Τα κύματα

Τα κύματα, Βιρτζίνια Γουλφ

Κι έρχεται η ώρα να γράψεις για Τα κύματα...

Είχα διαβάσει διάφορα της Γουλφ, όπως υποθέτω και όλοι όσοι έχουν μια έμφυτη αγάπη προς τη λογοτεχνία, όμως δεν είχε τύχει –γιατί άραγε;– να καταπιαστώ με αυτό το μυθιστόρημά της, που πρόσφατα κυκλοφόρησε σε νέα μετάφραση Άννας Βασιάδη από τις εκδόσεις Συρτάρι.

Κι έρχεται η στιγμή που όλη η λογοτεχνική ομορφιά του κόσμου βρίσκεται κλεισμένη σε μια ιστορία... που δεν έχει πλοκή, δεν έχει δράση, δεν έχει λαβ στόρι, περιπέτεια, σασπένς ή άλλα κλισεδιάρικα τερτίπια όμως έχει χαρακτήρα, μοναδικό ύφος, στιλ, ηχόχρωμα, είναι ένα απίστευτα αισθαντικό βιβλίο γραμμένο με δεξιοτεχνία... που ακουμπά χορδές, μεταδίδει ή ξυπνά συναισθήματα, σε αφήνει να το αφουγκραστείς, σε προκαλεί να το καταλάβεις και πολλά άλλα. Έρχεται η στιγμή που απορείς πώς γίνεται και άργησες τόσο να συναντηθείς με αυτό το πόνημα, απολαμβάνοντας την εμπειρία της υπέροχης γραφής και του απόηχού του.

Κι ύστερα έρχεται η στιγμή που πρέπει –εδώ ταιριάζει καλύτερα η λέξη οφείλεις– να κάνεις την αναφορά σου ή –καλύτερα– να του αποδόσεις τις τιμές που του αναλογούν.
Αν ήμουν υποχρεωμένη να περιγράψω την εμπειρία με μια λέξη, αυτή θα ήταν: Υπέροχο! Εδώ υπάρχουν όλα όσα αναζητά κανείς όταν χρειάζεται την καλή λογοτεχνία στη ζωή του, όμως ας πιάσουμε το νήμα από την αρχή προχωρώντας πόντο πόντο στα στοιχεία που δομούν αυτό το διαμάντι.

Μια εποικοδομητική εισαγωγή από τη μεταφράστρια προσφέρει πολλά στοιχεία για το βιβλίο και κατατοπίζει ακόμα και τον πιο αμύητο αναγνώστη. Εκεί διαβάζουμε, μεταξύ άλλων για τη συγγραφέα: Η ίδια εξέφρασε την ανησυχία πως, αν και τα «Κύματα» ήταν το πρώτο της έργο γραμμένο με το προσωπικό της ύφος, το κοινό της θα το έβρισκε δυσανάγνωστο. Οφείλω να σταθώ και στα δύο αυτά σημεία. Από τη μια η Γουλφ φοβάται ότι έγραψε κάτι δυσανάγνωστο κι από την άλλη υπάρχει αυτή η παραδοχή της ότι πρόκειται για το πρώτο έργο της με το προσωπικό της ύφος! Εννοείται, δεν μπορώ να γυρίσω πίσω στον χρόνο για να συναντήσω τον φιλαναγνώστη της εποχής της ώστε να επιβεβαιώσω με κάποιον τρόπο ή να διαψεύσω τη φοβία της όμως, με τα σημερινά δεδομένα, για έναν πραγματικό φίλο της λογοτεχνίας –που θα σκύψει πάνω από ένα βιβλίο με προσοχή, χωρίς βιαστικές, επιφανειακές ή διαγώνιες αναγνώσεις– δεν υπάρχει κανένα απολύτως θέμα σύγχυσης ή δυσκολίας. Ειδικά με τη συγκεκριμένη μετάφραση και ακόμη περισσότερο με τις σημειώσεις, που υπάρχουν στο τέλος, και τη βιβλιογραφία. Το έτερο σημείο, τώρα, έχει ένα μοναδικό ενδιαφέρον. Σπανίως ένας/μία συγγραφέας διαχωρίζει τα έργα του λόγω ύφους και σπανιότερα παραδέχεται κανείς ότι κάποιο από αυτά είναι γραμμένο με το δικό του (συνεπαγωγικά αναρωτιέσαι αν υπάρχουν συγγράμματα της Γουλφ ή του όποιου που δεν είναι γραμμένα με το δικό της/του στιλ). Αν με ρωτάτε, κάτι τέτοιο δεν ισχύει όμως για να το σημειώνει η συγγραφέας σίγουρα υπάρχει λόγος κι αυτός –πάλι κατ' εμέ– δεν μπορεί να είναι άλλος από την αγάπη της για το συγκεκριμένο και την υπερηφάνεια της. Το πιθανότερο, η Γουλφ αισθάνεται ότι έχει πει εκείνο που την εκπροσωπεί ως πένα, με τον τρόπο που της αρέσει καλύτερα ή ακόμα πως την αφορά αυτή η ιστορία περισσότερο. Η κυρία Βασιάδη σημειώνει ότι πρόκειται για ένα ποιητικό αριστούργημα –έτσι το αποκαλεί και δικαίως–, ένα ψυχαναλυτικό μυθιστόρημα, γεννημένο απ' την ανάγκη της να κατανοήσει τον εαυτό της και τους γύρω της. [...] Ήθελε να κρατήσει τη σπιρτάδα της καθαρόαιμης πρόζας, χωρίς να θυμίζει όμως τα κλασικά μυθιστορήματα.

Αναφέρονται κι άλλα στην εισαγωγή που αν τη διαβάσει κανείς σχολαστικά τον βοηθούν στην κατανόηση όλων των παραμέτρων που έχει το κείμενο.
Τα Κύματα αναπαραστούν τις ζωές έξι ανθρώπων. Για την ακρίβεια έξι και ενός· τριών κοριτσιών, τριών αγοριών και του Πέρσιβαλ. [...] Αφενός χωρίζεται σε εννιά ενότητες-φάσεις του ήλιου, θέλοντας ν' απεικονίσει το πέρασμα μιας ολόκληρης ημέρας, κι αφετέρου μας παρουσιάζει τις ζωές των ηρώων απ' την παιδική ηλικία μέχρι το τέλος τους.
Αυτή θα μπορούσε να 'ναι η περίληψη του μυθιστορήματος. Δυο απλά λόγια, ικανά να το σκιαγραφήσουν ως προς την υπόθεση, γιατί για όλα τα άλλα χρειάζονται πολλά περισσότερα· όχι μόνο λόγια, αλλά και εσωτερικές αναζητήσεις και κρίση και νοερή περιπλάνηση και περισυλλογή...

Καθώς συνειδητοποιώ ότι θέλω να πω πολλά –ότι έχω να πω πολλά–, παραπάνω από όσα «σηκώνει» τούτη η επικοινωνία, ολοκληρώνω εδώ αυτές τις γενικότητες όμως, για τον πραγματικό φίλο της λογοτεχνίας ή τον ψαγμένο, για όποιον χρειάζεται μια ανάλυση και μια πιο εσωτερική «ματιά» έχω φροντίσει για τη συνέχεια εδώ.