Νεφέλης Πηγή
στο δικό μου σπίτι
αυτό των παιδικών μου χρονών
κατηφόριζα προς τον κήπο
έχει κάποια δέντρα
ένα από αυτά είναι μία μηλιά
τα μήλα είχαν σαπίσει πάνω στο δέντρο
τα έκοψα και τα πέταξα στο χώμα
προσπάθησα να βρω γερά μήλα
κάπου ανάμεσα στα φύλλα κρύβονταν 3-4 σκέφτηκα να φτιάξω μία μηλόπιτα
τα έβαλα στις χούφτες μου
τ' άφησα στο τραπέζι
φεύγοντας δεν τα πήρα τα
εκεί στο τραπέζι έμειναν ίσως αύριο...
τα μήλα που σάπισαν,
όταν εσύ ζούσες μας έπαιρνες τηλέφωνο για τα μήλα, τα αχλάδια, τα καρύδια,
και η καρυδιά στέκει εκεί με σάπια τα καρύδια της,
όλα σάπισαν,
κάτω το χώμα είναι ένα απέραντο νεκροταφείο γεμάτο πτώματα.
Θέλω να καθίσω σαν τον Βούδα και να μην κάνω τίποτα
ούτε καν να σκέφτομαι...
Θα ήθελα λίγο χρόνο ακόμα μαζί σου.
Υπάρχουν μεταβολές μέσα μου
όλα αλλάζουν θέση
μεταβάλλονται μετακινούνται
δεν ξέρω αν υπάρχει τάξη στο απέραντο σύμπαν
αυτό όμως που με βεβαιότητα ξέρω είναι
ότι στο δικό μου σύμπαν υπάρχει αταξία.
Η τάξη των πραγμάτων δεν ενδιαφέρει κανέναν
αυτό που ενδιαφέρει τους περισσότερους αν όχι όλους είναι η αταξία.
Στον κήπο με τα μήλα υπάρχουν αμπέλια τα τσαμπιά τους σάπισαν και αυτά
ό,τι πέφτει στο χώμα σαπίζει, λιώνει, ζυμώνεται,
γίνεται μέρος της γης και του σύμπαντος.
Λίγο πιο μακριά από δω κάποιος έχει βάλει φωτιά
καίει μοναξιά, αναμνήσεις ξεραμένα αίματα
εκτός και αν καίει καλαμιές
τις λαμπάδιασε μάλλον γιατί ήταν μόνες
φοβερό το ποσό ευσπλαχνία μπορεί να επιδείξει ο άνθρωπος
ώστε να κάψει από έλεος
να συμπονέσει κάποιον κάτι
που νιώθει μοναξιά και να το αφανίσει.
Τα μήλα δεν πήγαν πουθενά είναι εδώ στο τραπέζι
δεν ξέρω τι περίμενα όταν ήρθα
ότι ίσως κάποιος να τα έχει πάρει για να βρουν και αυτά μία θέση σε αυτή την αταξία δεν είμαι σίγουρη εάν θέλω πια να φτιάξω αυτή τη μηλόπιτα
δεν έχω όρεξη
άλλωστε είναι γνωστό πως έχω χάσει τη φαντασία μου
την ψάχνω
έχει κρυφτεί,
μάλλον θα οφείλεται ίσως στην αταξία.
Ο σκύλος παίρνει τα νεκρά καρύδια από κάτω
τα ανοίγει με τη γνάθο του και τα τρώει
οι παλιοί έλεγαν ότι η καρυδιά είναι θάνατος
τι άσχημο να μη φυτεύουν το δέντρο αυτό γιατί είναι συνυφασμένο με το θάνατο
τι άδικο και τι κακό μπορεί να έχει κάνει αυτό το δέντρο
έτσι ώστε να του φορέσουν την ταμπέλα αυτή
όπως και με τον αριθμό 13
τι τους έλαχε να πάθουν
να κατηγορηθούν αδίκως
από τους ανθρώπους
και να τους συντροφεύει αυτή η ρετσινιά εις τους αιώνες των αιώνων.
Γιατί με έλκει αυτό το παλιό και ετοιμόρροπο σπίτι
γιατί με φωνάζει
γιατί ακούω να με φωνάζει
Έλα, έλα και περπάτησε πάνω στα φθαρμένα πατώματα
έλα και άγγιξε τις ξεφλουδισμένες από το χρόνο πόρτες,
γαλάζιες και αυτές όλα στο σπίτι ήταν γαλάζια
η εξώπορτα τα παντζούρια οι πόρτες μέσα και έξω
σε αυτό το σπίτι τα πάντα ήταν γαλάζια
σαν τη θάλασσα σαν τον ουρανό και οι τοίχοι γαλάζιοι ήταν
και ακόμα επιμένει αυτό το γαλάζιο
παρότι ο χρόνος το έχει ξεφλουδίσει φθείρει σχεδόν αποδόμηση
είναι απορίας άξιον που σε αυτό το σπίτι αντέχει ακόμα...
παλιά κατασκευή καλή δουλειά στην πέτρα τεχνίτες άξιοι.
Κάθε φορά που κοιτάζω το ρολόι βλέπω συνεχώς τον ίδιο αριθμό 13
στην αριθμολογία το 13 λένε ότι συμβολίζει το θάνατο
όχι όμως έτσι όπως εμείς τον ξέρουμε
πεθαίνουμε για να ξαναγεννηθούμε
αφανίζουμε τον παλιό μας εαυτό
για να εμφανιστεί ο πραγματικός αυτός που πραγματικά είμαστε.
Δεν μου αρέσει η λέξη θάνατος προτιμώ το αφανισμός.
Ωραία τα τσιτάτα όμως μη γίνεις κανένα τσιτάτο
μα ούτε και να προσπαθήσεις να μοιάσεις σε αυτούς που τα έγραψαν
εσύ απλά να μείνεις στο δρόμο, το δικό σου δρόμο
διάβασέ τα, είναι καλό να ξέρεις ποιοι τα είπαν
γιατί τα έγραψαν αλλά ως εκεί
τίποτα παραπάνω χάραξε το μονοπάτι σου.
Πολλά γράμματα δεν ήξερες μέχρι την τετάρτη δημοτικού είχες πάει
η υπογραφή σου όμως ήταν εξαιρετική
κανείς δεν μπορούσε να την πλαστογραφήσει
όταν την έβλεπα είχα την εντύπωση ότι μπορεί να έχει υπογράψει ένας διανοούμενος υπήρχε ένα διακριτικό σημάδι στην υπογραφή σου
που ήταν πολύ δύσκολο έως αδύνατο να αντιγραφεί..
Δεν σε πρόλαβα δεν πρόλαβα τον αφανισμός σου
ήθελα τόσο πολύ να είμαι εκεί
γιατροί και νοσοκόμες λένε ότι οι άνθρωποι που έχουν πάρει το δρόμο τους καταλαβαίνουν τα πάντα
αισθάνονται τα πάντα
ήθελα λοιπόν να είμαι εκεί
να μην είσαι μόνος
να είμαι δίπλα σου κοντά σου
κι ας μην ήσουν εσύ ποτέ κοντά μου
κι ας μην ήσουν ποτέ δίπλα μου
κι ας μη μου είπες ποτέ μία όμορφη κουβέντα
κι ας μη με κατάλαβες ποτέ
μακάβριο να θέλω να δω το θάνατό σου.
Κάποιοι λένε ότι η ετοιμοθάνατοι δεν θέλουν να τους βλέπουμε να φεύγουν
για αυτό και οι περισσότεροι τελειώνουν μόνοι
ίσως να μη θέλουν τα παιδιά τους να βιώσουν το τέλος της ζωής,
να μη δουν πώς είναι να φεύγει και η τελευταία ανάσα.
Αύριο που θα πάω στο σπίτι θέλω να δω τη σήψη των μήλων πάνω στο τραπέζι. Κάποια μικρά έντομα κάνουν κύκλους
γύρω από το κεφάλι μου
ελπίζω να μην είναι οι ψυχές που ήρθαν να μου κάνουν παρέα.
Ανοίγω τα μάτια μου σαν εκείνα τα ρομπότ
που πατάς το κουμπί και ενεργοποιούνται πάω στην κουζίνα
βάζω σε ένα μπολ τροφή για τις γάτες βγαίνω και τις ταΐζω
θα ήθελα πολύ να τους δώσω ένα όνομα μα δεν βρίσκω κανένα
ίσως κάποια στιγμή το κάνω.
Έρχομαι να σε δω δεν είσαι καλά
σε πηγαίνω στο νοσοκομείο
μετάγγιση πρέπει να κάνεις
αυτό δεν είναι νοσοκομείο, ένα μπουρδέλο είναι
αλλά τέλος πάντων
η παθολόγος με ρωτάει γιατί σε έφερα εδώ
για μετάγγιση της λέω
να τον πάτε στην Αθήνα
μα έχει και πυρετό
ναι να τον πάτε στην Αθήνα
δηλαδή μου λες να τον πάρω από το νοσοκομείο εδώ
και να τον πάω για μία μετάγγιση ή ένα πυρετό στην Αθήνα
ναι μου λέει
εγώ δεν πάω πουθενά της λέω
εδώ θα μείνω σαν το Βούδα και κάνε ό,τι καταλαβαίνεις.
Ο άνεμος φυσάει
στο μυαλό μου κατοικούν πολλοί άνθρωποι
οι μνήμες και οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν,
είμαι παιδί δέκα χρονών με βλέπω να καταπίνω ασπιρίνες
4-5 πρώτη απόπειρα
εκεί κατάλαβα ότι κανείς δεν είχε διάθεση να ασχοληθεί μαζί μου
εννοείται ότι δεν με πήγαν στο γιατρό
καλά θα γίνει δεν πήρε και ολόκληρο κουτί!
Καμιά φορά κλαίω
θέλω τη μαμά μου
τώρα κλαίω γιατί θέλω και τον μπαμπά μου.
Κλαίω συχνά δεν αφήνομαι σε χαώδης σκέψεις ούτε σε χρώματα
απωθώ τις λέξεις
όλα θέλω να γίνονται γρήγορα
να κλείσω τα μάτια και να ξυπνήσω
όταν όλα θα έχουν τελειώσει
δεν μιλάω πολύ σε ανθρώπους
γιατί νομίζω αν τους πω κάτι
αυτοί αργότερα θα το χρησιμοποιήσουν εναντίον μου.
Έχω νεύρα γιατί δεν μπορώ να είμαι σαν τους άλλους
κρύβομαι
έτσι είναι καλύτερα
να είμαι αόρατη για να μη με βλέπουν
αλλά εγώ θέλω να με βλέπω το έχω ανάγκη
τι γίνεται με μένα είμαι τόσο κακός άνθρωπος
πολλές φορές τρώω πολύ και μετά δεν τρώω
πόσο κοστίζει η ζωή μας
πόσο κοστολογείται τελικά;
Φυλακίσαμε τα τέρατα του μυαλού μας
σε βαθύ μπουντρούμι
για να μη μας ενοχλούν
αλίμονο γίναμε αόρατες μαριονέτες
σκιάχτρα ακίνητα στα χωράφια που πάνε όπου πάει ο άνεμος.
Να μάθω να με αγαπώ
να κοιτάζομαι στον καθρέφτη
και να λέω τι όμορφη που είμαι
να μάθω να με αγκαλιάζω
πόσους αιώνες έχω να το κάνω τώρα που το σκέφτομαι
δεν το έχω κάνει ποτέ
τι κρίμα πόσο απάνθρωπη είναι η απολεσθείσα συνείδησή μου προς εμένα
τι τιμωρία είναι τούτη που επέβαλα στον εαυτό μου.
Ψυχούλα μου πώς με αντέχεις
πώς αντέχεις την τόση σκληρότητά μου
αντικατοπτρίζω την ασχήμια του κόσμου προς εσένα.
Ψήνομαι στον πυρετό
καμία συμπόνια για σένα ψυχή μου
ποτέ μα ποτέ δεν έδειξα επιείκεια πότε!
Και τώρα πώς ζητώ να με αγαπήσουν
να με συμπονέσουν
να με αγκαλιάσουν
έγινα ο δυνάστης σου ο καταδυναστευόμενος έγινε χειρότερος από το δυνάστη του.
Ονειρεύομαι πολύ μέσα στο όνειρο
εκεί ζω θυμώνω, κλαίω, φωνάζω δικαιώνομαι,
εκεί είμαι περήφανη για μένα.
Η απίθανη πιθανότητα να πάνε όλα καλά
η απίθανη πιθανότητα να διορθωθούν όλα,
λες να είμαι τόσο τυχερή;
Ρυπαίνω τους γύρω μου χώρους
η ρύπανση είναι μία διαδικασία και δεν σημαίνει τίποτε άλλο εκτός από επιβάρυνση επιβαρύνω τους γύρω μου επιβαρύνω εμένα,
εγώ αυτό που θέλω είναι να πω ότι δεν είμαι σνομπ
απλά δεν μιλάω πολύ γιατί το μυαλό μου τρέχει
βέβαια καμιά φορά με πιάνω να μη σκέφτομαι τίποτα
πώς το καταφέρνω αυτό δεν ξέρω
μη ρωτάς
απλά δεν ξέρω
υπάρχει ένα κενό σαν αυτό το κενό ανάμεσα στο συρμό και στην αποβάθρα,
αν δεν προσέξω υπάρχει κίνδυνος να πέσω μέσα.
Η ζωή λένε είναι στιγμές και έχω στιγμές,
σου την έσκασα τι νόμιζες ότι θα πω ότι δεν έχω
θυμάμαι, παιδί επτά χρόνων ίσως και οχτώ σε ένα γλέντι με πήρες στα γόνατά σου ένιωσα άβολα
αλήθεια ήταν
κάτι που δεν έκανες ποτέ
δεν ήξερα πώς να το διαχειριστώ
τι έπρεπε να κάνω
απλά καθόμουν εκεί και κοιτούσα γύρω γύρω
από τη μία δεν ήθελα να κατέβω από τα πόδια σου
και την άλλη ήθελα να τρέξω μακριά
ίσως για αυτό δεν μπορώ τα χάδια την τρυφεράδα
μου είναι ξένα.
Τα πολυκαιρισμένα αντικείμενα,
γεγονότα που υπάρχουν στο μυαλό μου
τα κάνω delete
γεγονότα που με έχουν τρομάξει
άμα έχουν φοβίσει κάνω αυτό που κάνει και ο κομπιουτεράς μου
όταν κάνει format τον υπολογιστή μου
πετάω άχρηστα αντικείμενα.
Μεταξύ μας όμως εγώ δεν τα πετάω τα βάζω σε ένα ξεχωριστό δίσκο
και τα αφήνω εκεί για μήνες για χρόνια για αιώνες
βέβαια στον ξεχωριστό δίσκο υπάρχει ο κίνδυνος
τα αρχεία μετά από κάποια χρόνια
να είναι αδύνατο να ανοίξουν
δεν βαριέσαι πάντα υπάρχει μία λύση
για να μπορέσεις να τα ανοίξεις έτσι τουλάχιστον θέλω να πιστεύω.
Έτσι και με τα τραύματα νομίζεις ότι τα έχεις θεραπεύσει
μα εκείνα με έναν τρόπο που δεν μπορώ να εξηγήσω
παραμένουν ανοιχτά
κρύβουν την αρρώστια τους τόσο καλά
τόσο επιδέξια που ειλικρινά με αφήνουν άφωνη.
Εγώ παιδί 7 ή 8 χρονών δίπλα μου ένα κοριτσάκι γύρω στα τέσσερα
κάποια στιγμή χάνεται από μπροστά μου
δεν είδα που πήγε ήξερα όμως πού ακριβώς ήταν
χωρίς να δω πού πάει
ανεβαίνω τα σκαλιά, το παλιό σπίτι, ήταν εκεί μαζί με...
Εντάξει το αρχείο στον σκληρό δίσκο έχει καταστραφεί
είναι αδύνατο να ανοίξει ίσως και να μη θέλω να ανοίξει...
Πήγα στο νεκροταφείο όπως κάθε απόγευμα
έτσι είθισται να λιβανίζουμε τους νεκρούς
γίνονται εργασίες για να φτιαχτεί το μνήμα σου
δίπλα στη μαμά
ένα ίδιο και απαράλλαχτο
αντικειμενικά είχες ένα ωραίο πτώμα
η αρρώστια δεν κατάφερε να σε γδάρει
να σε αποδομήσει δεν πρόλαβε.
Έπρεπε να αφανιστείς για να ξεκλειδώσουν οι μνήμες
για να βγουν συναισθήματα, επιθυμίες
δεν μπορώ άλλο πρέπει να σταματήσω
με πιάνει πάλι αυτός ο κόμπος στο στομάχι...
Ας σταματήσουμε λίγο
να πιούμε λίγο νερό
το νερό κάνει καλό
σε όλα βοηθάει
τον εγκέφαλο να λειτουργήσει
καλύτερα βοηθάει τα φυτά να παραμείνουν ζωντανά.
Ερχόμενη εδώ πότισα τις τριανταφυλλιές και την μανόλια θέριεψε
και η μανόλια έγινε δέντρο μεγάλο δυνατό
στέκει μόνη της μακριά από τα άλλα δέντρα
στο κέντρο του κήπου. Δεν ξέρω πόσο θα κρατήσει αυτό το πήγαινε έλα
στο πατρικό μου σπίτι
αυτό που ξέρω με σιγουριά είναι ότι
το έχω ανάγκη
έχω ανάγκη να είμαι εδώ
τώρα που εσύ δεν είσαι...
Έφυγαν όλοι οι παππούδες οι γονείς οι θείοι
και μείναμε εμείς τα παιδιά
να συνεχίσουμε
αύριο θα έρθω να ποτίσω και τα υπόλοιπα
θα έρθω πιο νωρίς.
Άραγε οι νεκροί επισκέπτονται τα σπίτια τους
μπορούν με κάποιο τρόπο να βλέπουν
εσύ πίστευες ότι δεν υπάρχει τίποτα ότι οι άνθρωποι πεθαίνουν
θάβονται και τους τρώνε τα σκουλήκια
δεν υπήρχε τίποτα πέρα από αυτό
θα μπορούσα να πω ότι ήσουνα θρήσκος ή και άθεος
σε δύσκολες στιγμές προσευχόσουν μόνο σε έναν συγκεκριμένο άγιο
τον όσιο μόνο αυτόν καταλάβαινες για άγιο
έτσι έλεγες σε αυτόν πιστεύω μόνο και αυτόν καταλαβαίνω.
Κάθε χρόνο επισκεπτόσουν την εκκλησία
του άναβες ένα κερί και έφευγες.
Στη συγκεκριμένη εκκλησία μόνο άντρες επιτρέπονταν να μπουν μέσα απαγορευόταν σε γυναίκες η είσοδος για ένα κερί.
Ως πρωτότοκη είχα την εύνοια που έχουν τα πρώτα παιδιά
αλλά αργότερα η μαμά στο καταλόγιζε
ότι εγώ είχα τα πάντα ακόμα και κρεβάτι να κοιμάμαι
ενώ η αδερφή μου
όχι κοιμόταν στον καναπέ
εις μάτην προσπαθούσα να της εξηγήσω ότι δεν ευθύνομαι εγώ για αυτό,
αυτό ήταν δικό σας κομμάτι
δική σας ανάγκη και όχι δική μου
εγώ δεν ήξερα δεν καταλάβαινα
ήμουν παιδί
κάποια δική σας ανάγκη προσπαθούσατε να καλύψετε.
Με φόρτωνες με ενοχές
είχες τον τρόπο σου μαμά να με φορτώνεις
να φορτώνεις στις πλάτες μου ενοχές.
Δεν ξέρω αν ποτέ κατάλαβες πώς είναι να φορτώνεις ένα παιδί...
Αναμφίβολα με αγαπούσες μου το είχες πει
δεν ξέρω τι περίμενες από μένα
πάντα υπήρχε μία σύγκριση με άλλα παιδιά
εγώ όμως ήμουν ένα άλλο παιδί
δεν μπορούσα να γίνω τα παιδιά των άλλων
ήμουν είμαι και θα είμαι μία ξεχωριστή οντότητα
δεν σημαίνει ότι επειδή με γέννησες θα γίνω ίδια εσύ ή ίδια ο μπαμπάς μου.
Οι προσλαμβάνουσες που έχει ένα παιδί από τον κοινωνικό του περίγυρο διαφέρουν με κάποιο τρόπο
όλα αυτά που βλέπει, δέχεται, αισθάνεται,
διαμορφώνουν ένα χαρακτήρα ο οποίος είναι διαφορετικός
από αυτό των γονιών.
Σου το έλεγα πάντα ότι δεν είμαι εσύ
και δεν γίνεται να είμαι ΕΣΥ!
Είμαστε διαφορετικές...
Αυτή η σύγκριση με ακολουθάει παντού και πάντα
για αυτό και προσπαθούσα με τον τρόπο μου να διαφέρω
από εσένα, από τον μπαμπά μου και από την αδερφή μυ και από τους άλλους δεν ήθελα να μοιάσω σε κανέναν.
Βέβαια όταν ασχολήθηκα με το θέατρο μου είπες
από εμένα το πήρες αυτό
εγώ αγαπούσα το θέατρο
όλα τα καλά από σένα τα είχα πάρει
και τα άσχημα εννοείται από τον μπαμπά μου.
Ποτέ δεν μπορούσα να σου γυρίσω κουβέντα μπαμπά να σου αντιμιλήσω πάγωνα
σαν εκείνα τα άγαλμα στο μουσείο
κατάπινα τη οργή μου
ακόμα και τη σιωπή μου
κατάπινα
έμπαινα στο αυτοκίνητο μετά
και έβγαινα σε έναν ερημικό δρόμο
και ούρλιαζα, φώναζα, έκλαιγα
εγώ,
αέρα γιατί, γιατί δεν μπορούσα να σου πω κουβέντα;
Ξέρω, γιατί τώρα πια ξέρω,
ήταν ο φόβος
κατουριόμουνα από το φόβο.
Αυτός ο φόβος με συντροφεύει ακόμα.
Όταν λίγο πριν εξαφανιστείς επιτέλους
ΕΠΙΤΈΛΟΥΣ σου είπα κάποια από αυτά που ένιωθα
Επιτέλους ύψωσα τη φωνή μου
σε σένα
αυτό που αντιλήφθηκα ήταν ότι τελικά ήσουν θρασύδειλος
όταν είδες ότι μπορούσα να γίνω χειρότερη από σένα λούφαξες.
Μόνο που αυτό δεν έφτασε,
ήθελα κι άλλο.
Ξεφλουδίζω σαν τις πόρτες στο παλιό σπίτι
πέφτουν οι άμυνές μου σαν τους σοφάδες
γκρεμίζονται τα μέσα μου
και εγώ πρέπει να βρω τη δύναμη
να τα χτίσω ξανά
τούτη τη στιγμή όμως δεν έχω καμία δύναμη
και ειλικρινά δεν έχω καμία όρεξη.
Δεν μπορώ να ελέγξω τίποτα
ούτε καν το βάρος μου
κάποτε μπορούσα και το έλεγχα,
τόσες θερμίδες επιτρέπεται να φάω σήμερα αν...
ξέφευγα, έκανα γυμναστική μέχρι τελικής πτώσεως
όλα ήταν υπό έλεγχο,
έτσι είναι όταν δεν μπορείς να ελέγξεις τίποτα στη ζωή σου
βρίσκεις ένα πράγμα για το όποιο μπορείς να ελέγξεις
και εγώ αυτό έκανα και νόμιζα ότι είχα τον έλεγχο στα πάντα...
Στο παλιό σπίτι υπάρχει μια φωτογραφία
κρεμασμένη στον ξεφλουδισμένο και γεμάτο υγρασία τοίχο,
είμαστε και οι δύο παιδιά μικρά,
δεν θυμάμαι πότε βγάλαμε αυτή τη φωτογραφία.
Περπατώ στα πατώματα
και η ακόρεστη δίψα μου να νιώσω
ξεπερνάει τα όρια του δυνατού.
Θυμάμαι και δεν ξέρω κατά πόσο αυτό είναι καλό,
στο παλιό μου δωμάτιο σε αυτό το πέτρινο σπίτι
βλέπω το κρεβάτι μου αυτό το ξύλινο κρεβάτι
που αργότερα το πήρα και το έβαλα στη σοφίτα και τώρα κοιμάται ο γιος μου...
Πότισα τα λουλούδια σου
στο είπα ότι θα έρθω νωρίς
δεν τα πότισα όλα για να 'χω λόγο να έρχομαι.
ΔΕΝ ΜΠΟΡΏ ΝΑ ΤΟ ΠΙΣΤΈΨΩ
ΔΕΝ ΜΠΟΡΏ
δεν δύναμαι να πιστέψω ότι πια δεν είσαι εδώ
ότι και οι δύο σας δεν είστε εδώ
όλο αυτό με φέρνει πιο κοντά στο θάνατο
το πόσο λίγοι είμαστε
το πόσο μικροί
και πως ο θάνατος είναι μεγάλος,
πάντα μεγάλος ήταν και δυνατότερος από όλους
ο θάνατος είναι το μόνο σίγουρο
κάνεις δεν του ξεφεύγει...
🍃
Copyright © Νεφέλη Πηγή All rights reserved, 2023
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Edvard Munch (The girls on the bridge)