Ο Γιάννης Μπερούκας, στην ποιητική του συλλογή Ακροβάτες της επόμενης μέρας, η οποία κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βακχικόν, δομεί μια σειρά κειμένων ψάχνοντας σε αυτά που πέρασαν και σε όσα υπάρχουν. Σκάβει σε ό,τι ανήκει στο παρελθόν και αναδεικνύει εκείνα που συμβαίνουν ή υπάρχουν τώρα.
Μνήμες (από) έρωτα, για θάνατο, τέλος εποχής, ψίθυρο, βράδυ, θάλασσα, παραμύθι, πόλη... κάποιες από τις σημαίνουσες λέξεις-έννοιες της συλλογής. Το πέρασμα του χρόνου (φαίνεται ότι) πρωταγωνιστεί, τον απασχολεί και το σημειώνει διακριτικά στα περιθώρια ή κι εξόφθαλμα. Πάντως, όταν ο στίχος του αφορά τους νεκρούς, μια πόλη ή το κοιμητήριο τότε ξεκάθαρα το βάρος πέφτει στον θάνατο –μα σημειώστε πόσο μοιάζει ο θάνατος με τον έρωτα και πώς ο έρωτας γίνεται θάνατος ενώ κάθε άνθρωπος σημαδεύεται από μια απώλεια αγαπημένου προσώπου, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά.
Βυθίζομαι εκεί που το βλέμμα δεν φτάνει,μέσα σε μια υπόσχεσητη φάρσα της ζωής φυγαδεύωκαι γυρίζω σελίδα
Διακρίνεται ο διαπεραστικός του λόγος, κυρίως στα πρωτοπρόσωπα κείμενα και μια συγκεκριμένη ημέρα, η Κυριακή. Και πιο συγκεκριμένα, τα κυριακάτικα βράδια, καθώς οι νύχτες τον ενδιαφέρουν περισσότερο από τις μέρες. Τον αφορούν και τον επηρεάζουν –τουλάχιστον συγγραφικά– που τον φαντάζομαι να δημιουργεί μόνος στο σκοτάδι, αξημέρωτα, σε μια αναμέτρηση με τον εαυτό του και ό,τι άλλο υπάρχει εκεί.
τη χαρά του κόσμου μαζεύωκαι κρύβομαι μέσασε μια μικρή πράξη αγάπης
Η χαρά... αυτή βρίσκεται στο παρελθόν κι αντίστοιχα, μια θλίψη προβάλει στο μέλλον... και μια βαθιά απώλεια. (εκείνης;)
Η νύχτα σκελετωμένη χωρίς απόκρισηκρύβει μέσα της τις αδυναμίες μουκαι διφορούμενους χρησμούς ερμηνεύει.
Οι εντάσεις εδώ είναι εσωτερικές. Δεν θα φωνάξει, δεν θα ακουστεί ως φωνή όμως ουρλιάζει το μέσα του. Πρόκειται για πανέμορφο αφηγητή που χαίρεσαι να ανακαλύπτεις σελίδα τη σελίδα. Απολαμβάνω την ανάγνωση και βγαίνω γοητευμένη από την εμπειρία.
Υπάρχουν κι εκείνα τα παραμύθιαπου μέσα μας τα κουβαλάμεκαι με κραυγές τις νύχτες τα ψιθυρίζουμε.
Κάπου κάπου, εμπνέεται από μεγάλες προσωπικότητες της αρχαιότητας. Μέγας Αλέξανδρος, Ηράκλειτος, Ιουλιανός... Ειδικότερα, για τον Μέγα Αλέξανδρο πετυχαίνει μια ιδιαίτερη, πάρα πολύ όμορφη σκιαγράφησή του (πολιτισμική γέφυρα / στις αντιθέσεις της διαφορετικότητας). Κι όταν, αρκετές σελίδες παρακάτω, Στις εσχατιές του μύθου, θα μιλήσει για μια γοργόνα είναι αδύνατον να μην κάνω τη νοερή σύνδεση με την αδερφή του πρώτου και τον μύθο.
απόκρυφος ζόφος ο ορίζονταςτις λιγοστές του ελπίδεςστο ύστερο φως μετακομίζει.κι οι λέξεις στη σωστή σιωπή
Αν η φιλαναγνωσία υπάρχει για να προσφέρει (και) το ταξίδεμα τότε αυτή η συλλογή έχει ένα επιπλέον προτέρημα να προσμετρήσει. Θα πει κανείς –λογικά– πως ένας δημιουργός με πείρα γραφής, με τόση εμπειρία, είναι σε θέση να προσφέρει το παραπάνω, όμως έχουμε δει και πολλές περιπτώσεις ποιητών που επιμένουν αλλά δεν καταφέρνουν να αγγίξουν αυτές τις ιδιαίτερες χορδές. Και προφανώς –δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις αυτό– η ποίηση λειτουργεί διαφορετικά σε σχέση με την πεζογραφία: πιο εύστοχα όμως πιο δύσκολα.
η ζωή που σου χρωστάει μια χάρηκαι σ' την ξεπληρώνει με όνειρα.πεθαίνω πριν να κλείσει η αυλαίαστου χρόνου τις λευκές υποταγέςένας παθιασμένος έρωτας τελειώνει με αίμα,η μπάντα στο σκοτάδιμια έμμετρη προσευχή παίζει μονάχη,κι ο κόσμος δεν τελειώνει ποτέ.
Το τετράστιχο, που προηγείται, ανήκει Στην ευδαιμονία της αυταπάτης, το πιο εκτεταμένο ποιητικό του βιβλίου και από τα μεγαλύτερα έργα που συναντάμε στη σύγχρονη ποίηση. Ένας πολυσέλιδος χείμαρρος που απαντά –τρόπον τινά– στο ερώτημα που τίθεται στο Με το ροζ του ερωδιού, δηλαδή στο Πότε τελειώνει αυτός ο κόσμος; Αυτό το τελευταίο έργο περικλείει με έναν τρόπο ένα απόσταγμα: ξεκαθαρίζει τι είναι η θλίψη (χαρακτηριστικό της ποιητικής δημιουργίας καθώς από αυτήν προκύπτει ως έναν μεγάλο βαθμό), δείχνει το έναυσμα (μια πληγή, μια πλάνη, ένας έρωτας, μια απογοήτευση...) και θέτει πολλά (αν όχι όλα) από τα ερωτήματα που συμπεριέχονται ενώ, παράλληλα, αισθάνεσαι πως ό,τι αναφέρει εδώ συσχετίζεται περισσότερο μαζί του.
Τελικά, έχουμε μια τόσο καλή συλλογή που αποκλείεται να μην κερδίσει και τον πιο δύσκολο αναγνώστη. Ένα τόσο χρωματιστό βιβλίο αλλά και πόσο μαύρο, μαζί!
Ο Γιάννης Μπερούκας γεννήθηκε στο Αίγιο τον Νοέμβριο του 1952 και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Οικονομικά στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε στον ιδιωτικό τομέα. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά. Είναι παντρεμένος και πατέρας δυο παιδιών. Οι Ακροβάτες της επόμενης μέρας είναι η έκτη ποιητική συλλογή του.