Ο Manuel Puig (1932-1990) ήταν Αργεντινός συγγραφέας, που έκανε τα πρώτα του τεχνικά βήματα στον κινηματογράφο πριν στραφεί στο μυθιστόρημα και στα θεατρικά έργα. Ζούσε στην Αργεντινή αλλά τα αριστερά πολιτικά του φρονήματα και η τάση επικράτησης της Δεξιάς τότε τον οδήγησαν, το 1973, να μετακομίσει στο Μεξικό. Το 1976 έγραψε το μυθιστόρημα «Το φιλί της γυναίκας-αράχνης» και το 1983 το διασκεύασε σε θεατρικό έργο, που όμως πρωτοανέβηκε το 1985. Το έργο διαδραματίζεται σε μια φυλακή του Μπουένος Άιρες, το 1976, και παρακολουθούμε την καθημερινότητα δύο φυλακισμένων: του πολιτικού κρατούμενου και επαναστάτη Βάλεντιν και του ομοφυλόφιλου Μολίνα, που φυλακίστηκε «για αποκλίνουσα ερωτική συμπεριφορά». Πώς συμβιώνουν δύο εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες που έχουν φυλακιστεί για εντελώς διαφορετικούς λόγους ο καθένας;
Η παράσταση που σκηνοθετεί ο Κοραής Δαμάτης έχει κρατήσει όλη την ατμόσφαιρα και το συναίσθημα που αποπνέει το αυθεντικό κείμενο και δημιουργεί μια δυνατή θεατρική εμπειρία, γεμάτη ανατροπές, αισθήματα, ρεαλισμό και τρυφερότητα. Ο Μολίνα είναι λάτρης του κινηματογράφου και αφηγείται στον συγκρατούμενό του τις αγαπημένες του ταινίες με παραστατικότητα και διεξοδικότητα ενώ ο Βάλεντιν, χωρίς να του φέρεται με αγένεια, είναι αρχικά απόμακρος, αν και δεκτικός με την ομοφυλοφιλία του Μολίνα. Μια σειρά από γεγονότα και αναμνήσεις, η ίδια τους η καθημερινότητα και οι συνθήκες κράτησης, σταδιακά θα τους φέρουν πιο κοντά, μόνο που ο ένας από αυτούς έχει ένα σκοτεινό μυστικό.
Ο Παναγιώτης Κατσίκης είναι ο «μάτσο» χαρακτήρας του έργου και η φυσική του εμφάνιση ενισχύει τη συνολική εικόνα, ταυτόχρονα όμως το ταλέντο του τον βοηθάει ν' αναπτύξει τον συναισθηματισμό και την τρυφερότητα που αρχίζει να τρέφει ο χαρακτήρας που υποδύεται για τον Μολίνα, έναν άντρα που έχει ζήσει μια γεμάτη και δύσκολη ζωή αλλά δε χάνει στιγμή την αισιοδοξία του. Ο Βάλεντιν διατυμπανίζει τα αριστερά του ιδεώδη και πιστεύει στην κοινωνική επανάσταση, είναι ταγμένος στην υπηρεσία ενός μεγάλου ιδανικού, του μαρξισμού και μάλιστα, όταν κάποια στιγμή αρρωσταίνει, αρνείται να πάει στο νοσοκομείο γιατί εκεί σε πλακώνουν στα ηρεμιστικά, κάμπτοντάς σου τις αντιστάσεις κι αμέσως σε αρχίζουν στις ανακρίσεις!
Ο Παντελής Καναράκης, με αξιοσημείωτη ερμηνευτική δεινότητα, υποδύεται με μέτρο και εγκράτεια τον ομοφυλόφιλο Μολίνα και ταιριάζει απόλυτα με τον Παναγιώτη Κατσίκη. Δεν κρύβει την ερωτική του ταυτότητα αλλά σέβεται τα όρια που τους χωρίζουν. Ακόμη κι όταν ο Βάλεντιν του λέει για την κοπέλα του, ο Μολίνα γελάει όχι με κακία αλλά με εκείνη την πίκρα που πηγάζει από ακριβώς τα άσχημα γεγονότα που έχει δει και ζήσει ως ταίρι σε μια σχέση. Άλλωστε, όνειρό του είναι αυτό ακριβώς: θέλει να μείνει με έναν άντρα για πάντα, να τον αγαπάει και να τον φροντίζει ως το τέλος!
Μαζί δημιουργούν ένα άψογο ερμηνευτικό δίπολο και αποκαλύπτουν ποικίλες και αντικρουόμενες πλευρές των ταλέντων τους φέρνοντας στο φως δυο χαρακτήρες που έχουν βυθιστεί στο σκοτάδι των φυλακών και έχουν υποκύψει στις συνθήκες κράτησης χωρίς όμως να σταματούν λεπτό να εκδηλώνουν τον φόβο για το αύριο, τον εκνευρισμό της ρουτίνας και, γιατί όχι, τη ζήλια του ενός για όσα έχει ο άλλος. Ακόμη και τη στιγμή της μεγάλης αποκάλυψης, τη στιγμή του πρωτόφαντου δεσίματος που αβίαστα έρχεται ως επιστέγασμα, οι δυο ηθοποιοί δίνουν το μέγιστο του υποκριτικού τους ταλέντου χωρίς όμως υπερβολές, είναι εκφραστικοί και πειστικοί όσο χρειάζεται. «Είναι κακό να είναι ένας άντρας ευαίσθητος;», αναρωτιέται κάποια στιγμή ο Βάλεντιν κι αυτό πηγάζει από τον τρόπο που κατάφερε να τον προσεγγίσει ο Μολίνα. Οι σκηνές που είδα με συγκίνησαν και μου έδειξαν το μέγεθος της ανθρωπιάς που απαιτείται για τέτοιες συμβιώσεις.
Το σκηνικό του Παύλου Ιωάννου είναι χαρακτηριστικό κελί της εποχής, γεμάτο αντικείμενα που όλα χρησιμοποιούνται κι έχουν τον ρόλο τους και τη θέση τους. Ο ίδιος έφτιαξε και τα κοστούμια, με έμφαση φυσικά στον Παντελή Καναράκη, μιας και ο Μολίνα, που υποδύεται, είναι λαμπερός, κομψός, εστέτ, «καλοπερασάκιας», με ποικιλία ενδυμάτων όσο ο στιβαρός, σοβαρός, γήινος Βάλεντιν περιορίζεται σε πιτζάμες και εσώρουχα. Αυτό δείχνει πως η διαφορετικότητα και οι αντιθέσεις μεταξύ των δύο χαρακτήρων προέρχονται όχι μόνο από τις σωστές ερμηνείες αλλά και από τις προσεγμένες ενδυματολογικές επιλογές.
Οι φωτισμοί του Κοραή Δαμάτη, σε συνδυασμό με την άρτια σκηνοθεσία του, βοηθάνε πολύ στη δημιουργία ατμόσφαιρας, δείχνουν με σαφήνεια τις εναλλαγές μεταξύ των σκηνών, ρίχνουν φως στους χαρακτήρες και στις ποικίλες εμπειρίες που βιώνουν (από τον πόνο μιας ασθένειας ως την ανάγκη για αγάπη) κι όλα αυτά τα θετικά γνωρίσματα συγκροτούν μια άρτια παράσταση γεμάτη συναισθήματα και σωστές ερμηνείες.
«Το φιλί της γυναίκας-αράχνης» είναι αυτό που δίνει η θηλυκιά στο αρσενικό πριν το κατακρεουργήσει μετά την ερωτική πράξη. Ποιος είναι λοιπόν η αράχνη σε αυτήν την παράσταση και τι προσδοκά από το ταίρι του; Θα δώσει το θανάσιμο φιλί ή θα υποχωρήσει; «—Γιατί νιώθεις μειονεκτικά γι' αυτό που αισθάνεσαι; Πρέπει να είσαι ίσος με τον άλλον. —Μα όπου υπάρχει η ισότητα, χάνεται η μαγεία!», ακούγεται κάποια στιγμή, δεν έχει σημασία όμως ποιος από τους δύο ξεκινάει με την πρώτη πρόταση, γιατί η συναρπαστική και ανατρεπτική, γεμάτη συναισθήματα παράσταση είναι ένα διαρκές παιχνίδι φύλων, θέσεων, ρόλων και ταυτοτήτων που με μάγεψε από την αρχή ως το τέλος.