Τι έχουμε εδώ; Έχουμε ένα πρωτόλειο έργο από τον Ιωάννη Αντιώτη, ένα βιβλίο που αποτελείται από μία συλλογή αυτόνομων ιστοριών με κεντρικό άξονα την Σμύρνη των αρχών του προηγούμενου αιώνα και συγκεκριμένα την εποχή λίγο πριν την Καταστροφή του 1922. Το Σμύρνα μάνα είκοσι τεσσάρων, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άνω τελεία, αποτελείται από είκοσι τέσσερα διηγήματα ενώ όλα μαζί, εφόσον όλα διαδραματίζονται την ίδια εποχή και στον ίδιο τόπο, θα μπορούσαν να αποτελούν μέρη μιας μεγαλύτερης, ενιαίας ιστορίας. Κάτι σαν σπονδυλωτή ταινία που περιέχει διάφορες ιστορίες, φαινομενικά ξέχωρες κι αυτόνομες, όμως που συγκλίνουν τελικά κάπου.
Στον πρόλογο του ίδιου διαβάζουμε: Οδηγός μου η αγάπη. Αγάπη για τη ζωή, τον έρωτα, τον Θεό, την απόλαυση, τη θάλασσα. Και, να σας πω κάτι; Κάπως βγαίνει η αγάπη του αυτή, καταλαβαίνεις τη συγκίνηση και τον ανθρωποκεντρικό του χαρακτήρα. Κι όταν μετά, συνεχίζοντας, λέει: Ποια είναι όμως η ύψιστη έκφραση της αγάπης; Μα η αγάπη της μάνας!, ε, τότε καταλαβαίνεις/βλέπεις καλύτερα και τη μάνα ως σύμβολο, κυριολεκτικό και μεταφορικό.
Η συλλογή έχει ατμόσφαιρα Σμύρνης. Οι ήρωες είναι πρόσωπα που έζησαν εκεί, έχουν όντως τις συνήθειες, τις εργασίες, τον τρόπο ζωής της πόλης και της εποχής αυτής. Όσοι συγγενεύετε με Σμυρνιούς γνωρίζετε από τις αφηγήσεις τους την πιστότητα· οι άλλοι θα γνωρίσετε πτυχές του τόπου.
Η έμφαση που δίνεται στο φαγητό είναι άκρως δικαιολογημένη και θεμιτή καθώς όλοι οι Σμυρνιοί της εποχής, όπως αντίστοιχα και οι Πολίτες, έδιναν μεγάλη σημασία στο φαγητό, έστρωναν μεγάλα τραπέζια με διάφορα εδέσματα σε καθημερινή βάση και μάλιστα τρεις φορές: μία για το πρωινό, μία για το κυρίως γεύμα και μία το βράδυ. Το φαγητό είχε σημαίνοντα ρόλο στην καθημερινότητά τους, οι συνταγές τους δε, είναι πασίγνωστες ευρέως για τη νοστιμιά τους. Πολύ ορθά επέλεξε ο συγγραφέας να μας αναφέρει τις μαγειρικές και τα γλυκά της Σμύρνης· όλα αυτά τα στοιχεία συμβάλουν στο ανάγλυφο «αποτύπωμά» της.
Όμως το βιβλίο δεν γοητεύει μόνο για αυτά. Οι χαρακτήρες του έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, όπως και οι ιστορίες των κατοίκων της Σμύρνης, οι ιστορίες τους, ενώ αξίζει να αναφέρουμε πως προλαβαίνεις να τους συμπαθήσεις παρά την μικρή έκταση. Το ιστορικό, κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο σημειώνεται επαρκώς όπως και η ηθογραφία.
Τελικά, έχουμε μία συλλογή διηγημάτων που προσφέρουν εκπλήξεις κι απρόβλεπτα, άγγιγμα και συγκίνηση καθώς ο κύριος Αντιώτης γίνεται δημιουργικός έχοντας πολύ καλές ιδέες πλοκής και εξέλιξης. Μπορεί ο έρωτας, η αγάπη ή το σεξ να έχουν εξέχουσα θέση και να προσφέρονται ακόμα και τολμηρές σκηνές, όμως να περιμένετε μια γκάμα «υφών» στις αφηγήσεις, που φτάνουν ως την απόλυτη φρίκη.
Η πολυπολιτισμικότητα της πόλης και το άρωμά της, που σίγουρα περιέχει και τα πιο μυρωδικά μπαχάρια της, αντιδιαστέλονται με το δίπολο ζωή και θάνατος σε ένα αρτιότατο σύνολο, που δομείται μέσα από τη ματιά του συγγραφέα με νέο πνεύμα και –προς τιμήν του– δεν θυμίζει σε τίποτα άλλα ανάλογα αναγνώσματα.
Με άλλα λόγια θα περιγράφαμε το βιβλίο ως οι τελευταίες ημέρες πριν την Καταστροφή μέσα από τα μάτια των κατοίκων-ηρώων όπως τους οραματίστηκε ο συγγραφέας.
Αξιόλογο και πολύ ενδιαφέρον!