Ο Άρης Βελουχιώτης (ψευδώνυμο του Θανάση Κλάρα, 1905-1945) ήταν ηγέτης του ΕΛΑΣ κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Τη δεκαετία του 1920 μυήθηκε στην κομμουνιστική ιδεολογία, αναπτύσσοντας έντονη δράση και συμμετέχοντας στον Ριζοσπάστη ως αρχισυντάκτης. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά φυλακίστηκε και τελικά υπέγραψε δήλωση μετάνοιας. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ανέπτυξε έντονη αντιστασιακή δράση και μετά τα Δεκεμβριανά υπέγραψε τη Συνθήκη της Βάρκιζας, μόνο που σχεδόν αμέσως συγκρότησε ένοπλη ομάδα από δικούς του ανθρώπους κι άρχισαν να τον καταδιώκουν. Η ζωή αυτού του πολεμιστή είναι γεμάτη από ιστορικά γεγονότα κι ο μονόλογος της Σοφίας Αδαμίδου τα καταγράφει όλα ενώ ο Τάσος Σωτηράκης, που τον ενσαρκώνει, τα ζωντανεύει μ' έναν τρόπο που μένει αξέχαστος.
Η παράσταση είναι το άρτιο αποτέλεσμα ενός ηθοποιού, που άρχισε καιρό πριν να μελετάει σε βάθος τη ζωή του οπλαρχηγού, και μιας συγγραφέως που κατάφερε να δώσει «χάρτινη» σάρκα και οστά στο όραμά του γιατί κι εκείνη γαλουχήθηκε από τα μικράτα της με το όραμα του οπλαρχηγού και με τον θρύλο που τον συνοδεύει. Ο Άρης Βελουχιώτης ξανάρχεται κοντά μας χάρη στην υποκριτική δεινότητα του Τάσου Σωτηράκη και παρακολουθούμε τον άντρα, τον γιο, τον προδομένο σύντροφο, τον ήρωα, τον φίλο, τον αντάρτη μέσα από μια σειρά διαδοχικών ψυχοσυναισθηματικών σκαμπανεβασμάτων, που δε με άφησαν ούτε στιγμή σε ησυχία. Όλα τα γεγονότα της ζωής του Βελουχιώτη ζωντανεύουν με διαρκή πρωθύστερα, πότε είμαστε λίγα λεπτά πριν την αυτοκτονία του, πότε τον παρακολουθούμε που μυείται στο κόμμα, πότε γυρνάμε στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, πότε τον βλέπουμε να υπογράφει τη δήλωση μετάνοιας, πότε κλαίμε μαζί του για τη μάνα που δεν έχει ξαναδεί, πότε εδώ, πότε κει, με το δάκρυ να εναλλάσσεται με τον φόβο, με την έκπληξη να τη διαδέχεται η γαλήνη, με τον πόνο και την οργή να είναι διάχυτα πάνω στη σκηνή.
Για τον Τάσο Σωτηράκη, που υποδύεται τον Άρη Βελουχιώτη και σκηνοθετεί το έργο, δεν ξέρω τι να πρωτογράψω κι αν έχει και νόημα να το κάνω. Ερμηνεύει, υποδύεται, διαλύεται και ξανασυγκροτείται, φωνάζει και κλαίει, απαγγέλλει και τραγουδάει, αγκαλιάζει και κλωτσάει, πετάει και σπάει, βάζει φωτιά και πυροβολεί, όλα μ' έναν ρυθμό που άφησε εμένα χωρίς ανάσα, πόσο μάλλον εκείνον που τα κάνει όλα αυτά. Βιώνει, ζει, γίνεται κομμάτι της ζωής και του χαρακτήρα του αυτός ο μονόλογος, αποστηθίζει διατάγματα, άρθρα, αποφάσεις κι αμέσως επιστρέφει σε φυσιολογικούς ρυθμούς εκφοράς για να γεμίσει την πλατεία με πηγαίο συναίσθημα, γονατίζει και ξανασηκώνεται, τον πνίγει το δίκιο, ηθοποιός και ρόλος γίνονται ένα. Απευθύνεται νοερά πότε στη μάνα του, πότε σε συντρόφους του, πότε σε αντιπάλους του, πότε στον συνταγματάρχη Έντι Μάγιερς –«Πολύ χαμογελαστό τον είδα όταν υπογράφαμε»–, μιλάει στο λουλούδι του, τον Ατρόμητο, ακόμη και με το κομμένο κεφάλι του υπασπιστή του Τζαβέλα (ψευδώνυμο του Γιάννη Αγγελέτου) με μια αξέχαστη ανατροπή που τον φέρνει στο προσκήνιο, πότε παραμιλάει. Ό,τι και να γράψω, ό,τι και να σημειώσω είναι λίγο μπροστά στη συγκλονιστική ερμηνεία που δικαίως τη ζητά ο κόσμος ξανά και ξανά κι εγώ προσωπικά θέλω πολύ να την ξαναδώ, για να απολαύσω, να θυμηθώ, να νιώσω, να κλάψω, να σοκαριστώ ακριβώς όπως την πρώτη φορά.
Το έργο ξεκινάει με την παραδοχή του Άρη Βελουχιώτη: «Εσείς με κρατάτε εδώ, με τα θετικά και τ' αρνητικά σας λόγια. Γιατί σήμερα ήρθα εδώ; Μα εδώ είμαι πάντα. Γυρνάμε πίσω για να διδαχτούμε από τα λάθη και τις αποτυχίες μας. Είναι η ανάγκη να ερμηνεύσουμε και να ερμηνευτούμε.». Αυτά τα λόγια έρχονται να προστεθούν στα πλάνα από την ταινία που προβαλλόταν στο φόντο όπου ο Άρης Βελουχιώτης περπατάει στη σημερινή Αθήνα, με τους άστεγους, τους μετανάστες, τους φτωχούς, όλοι τους άνθρωποι χωρίς φωνή που σίγουρα θα πάλευε ο Άρης γι' αυτούς αν ζούσε στη σημερινή εποχή. Παρ' όλο που μυήθηκε στο κόμμα του ασκεί σκληρή κριτική: «Τον κομμουνισμό θα τον επιβάλλει ο λαός και όχι το κόμμα.». Πιστεύει στη δύναμη και στις ικανότητες του λαού, αφού: «Το μόνο που διευθετούμε είναι τα πεζούλια και τις καλύβες μας, οπότε ποιος θα φροντίσει το κράτος καλύτερα;». Τη σκληρή στρατιωτική θητεία, τη φυλάκιση, το βουνό, την προδοσία, τον ρόλο των Βρετανών και του Γεωργίου Παπανδρέου, τα Δεκεμβριανά, τις αρχές του Εμφυλίου, όλα τα στηλιτεύει ο οπλαρχηγός, όλα τα ξανασκέφτεται, ψάχνει το δίκιο και το σωστό, παρασύρεται από το συναίσθημα και συνέρχεται σχεδόν αμέσως, γνωστά και άγνωστα κομμάτια της ιστορίας του είναι εδώ, σε μια παράσταση που θα τη φέρνω στον νου μου για καιρό.
Η παιδική φωνή του Πέτρου Φλωράκη, που ανοίγει και κλείνει την παράσταση, είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα για την αθωότητα και την ειλικρίνεια των πρώτων μας χρόνων στη ζωή, για την «υποκειμενική» ματιά ενός παιδιού που ακούει για τον ήρωα και γεμίζει δέος από τα όσα τον συνοδεύουν.
Η στεντόρεια φωνή του Θοδωρή Τσουανάτου δίνει το απαραίτητο βάρος σε συγκεκριμένες σκηνές του έργου. Για τη μουσική τι να πρωτογράψω; Για τον ξεσηκωτικό ρυθμό των Villagers of Ioannina City που παντρεύουν το ροκ και την ηλεκτρική κιθάρα με το ηπειρώτικο κλαρίνο και χαρίζουν στον ηθοποιό μια επιπλέον συγκλονιστική ερμηνεία με το τραγούδι «Ζβάρα»; Για το συγκινητικό τραγούδι του τέλους «Άρη μου», όπου είναι μελοποιημένοι από την Ερωφίλη οι στίχοι που έγραψε η μάνα του Άρη όταν έμαθε για τον θάνατο του παιδιού της, υπάρχουν λόγια;
Η κινησιολογία της Αγγέλας Πατσέλη δίνει άπλετο χώρο στον Τάσο Σωτηράκη να αλωνίσει τη σκηνή, να δείξει το επιβλητικό του παράστημα, να προκαλέσει δέος και μόνο με την εμφάνιση, πόσο μάλλον με την ερμηνεία!
Οι φωτισμοί του Λάμπρου Παπούλια είναι άριστοι, συμπορεύονται με τα ψυχικά σκαμπανεβάσματα του ηθοποιού, φωτίζουν αυτό που πρέπει τη στιγμή που πρέπει με έναν τρόπο που δίνει ζωή σε κάθε άψυχο αντικείμενο (να ξαναπώ για τη σκηνή όπου πρωτοαντικρίζουμε το κομμένο κεφάλι του Τζαβέλλα; Θα το ξαναπώ). Κάθε αντικείμενο έχει τον ρόλο του και τον συμβολισμό του στην παράσταση, με την τρίφυλλη ντουλάπα να είναι κάθε φορά και μια μεγάλη έκπληξη για το τι θα βρούμε μέσα, τι θα βγει, τι θα συμβολίζει! Εφημερίδες, χαρτιά, επιστολές, τσιγάρα, ασύρματος, σακιά αναχώματος, ραδιόφωνο, τηλεόραση, μπουκάλια με αλκοόλ, τσιγάρα, όλα φύρδην μίγδην όπως και η ψυχή του Άρη Βελουχιώτη που ζορίζεται να τα βάλει σε μια σειρά, να βγάλει μιαν άκρη, να βρει την αλήθεια!
Ο «Άρης» είναι μια πλήρης θεατρική εμπειρία που πρέπει να τη βιώσουν όλοι!
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Συντελεστές:
Συγγραφέας: Σοφία Αδαμίδου
Ερμηνεία - Σκηνοθετική επιμέλεια: Τάσος Σωτηράκης
Ο ηθοποιός Θοδωρής Τσουανάτος και ο μικρός Πέτρος Φλωράκης «έδωσαν» τις φωνές τους.
Μουσική: Villagers of Ioannina City (VIC). Το τραγούδι «Άρη μου», σε στίχους Αγλαΐας Κλάρα, μελοποίησε και ερμηνεύει η Ερωφίλη. Το μουσικό κομμάτι της έναρξης και του τέλους είναι του Βασίλη Καραγιάννη.
Κινησιολογία: Αγγέλα Πατσέλη
Φωτισμοί: Λάμπρος Παπούλιας
Επιμέλεια video: Ηλίας Φλωράκης
Ειδικά εφέ: Προκόπης Βλασερός
Φωτογραφίες: Εβίτα Σκουρλέτη
Επικοινωνία: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου | Art Ensemble