Ο Θεός ως κριτής
Ο Δημιουργός ως χορηγός της τιμωρίας και του επαίνου
Ο Θεός είναι μυστήριο και ελευθερία. Ο Θεός είναι αγάπη και ανθρωπιά, αλλά δεν είναι δύναμη ή ισχύς, κυριαρχία, κρίση, τιμωρία, δηλαδή δεν κατέχει αυτά τα εντελώς ανθρώπινα και κοινωνικοποιημένα κατηγορήματα.Νίκολας ΜπερντιάεφΟ Θεός μπορεί να είναι πολύπλοκος, σύνθετος, εξελιγμένος και απόμακρος, αλλά δεν είναι κακός. Πιστεύω ότι το Σύμπαν φτιάχτηκε με απόλυτη τάξη. Δεν είναι χάος.Άλμπερτ Αϊνστάιν
(πρώτο μέρος)
Στην έννοια του θεού υπάρχει μια πρόοδος και μια εξέλιξη με κοινό πυρήνα, αλλά με πολύ μεγάλες διαφορές στην πορεία της ιστορικής εξέλιξης.
Στην πρώτη φάση αυτής της ιστορικής εξέλιξης ο Θεός παρουσιάζεται ως απόλυτος ηγεμόνας. Ως δημιουργός έχει το δικαίωμα ν' ασκεί κυριαρχία επάνω στα δημιουργήματά του κι αν κάτι δεν του αρέσει να το καταστρέφει. Έτσι, όταν ο Αδάμ και η Εύα γίνονται ανταγωνιστές του Θεού, τρώγοντας από το δέντρο της γνώσης που δίνει στον άνθρωπο τη σοφία του Θεού, δείχνουν να τον απειλούν. Ο Θεός νοιώθει τότε να κινδυνεύει το κύρος του και λέει αναστατωμένος:
Ιδού έγεινεν ο Αδάμ ως εις εξ ημών, εις το γινώσκειν το καλόν και το κακόν· και τώρα μήπως εκτείνη την χείρα αυτού, και λάβη και από του ξύλου της ζωής, και φάγη και ζήση αιωνίως.(Γένεσις Γ': 22)
Ο Δημιουργός προχωρά, λοιπόν, στην τιμωρία του ανθρώπου. Αφενός τον εξορίζει από τον Παράδεισο, αφετέρου ορίζει η ηλικία του να μη ξεπερνά τα 120 χρόνια. Το δεύτερο όμως είναι αποτέλεσμα του πρώτου, δηλαδή, εφόσον ο άνθρωπος εξορίζεται από τον Παράδεισο, αποκλείεται να φάει κι από τον καρπό του δέντρου της ζωής, που βρίσκεται στο κέντρο του.
Στο σημείο αυτό μπορούμε να βγάλουμε δύο συμπεράσματα. Το πρώτο είναι ότι ο Θεός προσπαθεί να κρατήσει τα μάτια του ανθρώπου κλειστά απέναντι στο κακό, αφού το βιβλικό κείμενο δεν αναφέρει πουθενά τη λέξη «αμάρτημα», αλλά και σφαλισμένα μπροστά στη γνώση της προσωπικότητάς του φοβούμενος πως η γνώση που θ' αποκτήσει ο άνθρωπος θα τον κάνει να ζητήσει την ανεξαρτησία του και θα ξεκοπεί έτσι από τη δική του εξουσία. Αυτό αποτελεί το δεύτερο συμπέρασμα.
Προσωπικά πάντως πιστεύω ότι η πτώση δεν είναι τιμωρία Θεού, αλλά η ώθηση του ανθρώπου από τον Δημιουργό του προς τη συνειδητοποίηση των υποχρεώσεων της ελευθερίας και της γνώσης, πράγμα που επιφανειακά μοιάζει με τιμωρία, αλλά στο βάθος δεν πρόκειται για τέτοια. Κι έπειτα η χριστιανική ερμηνεία του μύθου ως ανυπακοή του ανθρώπου προς τον Θεό έχει συγχύσει τα πράγματα. Κι αυτό γιατί η πράξη αυτή του ανθρώπου δεν είναι ουσιαστικά πτώση, αλλά μία διαρκής άνοδος. Ο άνθρωπος εξεγείρεται κατά της απολυταρχίας του Θεού και ο Θεός φαίνεται πως δήθεν τον τιμωρεί επειδή εξεγέρθηκε στην απόλυτη εξουσία του. Έτσι ο Κύριος χρησιμοποιεί μια υποτιθέμενη βία, εξορίζοντας τον Αδάμ και την Εύα από τον κήπο της Εδέμ κι εμποδίζοντάς τους έτσι να κάνουν το δεύτερο βήμα και να γίνουν θεοί, τρώγοντας από το δέντρο της ζωής. Άρα ο άνθρωπος έχει μεν τη δύναμη να γίνει θεός, αλλά αυτό του έχει απαγορευτεί. Ο άνθρωπος υποκύπτει στη διαταγή του Θεού χωρίς διαμαρτυρίες ή μετάνοια. Αυτό με κάνει να συνεχίσω την σκέψη μου ότι το όλο σκηνικό δεν αποτελεί πράξη τιμωρίας αλλά συνειδητοποίησης του δρόμου, στον οποίο οδηγούν η ελευθερία και η γνώση, καθώς και των συνεπειών του. Φαινομενικά μόνο διωγμένος, λοιπόν, από τον κήπο της Εδέμ ο άνθρωπος αρχίζει να ζει ανεξάρτητος. Αυτή η έξοδος προς την ελευθερία και τη γνώση είναι η απαρχή της ανθρώπινης ιστορίας.
Ένα άλλο παράδειγμα του ρόλου του Θεού ως ιδιοκτήτη του ανθρώπου είναι όταν ο Θεός αποφασίζει να καταστρέψει κάθε ζωή επάνω στη Γη. Η συνέχεια του μύθου αυτού δείχνει τον Θεό να μετανιώνει για την απόφασή του και να σώζει τον Νώε, την οικογένειά του, καθώς κι ένα ζευγάρι από κάθε είδος ζώων. Εδώ παρατηρούμε ότι ο Θεός ενεργεί σαν επιβραβευτής της ηθικής και της υπακοής του Νώε και της οικογένειάς του σε αυτόν.
Ο Θεός όμως συνάπτει μια συμφωνία (μπερίτ) με τον Νώε και τους απογόνους του, που ως σφραγίδα φέρει το ουράνιο τόξο.
Και στήνω τη διαθήκη μου προς εσάς· και δε θέλει πλέον εξολοθρευθή πάσα σαρξ από των υδάτων του κατακλυσμού· ουδέ θέλει είσθαι πλέον κατακλυσμός δια να φθείρη την γην.(Γένεσις, Θ': 11)
Ίσως το πρότυπο της συμφωνίας αυτής ν' ανάγεται σε πιο αρχαϊκές περιόδους κατά τις οποίες ο Θεός μέσα από πλήθος ανθρωπομορφικών εκφράσεων κατάντησε να είναι ένας εξιδανικευμένος άνθρωπος, όχι διαφορετικός από τους Ολύμπιους θεούς, αλλά οι επιμελητές της Βίβλου ώθησαν την έννοια του Θεού σ' ένα πιο ώριμο επίπεδο. Στον δρόμο για την έννοια της ολοκληρωτικής ελευθερίας του ανθρώπου, ακόμη και της ελευθερίας του από τον ίδιο τον Δημιουργό του, υπάρχει το νόημα αυτής της συμφωνίας. Κλείνοντάς την, ο Θεός, παύει να είναι ο απόλυτος εξουσιαστής. Αυτός και ο άνθρωπος έχουν γίνει οι συμβαλλόμενοι σε μία συνθήκη. Δεσμεύονται και οι δύο από όρους.
Άλλος ένας έπαινος για καλή διαγωγή φαίνεται να είναι η σύμβαση του Θεού με τον Αβραάμ κι έχει ως βραβείο την απονομή καλύτερης γης:
Ο δε Κύριος είπε προς τον Αβραάμ. Έξελθε εκ της γης σου, και εκ της συγγενείας σου, και εκ του οίκου του πατρός σου, εις την γην την οποίαν θέλω σοι δείξω· και θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα· και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλύνει το όνομα σου· και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν· και θέλω ευλογήσει τους ευλογούντας σε, και τους καταρωμένους σε θέλω καταρασθή· και θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης.
Μέσα όμως σε αυτήν την ίδια τη σύμβαση βρίσκουμε στοιχεία επαίνου και τιμωρίας: π.χ. ο Θεός ισχυρίζεται πως θα ευλογήσει μόνο εκείνους τους ανθρώπους που θα ευλογήσουν τον Αβραάμ, ενώ εκείνους που θα τον καταραστούν κι αυτός με τη σειρά του θα τους καταραστεί. Περιορίζει, λοιπόν, ή μάλλον προσπαθεί να εξαλείψει, την ελευθερία της προσωπικής γνώμης και έκφρασης, απειλώντας με τιμωρίες. Τότε όμως το να ευλογούν οι άνθρωποι τον Αβραάμ είναι ο μόνος τρόπος για να μην δεχθούν κατάρα από τον Θεό.
Αυτό φαίνεται σε μία από τις πιο δραματικές, ριζοσπαστικές συνέπειες της σύμβασης. Αυτήν που βρίσκεται στη φιλονικία του Αβραάμ με τον Θεό, όταν ο Θεός θέλει να καταστρέψει τα Σόδομα και τα Γόμορρα για τη διαφθορά τους, η οποία περιγράφεται στο βιβλικό κείμενο σαν ομοφυλοφιλία (αυτό αντιλαμβάνονται ο Ρασί, ο Αβραάμ Ιμπν Έζρα και ο Ρασμπάμ), ενώ ο Ναχμανίδης δίνει στο κείμενο την ερμηνεία ότι σκοπός των κατοίκων των Σοδόμων και των Γομόρρων ήταν να κρατήσουν τους ξένους μακριά για να έχουν όλον τον πλούτο δικό τους. Όταν, λοιπόν, ο Θεός είπε στον Αβραάμ το σχέδιό του, ο Αβραάμ ρώτησε:
Μήπως θέλεις απολέσει τον δίκαιον μετά του ασεβούς; Εάν ήναι πεντήκοντα δίκαιοι εν τη πόλει, θέλεις άραγε απολέσει αυτούς; Και δεν ήθελες συγχωρήσει εις τον τόπον δια τους πεντήκοντα δικαίους, τους εν αυτώ; Μη γένοιτο ποτέ συ να πράξης τοιούτον πράγμα, να θανατώσης δίκαιον μετά ασεβούς, και ο δίκαιος να ήναι ως ο ασεβής! Μη γένοιτο ποτέ εις σε! Ο κρίνων πάσαν την γην δεν θέλει κάμει κρίσιν; Είπε δε Κύριος, εάν εύρω εν Σοδόμοις πεντήκοντα δικαίους εν τη πόλει, θέλω συγχωρήσει εις πάντα τον τόπον δι’αυτούς. Και αποκριθείς ο Αβραάμ είπεν, Ιδού, τώρα ετόλμησα να ομιλήσω προς τον Κύριον μου, ενώ είμαι γη και σποδός· εάν λείψωσι πέντε εκ των πεντήκοντα δικαίων, θέλεις απολέσει πάσαν την πόλιν εξ αιτίας των πέντε; Και είπε, Δεν θέλω απολέσει αυτήν εάν εύρω εκεί τεσσαράκοντα πέντε. Και προσέθεσεν έτι ο Αβραάμ να λαλήση προς αυτόν, και είπεν, εάν ευρεθώσιν εκεί τεσσαράκοντα; Και είπε, Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των τεσσαράκοντα. Και είπεν ο Αβραάμ, Ας μη παροξυνθή ο Κύριος μου εάν έτι λαλήσω· εάν ευρεθώσιν εκεί τριάκοντα; Και είπε, Δε θέλω απολέσει αυτήν εάν εύρω εκεί τριάκοντα. Και είπεν ο Αβραάμ, Ιδού, τώρα ετόλμησα να λαλήσω προς τον Κύριον μου· εάν ευρεθώσιν εκεί είκοσι; Και είπε, Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των είκοσι. Και είπεν ο Αβραάμ, Ας μη παροξυνθή ο Κύριος μου, εάν λαλήσω έτι άπαξ· εάν ευρεθώσιν εκεί δέκα; Και είπε, Δεν θέλω απολέσει αυτήν χάριν των δέκα.(Γένεσις, ΙΗ': 23-32)
Από το πνεύμα όλου του κειμένου και των ερωταποκρίσεων συμπεραίνουμε τα εξής πράγματα –ιδίως αυτό γίνεται με τη φράση του Αβραάμ «Ο κρίνων πάσαν την γην δε θέλεις κάμει κρίσιν;». Ευγενικά και θαρραλέα ο Αβραάμ καλεί τον Θεό να συμμορφωθεί με τις αρχές της δικαιοσύνης. Είναι όμως πολύ περίεργο ένας πανάγαθος και δικαιοκρίτης Θεός να χρειάζεται έναν άνθρωπο για να του υπενθυμίσει πως υπάρχει και δικαιοσύνη και πως δεν μπορεί χωρίς σκέψη να προχωρεί σε τιμωρίες, παίρνοντας στον λαιμό του και αθώους. Ακόμη κι έτσι όμως –εγωιστικά είναι αλήθεια– προχωρεί στην ολοκληρωτική καταστροφή των πόλεων, απομακρύνοντας μόνο από αυτές τον Λωτ και την οικογένειά του. Υπήρχε ένας μικρός πυρήνας ενάρετων ανθρώπων, γιατί κανένας πιστεύω δεν αμφισβητεί ότι μία οικογένεια είναι μια κοινωνική οντότητα.
Επομένως ο εβραϊκός Θεός είναι ένας Θεός, που προκαλεί; Αναμφίβολα αυτό αληθεύει, αφού ο Θεός είναι ο αυθαίρετος εξουσιαστής. Ο Αβραάμ όμως, παρόλο που φοβάται, τολμά να προκαλέσει τον Δημιουργό. Και ο Μωυσής βρίσκει το θάρρος να του φέρει αντιρρήσεις. Ο φόβος προς τον Θεό και η υποταγή σε αυτόν περιορίζονται ολοένα και πιο πολύ, καθώς η έννοια του Θεού αναπτύσσεται στην πορεία της μεταγενέστερης παράδοσης. Ο άνθρωπος γίνεται συνεταίρος του Θεού και σχεδόν ίσος του. Φυσικά ο Θεός παραμένει ο ανυπέρβλητος θεσμοδότης, αυτός που ανταμείβει και τιμωρεί. Οι αμοιβές και οι τιμωρίες του όμως δεν είναι πια αυθαίρετες πράξεις, όπως συμβαίνει στον Καλβινισμό σχετικά με τις αποφάσεις του Θεού για την τύχη του ανθρώπου. Είναι αποτελέσματα της συμμόρφωσης του ανθρώπου ή της παραβίασης από τον άνθρωπο του ηθικού νόμου και δεν διαφέρουν και πολύ από την απρόσωπη ινδική κάρμα. (Σανσκριτική λέξη που σημαίνει δράση ή έργο. Στον βουδισμό, τον ινδουισμό και τη βεδάντα δηλώνει ειδικότερα την αιτιότητα, με την έννοια ότι έχει αγαθή ή κακή συνέχεια στην ατομική εμπειρία.) Επίσης υποστηρίζεται ότι ο Θεός στη Βίβλο και την μεταγενέστερη παράδοση αφήνει τον άνθρωπο να είναι ελεύθερος. Του αποκαλύπτει τον σκοπό της ανθρώπινης ζωής, τον δρόμο από τον οποίο μπορεί να οδηγηθεί σε αυτό τον σκοπό. Πώς είναι δυνατόν όμως να το κάνει αυτό τη στιγμή που στο τέρμα της ζωής του τον περιμένει η κόλαση και όχι ένα καθαρτήριο; Λέγοντας καθαρτήριο, δεν εννοώ ασφαλώς αυτό που εννοούσε ο καθολικός κλήρος και το δόγμα του με αυτήν τη λέξη, αλλά τον χώρο μέσα στον οποίο ο άνθρωπος, που διάλεξε τον δρόμο της κακίας, θα είχε μία ανάσταση της χαμένης του συνείδησης, έτσι ώστε να είχε τη δυνατότητα να μετανοούσε και να σωζόταν. Αν όχι όμως αυτό το μεταφυσικό στάδιο στην ίδια την πορεία της ανθρώπινης ζωής, ακόμη και τα φυσικά και τα κοινωνικά φαινόμενα αρνητικού χαρακτήρα, όπως π.χ. οι σεισμοί ή ο πόλεμος, χαρακτηρίζονται ως τιμωρίες, που στέλνει ο Θεός στους αμαρτωλούς ανθρώπους. Η ισχυριζόμενη αυτή ελευθερία περιορίζεται μόνο στην επίγεια ζωή και δεν λαμβάνεται υπόψη ο ψυχολογικός κόσμος των ανθρώπων. Ο Θεός παρουσιάζεται σαν ένας ψυχρός δικαστής, που το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να αμείβει και να τιμωρεί, χωρίς να τον νοιάζει για τις βαθύτερες, εσωτερικές αιτίες, οι οποίες ωθούν σε αυτές τις πράξεις. Στην ουσία όμως το κακό που υπάρχει στον κόσμο του ανθρώπου, οφείλεται στην ελευθερία των επιλογών του και στην κακή χρήση της ελευθερίας αυτής και της γνώσης.
Στο παρακάτω κείμενο από την Παλαιά Διαθήκη μπορούμε να παρατηρήσουμε, ότι η τιμωρία που προσφέρει ο Θεός δεν σταματά στον ένοχο, αλλά διαιωνίζεται και στους απογόνους του. Το κείμενο είναι το εξής:
Ο Θεός συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν και ουδόλως αθωόνων τον ένοχον· ανταποδίδων την ανομίαν των πατέρων επί τα τέκνα και επί τα τέκνα των τέκνων, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς.
Πώς είναι δυνατόν να διανοηθούμε τον Θεό μας, που γνωρίζουμε ως πανάγαθο, να είναι τόσο σκληρός τιμωρός, χωρίς αίσθημα ελέους για τον ένοχο, χωρίς να του στείλει ένα μήνυμα για να γίνει συνειδητή η πράξη του από αυτόν, αλλά κι αν γίνει αυτό τι σημασία έχει; Ο Θεός ως πανάγαθος θα έπρεπε πάντα να βρίσκει έναν τρόπο για να κάνει τον αμαρτωλό, έστω και μετά τον βιολογικό του θάνατο, να συνειδητοποιεί τις πράξεις του και να σώζεται.
Τώρα, σύμφωνα με το κείμενο «Και παρήλθε Κύριος έμπροσθεν αυτού και εκήρυξε, Κύριος, Κύριος ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν», μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως με αυτά τα λίγα έστω σημάδια, φαίνεται η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο. Όχι όμως στην εντέλειά του! Υπόκειται σε ατέλεια, λοιπόν, ένας τέλειος Θεός;
Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Θεός είναι τέλειος, όχι γιατί έχει ατελείωτες δυνατότητες, όχι γιατί μπορεί να κάνει τα πάντα, αλλά γιατί είναι άμεσα τα πάντα και δεν έχει καμιά δυνατότητα απραγματοποίητη. Αν μπορούσε να ενεργήσει διαφορετικά ή να κάνει κάτι ακόμη, τότε θα ήταν ατελής και ασταθής σαν ένα εξωτερικό μέρος. Ο Θεός όμως εμπερικλείει το Σύμπαν και είναι αυτοτελής, είναι η κοινή ουσία των πραγμάτων ή καλύτερα των κτισμάτων του. Αντίθετα τα κτίσματα, τα δημιουργήματα, άρα κι εμείς οι άνθρωποι, υπάρχουν σχετικά ως τρόποι διαμόρφωσης αυτής της ουσίας.
Επίσης ο Θεός δεν θέλει και δεν περιμένει τίποτε από κανέναν, γιατί όσα θα μπορούσε να θέλει εκ των υστέρων έχουν πραγματοποιηθεί εκ των προτέρων. Γνωρίζει το μέλλον, γιατί αυτός είναι άμεσα όλη η πραγματικότητα απ' όλες τις στιγμές και έχει άμεση γνώση αυτής, δηλαδή του εαυτού του. Είναι δίκαιος και αξιόπιστος, όχι γιατί είναι μια εξωτερική αυτοτελής ύπαρξη που αναμειγνύεται στην ανθρώπινη ζωή μ' ένα δικό του εξωτερικό σκοπό ή σαν αυταρχικός δικαστής, αλλά γιατί αυτός είναι πάντοτε η ίδια αιτία και ο κοινός σκοπός για όλα τα πράγματα και κανένα από αυτά τα πράγματα, τα κτίσματά του, δεν είναι ξεχωριστό ή έξω από τη δραστηριότητά του. Επιπλέον ο Θεός είναι αυτοπροσδιορισμένος και ανεξάρτητος, δηλαδή ελεύθερος, όχι γιατί μπορεί να ενεργήσει με άλλους τρόπους, όχι γιατί μπορεί να πραγματοποιήσει ατελείωτες δυνατότητες και να κάνει ακόμη περισσότερα, αλλά γιατί, όπως είπε ο Σπινόζα, «ελεύθερο λέγεται το πράγμα που υπάρχει μόνον από την αναγκαιότητα της φύσης του και που προσδιορίζεται μόνο από τον εαυτό του να ενεργήσει». Με αυτήν την έννοια, ως μέρη αυτής της αυτοτελούς ύπαρξης του Θεού, είμαστε κι εμείς οι άνθρωποι μέχρι ένα όριο ελεύθεροι, ωστόσο όχι επαρκώς, όπως εκείνος.
Πιστεύω, λοιπόν, πως ο Θεός παρουσιάζεται μέχρι σήμερα μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία και ιστορία έτσι όπως οι διάφορες μορφές της εξουσίας, και ιδιαίτερα το ιερατείο, θέλουν να παρουσιάζεται. Βέβαια δεν υποστηρίζω ότι είναι έρμαιο στα χέρια των εξουσιών, των ανθρώπων σε τελευταία ανάλυση, αλλά ότι η ενέργειά του επάνω στη δημιουργία του παραλλάζεται και αλλοιώνεται από τις εξουσίες.
Επίσης παρατηρούμε μέσα από την Βίβλο ότι, ενώ ο Θεός απειλεί να επιβάλει τιμωρίες μέχρι την τρίτη και την τέταρτη γενιά, υπόσχεται αγάπη και συμπάθεια για χιλιάδες γενιές. Έτσι η συμπάθεια του Θεού ξεπερνάει κατά πολύ το αίσθημα της τιμωρίας. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο Θεός πέφτει σε αυτό το ανθρώπινο πλαίσιο σύγχυσης των συναισθημάτων, του επαίνου, του ελέους, της τιμωρίας.
Ένα σημαντικό στοιχείο όμως με το οποίο διαπιστώνουμε άνετα πόσο η εξουσία παραφράζει και χρησιμοποιεί, σύμφωνα με το συμφέρον της, την ενέργεια του Θεού, είναι το εξής: «Οι πατέρες δεν θέλουσι θανατόνεσθαι δια τα τέκνα, ούτε τα τέκνα θέλουσι θανατόνεσθαι δια τους πατέρας· έκαστος θέλει θανατόνεσθαι δια το ίδιον εαυτού αμάρτημα» (Δευτερονόμιον, ΚΔ΄: 16). Ακριβώς εδώ βλέπουμε ότι αυτή η τιμωρία των παιδιών για τις αμαρτίες των πατεράδων τους, που ανάφερα παραπάνω, διαψεύδεται σε αυτήν την περικοπή της Βίβλου. Όσο δίκαια κι αν είναι αυτή η τελευταία περικοπή, μας φανερώνει ωστόσο την αστάθεια της ενέργειας του Θεού και όχι του ίδιου του Θεού. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, πως μεσολαβούν άλλοι παράγοντες που την παραμορφώνουν και αυτοί δεν είναι άλλοι από τους παράγοντες της εξουσίας.
Έπειτα δεν τολμώ να διανοηθώ, ότι «(όταν ο άνθρωπος αμαρτήσει) αν έχει γερούς συνηγόρους σώζεται, αλλά αν δεν έχει δεν σώζεται. Και να ποιοι είναι οι συνήγοροι του ανθρώπου: η μετάνοια (τεσουβά) και οι καλές πράξεις. Και αν 999 άνθρωποι επιμένουν πως είναι ένοχος και ένας μόνο ότι είναι αθώος, τότε σώζεται» (Σαμπάτ 32α).
Ας εξετάσουμε κάτι ακόμη. Όταν ένας εργοδότης λέει στον εργάτη του να τελειώσει μέσα σε μία ορισμένη χρονική προθεσμία μια δουλειά που του έχει αναθέσει, όσο κι αν χρειαστεί να δουλέψει παραπάνω από το κανονικό διαφορετικά θα τον απολύσει ή όταν ένας πατέρας λέει στην κόρη του πως θα τη μαλώσει πολύ άσχημα αν δεν κάτσει να μελετήσει, υπάρχει μία απειλή ή μήπως η απειλή και του εργοδότη στο πρώτο παράδειγμα και του πατέρα στο δεύτερο είναι μια άμεση έκφραση πρόρρησης, ότι θα αποτύχει και ο εργάτης και η μαθήτρια στη δουλειά ή στο σχολείο αντίστοιχα και αργότερα στην ίδια τη ζωή τους, αν δεν αποκτήσουν αυτεπιβολή και αίσθηση της ευθύνης; Τότε πια η διάκριση είναι πολύ δύσκολο να γίνει, εφόσον συχνά εκείνος που απειλεί, κρύβει το προσωπικό του συμφέρον πίσω από τη μάσκα μιας φαινομενικά αντικειμενικής πρόρρησης. Η διάκριση γίνεται ακόμη δυσκολότερη αν, αντίθετα, μια αντικειμενικά έγκυρη πρόρρηση εκφράζεται σαν να ήταν η απειλή μιας παράλογης και εκμεταλλευτικής αρχής. Η τελευταία αυτή δυσκολία προβάλλει συχνά στις βιβλικές αφηγήσεις. Όταν διαβάζουμε ότι ο Θεός απειλεί με μια ιδιαίτερη τιμωρία τους εβραίους, αν δεν υπακούσουν σε μια εντολή, μας φαίνεται πως έχουμε να κάνουμε με την απειλή μιας παράλογης εξουσίας, που επιμένει να γίνει το δικό της. Δεν προσφέρεται καμία ουσιαστικά δυνατότητα επιλογής, αλλά το τεχνικό δίλημμα μεταξύ της προτίμησης της ζωής ή του θανάτου, την ευλογία ή την κατάρα.
Αυτό φαίνεται έντονα και στη μουσουλμανική θρησκεία. Κατά πρώτον, σύμφωνα με τη μουσουλμανική παράδοση, όταν ο αρχάγγελος Γαβριήλ αποκάλυψε σε όραμα στον Μωάμεθ την πρώτη αποκάλυψη και τον διέταξε ν' αναγνώσει τους πέντε πρώτους στίχους του 96ου κεφαλαίου του Κορανίου, ο Μωάμεθ δίστασε έκπληκτος, γιατί ήταν αναλφάβητος. Τότε ο άγγελος πίεσε τον λαιμό του μέχρι πνιγμού και ο Μωάμεθ εξαναγκασμένος, άρχισε να διαβάζει. Επίσης στο μουσουλμανισμό ο αυστηρός μονοθεϊσμός απέβη τελικά το κύριο χαρακτηριστικό του κηρύγματός του και η πολυθεΐα αμαρτία, την οποία δεν συγχωρεί ο Θεός. Κάποια απ' τα βασικά σημεία του ισλαμισμού είναι ότι το Κοράνι είναι το αιώνιο βιβλίο του αναλλοίωτου Νόμου του Θεού, όποιος υπακούει στον απόστολο του Θεού, υπακούει στον ίδιο το Θεό κ.α. Εξάλλου η ίδια η λέξη Ισλάμ σημαίνει την απόλυτη αφοσίωση και υποταγή στο Θεό. Κάθε ισλαμιστής είναι ενήμερος των βασικών όρων της θρησκείας του, άσχετα αν εμβαθύνει στο περιεχόμενο της πίστης του και ζει αυτό στην καρδιά του ή περιορίζεται απλώς στην τυπική τήρηση των προδιαγεγραμμένων εντολών του Κορανίου. Γι' αυτό το Κοράνι αποτέλεσε εξαρχής την πρώτη και θεμελιώδη πηγή του μουσουλμανικού δικαίου.
Τελικά στις μεγαλύτερες μονοθεϊστικές θρησκείες τουλάχιστον μπορεί να έχουμε έναν αυταρχικό Θεό κι έναν υπάκουο άνθρωπο, αλλά ακόμη και σε αυτήν την αυταρχική δομή βρίσκονται κιόλας τα σπέρματα της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας. Από την αρχή κιόλας πρέπει ο άνθρωπος να υπακούει στον Θεό για να μην έχει την ευκαιρία να υπακούσει σε είδωλα. Η λατρεία του ενός Θεού είναι η άρνηση της λατρείας των ανθρώπων και των πραγμάτων.
Αυτό μέχρις ενός σημείου είναι πολύ θετικό. Κι αυτό το σημείο δεν είναι άλλο από το ότι ο άνθρωπος αρχίζει να πιστεύει στη ζωή και όχι στη στατικότητα και στον ψυχοπνευματικό και βιολογικό θάνατο, που συμβολίζεται με τη λατρεία των ειδώλων.
Στο κείμενό μου αυτό όμως ζητώ να φανερώσω τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνεται αυτό μέχρι σήμερα. Κι ο τρόπος δεν είναι άλλος από την απειλή με την τιμωρία και τον τελικό εξαναγκασμό των ανθρώπων για υπακοή, χωρίς να υπάρχει μια προσπάθεια ενημέρωσης των ατόμων για τις αρνητικές πλευρές αυτών που πιστεύουν ή που πράττουν, ώστε να συνειδητοποιήσουν τη θέση τους. Εξάλλου σε αυτήν την επιβολή πιστεύω ότι ποτέ ο άνθρωπος, ούτε ακόμη και σήμερα, δεν κατάφερε να ανακαλύψει τα αρνητικά σημεία της ζωής του και να τελειοποιηθεί ηθικά. Κι αυτό γιατί η απολυταρχία ξυπνά το μίσος και το μίσος οδηγεί τους ανθρώπους στο σκοτάδι.
Στη σημερινή κοινωνία των πολυδικτύων οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αγωνίζονται για αξίες και ιδανικά, παρόλο που το ισχυρίζονται πως το κάνουν. Πρόκειται για γεμάτους άγχος και αποκομμένους μεταξύ τους υπερκαταναλωτές, που νοιώθουν πλήξη κι ένα αφόρητο κενό μέσα τους και παλεύουν να εξουδετερώσουν τη χρόνια κατάθλιψή τους με την αυτοεπιβαλλόμενη υπερκατανάλωση. Νοιώθοντας περισσότερη έλξη προς τα πράγματα παρά προς τη ζωή και την πρόοδο, πρόκειται για ανθρώπους που επιθυμούν να έχουν πολλά και να χρησιμοποιούν πολλά και όχι να είναι πολλά. Αυτή είναι η σύγχρονη μορφή ειδωλολατρίας και για να ξεφύγουν από αυτήν οι σύγχρονοι ειδωλολάτρες, κάποιος πρέπει να τους πληροφορήσει πως μέσα τους υπάρχει θαμμένος ο εαυτός τους, που διψά για ζωή και ιδανικά. Διάφορες εμπειρίες όμως, και ιδιαίτερα η καταπίεση και οι τιμωρίες, τους ώθησαν στο να απολέσουν τον εαυτό τους, τη συνείδησή τους και να λατρέψουν τα είδωλα της εφήμερης δύναμης και εξουσίας και του χρήματος ή των υπερκαταναλωτικών προϊόντων.
Στην εποχή μας, λοιπόν, θα είναι πιο σωστό να ρωτάμε αν πέθανε ο άνθρωπος κι όχι αν πέθανε ο Θεός. Εξάλλου για τον Θεό ποτέ δεν πληροφορηθήκαμε σωστά, αφού μας τον υποβίβασαν οι εξουσίες και τα ιερατεία στο στάδιο των ανθρώπινων παθών.
Όπως ήδη ανάφερα, όταν ιδρύθηκε η πρώτη εκκλησία, δηλαδή όταν πρωτοενώθηκαν οι Απόστολοι και οι πρώτοι χριστιανοί μεταξύ τους κανένας δεν ήταν αφέντης του άλλου. Αντίθετα ο καθένας προσπαθούσε να εξυπηρετήσει τον άλλο στο μέτρο που του ήταν δυνατόν. Γι' αυτό και ο καθένας είχε αναλάβει μία διακονία (υπηρεσία) και είχαν σχηματιστεί και οι «αγάπες», δηλαδή τα τραπέζια προς τους φτωχούς, όπου τα αγαθά μοιράζονταν ανάμεσα σε όλους.
Όλα αυτά όμως μέχρι τη στιγμή που κάποιοι ικανοί κατόρθωσαν να αναλάβουν τα ηνία της εκκλησίας (του συνόλου των πιστών) στα χέρια τους και να διαφεντέψουν τις μάζες. Μάλιστα γι' αυτό τον λόγο δεν δίστασαν να παραχαράξουν τα λόγια του Χριστού και των Αποστόλων σε σημείο εγκληματικό και να φθάσουμε έτσι εδώ που φθάσαμε σήμερα, στην απόλυτη σχεδόν εξουσία του ιερατείου επάνω στις μάζες των πιστών. Μια εξουσία που βασίστηκε βέβαια στον καταναγκασμό, στον φόβο, στην τιμωρία, στο έγκλημα και όλα αυτά, δυστυχώς, στο όνομα του Ιησού. Τόσος τρόμος και τόσο αίμα στο όνομα Αυτού, που είναι ο Θεός της αγάπης και της συγγνώμης! Πολλοί άνθρωποι μπροστά σ' αυτήν την κατάσταση έφθασαν στο σημείο ν' απογοητευτούν ή και να μισήσουν ακόμη τον ίδιο τον Θεό και άλλοι θέλησαν να προβάλουν τις δικές τους απόψεις σχετικά με το μεγάλο θέμα της θεϊκότητας. Όλοι αυτοί κυνηγήθηκαν αλύπητα και με διάφορους τρόπους, που έφθαναν από το κάψιμο στην πυρά μέχρι τον αφορισμό. Σήμερα βέβαια ο αφορισμός υποδηλώνει πως το πνεύμα, αντίθετα από την σάρκα, κανένας εξουσιαστής δεν μπορεί να το υποτάξει. Μένει πάντα ελεύθερο το ίδιο, αλλά διατηρώντας συνάμα και την αυτονομία της ύπαρξης, η οποία το φιλοξενεί.
Παραθέτω μερικά, σχετικά με το θέμα, ποιήματά μου.
ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ ΤΗΣ ΝΥΜΦΗΣ
Πυκνά σύννεφα, έργα τέχνης του αποτρόπαιου
Δε ξέρω καν τι σημαίνουν
Ούτε πόσο θλιμμένος είμαι, όταν τα θωρώ
Τα σκοτεινά παραμύθια των παρωχημένων χρόνων
για ήρωες εραστές και για ερωτευμένες νύμφες
μου συγκλονίζουν το μυαλό
Ο άνεμος του διαστήματος σκοτεινιάζει
τις σκέψεις μου. Ο αρχαίος όφις
της νύχτας σέρνεται ήσυχα επάνω μου
Κουλουριάζεται γύρω μου. Μεταμορφώνεται
σε μια πανέμορφη κόρη πλημμυρισμένη
με χρυσά κοσμήματα γεμάτα
ιερογλυφικά μαγείας και ρούνους των Κελτών
Με μια θαυμάσια λαλιά, με ξόρκια πρωτόγνωρα
ακινητοποιεί τη μορφή μου και με παγώνει
Με το ανίερο κορμί της τη λογική μου ξεγελά
Με τη διχαλωτή της γλώσσα
γεύεται τον πόθο μου κι εμένα
🍃
Ο ΔΑΙΜΟΝΑΣ ΠΟΥ ΨΑΛΛΕΙ
Στο Σύμπαν κατοικεί ένας δαίμονας
Η σκοτεινή καρδιά του είναι γεμάτη χορδές κιθάρας
Κανένας δεν του παραβγαίνει
σε παράδοξα θεσπέσια φωνή
Ψάλλει λόγια μαγείας εξαίσια ο δαίμονας
Τ' αστέρια στέκονται προσοχή,
οι πλανήτες αλλάζουν την τροχιά τους,
όταν ξαφνιασμένοι ακούνε
του αλλόκοσμου τέρατος τις γλυκές ψαλμωδίες
Από μαγεία συνεπαρμένα τα φεγγάρια σιωπούν
Οι αστεροειδείς κυνηγούν τη φλεγόμενη ουρά τους
Το διάστημα γεμίζει από έρωτα
τη γεμάτη ερωτευμένους κοιλιά του
Άλικες μορφές αλλόκοσμες
σταματούν πέρα απ' τις Πλειάδες
για ν' αφουγκραστούν τις υμνωδίες
Ο δαίμονας ακάματος παίζει την κιθάρα
Τραγουδάει και χορεύει
χωρίς να βλέπει και να αισθάνεται
την ουράνια ομήγυρη
που δονείται μαγεμένη απ' τον δικό του ρυθμό
🍃
ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ
Προχωρούμε σκεφτικοί
κοντά σε λίμνες άλλων πλανητών
που απλώνουν μπροστά μας
τα μοναχικά νερά τους τα νεκρά,
τους θλιβερούς πυθμένες τους τους παγωμένους
Βαδίζουμε κοντά στα κρύα δάση και τους βάλτους
ξένων πλανητών. Δίπλα μας
βαλτόνερα φριχτά και παράξενοι λασπότοποι
όπου φωλιάζουν κακόβουλα πνεύματα
Κατάκοποι μαχητές τρομαγμένοι είμαστε
με τη σκόνη του πολέμου ακόμη
επάνω στα ξεσχισμένα σακίδιά μας
Είμαστε σκιές που αχνοτρέμουν και στενάζουν
καθώς περνούμε μέσα από κάτοπτρα μαγείας
Το είδωλο της αλλόκοσμης αγαπημένης
έχουμε καρφιτσώσει στο μυαλό
Η αγωνία της απούσας συνάντησης μαζί της
μας γδέρνει την καρδιά
Ποτέ δε θα λύσουμε τα μάγια των ουρανών
Δώσαμε ανελέητες μάχες στα πέρατα του γαλαξία
Μα η βαρύπονη ψυχή μας το γνωρίζει
πως με τους δαίμονες, όταν παλεύεις,
σου μένει πάντα μέσα στη χούφτα
το αποτρόπαιο βλέμμα της αιώνιας νύχτας
🍃
ΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ ΤΩΝ ΟΡΑΜΑΤΩΝ
Χαμογέλα ψυχή μου!
Να η Παλλάδα Αθηνά με το φίδι στο χέρι!
Επάνω στα βελούδινα στήθη της
θ' ακουμπήσουμε τον καημό μας,
τους λάθους στοχασμούς μας,
τα ταξίδια μας στο άπειρο που δεν ευόδωσαν
Θα της ζητήσουμε να μας εξηγήσει με τη σοφία της
τους οιωνούς του σκότους
που αργοσέρνεται επάνω στα όνειρά μας
Θα καθίσουμε μαζί της να μας ερμηνεύσει
τις λέξεις που χάσαμε στο βάθος
των δακρυσμένων ματιών μας,
τις φλόγες που έσβησαν σχεδόν
στα βάθη της καρδιάς μας
Ύστερα θ' ασχοληθούμε μ' ένα σωρό
μαγικές επικλήσεις, αινίγματα, γρίφους, ρουνικές επιγραφές
φερμένες απ' τις ακρονυχίδες του Σύμπαντος
θα ζητήσουμε απ' τη Θεά ν' ανάψει γι' άλλη μια φορά
τα θυμιατήρια των λησμονημένων αναζητήσεών μας,
να μας οδηγήσει, πιάνοντάς τα πικραμένα χέρια μας,
ψάλλοντας αειθαλείς ψαλμωδίες.
Τα οράματά μας που δεν τολμήσαμε ν' αγγίξουμε
να ζωντανέψει
🍃
Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
Μάγε, μαύρο πνεύμα, σκοτεινέ δαίμονα,
οι πειρασμοί είναι υποχείριά σου
Απελπισμένο στέκεται μ' αδάμαστο ακόμη το εγώ μου
μετά από τόσα ταξίδια στην κόλαση,
σε αυτήν τη δαιμονισμένη φωτιά,
σε αυτό το μαγεμένο απ' τη φρίκη κολαστήριο
των τραγικών αποτυχιών μου
Αναζητώ ακόμη κάποια ίαση
απ' την ανίατη ασθένεια των απολεσθέντων μου ονείρων
Μάγε, σκοτεινό πνεύμα, μαύρε δαίμονα
στ' όνομα τ' ουρανού, στου Θεού τ' όνομα
που πιστεύουμε και οι δύο
πες στην ψυχή μου την πικραμένη
αν έχει ακόμη ελπίδα να ζήσει στην απόμακρη Εδέμ
Ρώτα την αν θέλει ν' αγκαλιάσει τ' όνειρο το πιο καταραμένο
που οι άγγελοι το αποκαλούν αταραξία
Μα ο μάγος, το μαύρο πνεύμα, ο σκοτεινός δαίμονας
στέκει ασάλευτος στο κέντρο του δωματίου μου
Τα μάτια του είναι μάτια σκότους
που κανέναν οιωνό ευχάριστο δε φέρνουν
Μόνο την σκιά μου στο πάτωμα ξαπλώνουν
και την ψυχή μου που αργοσαλεύει
ποτέ πια δε θα την αφήσουν να ξανασηκωθεί
Πηγές:
Άντλερ Άλφρεντ, Το νόημα της ζωής, Επίκουρος, Αθήνα
Άντλερ Άλφρεντ, Η αγωγή του παιδιού, Επίκουρος, Αθήνα
Άντλερ Άλφρεντ, Η γνώση της ζωής, Επίκουρος, Αθήνα
Αυλίδου Εύα, Η Ιερά Εξέταση στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, ΑΒΑΤΟΝ, Τεύχος 9, Ιούνιος-Ιούλιος 2000
Βακαλιός Θ., Είναι και Συνείδηση, Γνώση και Αλήθεια, Gutenberg, Αθήνα 1986
Βέντερ Κρεγκ & Κοεν Ντάνιελ, Η σοφία και η γνώση, NPQ, Τεύχος 13, Χειμώνας 2000
ΒΙΒΛΟΣ, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, Βιβλική Εταιρεία, Αθήναι.
Ελευθερόπουλος Α., Θρησκεία, Θεός, Ηθικότης και Άνθρωπος, Παπαζήσης, Αθήνα 1953
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα William Blake (Ο Αδάμ πριν από την κρίση του Θεού)