Ο Προμηθέας δημιούργησε τους πρώτους ανθρώπους από πηλό και τους έδωσε τη φωτιά. Η αιώνια επιδίωξή του ήταν η πρόοδος και ευημερία των δημιουργημάτων του αψηφώντας ακόμα και τις απειλές του ίδιου του Δία. Έχοντας αυτό σαν βάση, ο Χρήστος Λιακόπουλος γράφει, σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί σε μία παράσταση πολυεπίπεδη, διαχρονική και συγκλονιστική με βαθιά νοήματα. Παρακολουθούμε με κομμένη την ανάσα, μέσω ενός μονόλογου αλλά τελικά διάλογου με το μέσα μας, την αγωνιώδη προσπάθεια του ήρωα να κρατήσει άγρυπνη την ανθρωπιά μέσα του, να αγωνιστεί για το γενικό καλό και να ανατρέψει την ίδια του τη μοίρα.
Όσο ο Δίας τιμωρεί τους ανθρώπους αφανίζοντάς τους τόσο ο Προμηθέας προσπαθεί να δημιουργήσει άλλους με αγάπη, στοργή και συνεχές ενδιαφέρον για αυτούς. Ύβρις όμως, που δεν γίνεται αποδεκτή από τον Δία ακόμα και αν πρόκειται για έναν Τιτάνα που στο παρελθόν είχε ταχθεί με τους ολύμπιους θεούς και όχι τους ομοίους του στον μεταξύ τους πόλεμο. Οι δυνατοί μάς θέλουν μόνιμα υποταγμένους, άβουλους και φοβισμένους. Μέσω του φόβου, που παραλύει, και των υποτακτικών-μαντατοφόρων τους θα στείλουν ηχηρό μήνυμα για να καταστείλουν κάθε κίνηση ή ακόμα και υποψία αντίστασης. Ο Προμηθέας από τη μία έχει τον εύκολο δρόμο της υποταγής και της εύνοιας του Μεγάλου και από την άλλη τον δύσκολο, επίπονο και μοναχικό δρόμο της αντίστασης. Θα επιλέξει το δύσκολο μονοπάτι να διαβεί, να αγωνιστεί για τους ανθρώπους αλλά και για τον εαυτό του, να διατηρήσει τον αυτοσεβασμό και τα ιδανικά του.
Ο Λιακόπουλος δίνει τον δικό του δύσκολο αγώνα να αναπαραστήσει αυτόν τον αγώνα. Ερμηνεύει συγκλονιστικά, πονάει, υποφέρει, φωνάζει όντας πλέον εσταυρωμένος στον βράχο, ποτέ όμως νικημένος. Μας κάνει συμμέτοχους σε αυτόν του τον αγώνα. Βλέπουμε τον ιδρώτα, τις πληγές του, βιώνουμε και εμείς πόνο, θέλουμε να βοηθήσουμε αλλά δεν μπορούμε. Αυτός ψάχνει μέσω ονείρων να κρατηθεί όρθιος. Φτιάχνει νέους ανθρώπους στη φαντασία του, συνομιλεί με τη μάνα του. Είναι αυτός που της δίνει δύναμη και όχι εκείνη σε αυτόν, σε βαθμό που να αναρωτιέται και η ίδια: «πώς δημιούργησα εγώ τέτοιον Τιτάνα και αγωνιστή;». Ταυτόχρονα ξαποστέλνει «μαντατοφόρους» που σουλατσάρουν κάτω από το εσταυρωμένο σώμα του, εξαπολύοντας λεκτικές επιθέσεις πρωτόγνωρης βαρβαρότητας προς το κατεστημένο και τους θιασώτες του. Όλοι περιμένουν να λυγίσει. Αυτός βάζει συνεχώς «ξυπνητήρια» συνείδησης μέσα του για να διατηρήσει την ταυτότητα, την αξιοπρέπειά του.
Ο Λιακόπουλος προσεγγίζει όλον αυτόν τον αγώνα γράφοντας λυρικά, με σημαίνοντες συμβολισμούς, αναμιγνύοντας ιδανικά τις χριστιανικές αξίες, που επίσης πρεσβεύουν την αγάπη, την ελευθερία και το Καλό όλων. Υποκριτικά δε, δίνει ρεσιτάλ μένοντας προσηλωμένος στο «τραχύ» και εξαιρετικό κείμενό του χωρίς να ξεφεύγει από αυτό με φανφαρώδεις κραυγές και θεατράλ τερτίπια. Σφίγγει τους μυς όλου του κορμιού του να μείνει με τα χέρια εσταυρωμένα για ώρα, προσέχει τις ανάσες του να μην του στερήσουν τη δύναμη του λόγου του εκεί που πρέπει, χαμηλώνει τη φωνή του στα νοήματα και την υψώνει όταν φωνάζει για αγώνα, για ελευθερία. Ευθυτενής, προσηλωμένος στον ρόλο, κοιτώντας πάντα μπροστά, ερμηνεύει λες και είναι σε «διατεταγμένη υπηρεσία», σαν να μην υπάρχει η έννοια του χώρου και του χρόνου για αυτόν, γιατί έχει μία «δουλειά» να φέρει εις πέρας. Ο ήρωάς του θα δείξει τρομακτική αποφασιστικότητα να σπάσει κάθε έννοια δεσμών και αλυσίδων, να αναγεννηθεί από τα σπλάχνα του και τελικά να δείξει ότι όλα είναι στο μυαλό. Θα βγάλει μόνος του τα καρφιά από το σώμα του, θα απελευθερωθεί δείχνοντας πως ο αγώνας ξεκινά πρώτα από τον εαυτό μας.
Όπως έλεγε και ο Καζαντζάκης:«Ν' αγαπάς την ευθύνηνα λες εγώ, εγώ μονάχος μουθα σώσω τον κόσμο.Αν χαθεί, εγώ θα φταίω.».
Ο Λιακόπουλος από την πλευρά του θα περάσει σε όλους μας αυτό το μήνυμα, θα μας τσιγκλήσει, θα μας αφυπνίσει. Θα φύγουμε προβληματισμένοι και συνάμα γεμάτοι από την παράστασή του. Πριν γίνει αυτό, αυτός θα υποκλιθεί μπροστά μας και εμείς σε αυτόν.
Τόλης Αναγνωστόπουλος
Συγγραφέας
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου