Γιάννη Σμίχελη
18.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ
Μονόλογος Έλληνα ψηφοφόρου συστημικών κομμάτων:
Σε μυρίστηκα μπαγάσα
–Έχω διαίσθηση εγώ–
και σε ψήφιζα ρε μάγκα
κυβερνήτη διαρκώς
Είμαι βέβαιος πως έχεις
τσαγανό, λόγο καυτό
Ας μας πάρει και σηκώσει
στον Καιάδα ολοταχώς
Σ' αγαπώ δίχως φραγμό
είσαι τρέλα, είσαι μούρλια
έχεις φίνα συ μουτσούνα
και το τούτο σου με κάνει
να σε θέλω διακαώς
Τι Κυριάκος, τι Αλέξης
τι Γιωργάκης, τι Φωφώ
Αχ πώς χύνω μες στην κάλπη
σαν διαλέγω μαστροπό
Πούλα ρε μια, πούλα βρε δυο
Πούλα με χίλιες δέκα δυο
Ξανά, ξανά και τα να πάλι
Θα σε ψηφίζω, έστω κι αν
Είμαι αιωνίως στα σκατά
Τι Αντώνης, τι Κωστάκης
Τι Λεβέντης γι' αρχηγός
Δημοψήφισμα μια καύλα
Και μαστίγωμα συνετισμός
Δώσε μια, δώσε δυο
Χίλιες αγά μου να δοξαστώ
Με βούρδουλα και πασατέμπο
Στην Ευρώπη σφριγηλός θα κρατηθώ
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥΣ:
Δεν αντέχω τα φεστιβάλ και τις εκδηλώσεις. Θλίβομαι στα μνημόσυνα και στις επετείους. Σύντροφοι δεν θέλω να βρισκόμαστε για να βρισκόμαστε. Δεν έχουμε τίποτα να μοιραστούμε. Δεν αγωνιστήκαμε ακόμα σαν εκείνους που επαινούμε. Ως ενοχή της αδυναμίας μας μου φαίνεται που όλο για αυτούς μιλούμε. Αξία μεγάλη έχει η ανάμνηση. Μα θαρρώ πως ζωντανή μνήμη σημαίνει να τους έχουμε στην καρδιά και να ενεργούμε σαν κι αυτούς. Σύντροφοι, σας αγαπώ και σας πονώ. Μα δεν έχουμε τίποτα νέο να πούμε. Κάτι έχει πάει ολότελα στραβά. Και ο καπιταλισμός είναι εδώ πιο άγριος. Και κει ακόμη που κάποτε επικράτησε ο κομμουνισμός. Έχει πια τους πιο δυνατούς συμμάχους του. Ο κύκλος έχει κλείσει. Και μεις ίσως έχουμε ξεχάσει πως είναι σπείρα η ζωή. Κι ακόμη την στροφή δεν έχουμε πάρει. Οι κομμουνιστές –αν έχουν νόημα να υπάρχουν– οφείλουν να είναι πρωτοπορία του νέου κόσμου. Κι όχι μονάχα το μαγνητόφωνο κι η ντουντούκα τ' αδικημένου στον κόσμο της συντήρησης, έστω κι αν αυτό δεν είναι λίγο, μα δεν αρκεί. Το σύστημα που επικρατεί και τρώει ταυτόχρονα τις σάρκες του λόγω της ωμότητάς του, ξέρει να στήνει παρηγορήτρες και εθελοντές φιλανθρωπισμού για εξευγενισμό της αιματοχυσίας. Δεν πείθουμε τις μάζες που μας ακούν να υποστηρίζουμε αυτό που εμείς οι ίδιοι γκρεμίσαμε ΣΑΝ ΠΥΡΓΟ ΑΠΟ ΤΡΑΠΟΥΛΌΧΑΡΤΑ. Σε Δύση κι Ανατολή και να ορθώνεται ένας κινεζικός δράκος. Με άπειρα κεφάλια οργουελικής παρακολούθησης και λερναίας διείσδυσης κρατικομονοπωλειακής κεφαλαιοκρατίας. Στο όνομα της ιδεολογίας μας. Σύντροφοι, μια καλοστημένη θεατρική παράσταση ήταν που, αν ήταν ο Μπρεχτ ζωντανός, θα λυνόταν στα γέλια, βαφτίζοντας την φαρσοκωμωδία και θα διπλασίαζε τα γραπτά του. Για να κεντράρει ξανά στην αλήθεια μας. Πάντως τα έργα του είναι επίκαιρα κι ολοζώντανα. Συνεπώς και οι αρχές μας είναι ζωντανές. Ο δικός μας ο λόγος δεν πείθει. Αρχίζω και πιστεύω πως οι καπιταλιστές έχουν κατανοήσει τον Μαρξ τόσο καλά που τον στρέφουν εναντίον μας και προς όφελός τους. Και θα 'ρθει η στιγμή που οι ίδιοι θα στήσουν μια κομμουνιστική επανάσταση. Στα μέτρα τους, για να κρύψουν την αισχροκέρδειά τους και τον κυνισμό τους, ορίζοντας μιζέρια, ψίχουλα, πόνο και θάνατο κοινοκτημονικά. Τι μας μένει; Να σκεφτούμε ποιοι είμαστε. Καταρχήν ποιος είναι ο εργάτης ως τάξη και ως υποκείμενο. Γιατί έχουμε πνίξει στον μικροαστισμό μας την αλήθεια μας. Και βαυκαλιζόμαστε να ορίζουμε πράξεις κοινότυπες και στοιχειώδεις ως επαναστατική καθημερινότητα για να κρύψουμε τη βόλεψη και τον φόβο μας.
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΙΩΠΗ
Σπάσαν εντέλει τα σχοινιά
Και νιώθω μετά τον πόνο
Τη λύσσα και τον ορυμαγδό
Μια γλυκιά ηρεμία μες στην ησυχία
Έφυγα πια και είμαι μόνος
Ελεύθερος και ξαναγεννημένος
Τώρα μονάχα παρακολουθώ το παρελθόν
Και μπορώ να το δω σαν ντοκιμαντέρ
Δίχως δραματοποιημένες σκηνές
Ακόμη και τα τραγούδια π' αγάπησα
Μπορώ και τ' ακούω δίχως συναισθηματισμό
Κι ό,τι ένιωσα στίχο το έκανα
Κρυφό να τον ψάχνω και να μ' αναζητώ
Τώρα πια μες στην σιωπή μου
Για πρώτη φορά την σιωπή βρίσκω και γελώ
Δεν έχω τίποτ' άλλο να ξεφυλλίσω, ν' αναλύσω
Και στον εαυτό μου να εξομολογηθώ
Είμαι ξανά ο έφηβος που δεν έγινα κάποτε
Και μ' ορίζω δίχως να δίνω σε κανέναν λογαριασμό
Μήτε μπορούν να με παραπλανήσουν με κουτοπονηριές
Άλλωστε πάντα κράταγα την πίσω πόρτα της καρδιάς μου
Ανοιχτή για κάθε ενδεχόμενο.
Δεν κρύφτηκα ποτέ από κανένα
την αλήθεια μου χαράμισαν στο ψέμα
Παραχαράκτες την καρδιά μου πυρπολήσαν
Μα είχα σθένος να δραπετεύσω
Να την γιατρέψω και στο χώμα δένδρο την ξαναείδα
Ήμουν φωτιά από τα έγκατα της γης
Και σαν ξέρναγα τη λάβα της καρδιάς
Με τα χέρια μου την έπλαθα
Κι ας καιγόντουσαν τα δάχτυλα
Γιατί ήμουν εγώ και δεν ντρεπόμουν
Να δείχνω τα συναισθήματά μου
Γινόμουν άνεμος, λίβας που έκαιγε τον νου
Και σε παράσερνε στην παραζάλη της αλμύρας
Γινόμουν και μελτέμι που σ' απειλούσε αν
Το σκαρί σου δεν μπορούσε να σταθεί
Στη δυσκολία και στην ορμή του ταξιδιού
Μα και πλημμύρα και θάλασσα φουρτουνιασμένη
Σύννεφο γοργό κι άλλοτε βαρύ και γκρίζο
Που τον ήλιο κρύβει κι απ' την απελπισία του
Κλαίει δίχως σταματημό μέχρι να γαληνέψει
Μεταμορφωνόμουν πάντα σε κίνηση δίχως επιστροφή
Δεν κρύφτηκα ποτέ από κανέναν
Μα μήτε άντεξαν στα μάτια να μ' αντικρύσουν
Δεν στάθηκαν ποτέ στο ύψος της αλήθειας που ζητούσα
Κι όταν δεν βολευόντουσαν την χλεύαζαν
Την περιγελούσαν κι έπεφταν για ύπνο
Μέχρι την Δευτέρα Παρουσία
Για κείνους είναι πια αργά, μα καμιά σημασία δεν έχει
Για μένα που κάποτε τους ζητούσα με αγωνία
Τον έρωτα, τη φιλία και την αγάπη μαζί τους να γυρέψω
Τώρα αεικίνητο το βλέμμα μου ίσια μπροστά ρίχνω
Και κινώ αργά τις ρίζες μου βαθιά στο χώμα
Και τα κλαδιά μου στον ουρανό σκαρφαλώνουν
Χαιρετώντας τ' άστρα
ΜΑΖΙ ΤΟ ΚΑΝΑΜΕ
Βλάκας είναι αυτός
που χώνει το κεφάλι του στην άμμο
και κάνει ηλιοθεραπεία στον κώλο του
Ο εξυπνάκιας είναι αυτός
που ασελγεί στον βλάκα λέγοντάς του
μην ανησυχείς δεν θα πάθεις τίποτα, θα το δεις
Και ο κεφαλαιοκράτης
στήνει μια κάμερα
φτιάχνει μια τσόντα
και την διανέμει ανά την υφήλιο
ως έργο υψηλής τέχνης με αλληγορικό νόημα
ΕΚΕΙΝΟΙ
Πετάνε ακόμη και στη βαρυχειμωνιά
δεν προδίδουν ποτέ τον προορισμό
κι αναζητούν τις αλήθειες τους ακόμη...
και μες στις αστραπές
Νιώθουν ελεύθεροι γι' αυτό και συλλογίζονται
περήφανα
Έχουν σαν μόνη έγνοια να πηγαίνουν
κι ό,τι κι αν τους συμβεί
το παλεύουν
Η νίκη τους είναι να πορεύονται
σαν πυγολαμπίδες στο σκοτάδι
σαν τις αχτίδες την ημέρα
και σαν λαχτάρα στις συντροφιές
Μ
Μπάμπης (ο αλλιώτικος):
Σε βύθιζα στην τρέλα μου
δάκρυα κι ιδρώτας
κύτταρο το κύτταρο
την επιδερμίδα σου
έλουζαν κι άστραφτες
Άπειροι ήλιοι,
αρμαθιά μικροσκοπικά γιαλενάκια
στην παιδική αγκαλιά μου
και τα ακροδάχτυλα ηλεκτροφόρα κύματα
θάλασσας τριαντάφυλλων
Όσο κι αν σε μίσησα
Πάντα να ξεπετάγεται η αίσθησή σου
μέσα απ' τα βρισίδια, τη θλίψη κι οργή
Κι ό,τι αποκαλούσα προδοσία
μεταμορφωνόταν σε παραλήρημα
μιας απουσίας με παντοτινή παρουσία
Ποτέ δεν θέλησα να σε ξανασυναντήσω
μα κι αν σε ξέχναγα
τα ίχνη σου γινόντουσαν το οξυγονούχο αίμα
στις αρτηρίες μου
Με αποκάλεσες Χριστό
και σ' αγαπούσα ριγώντας
Με πρόδωσες, με σταύρωσες, μ' έθαψες
Αναστήθηκα, μα δεν σ' εκδικήθηκα
Αντί να σε ισοπεδώσω σε κατάπινα
βήμα το βήμα όλο και πιο βαθιά
μέχρι να σε εξαφανίσω στη λήθη
Φευ!
έστεκε πάντα ζωντανή πληγή
η αγάπη που αδυνατούσα ξανά για σένα
να νιώσω
Μετέωρος μέσα στην μαύρη τρύπα
της ατίθασης απουσίας σου
υπήρχες για μένα
ως υπεκφυγή των ανεκπλήρωτων ονείρων μας
Θυμάσαι; Μαζί να μεταναστεύουμε
άλλους κόσμους να γνωρίσουμε
Τελικά, έφυγα μόνος, εσύ έμεινες
ενώ οι εκτρώσεις που έκανες
στερώντας μου την πατρότητα
με πείσμωσαν τόσο που αποφάσισα
ν' αποκτήσω μήτρα
Αργότερα γέννησες κι εσύ
μα πια δεν σε είχα ανάγκη
ανάθρεφα ήδη τα παιδιά μου
εντός μου
ΤΕΛΟΣ
Copyright © Γιάννης Σμίχελης All rights reserved, 2023
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Giovanni Giacometti (Still life on a chair, 1927)
Το θεατρικό του Γιάννη Σμίχελη Δάφνες του Δαφνιού δημοσιεύθηκε στο koukidaki από τον Αύγουστο του 2023, κάθε Πέμπτη, σε δεκαοχτώ μέρη. Το θεατρικό ξεκινάει από εδώ.