Ένας καπετάνιος επιστρέφει στο σπίτι του, στο νησί, και τον υποδέχεται η οικογένειά του. Τι έχει συμβεί κατά την απουσία του; Πώς αντιδρούν σύζυγος και παιδιά; Πώς τον υποδέχεται η τοπική κοινωνία; Τι μυστικό κρύβει η γυναίκα που άφησε πίσω του; Πώς μπορεί η λαχτάρα για τυρόπιτα να βγάλει στη φόρα τα πάντα;
Το διήγημα δημοσιεύθηκε το 1905 και περιγράφει την κοινωνία ενός νησιού που στηρίζεται σε συζύγους-καραβοκύρηδες. Οι άντρες έρχονται και φεύγουν, οι γυναίκες μένουν πίσω και πρέπει να επιβιώσουν, να αντέξουν, να πνίξουν επιθυμίες και όνειρα, να μεγαλώσουν παιδιά που τους λείπουν οι πατεράδες. Με τη γνωστή υπέροχη και παραστατική γλώσσα του, με παρένθετες εικόνες που δίνουν μια πλήρη εικόνα της κοινωνίας και με χιούμορ, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ξετυλίγει τη ζωή μιας γυναίκας που έχει παραδοθεί σ' ένα πάθος πρωτόγνωρο για την εποχή και για τον τόπο, δίνοντας έτσι αφορμή στη γειτονιά να την κουτσομπολεύει και να γελάει εις βάρος της. Η επιστροφή του συζύγου θα τη φέρει αντιμέτωπη με τις επιλογές της και θα προσπαθήσει να κρύψει το μυστικό της· να όμως που μια κωμική παρεξήγηση θα οδηγήσει κλιμακωτά σε αποκαλύψεις και σ' ένα μη αναμενόμενο τέλος.
Ο Σκιαθίτης συγγραφέας πρωτοπορεί και πάλι, έχοντας ως κεντρική ιδέα ένα θέμα-ταμπού και σκιαγραφεί αδρά και προσεκτικά ανθρώπους, καταστάσεις, θέσφατα. Η θεατρική ομάδα «Αγγελοπετριά», διατηρώντας την αυθεντική γλώσσα του κειμένου, συνεχίζει να ανεβάζει με επιτυχία τη θεατρική του διασκευή, αυτήν τη φορά σ' ένα παραδοσιακό πλακιώτικο σπίτι που στεγάζει την Εταιρεία Φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου (υπό την αιγίδα της οποίας και πραγματοποιείται), χαρίζοντας μια πρωτόγνωρη θεατρική εμπειρία στο κοινό.
Η Αρκαδία Ψάλτη στον ρόλο της Καραβοκυρούς και οι Στεφανία Γώγου και Μαρίνα Πολυμέρη στους υπόλοιπους δημιουργούν μία άψογη ερμηνευτική ομάδα με δυνατές και ποικίλες ερμηνείες.
Η Αρκαδία ξεκινάει να παίζει με στιβαρότητα και αυστηρότητα τη γυναίκα που υποδέχεται τον άντρα της και πρέπει να έχει το σπίτι καθαρό και τακτοποιημένο, τα παιδιά μαζεμένα και υπάκουα και το φαΐ μαγειρεμένο. Στη συνέχεια όμως κι όσο αποδομείται ο χαρακτήρας που ερμηνεύει τόσο εκείνη απογειώνεται ερμηνευτικά. Επειδή δε θέλω να αποκαλύψω την κεντρική ιδέα δεν μπορώ να επεκταθώ και περισσότερο στην υπέροχη ερμηνευτική της παρουσία. Η ίδια έχει αναλάβει και τη σκηνοθεσία του έργου, την οποία προσάρμοσε στην όμορφη πλακιώτικη αυλή της οικίας Κανελλόπουλου. Οι σκάλες, τα παράθυρα, ο προαύλιος χώρος, οι πόρτες, είναι όλα αναπόσπαστο κομμάτι της παράστασης αλλά αυτό δε σημαίνει πως είμαστε στην αυλή της Καραβοκυρούς, μιας και οι ηθοποιοί καταφέρνουν με χίλιους τρόπους να μας μεταφέρουν κάθε φορά και σε άλλο σημείο του νησιού· στην ταβέρνα, στο λιακωτό της γειτόνισσας, στα μαγαζιά, στο λιμάνι.
Η Μαρίνα Πολυμέρη και η Στεφανία Γώγου μεταμορφώνονται με ελάχιστα αλλά χαρακτηριστικά ρούχα κάθε φορά και σε άλλους χαρακτήρες του έργου. Η Μαρίνα γίνεται γειτόνισσα, φίλη, ο Γιαννιός ο Κισσιώτης ο ταβερνιάρης (μα τι απολαυστική ερμηνεία!), η γραία Μαθίνα, που γειτονεύει με την Καραβοκυρού, και πολλά άλλα δείχνοντας κάθε φορά κι έναν άλλον εαυτό! Τα ίδια και η Στεφανία, με καλύτερο ερμηνευτικά τον ρόλο του μικρού Μανώλη που από τη λαχτάρα του για την τυρόπιτα που ψήνει η μάνα του για τα καλωσορίσματα δεν προσέχει την παραγγελία της κι έτσι ξεκινάει η παρεξήγηση που θα οδηγήσει στη μεγάλη αποκάλυψη. Ήταν τόσο έντονα αποτυπωμένη η ανυπομονησία της και τόσο εκφραστική που πήρα κι εγώ τυρόπιτα από κοντινό μαγαζί φεύγοντας! Αλλά και σαν Χρουσώ, που βοηθάει την Καραβοκυρού, είναι εξίσου καλή, όπως και στις άλλες εμφανίσεις της.
Όλες οι ηθοποιοί, ντυμένες με τις ενδυματολογικές επιλογές της Αφροδίτης Αναστοπούλου, η οποία έχει κάνει πολύ καλή δουλειά, διαλέγοντας ενδύματα ταιριαστά με την εποχή και τον τόπο, ανεβαίνουν, κατεβαίνουν, κινούνται αδιάλειπτα, φωνάζουν και ψιθυρίζουν, τραγουδάνε και αφηγούνται, ατενίζουν από το μπαλκόνι τάχα μου προς το λιμάνι ή το κοντινό σπίτι. Δημιουργείται έτσι μία παράσταση σε διαρκή κίνηση με απανωτές εκπλήξεις για όσους γνωρίζουν το κείμενο, με πλούσιες περιγραφές που δε με κούρασαν γιατί ερμηνεύτηκαν και δεν απαγγέλθηκαν κι όταν πέφτει η νύχτα κι ανάβουν οι λάμπες η μέθεξη είναι καθηλωτική.
Ένα καλοκουρδισμένο ρολόι με τρεις δείκτες είναι η παράσταση «Γυνή πλέουσα» και μου χάρισε αξέχαστες στιγμές, ποτισμένες με λικέρ μαστίχας που μας κερνάνε οι ηθοποιοί πριν ξεκινήσει το έργο. Απόλαυσα το κείμενο, την ευφάνταστη πλοκή και τη γλώσσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη καθώς και τις ερμηνείες που μου χάρισαν ποικίλα συναισθήματα και γοητεύτηκα από τον άκρως θεατρικό χώρο της Εταιρείας Φίλων Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Μια διαφορετική θεατρική εμπειρία που πρέπει να τη ζήσουν όλοι!
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου