Βράδυ Παρασκευής και ο κόσμος συνέρρεε σε μια από τις ωραιότερες αίθουσες θεάτρου που έχω βρεθεί στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή την παράσταση Οι κωμικοί. (Πραγματικά, η Σκηνή Σωκράτης Καραντινός του θεάτρου Μονής Λαζαριστών μού θύμισε όπερα!) Πόλος έλξης στάθηκε φυσικά τόσο το περιεχόμενό της –αφορά τους πρώτους κωμικούς του βωβού κινηματογράφου στην Ελλάδα– όσο και η πλειάδα των ηθοποιών που απαρτίζουν τον θίασο.
Πρόκειται για ένα σχεδόν τρίωρο έργο στο οποίο μάλιστα συμπεριλαμβανόταν και διάλλειμα στο μέσον της παράστασης. Αριστερά της σκηνής, υπήρχε μια ολόκληρη ορχήστρα, τα μέλη της οποίας ήταν όλοι τους ντυμένοι στο πνεύμα της παράστασης.
Το κείμενο υπογράφουν οι Δημήτρης Πιατάς και Σάκης Σερέφας. Με τον πρώτο να αναλαμβάνει τόσο την σκηνοθεσία, αλλά και τη συμμετοχή του ως ηθοποιός. Στις εκπλήξεις μάλιστα της βραδιάς συμπεριλαμβανόταν και η ξεχωριστή συμμετοχή του Λάκη Λαζόπουλου.
Μετά το τρίτο κουδούνι, η ιστορία μας ξεκίνησε προβάλλοντας με κινηματογραφικό τρόπο μια εισαγωγή που μας μετέφερε στην Αθήνα του 1920. Εκεί, όπου μια μεγάλη ομάδα ηθοποιών της εποχής, θρηνούν τον χαμό ενός συναδέλφου τους. Του Μιχαήλ Μιχαήλ, ο οποίος υποτίθεται πως πέθανε, μα όμως παρευρίσκεται κρυφά στην ίδια του την κηδεία. Γι' αυτό άλλωστε το φέρετρό του είναι κενό, καθώς η σωρός του αγνοείται. Οι παρευρισκόμενοι σπεύδουν κι αποτίνουν φόρο τιμής στον ομότεχνό τους. Έτσι, περνούν κατά σειρά λέγοντας λίγα λόγια τόσο για την προσωπικότητα του ατόμου που θεωρούν νεκρό, όσο και για τον εαυτό τους.
Παράλληλα, πάνω στη σκηνή υπάρχει και ένας κινηματογραφιστής που στοχεύει με την κάμερά του πάνω στον Μιχαήλ, αποτυπώνοντας ζωντανά τις αντιδράσεις του σε όσα ακούει. Αυτές οι εικόνες μεταφέρονται άμεσα στο κοινό, μιας και προβάλλονται συγχρόνως πίσω απ' το σημείο που υπάρχει στημένη όρθια η κενή του κάσα.
Η παράσταση παίρνει γρήγορα τη μορφή μιούζικαλ συμπεριλαμβάνοντας ανά τακτά διαστήματα στους διαλόγους, σημαντικά διαστήματα με τραγούδια και χορό.
Στη ροή της ιστορίας, παρακολουθούμε την κρίση που περνούν οι ηθοποιοί του θεάτρου κατά τη διάρκεια του πολέμου, καθώς και στην γερμανική Κατοχή. Βρισκόμενοι αντιμέτωποι με την πείνα και όλες τις συμφορές που κουβαλούν αυτά τα γεγονότα. Εκεί, όπου ο κυρίαρχος σκοπός παρέμενε ο αγώνας για επιβίωση, βάζοντας βεβαίως σε τελευταία μοίρα τις παραστάσεις και την ψυχαγωγία. Κι έπειτα, η λύση που επιλέγουν για την επιβίωσή τους, είναι η συμμετοχή τους στις πρώτες κινηματογραφικές ταινίες του βωβού κινηματογράφου στην Ελλάδα.
Όσο εξελίσσεται η πλοκή στα βήματα της ελληνικής ιστορίας, συγχρόνως γινόμαστε κοινωνοί της ζωής, των πεπραγμένων και του θανάτου του Έλληνα «Σαρλώ». Του Μιχαήλ Μιχαήλ, που υπήρξε ένας κωμικός ο οποίος εκ των πραγμάτων δεν κατάφερε να σβήσει τη μνήμη του ο χρόνος.
Σχετικά με τη πλοκή της ιστορίας και τις ερμηνείες των ηθοποιών, τις χορογραφίες και τα τραγούδια όπως και την συμμετοχή της ορχήστρας, όλα τους ήταν συνυφασμένα στο πνεύμα εκείνης της εποχής. Με όσα έχουμε όλοι λίγο πολύ παρακολουθήσει σχετικά με τον βωβό κινηματογράφο, ωθώντας παράλληλα κάποιους από εμάς ν' αναζητήσουμε έπειτα περισσότερα στοιχεία για τα αληθινά πρόσωπα που μας παρουσιάστηκαν στην παράσταση.
Στα καινοτόμα στοιχεία του έργου, θα ανέφερα τα εξής:
Αρχικά, την ζωντανή κινηματογράφηση επί σκηνής, εστιάζοντας κυρίως στις εκφράσεις των ηθοποιών κι αναδεικνύοντας έτσι δυναμικά και με ιδιαίτερη έμφαση τις αντιδράσεις τους. Όπως ακριβώς δηλαδή συνέβαινε και στον βωβό κινηματογράφο.
Το επόμενο αφορά την προβολή κάποιων μαγνητοσκοπημένων στιγμιότυπων, τα οποία και βοηθούσαν καταλυτικά στη σύνδεση και ροή της ιστορίας. Σ' αυτά συμπεριλαμβάνονταν μάλιστα και μέρος μιας αυθεντικής ταινίας του βωβού σινεμά.
Εν κατακλείδι, προτείνω την παράσταση κυρίως στους λάτρεις της ιστορίας του θεάτρου και του κινηματογράφου, που ενδιαφέρονται και θέλουν να ρίξουν πραγματικά φως σε μια ως τώρα άγνωστη, στο ευρύ κοινό, περίοδο. Κι όλο αυτό, μέσ' από ένα μιούζικαλ επί σκηνής, διανθισμένο με πάμπολλα πολύτιμα στοιχεία για τους ανθρώπους που γέννησαν το σινεμά στην Ελλάδα.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου