Έχετε διαβάσει ποιητικές συλλογές που σας αφήνουν ανεπηρέαστους; Που δεν σας «μιλούν» ή που αισθάνεστε ότι επαναλαμβάνουν μια-από-τα-ίδια; Ε, αυτή η συλλογή είναι το εντελώς αντίθετο: δημιουργεί καινοτομίες, κερδίζει τις εντυπώσεις βάζοντας κάτι νέο στο πεδίο, έχει πρωτοτυπία, δεν ακολουθεί καμία σχολή ή νόρμα... Στοιχεία για τα οποία ο συγκεκριμένος δημιουργός, ο Χρίστος Ρ. Τσιαήλης, είναι ήδη γνωστός (εν τάχει θυμίζω ΣυμΠτώματα και Ψωμί) και τα οποία απαντώνται και σε αυτό το βιβλίο του σε υπέρτατο βαθμό.
Η ποιητική συλλογή Ούγκα: Οστικοί ιστορισμοί, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γκοβόστη, τραβά την προσοχή αυτοστιγμεί και λόγω του ιδιαίτερου τίτλου της. Κι εντάξει το επίθετο «οστικός» ως προσδιοριστικό του ουσιαστικού «ιστορισμός». Ως εδώ μπορούμε να πούμε ότι «βλέπουμε» τη χροιά που θέλει να δώσει, αλλά το «ούγκα» οπωσδήποτε χτυπά κεντρικούς νευρώνες –εκ πρώτης όψεως. Μην νομίζετε όμως ότι έβαλε ή δημιούργησε ή ξέθαψε μια σπάνια λέξη για να τραβήξει την προσοχή. Όχι, ανέσυρε από την μνήμη του το πρώτο, το παλαιότερο φωνητικό σύνολο του ανθρώπου και το έκανε «σημαία» θέλοντας να υπερτονίσει το βάθος χρόνου στο οποίο θα μας ταξιδέψει και την αρχή του παντός.
Το βιβλίο ουσιαστικά αποτελείται από ένα ελευθερόστιχο ποίημα γραμμικής δομής που, όπως αναφέρεται, είναι χωρισμένο σε κατοπτρική αρίθμηση και καρκινική παράθεση ιδεών. Σε αυτό το έργο, η αφήγηση (αν υπάρχει αφήγηση στην ποιητική· διαφορετικά ας την πούμε θεματολογία ή ταξίδεμα) ξεκινά από τον πιθηκάνθρωπο, τον πρωτόπλαστο, τον λιγότερο νοήμων, έξυπνο, μορφωμένο άνθρωπο που πέρασε ποτέ από τον πλανήτη και φτάνει ως εκείνον που αντιλαμβάνεται όλο και περισσότερα, γίνεται σοφότερος, εξερευνά, φιλοσοφεί, χαράζει σύνορα και οριοθετεί πατρίδες. Ένα ιστορικό ταξίδι μέσα στα εκατομμύρια έτη φωτός για την εξέλιξη, από τις πρώτες άναρθρες κραυγές –το αρχέγονο στοιχείο– ως τις πρώτες έγγραφες σκέψεις, τις πρώτες ταινίες κ.ο.κ.
Τονίζεται η ανάγκη (μας) για γνώση, η δίψα αυτή που αποτελεί κινητήριο άξονα και δύναμη αλλά προχωράει την αντίστροφη μέτρηση φτάνοντας στο μηδέν από όπου συνεχίζει, όταν ο άνθρωπος ξεκινά εκ νέου για να προλάβει να κτίσει τη Νέα Γη. Και τότε, διαβάζουμε μια ιστορία που δεν έχει γραφτεί ακόμα, μια ιστορία που δεν είναι περίπου όπως την ξέρουμε γιατί δεν αφορά κάτι που έγινε και έχει καταγραφεί στα κιτάπια μας ή στη μνήμη!
κάθε νέο θεώρημακρίκος ισχυρόςστην άκαμπτη αλυσίδατης αιώνιας υποταγής στη γνώση
Και τότε, το καινό αντιμάχεται κάθε προηγούμενου. Ο δημιουργός μιλάει για Σύμπαν (πια), γιατί ο άνθρωπος έχει ξεφύγει (ή δραπετεύσει;) από τη βαρύτητα του πλανήτη (του), ενώ διαφαίνεται ρεαλιστής μέσα από έναν πεσιμισμό που εδώ έρχεται να μας χτυπήσει το καμπανάκι, ως κακό μαντάτο, ως άσχημη πρόβλεψη για το αύριο. Κι εξάλλου, από πουθενά δεν προκύπτει αν η πορεία αυτή (των συνόρων το λάστιχο) είναι ορθή. Η Γη 2 εμφανίζεται στην ορολογία, το άβαταρ και ο Μέγας Εγκέφαλος... όσο εκείνος γράφει πώς (θα) είναι ο άνθρωπος τότε.
«Βλέπει» μπροστά, τον άνθρωπο στο μέλλον, προβλέπει αυτό που δεν έχει καταγράψει ακόμη η ιστορία
στειρότης του είδουςτου πνεύματος απόξεσις
Κι ύστερα πάλι στο μηδέν. Ένα Νέο Μηδέν και μια ανάβαση ως το 30 (εκ νέου) όπου η Μάνα κυριαρχεί και η Νέμεσις.
το πρώτο φτερούγισμασαν Προμηθέαςφως να μας φέρει–αν το αξίζουμε ξανά–
Ω, ναι, και το φως!
Σας φαίνεται ότι ο άνθρωπος καταδύθηκε στην άβυσσο –που ενδεχομένως προκάλεσε από μόνος του– και αναδύθηκε ανώτερος; Σας θυμίζει μήπως τώρα μια Κατάβαση; Πιθανότερη από άλλες αυτή η εκδοχή-ματιά που, τελικά, ολοκληρώνει την εμπειρία με θετικότητα γιατί μετά την καταβύθιση στα τάρταρα έρχεται/ήρθε η άνοδος.
Προσπαθώ να του βρω έναν χαρακτηρισμό και αποφασίζω να το πω νεο-ποίηση, περισσότερο βάσει θεματολογίας και δομής. Οπωσδήποτε όμως, όπως κι αν το χαρακτηρίσει κανείς, αυτό το πόνημα είναι δημιουργικό, μοντέρνο, φρέσκο... Έχει το δικό του στίγμα, σαν τον δημιουργό του, και αποτελεί καινοτομία.