Το θέατρο είναι ο καθρέφτης του κόσμου, και τα ελαττώματα που έχουμε όλοι στην καθημερινή μας ζωή τα βρίσκουμε και στο θέατρο. Στη ζωή μας μας κάνουν δυστυχισμένους όταν τα βλέπουμε όμως στο θέατρο μας δίνουν χαρά, όχι τόσο επειδή γελάμε με τα παθήματα ενός άλλου αλλά επειδή γελάμε με τα παθήματα κάποιου άλλου που μας θυμίζει εμάς! Ίσως να είναι λίγο πιο μεγεθυμένα αλλά σίγουρα δεν απέχουν πολύ από την δική μας πραγματικότητα.
«Ο κατά φαντασίαν ασθενής»
Γενικά ο Μολιέρος καταπιάστηκε πολύ με τα ελαττώματα των ηρώων του. Κατά φαντασίαν ασθενής, Φιλάργυρος, Ταρτούφος κ.α. Αυτά τα αυτονόητα στοιχεία, που κάνουν πιο κουραστική μια ζωή, έγιναν θέατρο και μεγάλο θέατρο, έγιναν κωμωδία που είναι εφάμιλλη με την τραγωδία, γιατί στο βάθος της κρύβει κάτι το δραματικό παρά τα κωμικά ευτράπελα που συμβαίνουν επί σκηνής. Όταν κάποιος νομίζει ότι δεν είναι καλά, ενώ είναι υγιέστατος, τι έχει; Μία ιδέα, έναν λάθος τρόπο σκέψης που επηρεάζει τη ζωή του και την κάνει πολλές φορές ανυπόφορη. Και το χειρότερο; Κάνει και τις ζωές των δικών του ανθρώπων ανυπόφορες. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και στον ήρωα του Μολιέρου στην κωμωδία του «Κατά φαντασίαν ασθενής». Νομίζει, δεν είναι σίγουρος, αλλά νιώθει σίγουρα ότι δεν είναι καθόλου καλά, αυθυποβάλλεται και νιώθει άρρωστος ενώ χαίρει άκρας υγείας, ξεκινάει από τον εγωισμό, ξεκινάει επειδή νομίζει ότι αγαπάει τον εαυτό του ενώ στην ουσία τον μισεί, λυπάται για την κατάστασή του ενώ έπρεπε να χαίρεται με αυτήν. Δεν είναι ευτυχισμένος επειδή πιστεύει ότι δεν είναι καλά, και αν κάποιος βρεθεί να του πει ότι είναι καλά θα στεναχωρεθεί και θα θυμώσει μαζί του. Έχει συνηθίσει σε αυτό το ψέμα, που περνάει για αλήθεια, και δεν θέλει να ακούει ότι είναι καλά. Τον στεναχωρεί το γεγονός ότι μπορεί να μην είναι άρρωστος γιατί συνήθισε και υιοθέτησε αυτό τον τρόπο ζωής, άλλο που δεν τον ευχαριστεί, νομίζει ότι είναι είναι χάλια, νομίζει ότι θα πεθάνει. Και το χειρότερο από όλα, νομίζει ότι αγαπάει τον εαυτό του. Κάνει όλη την οικογένειά του να ζει μέσα στη δυστυχία. Η γυναίκα του χαίρεται για αυτό, τον ενθαρρύνει να πιστέψει ότι είναι άρρωστος, και τότε εκείνος νιώθει ευτυχισμένος γιατί εκείνη τον κατανοεί και έτσι νιώθει πιο άρρωστος, και πείθεται ακόμα πιο πολύ για την «αγάπη» της συζύγου του. Όσο πιο άρρωστο τον πεις τόσο πιο πολύ θα χαρεί την «γνώριμη δυστυχία του». Θέλει την επιβεβαίωση και όταν αυτή έρχεται αρχίζει να δικαιώνεται η σκέψη του. Στο τέλος βέβαια καταλαβαίνει ότι είναι καλά και ότι δεν έχει απολύτως τίποτα, και είναι μάλιστα τόσο καλά που αποφασίζει να γίνει γιατρός! Είναι γνωστά τα αρνητικά συναισθήματα και τα βέλη του Μολιέρου, που έριχνε μέσα από τα έργα του στους γιατρούς επειδή δεν μπόρεσαν να κάνουν όσα έπρεπε ή όσα αυτός περίμενε από την επιστήμη της εποχής του, λόγω κάποιων προβλημάτων που είχε. Ίσως για αυτό. Το «άχτι» να ήταν επί προσωπικών λογαριασμών εναντίον των γιατρών.
«Ο φιλάργυρος»
Στον Φιλάργυρο βλέπουμε το ίδιο, να νιώθει δυστυχισμένος και ο άλλος ήρωας του Μολιέρου. Φοβάται, όχι για κάποια αρρώστια αυτός μα για την υλική του περιουσία. Δεν τον ενδιαφέρει και δεν τον νοιάζει τίποτα άλλο παρά μόνο τα λεφτά και αυτό όχι επειδή τα έχει ανάγκη για να ζήσει αλλά επειδή τα χρειάζεται για να ηρεμήσει. Δεν λογαριάζει τα αισθήματα των παιδιών του γιατί αυτά δεν συμπίπτουν με τα δικά του αισθήματα, που ότι τρυφερό νιώθει και αισθάνεται είναι μόνο για την αύξηση και την συσσώρευση των χρημάτων του. Δεν θα χαρεί εάν τα χρήματα γίνουν λόγου χάρη εκατό, ούτε διακόσια, συνήθισε και αυτός και υιοθέτησε τη μανία του να μαζεύει, χωρίς να έχει ανάγκη σε επίπεδο επιβίωσης· μαζεύει και φυλάει τα χρήματά του σαν μια κακιά συνήθεια που τον βάζει σε μια «δυστυχισμένη χαρά», γιατί και ο ίδιος δεν είναι ευχαριστημένος με τον εαυτό του. Πώς θα μπορούσε άλλωστε; Με τόσο πολλή υπερβολή, ευτυχία δεν μπορεί να βρει, όταν το μόνο που σκέφτεται και τον νοιάζει είναι η συσσώρευση των χρημάτων. Δεν βλέπει καλό με όλο αυτό αλλά του αρέσει αυτή η συνήθεια που τροφοδοτεί τις μέρες του.
«Ο Ταρτούφος»
Ο Ταρτούφος είναι αυτός ο άνθρωπος που έχει γίνει τραγικά επίκαιρος στις μέρες μας και τον συναντάμε σε πολλά πρόσωπα. Είναι και διπρόσωπος μαζί, άλλα λέει μπροστά μας και άλλα πίσω μας, αφήνει να πιστέψουμε ότι έχει το «χρώμα» της αρετής και της αλληλεγγύης όμως έχει τα «χρώματα» της ψευτιάς και της απάτης. Όταν αποκαλυφθεί αυτό είναι μεγάλο το χαστούκι γιατί τώρα βλέπουμε το αληθινό πρόσωπο κάποιου Ταρτούφου που εμείς τον πιστεύαμε για καλό και τίμιο. Αλλά βοηθάει και η σκέψη μας και πιστεύουμε, όπως και οι ήρωες εδώ του Μολιέρου, αυτό που θέλουμε να πιστέψουμε και αρνούμαστε να κοιτάξουμε την αλήθεια κατάματα. Η αποκάλυψη, όταν έρχεται, φέρνει μια αναστάτωση όπως είναι φυσικό και αναμενόμενο αλλά μετά έρχεται η λύτρωση γιατί ξεκινάει κάτι από το μηδέν και βλέπεις τα λάθη που πίστεψες για σωστά, και βλέπεις τα σωστά που πέρασες για λάθη.
Είναι ωραίες οι κωμωδίες του Μολιέρου γιατί μας θυμίζουν οικεία πρόσωπα και κάποιες φορές τον ίδιο μας τον εαυτό, γελάμε στα σημεία που η δυστυχία φαίνεται ο μόνος δρόμος για τους ήρωές του και μάλιστα χωρίς επιστροφή, και συγκινούμαστε για τα λάθη που έγιναν και τώρα αλλάζουν ρότα με ευτυχία και χαμόγελο οι αθάνατοι αυτοί Μολιερικοί ήρωες. Άξιο προσοχής είναι και το γεγονός ότι στα έργα αυτά ο συγγραφέας επικεντρώνεται στον πρωταγωνιστή, δεν είναι δηλαδή ένα σύνολο ανθρώπων που έχουν κάποια συναισθήματα τελείως ψεύτικα και απατηλά, αλλά είναι ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, ένας ολοζώντανος θεατρικός χαρακτήρας που πιστεύει αυτό που πιστεύει και αυτοί που τον αγαπάνε λυπούνται και αυτοί που δεν θέλουν την ευτυχία του χαίρονται. Η καθημερινότητα και οι μικρές στιγμές της σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με το story της υπόθεσης κάνουν εδώ και τόσους αιώνες τους χαρακτήρες αυτούς σπουδαίους για το παγκόσμιο θέατρο χωρίς να τους απασχολεί κάτι σοβαρό, αλλά η τέχνη του συγγραφέα τους χάρισε την θεατρική αιωνιότητα.
«Ο έμπορος της Βενετίας»
Άλλη μια περίπτωση ακραίων συναισθημάτων και συμπεριφορών βλέπει κανείς και στον ήρωα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, στον Σάιλοκ, από τον «Έμπορο της Βενετίας».
Έχει σημασία βεβαίως να διαχωριστεί η δραματική πτυχή του χαρακτήρα από την κωμική. Ο Σάιλοκ είναι Εβραίος, αισθάνεται ότι τον υποτιμούν, αυτό δεν μπορεί να το ανεχτεί, είναι περήφανος για το πιστεύω του και αγαπάει τη φυλή του. Εδώ είναι η ανθρώπινη η πλευρά του ανθρώπου που δεν θέλει να τον βλέπουν διαφορετικό, γιατί με αυτή τη λογική και οι άλλοι είναι διαφορετικοί για αυτόν. Υπάρχει όμως και η παροιμιώδης τσιγκουνιά του, αυτή που τον κάνει κωμικό (στον βαθμό που θα τονιστεί αυτό). Η σκηνή στο δικαστήριο με τη ζυγαριά για να πάρει ένα κομμάτι κρέας από το σώμα του Αντώνιο (του εμπόρου της Βενετίας), επειδή δεν του επέστρεψε στην προκαθορισμένη ημερομηνία τα δανεικά, είναι μέσα σε ένα λυπημένο χαμόγελο και αυτό γιατί πάλλεται το κωμικό με το δραματικό και ανάλογα από την σκηνοθετική προσέγγιση ποιο θα νικήσει. Ίσως ο πιο κωμικός, κατά έναν τρόπο βέβαια, ήρωας του Σαίξπηρ. Κάποιοι θεατρικοί χαρακτήρες στην υπερβολή που τους έντυσε ο συγγραφέας τους, σε αυτήν χρωστάνε τη θεατρική τους παραδοχή και αιωνιότητα.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου