Γεώργιου Κονίδη
Οι άλλες μέρες, οι άλλες νύχτες, σώματα, πόνος, ηδονή, η πίκρα της ανθρώπινης γύμνιας, κομματιασμένη.
Πιο χαμηλά κι από τις πέτρες, στους σκονισμένους δρόμους, τόσες γοητείες, τόσα σύμβολα στο τελευταίο κουφάρι κάτω από τον ίσκιο του μεγάλου καραβιού.
Σκίστηκε η μνήμη.
Τα χέρια που μας άγγιξαν δεν μας ανήκουν.
Μόνο βαθύτερα, όταν σκοτεινιάσουν τα τριαντάφυλλα, ένας ρυθμός στον ίσκιο του βουνού... τριζόνια φωτίζουν τη σιωπή μας μέσα στη νύχτα γυρεύοντας τον ύπνο του πελάγου, τον σιωπηλό ήχο του έρωτα, της χαμένης αμαρτίας.
Το χέρι που κράτησε το χαρτί.
Το χέρι που κράτησε την πένα.
Το χέρι που απλώθηκε στον άνεμο.
Όλα την φοβίζουν, όλα την αγγίζουν, ακόμα και η σιωπή της.
Από τα πεύκα μία κίνηση τρέχει προς τη θάλασσα, παίζει με την ταπεινή πνοή του αγέρα και την αναχαιτίζουν οι ηλιαχτίδες που σβήνουν στην σκιά της.
Άνοιξα την καρδιά μου και ανασαίνω.
Άνοιξα την καρδιά μου, γεμάτη εικόνες που έσβηναν κιόλας πριν ζήσουν.
Κοίταξα το φεγγάρι, βαμμένο όλο στο αίμα, στο αίμα μας.
Και σαν έκλεισα τα μάτια μου δεν υπήρχε πάρα μόνο μια βαθύτερη επιθυμία να κρατηθώ μέσα στη φυγή.
Copyright © Γεώργιος Κονίδης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε ψηφιακό έργο του Julien Pacaud (Looking for Life)