Η Έλενα Γκιβίση και το Πώς να...

Από το εξώφυλλο του βιβλίου της Έλενας Γκιβίση, Πώς να, και φωτογραφία της ίδιας

Κα Γκιβίση, μιλήστε μας λίγο για τη σύλληψη της ιδέας του βιβλίου σας που φέρει τον τίτλο «Πώς να...».
Έλενα Γκιβίση: Η πρωταρχική σύλληψη του «Πώς να...» ξεκίνησε από δύο ιδέες και σκέψεις. Αφενός, σκεφτόμουν πώς θα μπορούσα να αποδώσω την εμπειρία ενός ατόμου που εξομολογείται με αγωνία στον ψυχαναλυτή του πως υποφέρει καθημερινά από άγχος και ανησυχία –λαμβάνοντας ως απάντηση την πλήρη σιωπή του εν λόγω ψυχαναλυτή και ερχόμενος αντιμέτωπος με την πιθανότητα να μην υπάρχει απάντηση και λύση παρηγοριάς στο άγχος και την αγωνία του– κι αφετέρου, σε κάποια στιγμή άρχισα να παρατηρώ πως στη σύγχρονη εποχή, στα βιβλιοπωλεία και στο ίντερνετ, μπορεί κανείς να βρει κάθε είδους συμβουλές και στρατηγικές: από πώς να μάθεις μια νέα δεξιότητα, πώς να διαχειριστείς τα οικονομικά σου, μέχρι του πώς να βρεις έναν σύντροφο, να γίνεις εκατομμυριούχος, να νιώθεις καθημερινά ευτυχισμένος. Αυτή η αντίθεση και αντίφαση ανάμεσα στην έλλειψη απάντησης και παρηγοριάς απέναντι στο άγχος κάθε υποκειμένου και στην άφθονη ποικιλία συμβουλών και παραινέσεων είναι κάτι που ήθελα να εξερευνήσω.

Τι είναι αυτό που θέλετε να επικοινωνήσετε στον κόσμο μέσα από το βιβλίο σας;
Ε.Γ.: Μάλλον επιθυμώ να μοιραστώ τις ανησυχίες μου για την έλλειψη νοήματος κι ενός απώτερου ορίζοντα ευτυχίας. Στο πλαίσιο τούτο αναρωτιέμαι, κι ως εκ τούτου επιθυμώ να μοιραστώ αυτή την αναρώτηση, τι έχει να προσφέρει επ' αυτής η ψυχανάλυση, η φιλοσοφία, ο φεμινισμός, η λογοτεχνία.
Με ενδιαφέρει επίσης, μέσω της φόρμας και της επιλογής πλοκής –ή μάλλον, ανυπαρξίας συγκεκριμένης πλοκής– να πειραματιστώ με την πολλαπλότητα και την εγγενή περιπλοκότητα της αφηγηματικής οντότητας και φωνής, καθώς και να εξερευνήσω ποια είναι η θέση της θεωρίας και της δοκιμιακής –αν θέλετε– διαπραγμάτευσης θεωριών, ιδεών και συλλογισμών στην σύγχρονη μυθοπλασία.

Στο βιβλίο θίγετε την αμέριστη ή καλύτερα την απεριόριστη ελευθερία. Νιώθει ένας άνθρωπος ελεύθερος ή παρ' όλη την ελευθερία του, θεωρεί τον εαυτό του φυλακισμένο;
Ε.Γ.: Η ερώτηση τούτη δεν επιδέχεται σαφώς μονοσήμαντη απάντηση. Ωστόσο, εν συντομία, δεν συντάσσομαι με το σαρτρικό και υπαρξιακό διακήρυγμα περί του ότι είναι κανείς καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Πιστεύω πως για λόγους βιολογικούς, γλωσσικούς, ιδεολογικούς, κοινωνικό-πολιτικούς, κανένας άνθρωπος δεν είναι ελεύθερος.

Πόσο δύσκολο είναι ο καθένας από εμάς να εντρυφήσει στο δικό του «Πώς να...»;
Ε.Γ.: Εξαρτάται του πώς ορίζεται η δυσκολία ή ευκολία: ποιοι είναι οι παράγοντες που καθορίζουν τα κριτήρια αυτής της αξιολόγησης; Από τη μια, βάσει της αφθονίας των υλικών και πηγών μελέτης, έμπνευσης, καθοδήγησης, παραίνεσης κ.λπ. είναι πολύ εύκολο τη σήμερον ημέρα να αναζητήσει κανείς εκπαίδευση, καθοδήγηση, συμβουλή. Από την άλλη πλευρά, εφόσον δεν μπορεί να ζει κανείς απομονωμένος αλλά μόνο ως μέρος σχέσεων και κοινωνιών, δεν είναι δυνατό να εντρυφήσει σε ένα απολύτως δικό του, ατομικό «πώς να»· όλοι οι κανόνες και οι πρακτικές που τίθενται, διαδίδονται, θεσπίζονται εντός των παραπάνω συστημάτων καθιστούν κάθε «πώς να» μια έξωθεν επιβολή.

Αναζητούν οι άνθρωποι της σημερινής κοινωνίας λύσεις για να εξωτερικεύσουν το δικό τους «πώς να...»;
Ε.Γ.: Αναμφίβολα, ασταμάτητα. Δεν υπάρχει προσφορά χωρίς ζήτηση.

Ποια η δική σας συνέχεια στην παραπάνω φράση, που σας δυσκόλεψε ή σας δυσκολεύει;
Ε.Γ.: Πώς να τα βγάλω πέρα με τον χρόνο. Τούτο, και σε καθημερινό επίπεδο πρακτικής διαχείρισης του χρόνου ώστε να προλάβω να κάνω όλα όσα θέλω και πρέπει να κάνω, διατηρώντας ένα επίπεδο ευχαρίστησης στο πώς καταπιάνομαι με το κάθε τι, αλλά και σε βαθύτερο, υπαρξιακό επίπεδο: ο χρόνος –η ζωή– περνάει.

Ταυτίζεστε με τον ήρωα ή την ηρωίδα του βιβλίου σας;
Ε.Γ.: Ταυτίζομαι με πολλούς ήρωες του βιβλίου μου. Δεν πιστεύω στους κατηγορικούς και απόλυτους διαχωρισμούς μυθοπλασίας και αυτοβιογραφίας. Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον –κατά τη γνώμη μου– πεδίο σύμπνοιας και σύγκρουσης μεταξύ λογοτεχνίας και ψυχανάλυσης: πώς μπορούμε να διαχωρίσουμε τους χαρακτήρες/ήρωες/πρωταγωνιστές της αφήγησης από το γράφον υποκείμενο; Πώς μπορούμε να αξιώσουμε ότι ταυτίζονται;

Ποια να μελλοντικά σας σχέδια;
Ε.Γ.: Μιας και γράφω –σχεδόν καθημερινά– κείμενα ακαδημαϊκής κατεύθυνσης και χρήσης, θα ήθελα να εξερευνήσω περισσότερο τα ρευστά όρια ανάμεσα στην θεωρητική, ακαδημαϊκή, δοκιμιακή και την δημιουργική γραφή. Επιπλέον, σε συνέχεια της παραπάνω απάντησης –σχετικά με ότι απορρίπτω τον σαφή διαχωρισμό μυθοπλασίας - αυτοβιογραφίας– πειραματίζομαι εν προκειμένω με μια φόρμα που θα παρέπεμπε σε αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα ή μυθιστορηματικό memoir στο οποίο ενσωματώνονται θεωρητικές παραθέσεις και αναλύσεις. Στην αγγλική γλώσσα αυτό το είδος γραφής έχει ονομαστεί, και στη συνέχεια μελετηθεί, κυρίως ως autotheory.



Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου