Θ Θεός ως κριτής
Ο Δημιουργός ως χορηγός της τιμωρίας και του επαίνου
(τρίτο μέρος)
Εάν ο άνθρωπος πέθανε και μάλιστα αυτοτιμωρούμενος, αυτό αποτελεί το βασικό πρόβλημα του ίδιου του ανθρώπου στη multimedia κοινωνία της αυγής του 21ου αιώνα. Ο άνθρωπος αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να γίνει πράγμα, ρέπλικα ή άνθρωπος-ρομπότ, όπως ένας Αμερικανός επιστήμονας προσπαθεί να πετύχει, να αλλοτριωθεί ολοένα και πιο πολύ, να πάψει να διακρίνει τα πραγματικά προβλήματα της ανθρώπινης ύπαρξης και να μην ενδιαφέρεται πια για τις απαντήσεις σε αυτά τα προβλήματα, ή μήπως όχι; Πολλοί πάντως πιστεύουν ότι αν ο άνθρωπος συνεχίσει να βαδίζει σε αυτή την κατεύθυνση, θα απονεκρωθεί και τότε το πρόβλημα του Θεού, είτε ως έννοια είτε ως ποιητικό σύμβολο της υψηλότερης αξίας, θα πάψει πια να είναι πρόβλημα.
Σήμερα το κεντρικό θέμα είναι να αναγνωρίσουμε αυτό τον κίνδυνο και να παλέψουμε για τη δημιουργία των συνθηκών, που θα συμβάλουν στο να ξαναγυρίσει στη ζωή ο άνθρωπος, χωρίς να γυρίσει όμως την πλάτη του στις νέες επιτεύξεις της επιστήμης και της τεχνολογίας, πράγμα που έτσι κι αλλιώς του είναι αδύνατον. Τότε θα καταλάβει ότι ο Θεός δεν μπορεί να πεθάνει, γιατί είναι αθάνατος, αλλά και ότι ο παράδεισος αρχίζει από τη Γη, αν οι ίδιοι οι άνθρωποι το θελήσουν. Οι συνθήκες αυτές βρίσκονται στον τομέα των θεμελιακών αλλαγών στην κοινωνικοοικονομική δομή της μεταβιομηχανοποιημένης κοινωνίας και μιας αναγέννησης του ουμανισμού, που έχει ως επίκεντρό του, όχι τόσο την πραγματικότητα των εννοιών και των λέξεων, αλλά την πραγματικότητα των αξιών που καθορίζονται από την εμπειρία. Στη Δύση η αναγέννηση αυτή του ουμανισμού γίνεται σήμερα ανάμεσα σε οπαδούς του καθολικισμού, του προτεσταντισμού και του ιουδαϊσμού. Είναι μια αντίδραση στη διπλή απειλή, που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα σήμερα: την απειλή των τυφλών χτυπημάτων ευρέως φάσματος της –παράνομης και νόμιμης– τρομοκρατίας και την απειλή της μετατροπής του ανθρώπου σε μηχανή. Αν πρόκειται να επικρατήσουν το πνεύμα και οι ελπίδες των προφητών, αυτό θα εξαρτηθεί από τη δύναμη και τη ζωτικότητα αυτού του νέου αφανισμού. Για τους μη θεϊστές ουμανιστές προβάλλει ένα ακόμη ερώτημα: Τι θα πάρει τη θέση της θρησκείας σ' έναν κόσμο, όπου η έννοια του Θεού θα έχει πεθάνει, αλλά όπου η εμπειρική πραγματικότητα πίσω από την έννοια αυτή πρέπει να είναι ζωντανή; Τι γνωρίζουμε για τον κόσμο, τι για το Σύμπαν, τι για τον Θεό, τι για τα άδυτα του εαυτού μας; Η ταπεινή, προσωπική μου άποψη είναι πως ακόμη ξέρουμε ελάχιστα πράγματα. Μπορούμε να μάθουμε πολύ περισσότερα και αναμφίβολα θα τα μάθουμε. Πάντα όμως είναι σωστό να βάζουμε μια σειρά στη ζωή μας, στη σκέψη μας, στις πράξεις μας, στην αναζήτηση της γνώσης. Παραδείγματος χάριν, πριν μάθουμε τα μυστικά του σύμπαντος, θα έπρεπε να αναρωτηθούμε τι είναι σύμπαν και γιατί υπάρχει, δηλαδή ποιος είναι ο σκοπός της ύπαρξής του!
Το σύμπαν δεν υπάρχει τυχαία και αδικαιολόγητα, δεν είναι μια ατέλεια της ανυπαρξίας ούτε χωρίς μια επαρκή αιτία, γιατί είναι άμεσα μόνο από/και για τον εαυτό του. Οι ποιότητες των πραγμάτων και οι τρόποι του αλληλοεπηρεασμού τους είναι πάντοτε η ποιότητα της άμεσης, κοινής και αυτοτελούς πραγματικότητας, η οποία συνεχίζει ανέκαθεν να γίνεται έμμεσα-εξωτερικά σε σχετικά μικρότερες στιγμές, ενώ αυτή σαν σύνολο είναι ανέκαθεν τελειοποιημένη μέσα στα σταθερά όρια μιας ευρύτερης στιγμής με άμεσο-εσωτερικό τρόπο.
Ας μη λησμονούμε ότι το παρελθόν και το μέλλον αποτελούν το παρόν του 100% σύμπαντος και ακριβώς έτσι εξηγείται η σχετικότητα του χρόνου μ' έναν εκπληκτικό τρόπο.
Σχετικά εκ των υστέρων μέσα στον χρόνο των περιορισμένων πραγμάτων τα πάντα είναι και γίνονται έμμεσα-εξωτερικά ως μέρη, χωρίς μια επαρκή έμμεση αιτία και χωρίς αυτοτέλεια, αλλά είναι ανέκαθεν και επαρκώς αιτιολογημένα από το σύνολό τους με άμεσο, διανοητικό τρόπο.
Μπορούμε να δούμε τον κόσμο με δύο αντίθετους τρόπους: σε εξέλιξη ή σταθερό σαν αφηρημένη, εξωκαθορισμένη και τυχαία υλική ύπαρξη ή σαν συνολική ποιότητα άμεσα-εσωτερικά αυτοκαθορισμένη. Είναι και οι δύο αληθινοί. Έπειτα ζωή χωρίς διανοητική δραστηριότητα είναι ανύπαρκτη και χωρίς διαμόρφωση αυτογνωσίας ήταν, είναι και θα είναι παντού μέσα στο Σύμπαν ανεπαρκώς αξιοποιημένη και παρασυρμένη, με όποια δυνατότητα και αν τη φανταστούμε.
Στην εξέλιξη της κοσμολογικής θεωρίας και κοντά στο ζήτημα για την αρχή της ζωής, η έννοια του Θεού διατηρείται, διαφοροποιείται και σημασιοδοτείται ως κεντρική για τα ηθικολογικά ζητήματα μετά από τον συνθετικό προσδιορισμό της σαν συμπαντική εσωτερικότητα. Αν με αυτόν τον τρόπο οριστικοποιείται το αναπόφευκτο ξεπέρασμα των αρχαίων θρησκευτικών προκαταλήψεων περί της σχέσης ανάμεσα στη ζωή, την ευρύτερη πραγματικότητα και τον Θεό, εξίσου διασαλεύονται τα ανθρωποκεντρικά πρότυπα ζωής, τα οποία παράγονται με υπερβολική εκμετάλλευση της εμπειρίας, χωρίς να βασίζονται στη γνώση των γενικών κοσμολογικών ζητημάτων. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων αυτό το ξεπέρασμα δεν είναι ο στόχος μας και δε βασίζεται σε καμιά θρησκεία, σε καμιά παρέκκλισή τους και σε καμιά προηγούμενη φιλοσοφική θεωρία.
Μάλιστα πρέπει να προσέξουμε πως σε μια φιλοσοφική θεωρία είναι δυνατό να υποστηρίζεται η ύπαρξη έμβιων ιδιοτήτων στην ουσία των πραγμάτων, χωρίς αυτή να είναι πανθεϊστική, όπως –και αντιθέτως– ο Θεός να ταυτίζεται με το σύμπαν ή να το περιέχει, χωρίς ωστόσο ν' αντιτίθεται στη σύνδεσή του με μια άλλη, τελείως διαφορετική πραγματικότητα ή στην ύπαρξη εξωτερικών υλικών στοιχείων. Η ύπαρξη ενός γνωρίσματος ζωής στην ουσία των πραγμάτων είναι δυνατό να υποστηρίζεται σε μια άθεη θεώρηση (π.χ. Σοπεγχάουερ, Χάρτμαν), όπως σ' εκείνη που λέγεται πανθεϊστική (π.χ. Σπινόζα, Χέγκελ, Σέλινγκ) και όπως σε μια μη πανθεϊστική (π.χ. Λάιμπνιτς, Μπέρκλεϊ, Σαρντέν).
Τελικά, για να επανέλθουμε στα ερωτήματά μας, ποιος θα αντικαταστήσει στη μετακοινωνία τον Θεό; Η απάντηση; Ο ίδιος ο Θεός, αλλά όπως ακριβώς είναι. Κι αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο δυνατά ο καθένας μας θα κραυγάσει:
Εξουσία μην κρύβεις άλλο πιατο Θεό που ποτέδε μου έδειξες.Μην καλύπτεις την ουσία τουμε τα δηλητηριώδη σουκαι βρομερά αέρια.Θέλω ένα να γίνωμε ΑυτόνΕλεύθερος.
Αντίθετα, όταν ο άνθρωπος καταπιέζει τον εαυτό του, τότε υπάρχει ο εξουσιαστής και ο εξουσιαζόμενος, ο κύριος και ο σκλάβος, ο διατάζων και ο εκτελών τις διαταγές, η εξουσία τέλος ή το καθεστώς και ο επαναστάτης. Τότε ο άνθρωπος βρίσκεται σε πραγματική ψυχική και πνευματική σύγχυση με άμεσο αποτέλεσμα την κακή αντιμετώπιση των διαφόρων καταστάσεων και τη δεκτικότητα στα πάθη του με παθητικό τρόπο ή την αδιαμαρτύρητη δεσποτεία από τους προϊσταμένους του ή την απολυταρχική διακυβέρνηση των υφισταμένων του, εφόσον από τη μια υφίσταται ως κυρίαρχος κι από την άλλη ως υποτακτικός. Ασκεί και δέχεται τιμωρίες και επαίνους για τις διάφορες κακές ή καλές του αντίστοιχα πράξεις και όσον αφορά το εξωτερικό του περιβάλλον, αλλά και όσον αφορά την ίδια του την οντότητα και φυσικά, όταν αφορά αυτόν τον ίδιο, τότε εκείνος που δέχεται τις τιμωρίες είναι ο εαυτός του, ενώ εκείνος που δέχεται επαίνους είναι ο σύνολος άνθρωπος.
Οπωσδήποτε το πέρασμα από μία κατάσταση δουλείας σε μία κατάσταση ελευθερίας δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Έτσι και το πέρασμα από την κατάσταση καταπίεσης του εαυτού μας σε μία κατάσταση συνεργασίας με αυτόν δεν είναι κάτι το εύκολο, γιατί αυτό συνεπάγεται την καταπολέμηση του αισθήματος κυριαρχίας με το αίσθημα της ελευθερίας. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται αγώνας για αυτεπίγνωση. Χρειάζεται ο άνθρωπος να εκμηδενίσει όλες τις κληρονομημένες του δεισιδαιμονίες, προλήψεις και μικρότητες. Χρειάζεται να κατανοήσει ότι τόσα χρόνια κάτω από την πίεση του συστήματος επαίνου-τιμωρίας, που ακόμη κι αυτός ο ίδιος είχε επιβάλλει στον εαυτό του, το κράτος, το ιερατείο, γενικά η εξουσία είχε πετύχει την υπηρεσία του προς αυτήν κι όχι την εξυπηρέτηση της προσωπικότητάς του. Επιτέλους, όπως λέει και ο λαός μας, ο καθένας μας οφείλει «να τα βρει με τον εαυτό του».
Έπειτα διαπιστώνουμε στη σημερινή εποχή –αλλά το κακό αρχίζει από πολύ παλιά– ότι ο άνθρωπος αυτοκαταστρέφεται, όχι μόνο με τη βιομηχανοποίησή του ή με τη μηχανοποίησή του, αλλά κυρίως με το ότι αυτός ο ίδιος χειροτόνησε τους τυράννους, αυτός ο ίδιος ώθησε τους αληθινά σπουδαίους ανθρώπους στο μαρτύριο, στη λήθη ή και στο θάνατο, χωρίς να περάσει έστω για μια στιγμή από το μυαλό του ότι αυτοί ακριβώς οι άνθρωποι επαναστατούσαν κι αγωνίζονταν για το δικό του καλύτερο αύριο.
Ο σύγχρονος άνθρωπος κοιτά τον συνάνθρωπό του από το χρώμα της φυλής του, από το θρήσκευμα, από τη γλώσσα, από το έθνος και από την κοινωνική θέση που κατέχει αυτός, αλλά όχι από το γεγονός ότι είναι άνθρωπος. Όταν δεν συμφωνεί στα στοιχεία αυτά μαζί του, τότε τον ποδοπατεί, του επιβάλλει δεινά και τιμωρίες, προσπαθεί να τον αφανίσει με κάθε τρόπο, γιατί πιστεύει πως είναι ανώτερος από αυτόν.
Επίσης δε θέλει να καταλάβει ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν θέλουν να τον καταπιέσουν ή να τον εκμεταλλευτούν και που ειλικρινά θέλουν να του δείξουν ποιος είναι και να τον κρατήσουν ελεύθερο κι έντιμο στη ζωή. Δεν τους προτιμά όμως αυτός, ούτε καν τους συμπαθεί. Αντίθετα μάλιστα τους αντιπαθεί, γιατί είναι απλοί και ευθείς και γιατί είναι διαποτισμένοι με το αίσθημα της αγάπης στον συνάνθρωπό τους. Ως ανταμοιβή γι' αυτά που είναι όμως, τους τιμωρεί με τον πόνο και τις συκοφαντίες. Κι αυτό, γιατί φοβάται την αλήθεια, όπως η νυχτερίδα το φως.
Πόσο εύκολη την έχει την κατηγορία για τους συνανθρώπους του! Αρκεί να βάλει το χέρι του στην τσέπη του μίσους και ο συνάνθρωπός του αντιμετωπίζει τον εμπαιγμό και την τιμωρία, επειδή ήταν ελεύθερος να κάνει αυτό που έκανε και γιατί ο τιμωρός του ποτέ δεν είδε τα δικά του σφάλματα. Όταν μια γυναίκα γεννήσει παιδί, χωρίς να είναι παντρεμένη, τότε ο κόσμος την κυνηγά και τη διαπομπεύει. Αυτή η περιφρόνηση δεν περιορίζεται όμως μόνο στην «παράνομη» μητέρα, αλλά και στο «νόθο» παιδί. Έτσι γίνεται ένας αυστηρός διαχωρισμός ανάμεσα στα «νόμιμα» παιδιά και στα νόθα. Ποιος έχει όμως σκεφθεί ποτέ ότι το παιδί της Παναγίας, ο Χριστός, είχε γεννηθεί από μητέρα, που δεν είχε τελέσει κανένα γάμο; Κι έπειτα, τι είναι ο γάμος έτσι όπως τον τελούμε σήμερα, εκτός από μία τυπολογία που γίνεται βιαστικά και χωρίς καμιά ουσία και νόημα, εφόσον η ουσία δε βρίσκεται στην τελετή, αλλά στο μυστηριακό νόημα της ένωσης δύο ανθρώπων μεταξύ τους;
Όσο για το παράνομο παιδί και την παράνομη μάνα που ο κόσμος επιμένει ν' αποκαλεί έτσι, στα μάτια του Θεού δε διακρίνονται από τα «νόμιμα» παιδιά και τις «νόμιμες» μητέρες. Την τυπολογία την εφεύραμε εμείς οι ίδιοι οι άνθρωποι, για να μπορούμε να ελέγχουμε τους συνανθρώπους μας και να τους κρατάμε σκλάβους.
Στις πολιτικές αναταραχές επίσης διαπιστώνουμε δύο πράγματα. Πρώτον: ότι ο άνθρωπος πάντοτε πίστευε και πιστεύει πως η ελευθερία του εξασφαλίζεται όταν εξολοθρεύει τους αντιπάλους του. Δεύτερον: ότι μερικές φορές που ο άνθρωπος απελευθερώνεται από μία τυραννία, αμέσως παραδίνει την ελευθερία του σ' έναν καινούργιο κυρίαρχο.
Ακόμη και στην περίοδο όμως της πολιτικής γαλήνης το κακό διαιωνίζεται με τα διάφορα κόμματα. Μίσος και αλληλοσπαραγμός επικρατεί και έπαινοι δίνονται σε αυτόν που κατέστρεψε ή προξένησε περισσότερα πλήγματα στο άλλο κόμμα.
Το πόσο ο άνθρωπος υπερμαχεί για την εθελοτυφλία του, φαίνεται έκδηλα αν ανατρέξουμε λίγο στη νεότερή του έστω μόνο ιστορία.
Στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης δόθηκε στον άνθρωπο η ευκαιρία να διαλέξει ανάμεσα στον τρομερό Ροβεσπιέρο και στο μεγαλειώδη Δαντών. Ο άνθρωπος έστειλε στην αγχόνη την καλοσύνη.
Στη Γερμανία του δόθηκε η ευκαιρία να διαλέξει ανάμεσα στον Γκέρινγκ και τον Χίμλερ από τη μια πλευρά και στους Liebkneht, Landau και Muhsam από την άλλη. Ο άνθρωπος διόρισε αρχηγό της αστυνομίας του τον Χίμλερ και δολοφόνησε τους αληθινούς του φίλους.
Του δόθηκε η ευκαιρία να διαλέξει ανάμεσα στην Ιερά Εξέταση και στην αλήθεια του Γαλιλαίου. Βασάνισε μέχρι θανάτου το μεγαλόπνοο Γαλιλαίο, παρόλο ότι από τις ανακαλύψεις τις δικές του αυτός κερδίζει τουλάχιστον χρήματα. Στον 20ό αιώνα ξανάκανε τις μεθόδους της Ιερής Εξέτασης ν' ανθίσουν και πάλι. Του δόθηκε η ευκαιρία να διαλέξει ανάμεσα σε μία κατανόηση της διανοητικής ασθένειας και στη θεραπεία με το ηλεκτροσόκ. Αυτός διάλεξε τη θεραπεία με το ηλεκτροσόκ για να μην αντιληφθεί τις γιγαντιαίες διαστάσεις της αθλιότητάς του, για να συνεχίσει να παραμένει τυφλός εκεί όπου μόνο τα ανοιχτά και απροκάλυπτα μάτια μπορούν να βοηθήσουν. Και τα παραδείγματα δεν λένε να πάρουν τέλος.
Με όλα αυτά τα πράγματα διαπιστώνουμε ότι ο ίδιος ο άνθρωπος αυτοτιμωρείται σε αδράνεια και ανευθυνότητα και με τη μικρότητά του εξολοθρεύει τους ανθρώπους που αληθινά ζητούν να του συμπαρασταθούν.
Εξοντώνοντας όμως αυτούς τους ανθρώπους εξοντώνεται και ο ίδιος. Κι αυτό, γιατί οι μεγάλες φυσιογνωμίες αντιπροσωπεύουν τη ζωή του, την σκέψη του, τον συναισθηματικό του κόσμο, την ευτυχία να δημιουργεί.
Ο άνθρωπος ισχυρίζεται ότι κάνει το καθήκον του, όταν κάνει ό,τι ακριβώς του διατάξει ο εξουσιαστής του, γιατί αν δεν το κάνει τον περιμένει τιμωρία. Έτσι φοβισμένος από την εξουσία και επηρεασμένος από ταμπού, που η ίδια η εξουσία του επέβαλε να έχει, για να μπορεί αυτή να τον εκμεταλλεύεται, δεν κάνει το καθήκον του, όταν κάποιος του λέει πως είναι υπεύθυνος για την εργασία του ή να μη δέρνει άσχημα τα παιδιά του ή να μην ακολουθεί τους δικτάτορες. Είναι τόσο υπάκουος που δεν συνειδητοποιεί πως το αληθινό του καθήκον είναι να προστατεύει και να προβάλει τα ανθρωπιστικά του αισθήματα, ν' αναζητάει και να βρίσκει τον εαυτό του. Κι όταν κάποιος προσπαθήσει να του υποδείξει ποιο είναι το πραγματικό του καθήκον, αμέσως κάνει τη διάγνωσή του σε ό,τι αφορά την τρέλα του ανθρώπου αυτού, γιατί απλούστατα η αλήθεια δεν του αρέσει. Ο ίδιος νοιώθει homo normalis. Έχει κλείσει τους «τρελούς» στο φρενοκομείο και στους «λογικούς» δίνει το δικαίωμα να τον κυβερνούν. Μόνο που οι πραγματικά λογικοί είναι αυτοί που έχει φυλακίσει στο φρενοκομείο.
Μάλιστα τα ίδια τα παιδιά του παλεύει να τα κάνει «φυσιολογικά», σύμφωνα με την εικόνα του «φυσιολογικού» που έχει σχηματίσει στο μυαλό του και αυτή δεν είναι άλλη από το πρότυπο του πιστού σκλάβου.
Μάλιστα την έχει φροντίσει και αναπτύξει καλά με τον ισχύοντα εκπαιδευτικό θεσμό, που μόνος του δημιούργησε. Κι αυτό το γράφω γιατί ο μέγιστος και πρωταρχικός σκοπός της σύγχρονης εκπαίδευσης είναι να εφοδιάζει τη νέα γενιά με δυσβάσταχτα, και πολλές φορές ασήκωτα, φορτία γνώσεων που τα παιδιά μας δεν είναι σε θέση να αφομοιώσουν και παραμελεί τελείως εκείνο το στοιχείο που ενδιέφερε πρωτίστως τους αρχαίους προγόνους μας, τη διάπλαση του χαρακτήρα και του ήθους των νέων ανθρώπων, δηλαδή αυτή καθαυτή την παιδεία.
Επιπλέον οι προσωπικοί υπολογιστές θα δημιουργήσουν τους αυριανούς ανθρώπους πιο ικανούς στα μαθηματικά και πιο εικαστικά μορφωμένους. Σε λίγα χρόνια από σήμερα, οι έφηβοι θα απολαμβάνουν ένα μεγαλύτερο πανόραμα εκπαιδευτικών επιλογών. Δεν θα σκεπάζονται από το σωρό των βιβλίων, αλλά θα τροφοδοτούνται από περισσότερα γνωστικά ύφη, πρότυπα και εκφραστικές συμπεριφορές. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι θα φθάσουν πιο κοντά στην αυτογνωσία. Βέβαια όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα και θα συμβούν και στο κοντινό μέλλον, δεν γίνονται αναίτια. Η ελεύθερη αγορά, η παγκοσμιοποίηση και η άρχουσα τάξη έχουν ανάγκη από αφοσιωμένους υπηρέτες που να διαθέτουν αμέτρητο πλούτο σε τεχνικές κι επιστημονικές γνώσεις, αλλά να μη χαρακτηρίζονται από την αυτογνωσία και να δέχονται τον απεριόριστο εγκλωβισμό τους στην παραγωγή χωρίς καμία διαμαρτυρία.
Από την άλλη μεριά, κλείνουν τους έφηβους, που πέφτουν σε κάποιο παράπτωμα ή που ερωτεύονται, σε αναμορφωτήρια. Πιστεύω όμως ότι κάποια μέρα θα βάζουν μέσα σε αυτά τα ιδρύματα τους συκοφάντες και τους λασπολόγους κι έχει ν' αναδείξει πολλούς τέτοιους η εποχή μας. Θα υπάρχουν τότε δικαστές και εισαγγελείς αδέκαστοι, αμερόληπτοι και δίκαιοι και οι νόμοι θα προστατεύουν την ελευθερία και τη ζωή.
Επίσης στην εποχή μας η μικρότητα των ανθρώπων διευκολύνει κάποιους να γίνουν δικτάτορες «εν δημοκρατία». Οι δικτάτορες μπορούν μόνο να τους λένε τι δεν μπορούν να κάνουν, χωρίς να καθίσουν στην ηλεκτρική καρέκλα ή να σπαταλήσουν τη ζωή τους πίσω από τα σίδερα ή να στηθούν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα ή να αντιμετωπίσουν φριχτά βασανιστήρια.
Οι άνθρωποι φοβούνται να εκφράσουν την προσωπική τους γνώμη, γιατί σκέφτονται την επερχόμενη τιμωρία ή τη δημόσια κατακραυγή. Δεν θα φοβούνταν όμως καθόλου, αν γνώριζαν ποιοι είναι και τι έχουν κάνει και δε θα τρόμαζαν μπροστά στην αλήθεια τους, γιατί αυτή την αλήθεια θα την είχαν συνειδητοποιήσει και σχηματοποιήσει αυτοί οι ίδιοι.
Όσον αφορά τώρα τη μάζα, αυτή περιέχει περισσότερα αρνητικά παρά θετικά σημεία. Και αυτό γιατί μέσα στη μάζα το άτομο χάνει την προσωπικότητά του. Αρκετές φορές στην ποίησή μου αναφέρθηκα στο θέμα της ευωχίας, που σημαίνει ομαδικό γλέντι, συμπόσιο, αλλά εδώ το κάθε άτομο το θέλω να κρατά την ιδιαιτερότητά του και όχι να εξαφανίζεται μέσα στο πλήθος και στη σκόνη της άνοιας. Το μόνο που θα τους συνδέει είναι η αγάπη και η κατανόηση και όχι ο αλληλοεπηρεασμός και ο φόβος για την τιμωρία από τους άλλους για μία πράξη, που σύμφωνα με την ως τώρα ορολογία, δεν την εγκρίνει η δημόσια γνώμη, γιατί γνωρίζουμε ότι η δημόσια γνώμη επιτίθεται στις ατομικές απολαύσεις. Τις θεωρεί ανηθικότητες, επειδή αντιτίθενται στη δική της σαφή και ξεκάθαρη βασική διάθεση. Όλοι όσοι ανήκουν στο πλήθος, έχουν μέσα τους έναν μικρό προδότη, που θέλει να φάει, να πιει, να κάνει έρωτα και να έχει την ησυχία του. Όσο εκτελεί αυτές τις πράξεις διακριτικά και δεν τις αποδίδει μεγάλη σημασία, η μάζα τον αφήνει ήσυχο. Μόλις όμως αρχίσει να ακούγεται, η μάζα αρχίζει να τον μισεί και να τον φοβάται. Ξέρει πως ο άνθρωπος αυτός προσπαθεί να ξεφύγει από την αντιγραφή της.
Τα ιερατεία των θρησκειών με παγκόσμιο κύρος, η άρχουσα τάξη των αναγνωρισμένων θρησκειών, πολύ γρήγορα ονειρεύτηκαν να συγκεντρώσουν γύρω τους ένα παγκόσμιο πλήθος πιστών. Νοιώθοντας η μία την απειλή της άλλης, έθεσαν στον χώρο τους διάφορους θεσμούς, τους οποίους προσπάθησαν απεγνωσμένα να διατηρήσουν ανέπαφους από εξωτερικές επιδράσεις. Χτίζοντας εκκλησίες όπου μέσα εκεί προσπάθησαν να γαλουχήσουν πιστούς υπάκουους σε κάθε διαταγή τους. Οι ίδιες τους οι παραδόσεις έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα. Τα διασπαστικά κινήματα οι επίσημες εκκλησίες τα φοβούνται και τα καταδιώκουν. Αυτό που επιθυμούν τα ιερατεία είναι ένα υπάκουο ποίμνιο. Είναι συνηθισμένο φαινόμενο οι επίσημες εκκλησίες να βλέπουν τους πιστούς σαν πρόβατα και να τους επαινούν για την υπακοή τους προς αυτές και προς τον Θεό. Όταν όμως ένας Θεός υπερασπίζεται το όνομά του μέσω των πιστών και εκδικείται όποιον εναντιώνεται στις δογματικές δοξασίες της θρησκείας που τον πρεσβεύει, τότε αυτός είναι ένας δυσαρμονικός και επικίνδυνος θεός.
Οι επίσημες εκκλησίες αρκούνται απόλυτα σ' ένα εφήμερο και ισοπεδωτικό παραμύθι για την δήθεν ισότητα μεταξύ των πιστών. Εντρυφούν στην τοποθέτηση του στόχου αποκλειστικά και μόνο σε εσχατολογικό πλαίσιο. Τον στόχο κανένας δεν θα το φθάσει ζωντανός, αλλά πρέπει να τον κερδίσει με πολλές ταλαιπωρίες και με απεριόριστη και τυφλή υποταγή. Ο ίδιος ο Χριστός όμως ποτέ δεν επαίνεσε την τυφλότητα και τη σκλαβιά. Ας μην υποβιβάζουμε το λόγο του τόσο πολύ! Αυτό το κάνουν μόνο οι πιστοί των θρησκειών, που δεν γνωρίζουν τους κινδύνους, όταν προσαρμόζουν τον Θεό στα δικά τους μέτρα, με ιδιότητες και τάσεις επικίνδυνες τόσο για τους ίδιους όσο και για τους συνανθρώπους τους.
Ακόμη και ο χριστιανισμός ως θρησκευτικό σύστημα, από την αρχική του κιόλας φάση δεν απαιτούσε την απελευθέρωση των δούλων: οι δηλώσεις του για την ισότητα όλων των ανθρώπων, ελεύθερων ή όχι, είχαν αφηρημένο χαρακτήρα και αφορούσαν μόνο την ισότητα στην πίστη και μπροστά στο Θεό. Η χριστιανική θρησκεία δεν απαιτούσε από τους χριστιανούς δουλοκτήτες να ελευθερώσουν τους δούλους τους που ήταν κι αυτοί χριστιανοί. Παρ' όλα αυτά ο χριστιανισμός στο αρχικό του στάδιο ήταν αντίθετος στην ανισότητα και στη σκλαβιά, έστω και κοιτώντας τα πράγματα από την μεταφυσική τους θέα.
Επιστρέφοντας στο θέμα της περιβόητης δημόσιας γνώμης, τονίζω πως όταν αυτή συναντήσει κάποιο θύμα της και δεν τύχει άμεσου προφυλακτικού περιορισμού, τότε του επιτίθεται με σκοπό το λιντσάρισμά του. Επιζητεί η ίδια ν' απονείμει δικαιοσύνη. Μια τέτοια δηλαδή δικαιοσύνη, που μόνο δικαιοσύνη δεν πρέπει να ονομάζεται. Το θύμα της είναι μόνο του, ακίνδυνο και απροστάτευτο. Κανένας δε διστάζει να το τιμωρήσει. Αυτού του είδους ο φόνος συνήθως μένει ατιμώρητος, γιατί η αστυνομική αρχή δε ξέρει ποιον να διαλέξει ως πρωταίτιο ή δεν μπορεί να περιστείλει τη μαζική αυτή οργή. Έτσι κανένας δε φοβάται, γιατί σε κανέναν δε θα επιβληθεί βαριά ποινή. Η πλειονότητα των ανθρώπων δε μπορεί ν' αντισταθεί σ' έναν ακίνδυνο φόνο, που όχι μόνο επιτρέπεται, αλλά και επιβάλλεται. Η απειλή του θανάτου που επικρέμεται επάνω από όλους τους ανθρώπους και που πάντα επενεργεί έστω και με διάφορες παραλλαγές ή μεταμφιέσεις, ακόμη κι όταν δε βρίσκεται αδιάκοπα στο μυαλό, δημιουργεί την ανάγκη μιας μετατόπισης του θανάτου στους άλλους. Τον δικό μου φόβο θανάτου δηλαδή, τον πληρώνει ο πλησίον. Πολύ δίκαιο αυτό, έτσι δεν είναι; Ε, κι αφού είναι έτσι, γιατί να μην απονείμουμε εμείς οι «καθαροί» άνθρωποι τη δικαιοσύνη μας στους «αμαρτωλούς» συνανθρώπους μας; Γιατί να μην συνεχίσουμε να είμαστε για τους άλλους, αλλά και για τους εαυτούς μας, μια βαριά βιομηχανία παραγωγής κόλασης;
Ο Ιησούς μας έδειξε όμως ξεκάθαρα την εικόνα μας. Δεν είμαστε τίποτε άλλο από μία τρομερή μάζα τυφλών, που γίνονται ακόμη πιο τυφλοί τη στιγμή που ξαφνικά πιστεύουν πως βλέπουν. Το γεγονός είναι, όταν η γυναίκα, που προχώρησε σε μοιχεία κυνηγημένη από τον όχλο που ετοιμάζεται να τη λιθοβολήσει, σώζεται από τον Χριστό, αυτός λέγει: «Εκείνος που δεν έχει καμία αμαρτία, ας ρίξει πρώτος την πέτρα». Τότε ο όχλος διαλύεται, παίρνοντας μαζί του τον θάνατο που ήθελε ν’'απονείμει.
Παραθέτω μερικά ποιήματά μου σχετικά με το θέμα:
ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ
Πού είναι ο Θεός;
Συνέχεια απουσιάζει
απ' το δράμα των ανθρώπων
Τον υπηρετούμε μα εκείνος μας βλέπει
σαν αποδιοπομπαίους τράγους, σα δημιουργούς
όλων των κακών που ήρθαν
και που πρόκειται να έρθουν
Είναι αλήθεια!
Κάτι παγωμένο εισέβαλε
ξαφνικά μέσα στο μυαλό μας
Κάτι που ξέρασε μέσα μας
η αιώνια νύχτα
Η νύχτα η αρρωστημένη
από μίσος, οργή, απανθρωπιά
Μας φυλάκισε μέσα στην σκοτεινή της αγκαλιά
Μας τύλιξε με την απεραντοσύνη
της ζοφερής σκιάς της
Τώρα ψιθυρίζουμε δαιμονικές ψαλμωδίες,
παίζοντας την άρπα του θανάτου
Κομματιάζουμε τις καρδιές μας λυσσασμένα
και γεμίζουμε με μαύρα σύννεφα
τη ζωή και το πεπρωμένο
των λίγων αμόλυντων συνανθρώπων μας,
πνίγοντας το αύριό τους μέσα στη δίνη
του πόνου και της απώλειας
Τους πετάμε στη θάλασσα
της φρίκης και του ολέθρου
Άνθρωποι είμαστε
της καταστροφής και του αφανισμού
που πεινασμένα καταβροχθίζουμε
καθετί αγνό και αδιάφθορο
🍇
ΟΔΥΝΗ
Παγόβουνο κρύο και διάφανο σαν την καρδιά μου
ταξιδεύει μέσα μου
Συμπυκνωμένος πάγος
πλασμένος απ' τα συντρίμμια
των ονείρων και των πόθων μου
Τα συναισθήματά μου σήμερα μετατρέπονται
σε λεπίδες που κόβουν σε χίλια κομμάτια
τις ελπίδες μου πως θα σε δω ξανά
Έφυγες χωρίς
να μου αφήσεις τη γεύση των χειλιών σου,
την αλμύρα του γυμνού σου πάθους,
τη μνήμη της άφθαρτης σάρκας σου
Με παράτησες μόνο μου
με τη θνητότητα και τη φθορά μου
χωρίς ένα γραμμάριο ζωής
στον έρημο πονεμένο ουρανό μου
Ακόμη και η μοίρα μου
έχει λυθεί σε ακράτητους λυγμούς
Πού είναι το μύρο της αγάπης σου
να μου πλύνεις τα πόδια;
Πού είναι τα δάκρυα του έρωτά σου
να με ξεπλύνουν απ' τις τύψεις
και τις ενοχές;
Θα πλαγιάσω επάνω
στο κορμί του καθημερινού μου θανάτου
γεμάτος οδύνη, πίκρα, απελπισία
χωρίς να προσμένω
το φως κάποιας επόμενης ημέρας
🍇
Η ΚΑΤΑΔΙΩΞΗ
Όλη τη νύχτα προσπαθούσα
απεγνωσμένα να σωθώ
απ' τις τύψεις και τις ενοχές μου
Εχθρός η μνήμη
και οι ματωμένες κραυγές
της ψυχής μου
Καιγόμουν απ' τη φωτιά
της πυριφλεγούς ζωής μου
Δεν έλεγε να ξημερώσει
μα και αν ερχόταν η αυγή
σίγουρα θα ήταν ένα μάταιο πρωινό
χωρίς λύτρωση
Το μυαλό μου θα με ξαναγύριζε στο παρελθόν
Κουρασμένος θα συνέχιζα
να βαδίζω μέσα σε καπνισμένους δρόμους,
σε καμένα δέντρα
παρωχημένων μου στιγμών
χωρίς ν' αναπνέω
Μνήμες! Πώς χωρούν
μέσα στον νου και την καρδιά
τόσες αναμνήσεις, τόσος πόνος,
τόση μοναξιά, τόσα χαμένα όνειρα,
τόσοι σκοτωμένοι πόθοι;
Θα θυμάμαι πάντοτε
τις νύχτες των ανελέητων εμπρησμών,
τις πύρινες μάχες με το ανελέητο εγώ μου
Ποτέ πια δε θα έρθει η στιγμή της εξιλέωσης
Ό,τι έγινε, έγινε
και θα με καταδιώκει πάντα
μέσα στα στενά σοκάκια του χωροχρόνου
και της άπονης μνήμης
χωρίς να μπορώ να πιω έστω μια σταγόνα
κάθαρσης και συγγνώμης
Μια σκιά θ' απομείνω
στις φλεγόμενες γειτονιές
του κόσμου κυνηγημένος
απ' την απώλεια ενός εξαγνισμένου κόσμου
που άσπλαχνα πυρπόλησα την ανάστασή του
Πηγές:
Αναστάσιος, Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, Ακρίτας, Αθήνα
Άντλερ Άλφρεντ, Το νόημα της ζωής, Επίκουρος, Αθήνα
Άντλερ Άλφρεντ, Η αγωγή του παιδιού, Επίκουρος, Αθήνα
Άντλερ Άλφρεντ, Η γνώση της ζωής, Επίκουρος, Αθήνα
Αυλίδου Εύα, Η Ιερά Εξέταση στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, ΑΒΑΤΟΝ, Τεύχος 9, Ιούνιος - Ιούλιος 2000.
Βακαλιός Θ., Είναι και Συνείδηση, Γνώση και Αλήθεια, Gutenberg, Αθήνα 1986
Βέντερ Κρεγκ και Κοέν Ντάνιελ, Η σοφία και η γνώση, NPQ, Τεύχος 13, Χειμώνας 2000
ΒΙΒΛΟΣ, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, Βιβλική Εταιρία, Αθήναι.
Γκιτόν Ζ., Μπογκντάνοφ Γκρ. και Ιγκ., Θεός και επιστήμη, Αστάρτη, Αθήνα 1998
Γκότσης Γ., Θρησκεία, Νεωτερικότητα και σύγχρονη πολιτισμική ταυτότητα, Σάκκουλα, Αθήνα 1996
Ελευθερόπουλος Α., Θρησκεία, Θεός, ηθικότης και άνθρωπος, Παπαζήσης, Αθήνα 1953
Παπαϊωάννου Νίκος, Το τέλος του θεϊκού κόσμου, ΑΒΑΤΟΝ, Τεύχος 12, Νοέμβριος - Δεκέμβριος 2000
Φουκώ Μ., Εξουσία, Γνώση και Ηθική, Ύψιλον, Αθήνα 1987
Φουκώ Μ., Η μικροφυσική της εξουσίας, Ύψιλον, Αθήνα 1991
Φρομ Ε., Το δόγμα του Χριστού, Μπουκουμάνης, Αθήνα 1974
Feuerbach L., Η ουσία του χριστιανισμού, Αναγνωστίδης (χ.χ.), Αθήνα
Schwartz R., Βία και μονοθεϊσμός, Φιλίστωρ, Αθήνα 2000
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στην συνοδευτική εικόνα βλέπετε έργο Ελένης Μπαχτή (Rose 01)