Πορεία προς Εμμαούς

Πορεία προς Εμμαούς, Αθανάσιου Νικολόπουλου

Όταν το 2021 διάβασα την ποιητική συλλογή του Αθανάσιου Νικολόπουλου, Καρφωμένοι ήλιοι, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ελκυστής, είχα αναφερθεί με πολύ ζεστά λόγια καθώς με είχε κερδίσει –δικαίως– με τους συνδυασμούς των λέξεων, τους συνειρμούς που μου προκαλούσε, τον δουλεμένο του στίχο, το προσωπικό του ύφος, τις ποικίλες του «υφές» κ.α.

Στην παρούσα συλλογή, Πορεία προς Εμμαούς, από τις ίδιες εκδόσεις, ο δημιουργός εξακολουθεί να γοητεύει τον φιλαναγνώστη με το πλούσιο λεξιλόγιό του, τις λεπτές του αποχρώσεις, τις διαφοροποιήσεις στις χροιές του, την εκφραστικότητά του κ.ο.κ. αλλά τώρα, έρχεται να μας συμπαρασύρει στον στίχο του και με τη θεματολογία του, που δεν είναι άλλη από το κυρίαρχο συναίσθημα στον άνθρωπο, δηλαδή η αγάπη. Ένας λόγος παραπάνω που τον απασχολεί η αναζήτησή της, η αναγνώρισή της αλλά και η πιθανότητα της μη αναγνώρισής της, που είναι ακόμα πιο επώδυνη τη στιγμή της συνειδητοποίησης.
έκθετη η ψυχή [...]
υπόδουλη σ' ατροφικές αναμονές
και χρόνια πάθη.

Ίσως ξεκίνησε τελικά, / η ελεγχόμενη εκτέλεση των ποιητών.
Η συλλογή ξεκινά με ένα έργο σαν πρόλογος. Η απάντηση μιλά περί συγγραφής για να συνεχίσει με το Τυπωθήτο για τη σχέση του με το βιβλίο ή, ακόμα, και για τη σχέση του βιβλίου με τη/στη ζωή του. Έχουν τη δική τους βαρύτητα αυτά τα δύο εισαγωγικά κείμενα καθώς μας «βάζουν» στον τρόπο σκέψης του, στο πώς αντιλαμβάνεται τη συγκεκριμένη δημιουργία, στο πώς «στέκεται» απέναντι στην ποιητική... που –κι εδώ είναι το βασικότερο– προφανώς δεν την απομονώνει από την υπόλοιπη ζωή του και που προφανώς αποτελεί μια πηγαία προέκταση του εαυτού του στο χαρτί.
στην προσωπική μου κόλαση πιστός
Στα ποιητικά που ακολουθούν διακρίνουμε μια θεματική που αφορά την αγάπη συνδυαστικά με άξονες όπως: ψυχή, μνήμη, ψίθυρος, ελπίδα ή ποιητής (πάντα το ποιείν εισχωρεί) με διεργασίες όπως: αναζήτηση, απελευθέρωση, ξεκαθάρισμα, επαλήθευση... αλλά και όνειρο!
Αν με ρωτάτε να σας πω τι συμβαίνει σε τούτο το βιβλίο με δυο λόγια, θα σας απαντήσω ότι έχουμε έναν ποιητή που ενεργοποιείται από τη δημιουργικότητα, από τη δημιουργική ως διεργασία, και μάλιστα μέσω της τελευταίας –ίσως– αναζητά τον σκοπό του. Κι αν αυτό, τρόπον τινά, ισχύει για κάθε δημιουργό, εδώ –ας πούμε– έχει μια απόχρωση αυθεντικότητας και αυθορμητισμού. Δηλαδή μια αληθινή κι αφιλτράριστη εμπειρία που μοιάζει να βγήκε κατευθείαν από τα βάθη του νου  και της ψυχής του.

Τα εξήντα αυτά έργα χαρακτηρίζονται και από τον κοινωνικό σχολιασμό, τις μεταφορικές τους προεκτάσεις, τις αρχαιολογικές αναφορές και, στο τέλος τέλος, τη ζωή που την τοποθετεί σε πρώτο πλάνο. Που τη χρίζει πρωταγωνίστρια και πάνω της «στήνει» τις λέξεις.
ποιος είναι ο κανόνας / και ποία η εξαίρεση...
Ο ώριμος, μεστός λόγος δεν περιέχει απλώς τις σκέψεις του κυρίου Νικολόπουλου –αυτό είναι το επιφανειακό του πράγματος. Κάνει αναδρομές κι απολογισμούς και μέσω αυτών προκύπτουν συνειδητοποιήσεις. Αφουγκράζεται τον βίο, την πιο προσωπική του ζωή, και ίσως επιχειρεί μια χαρτογράφηση. Μα πάνω από όλα οι «δρόμοι» του έχουν κοινό τόπο, θεμέλιο, αρχή και τέλος την αγάπη, που εκείνος γράφει με κεφαλαίο όπως θα έγραφε μια θεά.

ΥΓ.: Προς Εμμαούς πήγαιναν δύο μαθητές του Χριστού, μετά την ταφή του, όταν τον συνάντησαν χωρίς ωστόσο να τον αναγνωρίσουν. Εκείνος, έπρεπε να τους μιλήσει, να τους εξηγήσει εδάφια των Γραφών, να ευλογήσει το ψωμί όταν κάθισαν να φάνε αλλά και να τους προτρέψει να τον αγγίξουν, για να πεισθούν ότι ζει/υπάρχει κι έχει σάρκα και οστά. Αυτό νομίζω ότι λέει στο προκείμενο ο Αθανάσιος Νικολόπουλος σε σχέση με την αγάπη, την οποία γράφει Αγάπη, προσωποποιημένη, ώστε να πειστούμε/πειστεί πως υπάρχει.