Ενδιαφέρον τούτο το μυθιστόρημα για μια σειρά λόγων, περισσότερο όμως επειδή σου βγαίνει απρόσμενα καλό. Το πρώτο πράγμα που αναρωτήθηκα παίρνοντας στα χέρια μου το βιβλίο του Λευτέρη Αναγνωστόπουλου –Το κόκκινο δεξί χέρι, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άνω τελεία– ήταν αν ένα ανάγνωσμα τέτοιας έκτασης, ως πρωτόλειο έργο του, θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες μιας αναγνώστριας που έχει διανύσει πάρα πολλά λογοτεχνικά χιλιόμετρα. Το υλικό που παρουσιάζει στο προκείμενο ο κύριος Αναγνωστόπουλος είναι πλουσιοπάροχο και, πιστέψτε με, παρόλο που βομβαρδιζόμαστε από πολυσέλιδες μυθοπλασίες δεν είναι τόσο απλό να συγγράψεις μία άξια τέτοια ιστορία που να αρέσει ευρέως, να μην αποτελεί κάτι φθηνό ή πρόχειρο, να μπορεί να κερδίσει έναν πιο έμπειρο φιλαναγνώστη και να έχει ειδικό βάρος, νόημα και θέση στα ελληνικά γράμματα κ.ο.κ.
Στην υπόθεση, βρισκόμαστε στη Μαυρούπολη. Μία φανταστική πόλη που θα μπορούσε να είναι η πόλη μας ή μία γνωστή μας μεγαλούπολη από αυτές που έχουν πολυάριθμα μεγάλα κτήρια, πολύ τσιμέντο και πολλούς κατοίκους, άγνωστους μεταξύ τους και όχι και τόσο ευτυχισμένους. Όλα τα υπόλοιπα δεν έχουν και τόσο σημασία (πού, πότε...) όμως έχει μεγάλη σημασία το πώς βιώνει ένας τέτοιος αστός την καθημερινότητά του και ειδικότερα ένας άνθρωπος που κουβαλά πολύ οδυνηρές μνήμες και εσωτερικό πόνο. Σε αυτή την πόλη θα περιηγηθούμε, εκεί θα γνωριστούμε με τους ήρωες κι εκεί είναι που γεννιέται –ή ίσως «γεννιέται»– το κόκκινο δεξί χέρι, για το οποίο τίποτα άλλο δεν θα μάθετε από αυτή την παρουσίαση.
Ένας καταθλιπτικός άντρας είναι ο βασικός χαρακτήρας του έργου. Ένας ταλαιπωρημένος άνθρωπος, γεμάτος πληγές, που βιώνει μια αναγκαστική ρουτίνα, η οποία του είναι εντελώς αδιάφορη καθώς δεν έχει να του προσφέρει κάτι, και ζει το δράμα του ξεκομμένος θαρρείς από την κοινωνία· μόνος και μοναχικός απελπίζεται θεωρώντας ότι δεν υπάρχει διέξοδος. Οπότε, ουσιαστικά, πρόκειται για μία ταλαίπωρη ψυχή που, μην έχοντας κάποιο σκοπό, περιμένει τον θάνατο.
Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να κάνω τη δουλειά μου και να επιστρέψω στο σπίτι για να ναρκώνω τις αισθήσεις μου.Προς το παρόν, πρέπει να μάθεις να ζεις. Όταν φτάσει η στιγμή, θα μάθεις πώς είναι να πεθαίνεις.Διαφωνούσε με όσους έλεγαν πως ο χρόνος ήταν γιατρός. Εκείνη πίστευε πως ήταν νεκροθάφτης. Τίποτα δεν γιατρευόταν, τα πάντα θάβονταν κάτω από ελαφρύ χώμα.
Η ιστόρηση δεν είναι γραμμική. Ξεκινά από ένα σημείο του χρόνου και προχωρά προς το τέλος προσφέροντας εμβόλιμες εικόνες/παραστάσεις από το παρελθόν, δηλαδή από αυτά που έχουν συμβεί και οδήγησαν στο σημείο όπου βρισκόμαστε τώρα. Κεφάλαιο το κεφάλαιο διαδραματίζονται δύο αφηγήσεις τελικά: μία που αφορά στην ιστορία του βιβλίου και μία που αφορά στο παρελθόν του ήρωα και στο πώς κατέληξε σε αυτό που έγινε/είναι. Όμως οι δύο αυτές αφηγήσεις δεν είναι αποκομμένες η μία από την άλλη, ούτε οι παράπλευρες εικόνες· άπαντα συνδέονται και συνλειτουργούν ενώ το συγγραφικό ύφος διαθέτει την απαραίτητη χροιά κι ατμόσφαιρα για να προσφέρει στο πόνημα.
Άμεσα καταλαβαίνεις ότι υπάρχει ενδιαφέρον, εξάπτει και φαίνεται κάπως νουάρ, κάπως θρίλερ, αρκετά ψυχολογικό και πως έχει στοιχεία του φανταστικού. Στην πορεία, ωστόσο, αυτοί οι χαρακτηρισμοί αλλάζουν ή και εμπλουτίζονται με περισσότερους (αν ήταν βιντεοπαρουσίαση θα ακολουθούσε κλείσιμο ματιού με υπονοούμενο). Σίγουρα υπάρχει διάχυτη η κοινωνική του υφή και το δράμα –ως προς αυτά τα στοιχεία δεν τίθεται αμφιβολία ή διχογνωμία.
Ό,τι έκανε, ό,τι έζησε, δεν σημαίνει τίποτα για το σύμπαν.
Κατά την πορεία, πραγματεύονται ποικίλα ζητήματα, άλλοτε φανερά κι αλλού υποδόρια, ανάμεσα στις αράδες, όμως εξίσου ευδιάκριτα. Ο άνθρωπος ως μέλος μιας αστικής κοινωνίας είναι ένα από αυτά, ο άνθρωπος απέναντι σ' έναν ισχυρό εργοδότη (που μπορεί να έχει τη μορφή ενός πλούσιου αστού ή ενός πολιτικού ή του ίδιου του νομικού/κοινωνικού/πολιτικού πλαισίου) δηλαδή απέναντι σε εκείνον που ορίζει, καθώς διαθέτει την ισχύ, είναι ένα έτερο κ.λπ. Σε όλη την έκταση τονίζεται η ασημαντότητα του ανθρώπου, αλλά και η τεράστια αξία του· μια αμφίσημη συνθήκη, έτσι όπως λέγεται, αλλά ουσιαστική και υπαρκτή τριγύρω μας. Τέλος σε όλη την έκταση, ο συγγραφέας έχει τοποθετήσει στρατηγικά μέσα στο κείμενο το σχόλιό του (του/των ήρωά/ων του αλλά κατ' επέκταση και το προσωπικό του) πολυδιάστατα: έχουμε κοινωνικό σχολιασμό, θρησκευτικό, πολιτικό, ακόμα και ψυχολογικό! Ως εκ τούτου, περνά τα μηνύματά του ενώ παρατηρώ πως ο βασικός ήρωας του βιβλίου έχει ένα παρόμοιο –αν όχι ίδιο– βιογραφικό με τον δημιουργό (του) και πως ο συγγραφέας εμφανίζεται, τρόπον τινά, στο πόνημα ως χαρακτήρας ενδυναμώνοντας την παραπάνω διαπίστωση.
Είναι όπως τα ναρκωτικά· το παιχνίδι το κερδίζει όποιος δεν το παίζει.Αν θες να πεις την αλήθεια, πρέπει να ρισκάρεις να προσβάλεις και να θίξεις τα πιστεύω του άλλου.
Η αφηγηματική οδός ακολουθεί μια κυκλική πορεία αφού ολοκληρώνεται από το σημείο εκκίνησης, μόνο που έχουν ανοίξει όλες οι πτυχές στο μεταξύ, έχουν αποκαλυφθεί όλες οι εικόνες και έχουμε γνωρίσει όλη την ιστορία. Έτσι, να περιμένετε αποκαλύψεις, κυρίως ταυτοτήτων και συμβάντων (τι έγινε, πώς κ.ο.κ.), αντιστροφές κι ανατροπές, όπως και διάφορες άλλες αναγνωστικές εκπλήξεις. Ο συγγραφέας «παίζει» σε πολλαπλά είδη: κοινωνικό, ψυχολογικό, θρίλερ, ψυχόδραμα, φαντασία και άλλα, όπως προαναφέρθηκε, ενώ μέσα σε αυτό το συνονθύλευμα όλα υπάρχουν και δεν υπάρχουν μαζί, όλα είναι σχηματοποιημένα αλλά έχουν πάνω από μία εκδοχές... εντέλει, «παίζει» με τις μανιέρες αλλά με τρόπο γόνιμο και λογοτεχνικό που αφήνει όμορφο απόηχο.
Αν οι άνθρωποι ήξεραν το μέλλον, θα άρπαζαν τις ευκαιρίες που άρπαξαν ενώ δεν γνώριζαν;
Αξίζει να γίνει μία μνεία για τον άλλο (μας) εαυτό. Όλοι έχουμε έναν τέτοιο ή όλοι έχουμε αναμετρηθεί με το ζήτημα είτε στη ζωή είτε μέσα από τη μυθοπλασία· πάντως όλοι καταλαβαίνουμε το νόημα. Εδώ, ο άλλος εαυτός είναι εκείνος που έχει τη δύναμη, που αποτελεί τη δύναμη, που είναι η δύναμη. Συμπερασματικά, ο άλλος εαυτός έχει την ίδια –ή και μεγαλύτερη– αξία από αυτόν καθαυτόν τον ήρωα!
Προσέχω ακόμα και την ονοματοδοσία των προσώπων. Υπάρχει μια ομηρική αντιμετώπιση δηλαδή το όνομα ενός χαρακτήρα σχετίζεται με το ποιόν του ή την προσωπικότητά του ή την ιδιότητα. Σημειώνω υποσυνείδητα την ελπίδα-Ελπίδα που πεθαίνει έχοντας ως αποτέλεσμα την κατάρρευση του ατόμου –ακόμα και το όνομα του ίδιου του δημιουργού έχει τη σημασία του (αν και ενδέχεται να μην ευθύνεται ο ίδιος για το όνομά του).
Στο τέλος τέλος, έχω καταλήξει στο ένα και μοναδικό σημείο που δεν μου άρεσε κι αυτό σχετίζεται με τους αγγλισμούς, τους οποίους λατρεύει ο κύριος Αναγνωστόπουλος και τους χρησιμοποιεί σε όλη την έκταση αλλά καθόλου η γράφουσα.
Εν κατακλείδι, πρόκειται για αξιόλογο πόνημα, σύγχρονο και ουσιώδες, με ωραίες στιχομυθίες και ενδιαφέρουσα ιστόρηση, ένα φορτισμένο κείμενο και συγκινητικό, παρά τον όποιο έτερο προσανατολισμό του, και που καταφέρνει να σου δώσει τη λύση αφήνοντας όμως εσένα να ενώσεις τις τελείες.
Αυτό δεν είναι που μετράει στο τέλος της ημέρας; Να δείξεις το πάθος σου για κάτι, κι ας το δουν δέκα άτομα μονάχα;
Να το έχετε κατά νου!