Ωραιότατο νουάρ θρίλερ με φρίκη. Έτσι θα χαρακτήριζα το μυθιστόρημα του Αλέξη Σάλτη Σκιές που χορεύουν, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Έξη. Επίσης μπορεί να περιγραφεί ως μυστήριο γοτθικής ατμόσφαιρας· στοιχείο που ενδυναμώνεται και από τον υπότιτλο: Πόσες φορές μπορείς να ξεγελάσεις τον ίδιο σου τον εαυτό;
Το βιβλίο αποτελεί μια αναγνωστική έκπληξη και για το αξιολογότατο περιεχόμενό του αλλά και επειδή δεν περιμένεις να βρεις αυτό το μυθοπλαστικό είδος στις συγκεκριμένες εκδόσεις. Αισθάνομαι πως εκδότης και συγγραφέας αποφάσισαν να μας ξαφνιάσουν δημιουργικά και όντως τραβούν την προσοχή αλλά με (καλή) αιτία.
Στην υπόθεση, διάφορα πρόσωπα διαδραματίζουν καίριο ρόλο σε μία ιστορία όπου θύμα και θύτης είναι αμφιλεγόμενες έννοιες ως την ύστατη σελίδα.
Η υπόθεση, με πιο απλά λόγια, αφορά μια ερωτική ιστορία δύο νέων: του Άλκη, ένα ομορφόπαιδο που γνωρίζει την επίδραση του παρουσιαστικού του και ξέρει πώς να το εκμεταλλευτεί προς όφελός του, και της Άννας, που τα χρήματα και η δύναμη του πατέρα της την τοποθετούν σε ευάλωτη θέση σε σχέση με άλλες συνομήλικές της. Όλες μπορεί να τις γοητεύσει ο Άλκης και όλοι είναι δυνάμει θύτες στα μάτια του μεγιστάνα Βερώνη.
Ως εδώ, ξέρω, ακούγεται αισθηματικό ρομάντζο αλλά δεν είναι καθόλου ένα τέτοιο. Ο στενός φίλος του Άλκη, ένας λαθρέμπορος, ένας βίαιος αλκοολικός κι άλλοι χαρακτήρες του υπόκοσμου ή αντισυμβατικοί-διαφορετικοί, αν και ασύνδετοι κι άγνωστοι μεταξύ τους, εμπλέκονται σε μία ιστορία συνεχών ανατροπών και εκπλήξεων που συναρπάζει τον αναγνώστη για πλήθος λόγων.
Η πραγματικότητα [...] περιπλέκεται με την αρχέγονη ανάγκη του καθενός να πει μια ιστορία, να γίνει πιο σημαντικός για λίγο γνωρίζοντας κάτι που ο συνομιλητής του αγνοεί, και που αναλόγως το ταλέντο και την αφοσίωση στην αλήθεια που δείχνει ο εκάστοτε αφηγητής, διανθίζεται συνήθως με πιο πικάντικες και σοκαριστικές λεπτομέρειες.
Βασικά, μία αφήγηση μεγάλης έκτασης για να συναρπάσει χρειάζεται μια άξια πλοκή (την έχουμε και με το παραπάνω), μια ενδιαφέρουσα ιστορία (οπωσδήποτε την έχουμε), μυστήριο πιθανότατα (κι αυτό θα το βρούμε εδώ), αποκαλύψεις και ανατροπές (ω, ναι, τίποτα δεν είναι αυτό που δείχνει)... αλλά και ειδικότερα, ως προς το συγκεκριμένο είδος, χρειαζόμαστε σκηνές δράσης (τις έχουμε), κλιμάκωση της αγωνίας (κι αυτό το έχουμε), μπλόφα (είτε για τον ήρωα είτε για τον αναγνώστη· πάντως έχει και μπλόφα όπως και εναλλακτική οπτική) κ.ά. όμως έχουμε και χιούμορ! Ναι, χιούμορ, που είναι κάτι σαν το αλατοπίπερο στα αστυνομικά, δηλαδή στα εγκλήματα. Επίσης, έχει φοβερές στιχομυθίες, καλές ατάκες και ξεκάθαρους χαρακτήρες.
Θα μείνω στο τελευταίο καθώς το θεωρώ ένα ευάλωτο σημείο της ελληνικής μυθιστοριογραφίας. Το θέμα προκύπτει από τη στιγμή που ο ίδιος άνθρωπος, ο δημιουργός, πρέπει να αποδώσει ανόμοιες και ποικίλες προσωπικότητες που, πολλές φορές, απέχουν παρασάγγας από τον ίδιο. Οπότε οφείλει να μπει στα παπούτσια όλων αυτών των ετερόκλητων άλλων, να τους καταλάβει, να τους αφουγκραστεί και να παρουσιάσει τα δομικά τους στοιχεία αφού τα αφομοιώσει. Συνθήκη που δεν είναι ούτε απλή, ούτε εύκολη αλλά ούτε και αυτόματη! Προφανώς και απαιτεί μεγάλη παρατήρηση και μελέτη –του κόσμου τριγύρω αλλά και κυριολεκτική μελέτη, δηλαδή διάβασμα– αλλά απαιτεί και επαρκής σκιαγράφηση στο χαρτί, δηλαδή απόδοση. Δηλαδή να μεταφέρει κανείς όλες τις «αποχρώσεις» μιας προσωπικότητας εύγλωττα, διάφανα, οριοθετημένα και συγκροτημένα.
Σε αυτό το βιβλίο λοιπόν, ο κύριος Σάλτης δείχνει πως είναι ένας συγγραφέας που έχει την ικανότητα να το κάνει (και) αυτό. Δομεί ποικίλους ήρωες με επάρκεια, συμβατότητα, πιστότητα, συνέπεια και χάρη, παρουσιάζοντας στο τέλος ένα σύγγραμμα (πιο) ολοκληρωμένο από κάθε άποψη.
Η υψηλότερη μορφή τέχνης είναι να ξέρεις πότε πρέπει να αποσυρθείς, και υπάρχει για όλους κάποια στιγμή που ίσως απλά πρέπει να πεις: «Γάμα το, την κάνω».
Η εμπειρία είναι εθιστική. Οι εκδοχές της ιστόρησης ανατρέπονται μέσα από μία υπέροχη πλοκή που συναρπάζει. Θα συναντήσετε σκηνές αιματηρής βίας κινηματογραφικής οπτικής (οι κινηματογραφόφιλοι θα πουν σπλάτερ) ενώ η ευφάνταστη και μη αναμενόμενη κατάληξη θα κερδίσει τις εντυπώσεις σας. Προσωπικά, αν χαρακτηρίσω τη λύση της υπόθεσης ως απρόοπτη, τότε οφείλω να μιλήσω (και) για σατανική κατάληξη.
Ένα φοβερό βιβλίο που ξέρει πώς να ικανοποιεί τον φιλαναγνώστη του. Βρείτε το και απολαύστε το!
ΥΓ.: Φυσικά, είμαι πανέτοιμη για την επόμενη υπόθεση του Αλέξη Σάλτη.