Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι ** Διηγήματα: Αγόρια και κορίτσια * Pelota * Backpack: Ιστορίες χίμαιρες ** Διάφορα άλλα: Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Ο φόβος φυλάει τα έρημα

Νεφέλης Πηγή

Πίνακας Οδυσσέα Ρεκούμη (Behind the Scene)

Φόβος φυλάει τα έρημα, μου τελειώνουν τα τσιγάρα και αρχίζω να αγχώνομαι. Τον χειμώνα λέω να ανάψω το τζάκι, εσύ το έχεις κλείσει μπροστά με ένα κομμάτι ξύλου, ζούσε η μαμά ακόμα και το έκλεισες γιατί την πείραζε ο καπνός, έκτοτε δεν το άνοιξες και δεν το έκαψες ξανά.

Ο σκύλος σου με περιμένει στην πόρτα, το ίδιο και οι κότες, ξέρουν πότε θα έρθω και περιμένουν για να φάνε, σου έχω πει ότι φοβάμαι τις κότες, μου έχει μείνει ψυχολογικό από τότε που η γιαγιά τις έσφαζε και εκείνες περπατούσαν με κομμένο κεφάλι, το έχω δει με τα μάτια μου, δεν ξέρεις πόσο τραυματικό είναι αυτό για ένα παιδί και ο παππούς όταν με πήγαινε στις κότες και μπαίναμε μέσα αυτές ερχόταν κατά πάνω μας. Νομίζω ότι είμαι μία μετάλλαξη των όρνεων, υποθέτω ότι κάτι πήγε λάθος στην αναπαραγωγή, αυτό δεν συμβαίνει και με τους ανθρώπους; Κάποιοι γεννιούνται άνθρωποι και κάποιοι άλλοι απάνθρωποι. Κάποιος είχε πει ότι οι άνθρωποι είναι κακοί αλλά ο άνθρωπος καλός, εκεί ακουμπάω, στον έναν τον καλό, μα να μη θυμάμαι ποιος το έχει πει, πού το διάβασα, τι κακό και αυτό με μένα... Δεν έχω μαζέψει τίποτα από το πάτωμα, ούτε τα ψαλίδια, ούτε τα μαχαίρια, ούτε τις κλωστές, ούτε τις βελόνες, ούτε τις γάζες. Κόβω, ράβω, ξηλώνω, τίποτα δεν μου αρέσει, μοιάζω κατακρεουργημένη σαν τον Τζόκερ με ράμματα και τραύματα. Χτυπάνε οι φλέβες μου, δονείται το εσωτερικό τύμπανο και οι εφτά κύκλοι μου ηχούν, οι ήχοι έχουν τη μαγική δυνατότητα να γεννούν συναισθήματα, επιβίωση, φόβο, βία, σεξ, παρορμήσεις, συνείδηση, υποσυνείδητο, ο ήχος από μόνος του ερεθίζει και τις τέσσερις αισθήσεις. Εάν τα πράγματα ήταν αλλιώς, εάν εγώ ήμουν αλλιώς... Το «εάν» αυτό σβήνει, τρώει, παγώνει όλες μου τις ιδιότητες, αυτό το «εάν» που σημαίνει αδικία, αν ήμουν τι, τι θα έκανα; Αυτό το εάν που συνοδεύεται υπόγεια από ένα μεγάλο ΘΕΛΩ... Τι θέλω, το αιώνιο ερώτημα, κάθε φορά που με ρωτάω παγώνω, δεν ξέρω τι να απαντήσω και το αφήνω αναπάντητο, όπως και τόσα άλλα...

Λέω να καθαρίσω το τζάκι, να το ανάβω πού και πού όταν έρχομαι, να μην αναγκάζομαι να ζητάω από τον καθένα να μου καίει πράγματα και να με πιάσουν στο στόμα τους διάφοροι, να τα πετάω εγώ στη φωτιά. Ξέρεις ότι δεν είμαι καλή και δεν προσπάθησα για να γίνω, ανοίγω τα χέρια μου, σχηματίζω ένα σταυρό, αν μου βάλεις φωτιά θα είμαι ένα ζωντανός καιόμενος σταυρός, ίσως να τα ανοίγω μπας και φιλοτιμηθεί κανένας και με αγκαλιάσει, δεν αγγίζω τους ανθρώπους και δεν θέλω να με αγγίζουν, το άγγιγμα πάντα μου προκαλούσε άγχος. Δίπλα στην τηλεόραση είναι το ρολόι σου, ένα μεγάλο μεταλλικό ρολόι χεριού, δουλεύει ακόμα, σε θυμάμαι να κοιτάς συνεχώς το ρολόι σαν κάτι να περίμενες, ίσως τον χρόνο που δεν ήταν ποτέ αρκετός, σε κυνηγούσε, κοιτούσες το ρολόι και ίσως να σκεφτόσουν πως πέρασε η ώρα, πήγε 8:00, μου λείπεις, φόρεσα το ρολόι στον καρπό μου, μου είναι τεράστιο, μου πέφτει όπως πέφτει από πάνω μας η βροχή, η ώρα πήγε 8:03, εγώ δεν φοράω ρολόι εδώ και χρόνια, το έχω καταργήσει, μου προκαλεί δυσφορία η ώρα, νομίζω ότι κάτι έχω να κάνω και δεν θα προλάβω.

Υπάρχει ένα παλιό πηγάδι, είναι κλειστό με τσιμέντο από πάνω, καλύτερα έτσι γιατί δεν ξέρεις τι μπορεί να κατοικεί εκεί μέσα, ποιο τέρας ζει εκεί, αν και νομίζω, δεν είμαι σίγουρη ότι το τέρας που έχω μέσα μου είναι πιο τρομακτικό, θα μπορούσα να αιτηθώ να γίνω τέρας και να κατοικήσω σε αυτό το πηγάδι, άλλωστε η υγρασία και το σκοτάδι δεν μου είναι άγνωστα, αλλά νομίζω ότι δεν είναι καλή ιδέα, έχω κλειστοφοβία, έχω ένα μικρό θεματάκι με τις πόρτες τις κλειστές, θέλω οι πόρτες να είναι ανοιχτές, να υπάρχει μία προοπτική να φύγεις, να σε κάτι που είμαι καλή, στο να φεύγω, να εξαφανίζομαι, να χάνομαι από προσώπου γης, αυτό που φοβάμαι είναι να μην ανοίξει η ψυχή μου και αποκαλυφτώ, δεν ξέρω αν είναι πιο τρομακτικός ο θάνατος ή η γύμνια μου.

Καμιά φορά ανοίγω την πόρτα χωρίς λόγο, έτσι για να αναστατώσω τη ρουτίνα. Ενίοτε ξεσκονίζω τα ράφια, ελέγχω τις ημερομηνίες λήξεως, ευτυχώς έχω λίγο καιρό ακόμα, δεν έχουν λήξει όλα και όλα είναι στη θέση τους, παραδόξως λίγες αράχνες έχουν πιάσει αλλά είναι αναμενόμενο, δεν ασχολούμαι πολύ με αυτά τα ράφια, είναι δύσκολα, δύστροπα, δυσκοίλια συναισθηματικά και εσύ ήσουν δυσκοίλιος στα συναισθήματα, μάλλον από σένα το πήρα και αυτό. Αυτά τα ράφια είναι ιδιαίτερα, υπάρχουν διάφορα κουτιά με φωτογραφίες και πολλά είναι τυλιγμένα κάτω από το πέπλο του «εάν», θυμάσαι που σου είπα για το εάν; Αυτός ο σύνδεσμος είναι ύπουλος, στο βάθος είναι τα θέλω σου (και όχι μόνο), ας πούμε αν ήμουν ποιήτρια, ποια ποιήτρια θα ήθελα να είμαι, αν επιλέξω να είμαι η Σάρα Κέιν θέλω να είμαι καταθλιπτική και κάποια μέρα θα κρεμαστώ με τα κορδόνια των παπουτσιών μου, σαν την αδελφή σου, εκείνη δεν κρεμάστηκε με τα κορδόνια των παπουτσιών της αλλά με σχοινί στην αποθήκη, οι αποθήκες είναι τα πιο παράξενα δωμάτια, βρίσκεις ξεχασμένα πράγματα, αναμνήσεις βουτηγμένες σε ναφθαλίνη, παιδικά παπούτσια, σαλιαρίστρες, παιδικά κρεβάτια, στρώματα μούσκεμα στον ιδρώτα, πασπαλισμένα με μπόλικη καμφορά.

Σήμερα δεν είναι καλή μέρα, κατεβάζω το ένα ποτήρι μετά το άλλο, πέταξα και τον μαγικό συνδυασμό με τα χάπια σε μία κρίση ευσυνειδησίας, κάτι τέτοια κάνω και δεν έχω κάτι για ώρα ανάγκης, να είναι καλά ο γιατρός που μου τα έδωσε, βέβαια ο γιατρός τα έδωσε για να με βοηθήσουν, τώρα αν εγώ έκανα άλλους συνδυασμούς αυτό είναι άλλο... μαστούρωνα με συνταγή γιατρού, πού να ξέρει ο άνθρωπος ότι εγώ θα έκανα πειράματα, ο συνδυασμός εξαιρετικός, έκανε θαύματα, ειδικά αν έπινες και κάνα δυο ποτήρια κρασί ή ουίσκι, ό,τι υπήρχε στο σπίτι, πήγαινε σε άλλο level, να λοιπόν και σε κάτι ακόμα που είμαι καλή, στον συνδυασμό των φαρμάκων...

Φεύγοντας τα πήρες σχεδόν όλα, αυτό που μένει είναι να μου δείξεις τον τάφο μου.

Υπάρχουν λέξεις που με γδέρνουν αφήνουν της νυχιές τους πάνω μου, γιατί δεν τις παίρνεις από πάνω μου, θέλουν να με ρίξουν σε αυτό το πηγάδι, γιατί αδιαφορείς, πάρτες από πάνω μου, δεν θέλω να μπω μέσα στο πηγάδι είναι αποπνικτικά, τι δεν καταλαβαίνεις!

Στη σιδερένια πόρτα του παλιού σπιτιού βάλαμε λουκέτο, νομίζω ότι πρέπει να πέταξα τα κλειδιά, τα ψάχνω εναγωνίως, ίσως να έχει κάποιο κλειδί η αδερφή μου, θέλω να μπω μέσα, σε ένα δωμάτιο υπάρχει ένα μεγάλο μπαούλο, πολύ παλιά όταν το είχα ανοίξει υπήρχε μέσα η σχολική μου ποδιά μαζί με κάποια ρούχα της μαμάς μου παλιά, θα ήθελα να τα δω ξανά να τα αγγίξω, να φύγει αυτή η μυρωδιά της κλεισούρας. Η σκάλα για το σπίτι, ασπρισμένη με ασβέστη, και εγώ να κάθομαι εκεί στα σκαλιά της με τις κούκλες μου φτιάχνοντας φορέματα από παλιές κάλτσες και παλιά υφάσματα, όλα ήταν ασπρισμένα, σε τυφλώνει αυτό το λευκό όταν επάνω του ακουμπάει ο ήλιος το πρωί, εκεί καθόμουν ώρες ατελείωτες και έφτιαχνα ιστορίες με το μυαλό μου και μετά κατηφόριζα στον κήπο με τα δέντρα και τις κληματαριές και τα πολλά λουλούδια και περνούσα ώρες εκεί, νόμιζα πως ήμουν αόρατη, πως κανείς δεν με έβλεπε και μιλούσα μόνη μου κάνοντας πράξη τις ιστορίες που λίγο πριν στα σκαλιά είχα σκαρώσει.

Υπάρχει ένα κενό και δεν ξέρω πώς να το γεμίσω, τώρα θα μου πεις είναι νωρίς ακόμα, ναι, μπορεί να είναι...

Κοιτάζω τις φωτογραφίες και ψάχνω, έχεις κρατήσει τόσο πολλά, μικρές φωτογραφίες από ταυτότητες δικές μου πιασμένες με ένα σκουριασμένο συνδετήρα, σε ένα κουτί βρήκα τις κασέτες που άκουγα όταν ήμουν έφηβη, τις είχες κρατήσει μαμά, βρήκα την στρατιωτική τσάντα που είχα για το σχολείο, τα φουλάρια που φορούσα στον λαιμό και ένα μικρό δερμάτινο πορτοφολάκι σαν αυτά που πουλάνε στο Μοναστηράκι, τις φούστες μου και τα πουκάμισα από το Κρίσνα, εκεί ψώνιζα, η μυρωδιά από τα θυμιάματα έχει ποτίσει το ύφασμα, τα έπλυνες ξανά και ξανά για να φύγει η μυρωδιά, θυμάμαι την πρώτη φορά που είδες τους μοναχούς με τους πορτοκαλί χιτώνες και τα ξυρισμένα κεφάλια, πού με έφερες εδώ, τι είναι εδώ, την πρώτη φορά τους κοίταγες περίεργα και κάπως επιφυλακτικά, ε μετά το συνήθισες...

Να δέσω ένα σκοινί από την μία άκρη στην άλλη και πάνω να κρεμάσω με τους σκουριασμένους συνδετήρες τις φωτογραφίες, τα αποσχισμένα κομμάτια μου, την αθωότητα της εποχής εκείνης.

Η σκουριά που ροκανίζει τα σίδερα τα λυγίζει, τα διαβρώνει, αυτή η σκουριά όχι η άλλη η επιφανειακή που μοιάζει σαν μικρές νιφάδες, ήσουν πάντα πολύ προσεκτικός με τα σίδερα που είχες στην αποθήκη και πολύ τακτικός, τα περνούσες με ένα ειδικό σπρέι κατά της σκουριάς, φρόντιζες και προστάτευες ό,τι για σένα είχε ενδιαφέρον και ήταν πηγή ζωής, μόνο με μας ήσουν απών, νομίζω ότι είχες μεγάλες προσδοκίες από μένα, όταν είδες ότι δεν μπορώ να γίνω αυτό που εσύ ήθελες, απλά έστρεψες αλλού το πρόσωπο και εγώ από τότε είχα έναν μοναδικό σκοπό να ακούσω από σένα ένα μπράβο δεν το άκουσα ποτέ...

Καμιά φορά πέφτουν από τον ουρανό σχήματα, τα περισσότερα είναι κύκλοι, ο κύκλος της Σελήνης, ο κύκλος της ζωής, οι ενοχές που σε κυκλώνουν, ο φαύλος κύκλος... Οι κλειστές διαδρομές, αυτό είναι ο κύκλος. Και εγώ σε αυτές τις διαδρομές έτρεχα για να βρεθώ ξανά στο ίδιο σημείο, στο κέντρο του κύκλου, μα αλίμονο όχι στο δικό μου.

Η φωτογραφία σου μπήκε στο τραπεζάκι με τους νεκρούς, σκέφτομαι να το γεμίσω με φωτογραφίες νεκρών για να μου θυμίζουν το σύντομο της ζωής και το πόσο αναλώσιμοι είμαστε.

Τα γόνατά μου έτρεχαν αίματα, ακόμα έχω το σημάδι, μου τα τύλιγες με γάζα, σε κάθε αλλαγή πονούσα, κολλούσε η γάζα πάνω στην πληγή, όμως εγώ έσφιγγα τα δόντια κι έκλεινα σφιχτά τα μάτια, δεν φώναζα, δεν έκλαιγα, είμαι δυνατή, αντέχω στον πόνο. Χτύπησα πάνω σε πέτρα, το χτύπημα ήταν βαθύ, έφυγε κομμάτι δέρμα για αυτό και έμεινε σημάδι, είμαι γεμάτη με τέτοια σημάδια. Ολόκληρα κομμάτια έχουν φύγει από πάνω μου ή μήπως όχι;

Η αυλή ήταν γεμάτη γόπες από τα τσιγάρα σου, τις πέταγες κάτω, με τα δάχτυλά σου τις εκσφενδόνιζες, ακόμα ακούω τον ήχο της γόπας που πέφτει κάτω στο χώμα, ένα απαλό παφ, τώρα η αυλή γεμίζει με τις δικές μου, ποτέ δεν κατάφερα να πετάξω τη γόπα με τα δάχτυλά μου όπως εσύ...

Ο φόβος, τι φοβάμαι; Να μη θυμηθώ, αυτό φοβάμαι, τα κλείνω όλα, τα αφήνω έρημα και κλειστά, να μην ανασύρω συναισθήματα...

Μια ηλίθια οντότητα που απλά υπάρχει, να κλειστώ εντός μου, δεν θα λείπω από κανένα, νιώθω πίεση, πιέζομαι από παντού, έζησα και τα πρόδωσα όλα. Ανοίγω λογαριασμούς με την ψυχή μου, μα η όλη διαδικασία μοιάζει με τον πίθο τον Δαναΐδων, οριακά θυμάμαι... «Δεν κάνω», έτσι λέω και ρίχνω γροθιά, μπαίνω τολμηρά στη σωτήρια δίοδο της σιωπής... η αγάπη δεν επιβάλεται και ο καθένας κάνει τις επιλογές του, αυτές οι επιλογές που μας στοιχειώνουν, που τις κουβαλάμε, που μας κυνηγούν, η μνήμη της επιλογής, οι νύχτες με βρίσκουν να ψέλνω, μετά κατεβάζω από το ράφι το κουτί με τις αναμνήσεις, κοιτάζω την ημερομηνία λήξης, όλα έληξαν όλα... τα κύματα χτυπάνε τη βάρκα μου, νερά παντού θα κάνω όσους κύκλους θέλεις, τα «παιχνίδια» μου μόνο μην μου πάρεις. Σε μια γωνιά οι μεγάλες σταλαματιές της ψυχής μου, Θεέ μου θα έρθει η άνοιξη και θα με βρει απροετοίμαστη και μετά η μυρωδιά του χώματος μετά από μπόρα ξαφνική, έτσι ξαφνικά όπως έρχονται οι μπόρες απροειδοποίητα. Ε όχι και απροειδοποίητα, σου δίνουν σημάδι, όχι από αυτές τις μπόρες, τις άλλες, τις ύπουλες και ένα φεγγάρι πορτοκαλί μισό, πάνω στο αναλόγιο, όλα τα θέλω υποδουλώθηκαν σε πρέπει, οι αλυσίδες χτυπάνε τη φάλτσα ζωή μου, μια δεκάρα τα όνειρα ψελλίζω, περάστε κόσμε! και βάφω τους τοίχους μαύρους... και αυτά τα ζάρια τυφλά, τους δαίμονες τους ξόρκιζα με παραισθησιογόνα και τσιγάρα απαγορευμένα. Απ' όλες τις λύπες η δική σου είναι πιο όμορφη, αυτό λέω στον πληγωμένο μου εαυτό. Ναι ξέρω, η ζωή μια φορά σου δίνεται και το κορμί μία... πού και πού να τα ξοδεύεις... μην αποθηκεύεις την αγάπη.... τα γνωστά, όλα τελικά είναι ένα παίξιμο, αλλά ούτε και σε αυτό είμαι καλή. Καταλήγω πάλι με ματωμένα γόνατα κολλημένη στον τοίχο σαν χαλκομανία.

Σου πάει η λύπη, έτσι μου είχε πει κάποιος, άκου να δεις τώρα! και τι είναι ρε φίλε η λύπη, ρούχο να το φορέσω; Το φόρεσα όμως, έτσι είναι, μη σου κάνει κάποιος μια φιλοφρόνηση, τσουπ εσύ να την κάνεις πράξη.

Ζουν διάφορα σκαθάρια μέσα στο σπίτι, ένα από αυτά έπεσε στο τασάκι με τις στάχτες του τσιγάρου, προσπαθεί να βγει αλλά τυλίγεται όλο και περισσότερο στις στάχτες, στην προσπάθειά του να απεγκλωβιστεί, το βοηθάω αλλά είναι γεμάτο στάχτες, θέλω να τις τινάξω από πάνω του αλλά φοβάμαι μην το τραυματίσω, καταλαβαίνεις δεν θέλω να επιβαρύνω άλλο το κάρμα μου.

Το δέρμα διάφανο, οι φλέβες ποτάμια με κατεύθυνση το χάος, είσαι σαν εκείνα τα βαμπίρ που ρουφάνε ενέργεια, δύναμη, συναισθήματα για να επιβιώσουν, ρουφούν τα πάντα ακόμα και το λιγοστό φως που υπάρχει.

Καμιά φορά σκέφτομαι να βάλω ενοικιαστήριο, να με νοικιάσω ρε παιδάκι μου, ίσως αν κατοικήσει άλλος το κορμί μου να τα πάει καλύτερα από ό,τι μ' εμένα, η αγγελία θα γράφει το εξής:
Ενοικιάζεται κορμί με θέα τον θάνατο, ευάερο, ευήλιο, ανατολικά η θάλασσα, απέραντη, δυτικά ο Ταΰγετος, βόρεια το ποτάμι που περνάνε οι ψυχές, όποιοι ενδιαφερόμενοι παρακαλώ να επικοινωνήσετε με τις δημόσιες υπηρεσίες του μυαλού, διανυκτερεύουν πάντα... Νομίζω ότι είναι ωραία ως αγγελία, έχει ένα μυστήριο, δεν μπορείς να πεις... Την είχα γράψει πριν χρόνια, τη βρήκα σε ένα συρτάρι γεμάτο από μικροπράγματα άνευ ιδιαίτερης αξίας...

Το μυαλό μου περιφέρεται γύρω από το ποτάμι, μ' έλκει όπως ο μαγνήτης το σίδερο, καμιά φορά λέω να πέσω μέσα, να δούμε τι έχει να μου πει και να μου δείξει αυτό το όμορφο τέρας, ευτυχώς ξέρω να κολυμπώ, με έμαθες να κολυμπάω, μου έδειξες τα βασικά και μετά με άφησες μόνη μου, να μάθω μόνη μου σαν να μου είπες, σκάσε τώρα και κολύμπα και αυτό έκανα, κολυμπούσα αέναα ή θα έτρεχα, μία μέση κατάσταση δεν υπήρχε.

Το κοριτσάκι στο σπίτι με στοιχειώνει, όχι δεν είμαι έτοιμη να μιλήσω ακόμα για αυτό, μην με πιέζεις, προσπάθησε να καταλάβεις δεν είναι εύκολο, ας το αφήσουμε προς το παρόν για το καλό μου.

Αυτή τη φορά λέω να παίξουμε κρυφτό, εσύ θα τα φυλάς και εγώ θα κρύβομαι, να αντιστραφούν λίγο οι όροι, πάντα εγώ μετρούσα 5, 10, 15, 20, 25 φτου ξελευτερία, έψαχνα να σε βρω, μα ποτέ δεν σε έβρισκα, τόσο καλά κρυβόσουν. Να και κάτι άλλο που μου έμαθες, να κρύβομαι καλά και αυτό επεκτάθηκε, πέρα από το παιχνίδι άρχισα να κρύβομαι από τους ανθρώπους, αλλά και από μένα την ίδια, είδες πόσο καλή μαθήτρια έγινα και ούτε ένα μπράβο για την τόση μεγάλη πρόοδό μου. Το κρυφτό είναι ένα πολύ όμορφο παιχνίδι, αρκεί να ξέρεις να το παίζεις και εγώ έμαθα από τους καλύτερους και η μαμά αυτό έκανε, θυμάσαι που σου είπα ότι έκρυβε πράγματα, μόνο που εκείνη δεν είχε φαντασία, τα έκρυβε όλα κάτω από το χαλί, το θέμα είναι να γίνεις ευφάνταστος, εάν δεν είσαι προσεκτικός και αφήσεις τη μεριά σου αφύλακτη τότε οι άλλοι θα βρουν αυτά που έχεις κρύψει επιμελώς και εντέχνως. Άρα το θέμα δεν είναι πόσο καλά ξέρεις να παίζεις το παιχνίδι αλλά και το πόσο καλός φύλακας είσαι. Αυτό πληρώνω τώρα, τη φύλαξη και τη σιωπή που δεν είναι χρυσός, όλα χρειάζονται αλλά με μέτρο, εγώ έκανα κατάχρηση των δεδομένων μου και της σιωπής μου, μπορείς να με πεις και αμετροεπή, άλλωστε με έχουν προσφωνήσει με χειρότερα επίθετα, τουλάχιστον αυτό μου ακούγεται πιο εύηχο.

Βέβαια δεν χρειάζεται να σου αναφέρω ότι πέρασα οιδιπόδειο σύμπλεγμα, παίζει να το περνάω ακόμα... Ήθελα να ήμουν αγόρι, ίσως γιατί τα αγόρια τότε ήταν πιο ελεύθερα, μπορούσαν να κάνουν ό,τι θέλουν, να πάνε όπου θέλουν, τι σου κάνει λοιπόν μια μικρή διαφορά στην ανατομία... Αυτός ο Φρόιντ φταίει για όλα, είχε δικά του θεματάκια και προσπαθούσε να τα λύσει και δεν φτάνει που ήθελε να τα λύσει, έπρεπε να τα γράψει κιόλας και να τα αναλύσει! Πάντα έπαιρνα το μέρος σου στη μαμά και ας γνώριζα ότι ήσουν άδικος και σκληρός κι ας ήξερα ότι η μαμά είχε δίκιο, εγώ είχα μία στοχοπροσήλωση σε σένα. Ο κόσμος να καίγεται γύρω μου αλλά εμένα τα μάτια μου να μη φεύγουν από τον στόχο...

Ένιωσα εγκατάλειψη, αυτό ένιωσα, για αντίποινα σε εγκατέλειψα και εγώ... Έχασα ένα από τα σημεία αναφοράς μου, ήσουν ένα από αυτά, τα υπόλοιπα εν καιρώ..

Οι άνθρωποι μου ζητάνε να είμαι πιο σαφής, πιο περιεκτική, αλλά εγώ επιμένω να είμαι υπέροχα ασαφής.


Copyright © Νεφέλη Πηγή All rights reserved, 2023
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε έργο Οδυσσέα Ρεκούμη (Behind the Scene)

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουBackpack: Ιστορίες χίμαιρεςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα