Ανατολής Πασχαλίδου
Πήγε να φέρει λίγα προσανάμματα για τη σόμπα. Είχε στον νου της να προλάβει να ταΐσει τα ζώα πριν βραδιάσει τελείως, γιατί αύριο ανήμερα, είχε άλλα να κάνει. Θα τα έδινε από μια λιχουδιά που αγαπάει το καθένα. Καρότα στα κουνέλια, κουλούρια άζυμα στις αγελάδες, μανιτάρια στα γουρούνια και φρέσκια στελλάρια που είχε βγει στην αυλή, στις κότες και τα πρόβατα. Ο γάτος είχε την τιμητική του. Θα τον κερνούσε μεζέ από τη γέμιση της κότας. Ο σκύλος είχε πάρει ήδη το δώρο του. Ένα ξερό κομμάτι δέρμα.
Για το τέλος άφησε να ταΐσει το προζύμι της. Το ανάπιασμα του προζυμιού της, με σεβασμό και ευλάβεια, ήταν κάθε φορά το δικό της τελετουργικό. Ήταν το προσκύνημά της στα χέρια των γυναικών της προγονικής της γραμμής. Χέρια σμιλεμένα από δουλειά σπιτιού, χωραφιού, χέρια που είχαν το σχήμα της φροντίδας. Όλα είχαν αφήσει το αποτύπωμά τους μέσα στο προζύμι αυτό. Ίχνη από την ψυχή της κάθε γυναίκας που το φρόντισε κοντά αιώνα τώρα. Ίχνη από χώμα που κρυβόταν στις μικρές σχισμές των χεριών τους, χώμα πατρίδας, χώμα ιερό. Ίχνη από δάκρυα, χαρά, κούραση, καθήκον, όλα γραμμένα πάνω στο προζύμι της. Η γιαγιά της, η Σταυρούλα, κοπέλα τότε, το έφερε μαζί της στον ξεριζωμό από τον Πόντο. Το είχε πασαλείψει σε ένα κεντητό μαντηλάκι, το τύλιξε και το παράχωσε στον κόρφο της. Στάθηκε τυχερή και αυτή και το προζύμι της και σαν έφτασε σε ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι της και μια κατσαρόλα να μαγειρέψει κάτι, μούσκεψε το μαντηλάκι της σε λίγο νερό σαν μια μικρή μπουγάδα και το ανέστησε προσθέτοντας μαζί και λίγο αλεύρι.
Τα προζύμια κρατούν την ιστορία του κόσμου. Η ιστορία που γράφει κάθε ψυχή μέσα στη μεγάλη Ιστορία αυτού του κόσμου.
Σκούπισε το σπίτι, έπλυνε τα πιάτα, έκανε μπάνιο και άναψε το μελισσοκέρι της. Όλα καθαρά, όλα γύρω της σε τάξη, ήρθε η ώρα. Έπιασε το βαζάκι απ' το ψυγείο, έλιωσε το προζύμι σε νερό και πρόσθεσε αλεύρι. Βούτηξε το δεξί της χέρι μέσα στον πηχτό χυλό και ανακάτεψε δεξιόστροφα, να ξυπνήσει τα εκατοντάδες πλάσματα που ζούσαν μέσα καρτερικά. 650 ζυμομύκητες της είχε πει ένας φίλος της που το πήγε σε εργαστήριο για ανάλυση. Αμέτρητα έλεγε αυτή. Φτάνουν τα μηχανήματα να μετρήσουν όλη αυτή τη μνήμη που κρατάει;
Η αίσθηση καθώς ανακάτευε ήταν τόσο οικεία! Έπιανε τα χέρια της μάνας της, της γιαγιάς της και όλα τα χέρια των γυναικών πίσω στον χρόνο ως την πρώτη φορά που μια γυναίκα έπιασε μια χούφτα αλεύρι, δίχως να ξέρει ότι εκείνη την ώρα έγραφε ιστορία. Έστυψε το χέρι της και πριν το ξεπλύνει ακούμπησε λίγο ωμό προζύμι στη γλώσσα της. Μετάλαβε τις ευλογίες και τις κρυφές προσευχές όλων των γυναικών που έστελναν στο προζύμι κάθε φορά που το ανάπιαναν.
Πήρε το γαλάζιο μπουκάλι από το ντουλάπι που είχε μέσα το ανθόνερο ιερού βασιλικού και ράντισε το προζύμι της σε τέσσερα σημεία. Θες σταυρό; Θες ορίζοντα; Δεν είχε σημασία. Σημασία είχε πως θα έβλεπε στον ύπνο της εκείνο το βράδυ το ίδιο πάντα όνειρο. Να κάθεται ανάμεσα στις γυναίκες αυτού του κόσμου, του τωρινού, του τοτινού και του επόμενου. Ανάμεσα στις προγόνισσές της, κοιτάζοντάς τες στα μάτια, αναγνωρίζοντας η μία την άλλη.
Το σκέπασε τόσο όσο, να είναι ζεστό και να αναπνέει σαν μωρό. Ξάπλωσε στο κρεβάτι και απλώθηκε ησυχία. Τόση πολλή, που άκουγε τους ζυμομύκητες να γαργαλάνε τη γλουτένη. Τόση πολλή, που άκουγε το τραγούδι των γιαγιάδων της πίσω στον χρόνο. Ησυχία απόλυτη. Σταμάτημα. Και ξαφνικά, Χριστός γεννάται.
Copyright © Ανατολή Πασχαλίδου All rights reserved, 2023
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Elena Tuncer (Magic Time Comes, λάδι σε καμβά)