είδος. Πρόκειται για ταξιδιωτικό αφήγημα, δηλαδή μία βιωματική καταγραφή της ταξιδιωτικής εμπειρίας όπως την έζησε ο συγγραφέας αλλά όχι με ντοκουμενταρίστικη, δημοσιογραφική ή τουριστική οπτική (όπως συνήθως συναντάμε στη σχετική αρθρογραφία και βιβλιογραφία). Μάλιστα, το συγκεκριμένο έχει και μία εξωτική εσάνς, που το κάνει πιο ενδιαφέρον και συναρπαστικό για τον Έλληνα αναγνώστη, αφού πρόκειται για τις εμπειρίες του κυρίου Τσίτου στο Βιετνάμ και στην Ταϊλάνδη.
Προσέξτε όμως τι άλλο δεν είναι! Δεν είναι ημερολόγιο, δεν αφορά στην αποτύπωση ενός ταξιδιού μέρα τη μέρα, δεν είναι βιβλίο περιπλάνησης, ούτε και καταγραφικό μιας πορείας σε αυτές τις εξωτικές χώρες. Ούτε γευσιγνωσία είναι, ούτε πολιτισμικό, ούτε ιστορικό...
Εν ολίγοις, όταν αναφερόμαστε σε εμπειρία κυριολεκτούμε περισσότερο από ποτέ. Πρόκειται για εικόνες που βίωσε σε αυτά τα μέρη ο δημιουργός όπως αποτυπώθηκαν στη μνήμη του από στιγμές έντονες που άφησαν έναν αντίκτυπο μέσα του, μια εγγραφή. Κι αυτή η εγγραφή αποδίδεται με λογοτεχνισμό σε αυτόνομες ιστορίες, σαν να μιλάμε για διηγήματα, μόνο που αυτές οι διηγήσεις αφορούν σε πραγματικά γεγονότα οπότε και ο όρος αφήγημα.
Υφολογικά, μου αρέσει ο τρόπος του. Δεν μένει καθόλου στην περιγραφή των τοπίων (είπαμε, αν θέλαμε να «δούμε» πώς είναι το Βιετνάμ θα παίρναμε έναν τουριστικό οδηγό) όμως εμμένει στις συναναστροφές του εκεί, στα πρόσωπα που γνωρίζει και περνά σε ικανοποιητικό βαθμό την αίσθηση της στιγμής και την ατμόσφαιρα. Παράλληλα, περιέχει όλα τα παραπάνω που συγκλίνουν σε αυτό που δεν είναι: φαγητό, ποτό, μουσική, πόλεις, τοπία, φύση, καιρός... ενώ, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο οπισθόφυλλο, η «Αιώνια άνοιξη» καταλήγει να είναι όχι τόσο μια ονομασία, μια αναφορά ή μια περιγραφή, αλλά –πολύ περισσότερο– μια υπόσχεση.
Η συλλογή διηγημάτων της Ευαγγελίας Μινάρδου-Αδάμου Aίμα στη φλέβα η θάλασσα δεν θα μπορούσε να είχε πιο αντιπροσωπευτικό τίτλο. Οι ιστορίες αφορούν περιπέτειες και έντονες στιγμές απλών ανθρώπων και έρχονται από τον πυρήνα της ύπαρξής τους. Οι ήρωες βιώνουν πάθη, χαρές, έρωτες... με πανταχού παρούσα μια θάλασσα. Μια συλλογή με ιστορίες που γίνονται ταξίδι στους ωκεανούς, στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο, κι εδώ καταλαβαίνει κανείς τη σύνδεση ανάμεσα στο ψυχογράφημα και τη θάλασσα.
Το καλύτερο όμως των διηγημάτων, το μέγα ατού τους, είναι η δεινότητα της συγγραφέως που, είτε στα τριτοπρόσωπα είτε στα πρωτοπρόσωπα κείμενα, είναι σε θέση να μεταλαμπαδεύσει και τις πιο λεπτές σκιαγραφήσεις, να ζωντανέψει τις συνθήκες, να δομήσει χαρακτήρες και συνθήκες μεταφέροντας όλες τις συναισθηματικές αποχρώσεις.
Αν θέλαμε να το παρομοιάσουμε κάπως, θα λέγαμε πως αποτελεί ένα ταξίδι –ή και περισσότερα– στην ανθρώπινη ψυχή μέσα από παραβολικά υποδείγματα.
Κι ερχόμαστε στη νουβέλα της Πόπης Μακρυγιάννη Μέσα στη βαλίτσα μου έχω..., όπου θα γνωρίσουμε την Άννα. Μια ημιαιωνόβια συγγραφέας που λογαριάζει όλα όσα περιέχει η βαλίτσα της. Ποια όμως βαλίτσα;
Με αφορμή ένα παιχνίδι μνήμης, η συγγραφέας δομεί μια ιστορία απολογισμού που ξεκινά από ένα μια βαλίτσα κι όπου με βγάλει ο δρόμος, γίνεται μια αλληγορία διαδρομής ολόκληρης της ζωής της ηρωίδας της και περιέχει διαφόρων τύπων βαλίτσες και ταξίδια, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Τόσο η βαλίτσα όσο και το ταξίδι χρησιμοποιούνται με ποικίλους τρόπους. Η βαλίτσα, για παράδειγμα, είναι παιχνίδι μνήμης, αποσκευή αλλά και βιογραφία. Η βαλίτσα περιέχει αντικείμενα, μνήμες αλλά και συναισθήματα. Αντίστοιχα και το ταξίδι: είναι θύμηση, ταξίδι του νου, αλλά είναι και διαδρομή ζωής, όπως και κυριολεκτικό ταξίδι, δηλαδή μεταφορά από ένα σημείο του κόσμου σε ένα άλλο.
Και τα ερωτήματα είναι (και όχι μόνο για την Άννα, γενικότερα αυτό): τι περιέχει η βαλίτσα; πόσα χωράει; τι κουβαλά η ηρωίδα; αντέχει; Και τέλος, πώς θα προχωρήσει από αυτό το σημείο και μετά;
Νομίζω καταλάβατε τη σύνδεση των τριών βιβλίων. Ένα/το ταξίδι είτε στον κόσμο είτε εντός εαυτού. Σε καθένα με άλλον τρόπο, άλλο ύφος και άλλο σκοπό... όμως ταξίδεμα, με συναισθηματική φόρτιση και αναγνωστική ομορφιά.