Η νουβέλα της Ελένης Αποστολάτου Dead Roses αφορά πρωτόφαντο έργο της και δημοσιεύεται περιοδικά από τις 13 Ιανουαρίου 2023 δύο φορές την εβδομάδα και συγκεκριμένα κάθε Σάββατο και Κυριακή. Ακολουθεί το δέκατο όγδοο μέρος. Περίληψη:
Τα Χριστούγεννα του 2023 πλησιάζουν δίνοντάς μου την ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα.Ποτέ δεν ήμουν αισιόδοξη, αλλά με τον ερχομό του νέου έτους σκοπεύω να ανακαλύψω όσα με βυθίζουν στην απελπισία, ακόμα κι αυτά που είναι καλά θαμμένα στο πίσω μέρος του μυαλού μου.Η καριέρα μου μόλις έφτασε στο τέλος της και μαζί της τελείωσε κι η ζωή μου όπως την ήξερα. Εδώ και λίγα χρόνια δεν έχω ούτε φίλους ούτε προσωπική ζωή, οπότε το μόνο που μου απέμεινε είναι ο εαυτός μου, η Ρόουζ, που ήρθε σε αυτόν τον κόσμο για να δώσει χαρά στους γονείς της. Η μητέρα μου αγαπούσε τα ρόδα και μου χάρισε το όνομά τους για να μου δείξει το πόσο λάτρευε κι εμένα, κι ας με γέμισε με τις δικές της άχρηστες πεποιθήσεις. Εγώ από την άλλη ταυτίζω το όνομά μου με το πένθος· με κάθε φωτιά που κατέκαψε την αγνότητα και τη φρεσκάδα μου. Με κάθε τέρας που συνάντησα σε αυτό το επίγειο ταξίδι και του επέτρεψα να μου κόψει τα φτερά.Αυτή τη στιγμή, όμως, είμαι αποφασισμένη να βρω το δικό μου νόημα ύπαρξης και να αλλάξω όσα δεν μου αρέσουν σ' εμένα. Είμαι η Ρόουζ και επιστρέφω στο παρελθόν και στο πατρικό μου, για να αναγεννηθώ από τις στάχτες μου. Άλλωστε, αυτό δεν είναι το νόημα κάθε νέας αρχής;
Ο μύθος
Μια βαθιά κι αργόσυρτη εισπνοή έρχεται και με καθησυχάζει. Έχω τη δύναμη να επιβληθώ στο πείσμα μου, να προλάβω την τρικυμία που είναι έτοιμη να ξεχυθεί από τις ίριδές της και να με πνίξει. Προτιμώ να της διαβάσω τον μύθο, να αλλάξω την οπτική μου γωνία και να τα δω όλα από τη δική της σκοπιά παρά να τη χάσω.
«Θα το κάνω εγώ», της λέω και συνεχίζω την ανάγνωση.
Βαδίζοντας αρκετά χιλιόμετρα μες στο δάσος και ερχόμενος αντιμέτωπος με λύκους, κυριολεκτικά και μεταφορικά, σταμάτησε στη μέση του πουθενά και κοίταξε ολόγυρά του όντας πεπεισμένος πως είχε χαθεί. Τα λεπτά κύλησαν πιο γρήγορα από ποτέ και ο ήλιος ως δια μαγείας χάθηκε. Το καλό της υπόθεσης ήταν ότι εκείνα τα Χριστούγεννα δεν είχε πέσει ούτε μία νιφάδα χιονιού. Ο Στιβ έβλεπε μπροστά του μερικά φώτα να αναβοσβήνουν στον ορίζοντα και πίσω του το χάος. Τα μάτια του μάλλον τον γελούσαν, καθώς καλύπτονταν από ένα σκοτεινό, αδιαπέραστο πέπλο, παρότι είχε βγάλει τον φακό από το σακίδιό του και φώτιζε την περιοχή. Τότε μια γλυκιά μελωδία και το άρωμα του καμένου ξύλου τον έκαναν να στρέψει το βλέμμα στ' αριστερά του, για να ανακαλύψει την ύπαρξη ενός σπιτιού με μεγάλη καμινάδα, που γέμιζε την ατμόσφαιρα καπνό.«Έλα σ' εμένα…» άκουσε μια φωνή μες στο κεφάλι του να τον καλεί και κίνησε κατά κει.Προφανώς η μάγισσα είχε διαισθανθεί τον ερχομό του και τον περίμενε. Δεν του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η ξαφνική εμφάνιση του σπιτιού, μιας και είχε μάθει πως η μάγισσα προστατευόταν με πολλούς και αδιανόητους για το κοινό μυαλό τρόπους.Έσπρωξε τη βαριά πόρτα και το πρώτο που είδε ήταν ένα στρογγυλό τραπέζι στη μέση του σαλονιού. Μετά είδε τη φωτιά να σιγοκαίει στο τζάκι και τέλος τη μάγισσα να κάνει την εμφάνισή της σε μία από τις καρέκλες, κοιτώντας τον από κάτω προς τα πάνω.«Σε έχει φάει το άγχος», του είπε. «Εδώ και πολύ καιρό. Προτού κάνουν την εμφάνισή τους οι σκεπτομορφές σου. Εσύ τους έδωσες την ενέργεια που χρειάζονταν για να εμφανιστούν μπροστά σου ακόμα πιο πεινασμένες».«Οι ποιες;» ψέλλισε ο Στιβ κλείνοντας την πόρτα πίσω του.«Ο Θεός σάς έχει δώσει την ικανότητα να βλέπετε μόνο ό,τι βρίσκεται στον υλικό κόσμο. Όμως υπάρχουν κι άλλοι κόσμοι πέρα από αυτόν. Αυτός της νόησης, για παράδειγμα», του απάντησε καθώς εκείνος την πλησίασε και κάθισε απέναντί της κλείνοντας τον φακό του. «Να σου προσφέρω κάτι να πιεις».Αυτό θα μπορούσε να είναι παγίδα. Όχι, δε θα έβαζε τίποτα στο στόμα του, ούτε καν μερικές σταγόνες νερό, όσο κι αν διψούσε.«Τι σε κάνει να απαντάς στις ερωτήσεις μου χωρίς να τις έχω ξεστομίσει;» συνοφρυώθηκε.«Σου άνοιξα την πόρτα μου. Δε σου είναι αρκετή αυτή η απάντηση;»«Πώς έμαθες για εμένα;»«Ξέρω τα πάντα για όλους σας. Ζω κοντά σας, κι ας μ' έχετε εξορίσει».«Εμείς;»«Οι πρόγονοί σας, πριν διακόσια περίπου χρόνια. Αλλά δεν έχει σημασία. Οι δικές τους αμαρτίες θα σας κυνηγάνε μέχρι να αποδοθεί δικαιοσύνη».Αυτή η απάντηση τον προβλημάτισε περισσότερο και από τα οράματά του.«Τι σημαίνει αυτό;»«Κάποτε, ένας από τους ιδρυτές του τόπου μας με βρήκε και μου ζήτησε να δώσω σε εκείνον και στα υπόλοιπα ιδρυτικά μέλη τη δύναμη να βλέπουν τους δαίμονές τους. Σε αντάλλαγμα θα μου επέτρεπε να κυκλοφορώ ανάμεσά τους. Κι εγώ τον εμπιστεύτηκα. Ήταν λάθος μου που δεν έκανα χρήση της μαγείας μου για να βεβαιωθώ αν οι προθέσεις του ήταν αγνές, αλλά θέλησα κι εγώ για μία φορά να ζήσω σαν φυσιολογικός άνθρωπος. Λοιπόν, τον άκουσα και πραγματοποίησα την επιθυμία του. Άβυσσος η ψυχή μιας μάγισσας που την έχουν ποτίσει με το μίσος τους οι αδαείς!»Τα μάτια της είχαν το χρώμα της τ' ουρανού, τα χείλη της το σχήμα καρδιάς, όπως και το πρόσωπό της, και τα ασημένια της μαλλιά τα κύματα της θάλασσας. Το κορμί της ήταν γεμάτο καμπύλες και το μαύρο της φόρεμα φουσκωτό και στολισμένο με πολύχρωμα πετράδια. Ήταν τουλάχιστον τριακοσίων χρονών αλλά δεν έμοιαζε πάνω από είκοσι.«Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς λέγοντας ότι αυτός ο άντρας ήθελε να βλέπει τους δαίμονές του», παραδέχτηκε ο Στιβ.«Οι δαίμονές μας είναι τόσο οι σκέψεις μας όσο και τα συναισθήματά μας, καθώς αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα. Έχουμε την ικανότητα να γεννάμε είτε σκέψεις είτε συναισθήματα είτε και τα δύο μαζί, που παίρνουν σάρκα και οστά στην πάροδο του χρόνου. Σκέψου επίμονα και για πολύ καιρό ότι ποθείς να σκοτώσεις τα παιδιά σου και θα γεννήσεις τον δολοφόνο τους. Νιώσε το εις βάθος και θα έχεις το ίδιο αποτέλεσμα. Τα ιδρυτικά μέλη της περιοχής μας γνώριζαν για αυτήν τους την ικανότητα, καθώς προέρχονταν από μία κέλτικη φυλή που κατείχε όλες τις γνώσεις για το ορατό και το αόρατο σύμπαν μας. Εγώ, λοιπόν, δέχτηκα την πρότασή του και τους μεταλαμπάδευσα την ικανότητά μου να βλέπω τις σκέψεις. Έτσι εκείνος θα έσωζε τον εαυτό του από τις αρνητικές σκεπτομορφές του, ερχόμενος κυριολεκτικά αντιμέτωπος μαζί τους, κι εγώ θα κέρδιζα μια φυσιολογική ζωή στην κοινωνία τους».»Όμως αυτός ο άντρας ήταν τυφλωμένος από το εγώ και τον ναρκισσισμό του. Αφού πήρε αυτό που ονειρευόταν, αντί να μου δώσει σπίτι και δουλειά όπως μου είχε υποσχεθεί, σχεδίασε να με δολοφονήσει. Πόσο αστείο είναι αυτό, ε;»Όταν μπήκα στο σπίτι, που υποτίθεται πως αγόρασε για εμένα, με περίμενε πίσω από την πόρτα οπλίζοντας την καραμπίνα του. Λες και ήμουν λαγός. Τότε τον σκότωσα με το όπλο που του είχα δωρίσει. Έστρεψα όλες τις πεινασμένες σκεπτομορφές του εναντίον του, χαμογελώντας από ικανοποίηση που μπορούσε να τις βλέπει να τον κατασπαράζουν. Πολλές φορές αυτό που νομίζεις πως είναι το μεγαλύτερο δώρο σου είναι η μεγαλύτερή σου κατάρα».«Μα ούτως ή αλλιώς δεν θα τον κατασπάραζαν;»«Οι σκεπτομορφές σου είναι δικά σου γεννήματα που ζουν στον μη ορατό κόσμο του υποσυνειδήτου σου, σε μια παράλληλη πραγματικότητα, και τρέφονται από τις σκέψεις και τα συναισθήματά σου. Χωρίς εσένα αναγκάζονται να βρουν κάποια άλλη πηγή τροφής αλλά καμία από αυτές δεν θα τις ταΐσει τόσο καλά όσο εσύ, γι' αυτό και σπάνια θα σου κάνουν επίθεση».«Και γιατί προηγουμένως είπες ότι θα τιμωρηθούμε εμείς για τις αμαρτίες των προγόνων μας;»Η μάγισσα τον κοίταξε με μισό μάτι κι άναψε το πούρο που είχε στο πήλινο σταχτοδοχείο δίπλα της. «Πόσο δύσκολο είναι να καταλάβεις πως ορισμένα από τα παιδιά των ιδρυτών κληρονόμησαν αυτές τις δυνάμεις; Ενώ οι απλοί άνθρωποι ζουν στην άγνοια και απλώς τους πιάνει πονοκέφαλος ή ακόμα και έμφραγμα εξαιτίας των σκέψεων και των συναισθημάτων τους –ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν–, μερικοί από τους απογόνους των ιδρυτών είναι υποχρεωμένοι να έρθουν αντιμέτωποι με το χάρισμά τους, ειδικά όταν πνίγονται από τα άγχη, τους φόβους και γενικότερα από τις αδυναμίες και τα πάθη τους. Κι εσένα, φίλε μου, σε έφαγε το άγχος σου μην τυχόν και χάσεις τη θέση του δημάρχου».Ο Στιβ έμεινε να την κοιτά με τα μάτια του να βουρκώνουν, ευχόμενος να μπορούσε να αντιμετωπίσει ευθέως τον ίδιο του τον εαυτό. Όμως δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο από αυτό. Η μάγισσα ψέλλισε μερικές ακατανόητες για τον επισκέπτη της λέξεις και άνοιξε μπροστά στο πρόσωπό του την παλάμη της, φανερώνοντας ένα χρυσό σπαθί.«Αυτή είναι η λεπίδα της απελευθέρωσης. Όταν η ελπίδα σου να βγεις νικητής θα έχει πια πεθάνει όπως κι εσύ, που έχεις ήδη κυριευτεί από τη σκεπτομορφή του άγχους σου, ένα αγαπημένο σου πρόσωπο θα πρέπει να την μπήξει στην καρδιά σου. Μόνο έτσι θα δεις ξανά το φως σου, τον αληθινό σου εαυτό. Εντούτοις, δεν ξέρω τι θα σου ζητήσει για αντάλλαγμα».Τα καστανά του μάτια έλαμψαν τόσο πολύ, που έμοιαζαν να παίρνουν το χρώμα του σπαθιού. «Άρα υπάρχει λύση!» ψιθύρισε, σε μία προσπάθεια να κρύψει τον ενθουσιασμό του.«Κι αν το αντάλλαγμα που θα σου ζητήσει η λεπίδα είναι βαρύ;» τον ρώτησε η υπεραιωνόβια γυναίκα δίχως να πάρει απάντηση. «Αυτό το σπαθί είναι ένα από τα δημιουργήματά μου και το χρησιμοποίησα μόνο μία φορά για να σώσω έναν άτυχο άντρα, την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 1814, πριν από σχεδόν τριάντα χρόνια. Αλλά αυτό που συνέβη ήταν τόσο φρικτό, που δε θα το ξεχάσω ποτέ, αφού την ίδια ακριβώς στιγμή ένα από τα παιδιά του απεβίωσε. Από την άλλη είσαι τυχερός, καθώς αυτός ο άντρας σώθηκε και αυτή μου η πράξη άνοιξε ένα χρονικό περιθώριο τριάντα ετών μέχρι την επόμενη νυχτιά που θα μπορέσει να το αξιοποιήσει κάποιος. Όποιον κι αν βάλεις να σε λαβώσει, θα πρέπει να το κάνει τη σωστή χρονική στιγμή. Σε έξι ημέρες. Όταν το φεγγάρι της λύτρωσης στολίσει τον ουρανό. Ένα φαινόμενο που για πρώτη φορά έκανε την εμφάνισή του εξαιτίας μου και που σε λίγα εικοσιτετράωρα θα την κάνει ξανά για δεύτερη φορά».Ο Στιβ τής συμπεριφέρθηκε με μεγάλη αχαριστία. Πήρε το σπαθί και το έβαλε στα πόδια, φοβούμενος ότι η μάγισσα θα άλλαζε γνώμη και θα το έπαιρνε πίσω στα δικά της χέρια. Επίσης, αγνόησε τη συμβουλή της και το μόνο που φύλαξε από όσα του είπε η μάγισσα ήταν ότι έπρεπε να τον λαβώσουν με το σπαθί την παραμονή της πρωτοχρονιάς, τη στιγμή που θα φανεί το φεγγάρι.Οι επόμενες ημέρες κύλησαν γρήγορα μέχρι το πολυπόθητο βράδυ, αφού η ευτυχία τον είχε τυλίξει για τα καλά στα δίχτυα της. Έτσι, ο Στιβ και η ενημερωμένη για όλα σύζυγός του, έβαλαν τα παιδιά τους για ύπνο και τα λόγια της μάγισσας σε εφαρμογή. Η σύζυγός του έσφιξε τη λαβή του σπαθιού στη χούφτα της και κάρφωσε την καλά ακονισμένη λεπίδα στην καρδιά του, διαπερνώντας τον θώρακά του. Για μια στιγμή πίστεψε πως τον είχε σκοτώσει αλλά γρήγορα διαπίστωσε ότι, παρότι είχε χάσει τις αισθήσεις του, το στήθος του ήταν ανέγγιχτο και ανεβοκατέβαινε πιο ζωηρά από ποτέ.Όταν ο Στιβ άνοιξε τα μάτια, μία ώρα αργότερα και ενώ ο νέος χρόνος είχε πάρει τη θέση του παλιού, αντίκρισε με δέος το άψυχο σώμα της γυναίκας του. Κειτόταν δίπλα του ματώνοντας από μία βαθιά πληγή στο σημείο της καρδιάς. Εκείνος ελευθερώθηκε από το στοιχειό του, όμως, εκείνη χάθηκε για πάντα.Αυτά τα χειρόγραφα τα διάβασα μία ημέρα προτού οι πύλες της φυλακής ανοίξουν για να διαβώ την έξοδό τους. Φυλακίστηκα μόνο για έναν χρόνο επειδή δεν είχα διαπράξει κανένα σοβαρό έγκλημα και επειδή οι γονείς σου δεν δήλωσαν ποτέ την εξαφάνισή σου. Η μόνη απόδειξη του σφάλματός μου ήταν η ομολογία μου και η μαρτυρία της Σίλιας, που επέμενε ότι εκείνο το βράδυ με είχε δει από το αυτοκίνητό της να σου μιλάω και να το βάζω στα πόδια.Από τότε σε παρακολουθώ πού και πού και ξέρω πόσα έχεις περάσει. Ίσως να ξέρω και περισσότερα από όσα ξέρεις εσύ για εσένα, μιας και η σκιά που τότε έστεκε πίσω σου σε έχει στοιχειώσει. Γι' αυτό δε χώριζες τον άντρα που για χρόνια σε αγνοούσε, γι' αυτό τους τελευταίους τέσσερις μήνες είσαι ολομόναχη, γι' αυτό επέστρεψες στο Χάρισον, γιατί δεν πιστεύεις στον εαυτό σου. Δεν πιστεύεις ότι αγαπιέσαι, ότι αξίζεις να έχεις φίλους, ότι αξίζεις να γευτείς τον έρωτα. Όμως μη φοβάσαι για τίποτα πια. Η αμέσως επόμενη επίσκεψη που δέχτηκε η μάγισσα, για τον ίδιο λόγο που την είχε πλησιάσει και ο Στιβ, ήταν το 2014 και ήταν η δική μου. Εγώ έχω το σπαθί αλλά και τη δύναμη να σε ελευθερώσω, όπως κι εσύ ελευθέρωσες εμένα όταν ήσουν ακόμη παιδί. Ένας νέος κύκλος τριάντα χρόνων ανοίγει με τον ερχομό του 2024, κι εγώ είμαι διατεθειμένος να σε καρφώσω στο στήθος.Έχω αγνά συναισθήματα για εσένα και θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να σε βοηθήσω, σε αντίθεση με τη Σίλια ή όποιον άλλον καυχιέται πως σε νοιάζεται περισσότερο από εμένα.Με αγάπη,Άνταμ
«Αυτό πάει πολύ, Ρόουζ!» της λέω τσαλακώνοντας το χαρτί μες στην παλάμη μου, όμως, εκείνη έχει καθίσει στο έδαφος και κλαίει βουβά. Όλα δείχνουν πως τον πιστεύει και πως όσα της έχει γράψει μιλούν στην καρδιά της. Αυτό κι αν είναι τρέλα. Και δυστυχώς, αργά ή γρήγορα, θα αποτρελαθώ κι εγώ μαζί της.
Copyright © Ελένη Αποστολάτου All rights reserved, 2023
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Η εικόνα εξωφύλλου έχει δημιουργηθεί με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης από τη συγγραφέα για τις ανάγκες της νουβέλας Dead Roses, που δημοσιεύτηκε στο koukidaki.gr σε μέρη, ξεκινώντας από το Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2024 και κάθε Σάββατο και Κυριακή.