Ο Τάσος πέθανε: Ένας αντι-επιτάφιος

Ο Τάσος πέθανε: Ένας αντι-επιτάφιος, Γεωργίας Δρακάκη

Τι είναι ο αντι-επιτάφιος; Αυτή είναι η πρώτη πρώτη σκέψη που κάνω πιάνοντας στα χέρια μου το βιβλίο. Περίεργη λέξη. Περίεργη έννοια. Πώς προκύπτει αυτό το αντί του επιταφίου ή το ανάποδό του; Με μόνη αδιαμφισβήτητη την πληροφορία πως Ο Τάσος πέθανε (το βιβλίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κάκτος) μπαίνω στον κόσμο που δόμησε για εμάς η Γεωργία Δρακάκη.

Το πόνημα αποτελείται από δέκα μηνύματα και μία εξομολόγηση από εκείνη προς τον Τάσο που έφυγε από τη ζωή δηλαδή προς εκείνον που έχασε με έναν μη αναστρέψιμο, τον πιο οριστικό τρόπο. Με άλλα λόγια θα το περιγράφαμε ως δέκα επεισόδια και ένας επίλογος ή και αλλιώς, όμως αν ψάχνουμε μία λέξη τότε θα λέγαμε πως είναι ένας επικήδειος καρδιάς. Και βάζω το «καρδιάς» επειδή έχει τόσο συναίσθημα και μύχιες σκέψεις που δύσκολα θα διαβαζόταν ως κανονικός επικήδειος.

Η ηρωίδα μας, λοιπόν, είναι μια γυναίκα που θλίβεται σε βάθος με την απώλειά της, θρηνεί για αυτήν και όσο βρίσκεται σε περίοδο πένθους γράφει στον Τάσο ό,τι έχει μέσα της, όσα βιώνει κι αισθάνεται. Όμως έχει και μία εξομολογητική χροιά, θέλει να μοιραστεί μαζί του, ενώ παράλληλα, ξορκίζει το κακό, απαλύνει τον πόνο του –όπως λέει η λαϊκή ρήση, λες και είναι σε θέση να νιώσει πόνο εκείνος–, κατευνάζει την οργή της αλλά ενδεχομένως και τη δική του οργή –ο θυμός είναι κυρίαρχο συναίσθημα κατά το πένθος– και όλα αυτά τα κάνει τελικά για να ανακουφιστεί η ίδια –αν μπορεί/μπορέσει ν' ανακουφιστεί. Να σημειώσω εδώ ότι δεν προκύπτει θυμός στις αράδες. Ο όποιος θυμός είναι υποδόριος, εμφανίζεται μέσω του πένθους της ενώ κειμενικά εκφράζεται με τόση αξιοπρέπεια και αγάπη που σε γοητεύει αυτοστιγμεί.
Η αγάπη και η ζωή [...] έχουν πολύ ζόρι. [...] Η αληθινή ανακούφιση, Τάσο, είναι μόνο ο θάνατος. [...] Ο θάνατος δεν χρειάζεται καμία τέχνη, δεν χρειάζεται καμία παραμυθία. Να τον απολαύσεις, καμάρι μου, πλατύτερος καθώς είσαι, σημαντικότερος, από κάθε ποίηση.
Η συγγραφέας (και η ηρωίδα κατά προέκταση) γράφει ποιητικά, δομεί ποιητικό λόγο και συχνά εξετάζει τη σχέση θανάτου και ποίησης, τη συμβολή του ενός προς το άλλο, τη σχέση τους... Λίγο πιο πέρα ή παραδίπλα σε αυτό, αναγνωρίζει τον τρόπο που λειτουργεί η τέχνη στη ζωή· ε, και ο έρωτας.
Κανέναν άλλο λόγο δεν βρήκα απ' αυτούς / Για να κάνουμε έρωτα και τέχνη.

Θέλω να μπω στον θάνατο μέσω της ποίησης
Ένας θρήνος που συμβαίνει γράφοντας, οι επιστολές που γράφονται για να εκτονώσουν, να ξορκίσουν αλλά και για να φυλακίσουν τη μνήμη, τη θύμηση... σε μία ύστατη προσπάθεια να μη χαθεί η σύνδεση, η αγάπη. Γιατί μέσα από τούτες τις σελίδες ξεπροβάλλει μία μεγάλη αγάπη, βαθιά, ουσιαστική, πανέμορφη!

Το σύνολο, εντέλει, φέρει τόσο ποιητική όσο και θεατρική μανιέρα αφού θα μπορούσε να σταθεί κι ως ένας θεατρικός δραματικός μονόλογος με γενναίο συναίσθημα και φόρτιση. Οι καταθέσεις της δημιουργούν μία ενιαία ιστορία τελικά, η ηρωίδα της κυρίας Δρακάκη επιχειρεί το άνοιγμα ψυχής και προσφέρει μια αφήγηση που κρατά το ενδιαφέρον του φιλαναγνώστη με τις εξελίξεις της.
Μέσα σε όλη τη διαδικασία, η ίδια (η συγγραφέας) αφήνει διακριτικά τη σχέση που αναπτύσσει ένας συγγραφέας με το χαρτί και τη γραφίδα και το πώς αυτά τα δύο αλληλεπιδρούν μαζί του.
Εγώ είμαι ένα δοχείο μελάνι / Που κατέβηκε στη γη για να μαυρίζει άσπρα πουκάμισα / Τετράδια ανοιγμένα / Κολάρα που διψούν για φιλί κατακόκκινο.
Όταν καταλαβαίνουμε, παύουμε να γράφουμε.
Δεν θέλησα να σταθώ στο επίμετρο του Σωτήρη Παστάκα, στο οποίο ωστόσο έχουμε μια άκρως ενδιαφέρουσα ανάλυση του κειμένου (και ως προς τα υφολογικά του στοιχεία) ούτε στα βιογραφικά στοιχεία του Τάσου, αφού ο Τάσος είναι υπαρκτό πρόσωπο! Κράτησα όμως μία φράση που θα ήθελα να μοιραστώ, όπου τόσο παραστατικά αναφέρει πως ποίηση είναι η έκτακτη καρδιακή συστολή στο σώμα της γλώσσας. Ε, ναι! Δεδομένου ότι δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει αυτό το «αξίωμα», τώρα στο εν κατακλείδι, αισθάνομαι ότι αυτό το βιβλίο αποτελεί ένα δείγμα του πώς είναι να μην έχεις τις κατάλληλες λέξεις για να το περιγράψεις, να μην βρίσκεις τα σωστά ηχοχρώματα ή ίσως οι λέξεις, οι όποιες λέξεις, να μην είναι πάντα αρκετές.

Αν δεν ήταν μία ιστορία αγάπης ανάμεσα σε εκείνη και τον Τάσο θα ήταν ποιητική συλλογή κι αν δεν έχει ανέβει ακόμα σε μία θεατρική σκηνή είναι μόνο λόγω της πρόσφατης έκδοσής του. Η αισθαντική και διαπεραστική πένα της Γεωργίας Δρακάκη μάς δίνει ένα γεμάτο συναίσθημα βιβλίο με άπειρο πένθος και πολλή πολλή αγάπη.

Και, ξέρετε κάτι; Μόλις κατάλαβα τις θα πει «αντι-επιτάφιος». Αρκεί να κάνεις την αντίστροφη σύνδεση του περιεχομένου με τον τίτλο. Ο Τάσος πέθανε· όμως ο Τάσος (θα) ζει.
δεν είσαι νεκρός για μένα
Αν όχι αυτό το βιβλίο, τότε ποιο;


Ο Τάσος Γκόβας ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο. Έζησε λαμπερά και αιχμηρά, μέχρι που έπαψε να ζει. Αυτό το βιβλίο δεν είναι η ιστορία της ζωής του, αλλά μια προσέγγιση του αντίκτυπου της απουσίας του. Το πένθος είναι η μοίρα των ζωντανών. Ο θάνατος ζωή δεν διαθέτει. Μόνο η ζωή χωρά τον θάνατο. Γι' αυτό και είναι ανώτερή του, γι’ αυτό οι άνθρωποι υπομένουμε τα δεινά των αποχωρισμών, τις αλλαγές των εποχών και των συναισθημάτων. Πενθούν αποκλειστικά οι ζωντανοί. Αλλά, τι σημαίνει, τελικά, το να είσαι ζωντανός; Πού συμπυκνώνεται το απόσταγμα της ζωής που νικά τη φθορά και το τέλος;
(από το επίμετρο)