Ο Χαρούκι Μουρακάμι είναι ένας σύγχρονος Ιάπωνας συγγραφέας με παγκόσμια απήχηση, υποψήφιος για Νόμπελ αρκετές φορές και βραβευμένος με το ιαπωνικό Yomiury, το σημαντικότερο λογοτεχνικό έπαθλο της πατρίδας του. Μετά την τεράστια επιτυχία του βιβλίου του Νορβηγικό δάσος, με πάνω από 10.000.000 αναγνώστες, η δημοτικότητά του ανέβηκε κατακόρυφα και ο ίδιος αποφάσισε η συγγραφή να αποτελεί πλέον την αποκλειστική του ενασχόληση.
Με αυτές τις συστάσεις στο βιογραφικό του, ήταν βέβαιο πως η ανάγνωση του μυθιστορήματός του Τις μικρές ώρες θα ήταν απολαυστική και άκρως ενδιαφέρουσα.
Πρόκειται για ένα μοντέρνο αφήγημα, γραμμένο με ένα πολύ ιδιαίτερο στιλ, με ύφος που θυμίζει νεονουάρ κινηματογράφο. Το οποίο σημαίνει ότι περιλαμβάνει μυστήριο, μελαγχολία, πρόσωπα περιθωρίου, υπαρξιακά διλήμματα, μιαν αδιάκοπη εσωτερική αναζήτηση, τζαζ μουσική υπόκρουση κι όλα αυτά δοσμένα τις μεταμεσονύχτιες ώρες μιας μόνο νύχτας, πριν το ξημέρωμα.
Όλα διαδραματίζονται από τις 11:56 μ.μ έως τις 06:52 π.μ της επόμενης ημέρας. Οι ήρωες και οι ηρωίδες κινούνται νωχελικά, σε αυτό ακριβώς το χρονικό πλαίσιο. Η εισαγωγή, προκειμένου να μπούμε στο κλίμα της υπόθεσης, είναι όντως πρωτότυπη.
Πρώτα πετάμε πάνω από τη σύγχρονη μεγαλούπολη του Τόκιο, σαν αόρατα νυχτοπούλια, παρατηρώντας τα πάντα από ψηλά, (τα φώτα νέον, τον κόσμο που πηγαινοέρχεται, την ίδια την πόλη), προκειμένου να αισθανθούμε τον παλμό του τόπου που ζουν οι πρωταγωνιστές. Ύστερα, προσγειωνόμαστε στο καφέ που θα συναντήσουμε τη νεαρή ηρωίδα, την 19χρονη φοιτήτρια Μάρι.
Ο Μουρακάμι τρέφει ιδιαίτερη αγάπη για την τζαζ και τη νυχτερινή ζωή των μπαρ, όντας και ο ίδιος ιδιοκτήτης μπαρ στο παρελθόν και λάτρης αυτής της μουσικής, εμποτίζοντας αρκετές σκηνές του έργου του στον ρυθμό της.
Στο πρώτο κεφάλαιο, παρακολουθούμε τη Μάρι, την κεντρική ηρωίδα, να διαβάζει απομονωμένη σε μια γωνιά του καφέ, λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Εκεί θα γνωρίσει τον Τακαχάσι, έναν νεαρό φοιτητή, που ασχολείται ερασιτεχνικά με την τζαζ, παίζοντας τρομπόνι τις μικρές ώρες με την μπάντα του. Παρακολουθούμε την κουβέντα τους, εκείνον εξωστρεφή να της μιλά για τα ενδιαφέροντα και τη ζωή του κι εκείνη να συμμετέχει περισσότερο ακούγοντας παρά μιλώντας, σα να διστάζει ν' αποκαλυφθεί. Υπάρχει και κάτι άλλο όμως, που επίτηδες αφήνει ο συγγραφέας να αιωρείται αναπάντητο στην ατμόσφαιρα. Τι δουλειά έχει τέτοια ώρα η ηρωίδα μόνη στο καφέ; Και γιατί δε βιάζεται να γυρίσει σπίτι;
Στο επόμενο κεφάλαιο, αφήνουμε για λίγο την ηρωίδα και πετάμε σαν αερικά ως το δωμάτιο της αδελφής της, παρακολουθώντας την ενώ κοιμάται βαθιά. Κι εδώ κάτι αινιγματικό υπάρχει. Σκοτεινό και μελαγχολικό συνάμα. Δε διευκρινίζεται τι, πάντως υπάρχει. Μοιάζει σαν να έχει πέσει σε λήθαργο από όπου δεν θέλει ή δεν μπορεί να ξυπνήσει. Ο συγγραφέας μάς εντείνει την αγωνία από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, βάζοντάς μας να παρακολουθούμε εναλλάξ τη Μάρι και την αδελφή της. Γύρω από αυτές τις δύο κινούνται οι υπόλοιποι χαρακτήρες: ο νεαρός μουσικός που αμέριστα της συμπαραστέκεται και την προτρέπει ν' ανοιχτεί, η ιδιοκτήτρια του «ροζ» ξενοδοχείου που χρειάζεται τη βοήθειά της, η Κινέζα πόρνη που ξυλοκοπήθηκε άγρια από πελάτη και τέλος ο ίδιος ο πελάτης που αποδεικνύεται παντρεμένος οικογενειάρχης.
Από ώρα σε ώρα, κεφάλαιο σε κεφάλαιο κι όσο προχωρά η νύχτα, ξεδιπλώνεται στα μάτια μας η πλοκή του βιβλίου κι εμείς αόρατοι περιφερόμαστε με μία κάμερα στο κινηματογραφικό σκηνικό. Ο συγγραφέας καθίσταται πραγματικός ανατόμος της ψυχής, σκιαγραφώντας με λεπτομέρειες τους καλοδουλεμένους χαρακτήρες.
Η σχέση των δύο αδελφών καλύπτεται από ένα πέπλο μυστηρίου και μια παγωμένη μοναξιά όπως ο καιρός στην πόλη, που τυλίγει σαν σύννεφο όλους τους ήρωες. Τη Μάρι και την αδελφή της χωρίζει ένα χάσμα, που κάπως πρέπει να γεφυρωθεί. Το τι θα συμβεί τελικά, ο συγγραφέας το κρατά για έκπληξη στο τέλος. Το μόνο σίγουρο είναι ότι καθώς πλησιάζει το ξημέρωμα, η εσωτερική αφύπνιση της πρωταγωνίστριάς μας δεν θ' αργήσει ν' ανατείλει.
Και εμείς λυπούμαστε που πρέπει ν' αποχαιρετήσουμε τις αινιγματικές φιγούρες του βιβλίου αφήνοντάς τες, στα όποια τους διλήμματα, να προχωρήσουν στο πρωινό φως της μέρας που χαράζει.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Το μυθιστόρημα του Χαρούκι Μουρακάμι Τις μικρές ώρες κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ψυχογιός.