Φευγάτο

Γιάννη Σμίχελη

Rene Magritte (Discovery, 1927)

Ένα όνειρο άπειρες σιωπές
Και τα λόγια παράλυτα
Τραβάω και σκοντάφτω
Πίνω μια ρουφηξιά και μέσα στην
Πανδαισία
Χαλαλίζομαι
Τα δαιμόνια με ξερνάνε
Πάνω απ' τον γκρεμό

Θεέ δεν είσαι παρά
Το μεγαλείο στο σαλεμένο μου μυαλό
Μια τρύπα στον τοίχο της αόρατης φυλακής
Των χυδαιοϋπολογισμών
Η καρδιά μου φτερουγίζει
Δίπλα σ' ένα λουλούδι που κουβαλάει
Αιώνιο καημό

Η ομορφιά είναι το αίνιγμα
Δίνει νόημα σε μια ζωή
Και αντιστέκεται
Στον θάνατο όπως το αιώνιο παιδί
Στην λογική των ενήλικων
Καιροσκοπισμών.
Όποιος δεσμεύει την ιδέα
Σε μια πράξη
Ξεχνάει πως η αρμονία είναι αιώνια


Συναντώ κορμιά
Στις γωνιές της ηδονής
Κι ακόμη συνεχίζω.
Σε ζήτω και με ανακαλύπτω
Μικρός θεός, θνητός, γυμνός
Εκκρίνω την ουσία της ζωής μου
Στην πορεία των φιλιών.

Ο χρόνος δεν αρκεί ποτέ
Γι' αυτό και διαγράφεται
Η μνήμη τότε αβίαστα μπορεί
Να συνθέτει τις μελωδίες της
Με εικόνες σε ταινίες
Αλλοτινής εποχής

Το ασπρόμαυρο κρύβει
Τα χρώματα στην καρδιά
Κι αν το βλέμμα θολό απ' το δάκρυ
Που δεν λέει να στάξει
Οι αισθήσεις ερωτικά ραδιουργούν

Είτε στην πραγματικότητα
Αλλά και στην φαντασία
Εκπληρώνονται τα όνειρα των εραστών
Όταν έχουν χωρίσει για πάντα.
Η αλήθεια τελικά
Ποτέ δεν λέγεται
Μόνο γίνεται

Τα παιδιά μου τ' αγέννητα
Στην σύλληψη πνιγμένα
Εκείνοι που με κατηγόρησαν άδικα
Και οι άλλοι πισώπλατα χτυπήματα
Καθώς μου έβαλαν
Όσοι επιδίωξαν να με δέσουν
Γιατί η φωνή μου τους κάρφωνε
Τις ενοχές σαν πρωτοσέλιδα
Στον ξύπνιο τους
Και τον ύπνος τους μόνο με ναρκωτικά πάσης φύσεως
Τον κατάφερναν
Οι συμπολίτες μου ενώ κολυμπούσαν
Στην λαμπερή βλακεία του νεοπλουτισμού
Και οι γυναίκες της ζωής μου
Εκείνες που ερωτεύτηκα μα δεν τόλμησαν
Η οικογένεια που με γέννησε μα δεν μ' αγάπησε
Οι ξένοι με την μεγάλη αγκαλιά
Η κοιτίδα της χαρά μου, της πληρότητάς μου
Το τώρα ως παρόν, παρελθόν και μέλλον
Η ενεργούσα προσδοκία δίχως φρούδες ελπίδες
Εσύ άγνωστη γυναίκα που ψάχνω
Και θα σε βρω


Φωτιές ανάβουν στη βροχή
Μέσα από την ροή του νερού
Σπίθες πετάγονται και λάμπουν
Μέσα στην σκοτεινιά φιλιά
Από χείλη δαγκωμένα

Τα λόγια έχουν το σχήμα της
Καμπυλώνουνε στα στήθη και στους γοφούς της
Καθώς η σιγαλιά τα ποτίζει υγρασία
Από τα κολπικά υγρά της φαντασίας

Έτσι γεννήθηκε το παιδί
Πήρε τη μορφή της προσταγής
Σαν ένα δέντρο στον μικρόκοσμο της απελπισίας
Όπως το κύμα φτιαγμένο από όλους τους κυματισμούς
Της περιπλάνησης


Μην μου ζητήσεις το φεγγάρι
Δεν θα έχεις φτερά
Μόνο πυρακτωμένα μάτια
Όσο για τον ήλιο, καλά κάνεις
Που δεν ακούς στο κάλεσμα της ηλιαχτίδας
Μείνε μια αιώνια ελπίδα να προσδοκά
Τον εαυτό της

Έχει απόψε κρύο
Σαν τον παλιόκαιρο της χυμένης ανάσας
Πάνω στα κάρβουνα αιωρείται διαρκώς
Μες στην αρρυθμία της απομόνωσης
Σαν την τυφλή κουκουβάγια

🍇

Copyright © Γιάννης Σμίχελης All rights reserved, 2023
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Rene Magritte (Discovery, 1927)
Το κείμενο αποτελεί μέρος της ποιητικής συλλογής του Γιάννη Σμίχελη, Πέρα παραπέρα, που δημοσιεύεται στο koukidaki.gr τμηματικά, κάθε Τετάρτη, από τις 2 Αυγούστου του 2023