Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ηθοποιούς που πέρασαν ποτέ από το ελληνικό θέατρο. Γεννήθηκε το 1840 στη Ζάκυνθο. Η πρώτη του επαφή με την σκηνή του θεάτρου ήταν σε ερασιτεχνικό επίπεδο και ξεκίνησε από την παιδική του κιόλας ηλικία.
Το 1857 πήγε στην Κωνσταντινούπολη και την επόμενη χρονιά συνεργάστηκε με τον ηθοποιό Βασ. Ανδρονόπουλο στο καφενείο των Πουλιών. Ανέβασαν το έργο Σαούλ και υποδύθηκε τον γυναικείο ρόλο της Μελχιόρ. Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίστηκε με την Σοφία Πανά, την μετέπειτα σύζυγό του.
Πραγματοποίησε περιοδεία στην Ρουμανία με τον Ανδρονόπουλο ενώ το 1863 πάλι στην Κωνσταντινούπολη γνωρίζεται με τον Παντ. Σούτσα και την Πιπίνα Βονασέρα που περιόδευαν με το κλιμάκιο του Θεάτρου Μπούκουρα της Αθήνας και ανέβασαν μαζί έργα.
Την ίδια χρονιά θα συνεργαστεί στην Ζάκυνθο όπου γεννήθηκε με την Ιταλίδα ηθοποιό την Μαριέττα Σαλιόν ανεβάζοντας το έργο Μάρκος Μπότσαρης.
Για πρώτη φορά θα συγκροτήσει προσωπικό θίασο το 1864 και θα ανεβάσει στην Σμύρνη ενώ στη συνέχεια θα περάσει πολλές φορές από την πόλη αυτή.
Πρωταγωνίστρια στον θίασό του είναι η σύζυγός του, ηθοποιός Σοφία Πανά ενώ στο καλλιτεχνικό δυναμικό του θιάσου ανήκει και ο αδελφός του Σπυρίδων Ταβουλάρης.
Το 1865 θα πραγματοποιήσει εμφανίσεις στον Πειραιά ενώ το 1867, και ενώ έχει κερδίσει μια σημαντική θέση στην ελληνική σκηνή, θα κάνει το επόμενο μεγάλο του βήμα και θα ιδρύσει τον θίασο Αισχύλος σε συνεργασία με τους αξιόλογους συνάδελφους Παντ. Σούτσα και Δημοσθ. Αλεξιάδη.
Το 1869 είναι η χρονιά που θα ανεβάσει το σαιξπηρικό αριστούργημα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ Ιούλιος Καίσαρ και θα κρατήσει τον ρόλο του Αντόνιο, ενώ την επόμενη χρονιά, το 1870, εμφανίζεται με τον Παντελή Σούτσα στο έργο Μυλωνάδες –επρόκειτο για μια κωμωδία που εκείνο το διάστημα ήταν πολύ αγαπητή και ανέβαινε συχνά. Επίσης τον συναντάμε στη διανομή των έργων Γαμβρού πολιορκία και Προς το θεαθήναι. Συχνά πυκνά πραγματοποιούσε περιοδείες.
Το 1871 είναι η χρονιά που θα ανεβάσει στο θέατρο το έργο του Σπ. Περεσιάδη Γαλάτεια και από την επόμενη χρονιά θα αλλάξει τον τίτλο του θιάσου σε Μένανδρος. Με τον Μένανδρο θα ανεβάσει αξιόλογα έργα και θα καταθέσει ανεπανάληπτες ερμηνείες επί σκηνής. Πολλές φορές με τον θίασό του θα επισκεφτεί την Κωνσταντινούπολη και την Σμύρνη, που για εκείνη την εποχή ήταν δύο ισχυρές θεατρικές πόλεις.
Το 1877 θα συνεργαστεί με τον Δημοσθ. Αλεξιάδη στο έργο του Αλ. Δουμά Ηθοποιός Κην.
Στο θέατρο Απόλλων, το 1878, θα ανεβάσει το έργο Αι δύο ορφαναί, καθώς επίσης και τον Νέρωνα, σε μετάφραση δική του.
Το 1880 στο θέατρο Ορφεύς θα ανεβάσει το έργο του Αντ. Αντωνιάδη Κυρα-Φροσύνη. Το 1884 στον θίασό του υπάρχουν είκοσι εννέα ηθοποιοί.
Τη Φρόνιμη σύζυγο του Γκολντόνι θα παρουσιάσει το 1888 ενώ την επόμενη χρονιά, το 1889, θα ανεβάσει το γνωστό έργο Η τύχη της Μαρούλας του Δημητρίου Κορομηλά, στο θέατρο Ολύμπια.
Έχει ήδη ξεκινήσει η συνεργασία του με τον Ευάγγελο Παντόπουλο. Το 1892 θα ανεβάσει άλλο ένα έργο του Δημητρίου Κορομηλά, τον Αγαπητικό της βοσκοπούλας δείχνοντας εμπράκτως την αγάπη του και την στήριξή του στους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς.
Θα ακολουθήσει, το 1893, η Φαύστα του Βερναρδάκη στο θέατρο Ομονοίας όπου θα κρατήσει τον ρόλο του Μέγα Κωνσταντίνου.
Το 1901, στο θέατρο Τσόχα, θα παρουσιάσουν με τον Παντόπουλο το έργο Ο δικαστής ενώ την ίδια χρονιά θα λάβει μέρος στον θίασο του Γ. Σουρή στο έργο του Χειραφέτησις· οι παραστάσεις του έργου θα δοθούν στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών.
Το 1901 γίνεται η έναρξη του τότε Βασιλικού θεάτρου. Είναι ένα μεγάλο γεγονός για το ελληνικό θέατρο. Έτσι, θα απαγγείλει έναν μονόλογο από την Μαρία Στιούαρτ του Σίλλερ ενώ την επόμενη χρονιά, το 1902, θα εμφανιστεί στο Βασιλικό θέατρο στο έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ Όνειρο καλοκαιρινής νυχτός. Η σκηνοθεσία θα είναι του Θωμά Οικονόμου. Επίσης το όνομά του βρίσκεται και στη διανομή του έργου Εις αναζήτησιν ευτυχίας του Γ. Τσοκόπουλου. Επίσης, τον συναντάμε σε δύο έργα του Ερρίκου Ίψεν: σΤο σπίτι της κούκλας όπου υποδύθηκε τον Κρόγκσταντ και στα Στήριγματα της κοινωνίας όπου υποδύθηκε τον Βέρνικ.
Το 1904 σε συνεργασία πάλι με τον Παντόπουλο συμπρωταγωνιστούν στον Γύρο του κόσμου σε 80 ημέρες, θεατρική διασκευή επάνω στο κλασικό μυθιστόρημα του Ιούλιου Βερν.
Το έργο του Α. Γαλανού Ο θάνατος του Όθωνος θα ανέβει στο θέατρο Παντόπουλου το 1906 όπου θα υποδυθεί τον βασιλιά Όθωνα. Για ένα μικρό χρονικό διάστημα θα συνεργαστεί με την Νέα Σκηνή του Κ. Χρηστομάνου, ενώ το 1908 θα ανεβάσει το αριστούργημα του Σαίξπηρ Οθέλλος στο θέατρο Βαριεττέ της Κωνσταντινούπολης. Επίσης, στο ίδιο θέατρο, θα υποδυθεί τον Αστυνόμο στην Βαβυλωνία.
Ο Διονύσιος Ταβουλάρης είχε κάνει πολλές μεταφράσεις, είχε γράψει το θεατρικό έργο Αισχύλος και Σοφοκλής (που το είχε υποβάλει σε διαγωνισμό) όπως επίσης και άλλες συγγραφικές εργασίες.
Από τα παιδιά του μόνο η κόρη του Ελένη έγινε ηθοποιός.
Τιμήθηκε απο τον Ελευθέριο Βενιζέλο με παρασημοφόρηση ενώ ο ζωγράφος Γεώργιος Ροϊλός έκανε την προσωπογραφία του στην αίθουσα του Συμβουλίου του Σωματείου Ηθοποιών.
Το 1883 ο Διονύσιος Ταβουλάρης μαζί με τον Αλεξιάδη πραγματοποίησαν την πρώτη συνδικαλιστική κίνηση για τη δημιουργία του Συλλόγου Ελλήνων Ηθοποιών.
Ο Διονύσιος Ταβουλάρης έφυγε από τη ζωή το 1928.
Ο κορυφαίος ιστορικός θεάτρου Γιάννης Σιδέρης γράφει για τον Διονύσιο Ταβουλάρη: Σύγχρονα, σχεδόν εξορμούν και τρεις μελλοντικοί ηθοποιοί προς την Πόλη, ο ένας, ο Β. Ανδριανόπουλος από το Αίγιο, ο δεύτερος είναι ο σημαντικός Παντελής Σούτσας, τρίτος ο Διονύσιος Ταβουλάρης ξεκίνησε από το νησί του, από την Ζάκυνθο, για να γίνει πραγματικός ηθοποιός, αφήνοντας τους ερασιτέχνες της πατρίδας του, γιατί έμαθε πως είχε σχηματισθεί ένας θίασος κι έπαιζε στην Πόλη, όπως μόλις το υποδηλώσαμε κι αν η δουλειά εκείνη δεν ήταν όσο θετική θα το επιθυμούσε κανείς, ρίχνεται ωστόσο τότε ο σπόρος μιας ελληνικής θεατρικής δραστηριότητας με κατοπινές επιτυχίες πάρα πολύ σπουδαίες για όλο μας το Θέατρο.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από την εγκυκλοπαίδεια του Θεόδωρου Έξαρχου Έλληνες ηθοποιοί: Αναζητώντας τις ρίζες, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Δωδώνη. Τα λόγια του Γιάννη Σιδέρη ανήκουν στο βιβλίο του Ιστορία του νέου ελληνικού θεάτρου, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη, όπως επίσης και η φωτογραφία.