Η εποχή του κορονοϊού έχει μεν περάσει, όμως οι μνήμες και οι επιδράσεις της εν λόγω εποχής, ακόμη καλά κρατούν. Μπορεί να μας φαίνεται σαν ένα μακρινό όνειρο, όμως όσες φορές το αναπολούμε, αβίαστα ξεπηδούν από το μυαλό εικόνες, αγωνίες και καταστάσεις που τότε ήταν πρωτόγνωρες.
Αποστάσεις ασφαλείας, μάσκες, αντισηπτικά, στέρηση εξόδου, απομάκρυνση από οικεία πρόσωπα, αιτήσεις για κάθε μας μετακίνηση, κρούσματα και θύματα του ιού που αυξάνονταν με γεωμετρική πρόοδο και όλα αυτά μαζί να συνθέτουν ένα σκηνικό που δύσκολα θα ξεχάσουμε.
Απωλέσαμε πολλά και συνειδητοποιήσαμε πόσο σημαντική είναι η υγεία μας, η αγκαλιά, οι φιλίες μας, η οικογένειά μας. Συγκρουστήκαμε με εκείνους που είχαν δυσπιστίες, με εκείνους που θεωρούσαν τους εαυτούς τους ατρόμητους, με εκείνους που όλα αυτά πίστευαν ότι είναι σκευωρίες και ψέματα. Ο καθένας είχε την άποψή του –σεβαστή όποια κι αν ήταν– και φτάσαμε, όσοι καταφέραμε να φτάσουμε, στο σήμερα έχοντας κλείσει πρόχειρα το κεφάλαιο covid.
Για να πραγματοποιήσουμε τα όνειρά μας, πρέπει να είμαστε τολμηροί στις επιλογές μας.
Η πρωταγωνίστρια του σημερινού μας βιβλίου είναι η Άρτεμη. Είναι ποιήτρια, ζει με τη μητέρα της Μαρία, που εργάζεται ως καθαρίστρια, έχει μια αδερφική φίλη, τη Μαρκέλλα, και δεσμό με τον γεωπόνο Γιώργο. Συνειδητοποιημένη με την κατάσταση που επικρατεί γύρω της, έχει εντάξει στην καθημερινότητά της τα γάντια, τη μάσκα, τα αντισηπτικά, τηρεί τα μέτρα με ευλάβεια και αποστασιοποιείται από ό,τι θεωρεί ότι μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο για την ίδια αλλά και το κοινωνικό σύνολο.
Γράφει ποιήματα με μεγάλη συχνότητα, εμπνέεται από τη κοσμοπολίτικη Σμύρνη, από τα ρεμπέτικα τραγούδια, τη φύση, τα τοπία, το συναίσθημα και βέβαια την αγάπη. Εκφράζεται μέσα από τα κείμενά της, υπογράφει τους προβληματισμούς της και παρόλο που αντλεί πενιχρά έσοδα, υποστηρίζει με σθένος αυτή την καλλιτεχνική της φύση.
Η συνετή Άρτεμη είναι μια γυναίκα με αυτοπεποίθηση, λατρεύει το σκάκι όπως επίσης και την Ευλαμπία, τη χελώνα της, που εκτελεί χρέη κατοικίδιου.
Κατά τη διάρκεια της σύντομης ανάγνωσης, θα διαβάσουμε για τη συνάντηση με την Μαρκέλλα, τις διαφωνίες της Άρτεμης με τη μητέρα Μαρία, που αρνείται να προσέξει και δεν πιστεύει την ύπαρξη του κορονοϊού, την πέντε χρόνων σχέση της με τον Γιώργο, που ξεχειλίζει αγάπη, την προσφορά λουλουδιών, την πρόταση γάμου σε μια ανύποπτη στιγμή, αλλά και τη συγκέντρωση συνωμοσιολογιών που ανάμεσά τους υπάρχει ένα οικείο πρόσωπο.
Και κάπου εδώ η φίλη μας αρχίζει να βλέπει όνειρα· όνειρα που έχουν συνοχή μεταξύ τους, που το ένα ακολουθεί το άλλο και που μπορεί στην αρχή να φαντάζουν εφιάλτης, στο τέλος δε της προσφέρουν ένα μήνυμα που έχει τόσο πολύ ανάγκη.
Στην πραγματικότητά της αναμοχλεύονται οι ειδήσεις, τα κρούσματα, οι νεκροί, οι διασωληνωμένοι, τα εμβόλια και η ανοσία και παράλληλα με τα όνειρα που τη στοιχειώνουν, με τις λέξεις που σκαλώνουν στη μνήμη της και τείνουν να γίνουν μια ξεκάθαρη φράση, προσπαθεί να φερθεί ψύχραιμα και να βρει τη λύση του γρίφου.
Από τα βιβλία που διαβάζω, επιλέγω μια φράση που μου κίνησε το ενδιαφέρον για να την μοιραστώ μαζί σας. Από το βιβλίο του Ηλία Γρηγοριάδη, ένα σύντομο βιογραφικό του οποίου θα βρείτε στο τέλος του άρθρου, επέλεξα την παρακάτω:
Ο εραστής της ζωής δεν ξεχνά ποτέ τον αγώνα που έκανε για να αγαπήσει τη ζωή.
Το βιβλίο κλείνει με ένα ανέλπιστο και ευχάριστο νέο, δίνοντας στον αναγνώστη τη δυνατότητα να σκεφτεί ότι παρά τις αντίξοες συνθήκες, που κατά καιρούς βιώνουμε, υπάρχει πάντα ζωντανή η ελπίδα· η ελπίδα που είναι σε θέση να κάνει ζωή μας καλύτερη.
Η αγάπη, την εποχή του κορονοϊού, πήρε δύο διαφορετικούς δρόμους. Ενισχύθηκε σε μεγάλο βαθμό, έδειξε τη βαρύγδουπη σημασία της, αγκάλιασε στους κόλπους της όσους την επέλεξαν συνοδοιπόρο τους και κατάφεραν να βγουν από τη δοκιμασία δυνατότεροι. Υπήρξε όμως και η άλλη οδός, εκείνη της απώλειας, της παραγκώνισης, της ξεχασμένης ύπαρξής της. Κάποιοι την άφησαν πίσω τους και προσπάθησαν να συνεχίσουν χωρίς αυτήν. Θεωρώ πως πόνεσαν, πως δυσκολεύτηκαν και ευελπιστώ να την αναζήτησαν και να την έκαναν ξανά κομμάτι τους, γιατί χωρίς αγάπη, είμαστε ένα τίποτα...
Ο Ηλίας Γρηγοριάδης γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1981 στην Θεσσαλονίκη και έχει σπουδάσει γεωπονία στο πανεπιστήμιο της Λάρισας. Κύριες δραστηριότητές του είναι η συγγραφή, το σκάκι, το διάβασμα, ο αθλητισμός και το ψάρεμα! Έχει γράψει αξιόλογα έργα όπως Η αγάπη στην εποχή του κορονοϊού, Ο ευαίσθητος Τζο, Τα 100 βελτιωτικά ενός λαού, Το στοιχειωμένο εντομολόγιο, Για βροχή που πέρασε μη κρατάς ομπρέλα, Τα ροζ προβατάκια, Η φτερωτή τούρτα! και Ο στοιχειωμένος εκτυπωτής, τα οποία κυκλοφόρησαν από τον εκδοτικό οίκο Διάνοια.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διάνοια.
Το οπισθόφυλλο του βιβλίου αναφέρει:
Η ιστορία της Άρτεμης λαμβάνει χώρα στο κέντρο της Αθήνας, την εποχή που η Ελλάδα ταλαιπωρείται από τον κορονοϊό.Από μικρή έγραφε ποιήματα, στα τριάντα της το έκανε επάγγελμα. Ζει με τη μητέρα της, σε ένα δυάρι στη πλατεία Ομονοίας. Ο πατέρας της σκοτώθηκε σε εργατικό ατύχημα στα καράβια, όταν αυτή ήταν μόλις πέντε ετών.Η νεαρή ποιήτρια κάνει αγώνα για την επιβίωση, βλέπει περίεργα όνειρα με λέξεις, ερωτεύεται, προβληματίζεται, φιλοσοφεί τη ζωή και τον θάνατο, την αγάπη και την οικογένεια, στα χρόνια του COVID-19. Η ζωή της γίνεται γνώμονας και παράδειγμα για όλους μας.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου