ΈΚΤΗ και άλλες αφηγήσεις

ΕΚΤΗ και άλλες αφηγήσεις, Βίκης Κοσμοπούλου

Έχω διαβάσει πολλά βιβλία. Πάρα πολλά βιβλία. Περισσότερα από όσα «αναλογούν» στον μέσο αναγνώστη κι όταν έρχεται εκείνο που θα φέρει μια νέα πρόταση ή θα κάνει τη διαφορά, η έκπληξή μου είναι θεάρεστη –δυσεύρετη ούσα ένεκα του παραπάνω.
Ένα τέτοιο πόνημα είναι το βιβλίο της Βίκης Κοσμοπούλου, ΕΚΤΗ και άλλες αφηγήσεις, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Εύμαρος. Αρχικά επειδή μου είναι δύσκολο να το χαρακτηρίσω. Ακούγεται τόσο περίεργο που το γράφω όμως, ναι, πραγματικά δεν έχω μια ταυτότητα είδους να του δώσω. Νουβέλα; Πεζογράφημα; Αφηγήσεις; Συλλογή διηγημάτων; Φαντασία; Δηλαδή fantasy, όπως συνηθίζουμε να λέμε το έξω από το υπαρκτό (όπως στην επιστημονική φαντασία κ.λπ.), γιατί θα μπορούσε να καταχωρηθεί ακόμα και ως τέτοιο... Όλα αυτά και άλλα μαζί. Θα το πω μυθοπλαστικό ιστορικό αφήγημα (αφού το πρώτο πρόσωπο πρωταγωνιστεί) αλλά εσείς, που διαβάζετε τούτες τις αράδες, μην βιαστείτε να δημιουργήσετε εντυπώσεις. Ο κίνδυνος να χαρακτηριστεί με λάθος τρόπο ελλοχεύει διαρκώς αφού η ταυτότητά του είναι μοναδική.

Στην υπόθεση (ω, ναι, υπάρχει υπόθεση και όπως καταλαβαίνετε όπου υπάρχει υπόθεση απομακρύνεται το διηγηματικό στιλ) η Κόρη, που ξεριζώθηκε από τον τόπο της και τις αδερφές της, η Έκτη, βρίσκει τη φωνή της. Κι αφηγείται. Μιλάει για όσα έγραψε η Ιστορία, για τα πάθη της, τη μοναξιά της, το πένθος... την επιθυμία της.
Η συγγραφέας γίνεται η ξεριζωμένη Καρυάτιδα ή, θα λέγαμε, ο δέκτης της, ο άνθρωπός της και ο σύγχρονος πομπός της, εκείνη που θα μεταφέρει σε εμάς, που θα δώσει φωνή στην πέτρα. Ρόλος δύσκολος, θα πείτε, και περίεργος, όμως χρηστικός, καίριος, ιστορικός, πολιτισμικός, μέγας.
Η έπαρση δεν είναι κάτι που μου ταιριάζει, αλλά ξέρω πως γεννήθηκα μοναδική.

Να φωτίσω το σκοτάδι της αρπαγής μου.
Διαβάζοντας... η ίδια η αφηγήτρια-Κόρη προλογίζει το βιβλίο, μας βάζει κατευθείαν μέσα στη συνθήκη και «ανοίγει» τον δρόμο που θα ακολουθήσει/ουμε στην πορεία. Η αφήγηση, εάν δεν είναι κάτι που γίνεται στη φαντασία μου, θα ξετυλίξει τις αλήθειες της μνήμης μου, θα πει. Ακούω τη φωνή στο ηχείο του κρανίου μου, μα δεν είμαι σίγουρη ότι αυτό που συμβαίνει είναι αληθινό, θα παραδεχτεί, όμως η ιστορία είναι αδιαμφισβήτητη και το διακύβευμα μέγιστο καθώς το σημείο που θα συγκλίνουν όλα είναι ένα. Να βρω τη ρίζα της ύπαρξής μου, γράφει η κυρία Κοσμοπούλου για λογαριασμό της Έκτης. Γιατί, όπως όλοι οι ξεριζωμένοι χρειάζεται τη ρίζα, όπως όλοι οι αρπαγμένοι αναζητεί την οικογένεια, την πατρίδα, και όπως κάθε αδικημένος τη λύτρωση.

Μαζί με την ιστορία της Κόρης και η ιστορία της Ελλάδας. Χέρι χέρι πάνε εξάλλου, δεν θα μπορούσε και να αποστασιωποιηθεί εντελώς.
Στο σώμα μου κατοικεί το τραύμα του αποχωρισμού.

Να ακούω αίμα ελληνικό να ρέει και γλώσσα ελληνική.
Πρόκειται για ατμοσφαιρικό ανάγνωσμα με βαθύ συναίσθημα και λυγμό. Ένα λογοτεχνικό ταξίδι παρέα με ποιητές, πεζογράφους, ιστορικές προσωπικότητες, τραγωδούς κ.α. Οι πάμπολλες αναφορές, που επεξηγούνται στις υποσημειώσεις, σε ωθούν να βρεις, ν' αναζητήσεις και να διαβάσεις τα αναφερόμενα έργα. Μια γόνιμη χροιά, που ενδεχομένως σε κάνει πλουσιότερο, ενώ προσφέρει εννόηση του συνόλου, δηλαδή χωρίς να σου ξεφεύγουν πράγματα ή να μένουν θολά.
Η προδοσία της πατρίδας είναι έγκλημα. Αλλά και η προδοσία της κληρονομιάς και της ιστορίας της σε χρόνο παρόντα.

Το να λες την αλήθεια είναι μια πράξη επαναστατική.
Το «στοίχημα» της δημιουργού αφορά την απόλυτη προσωποποίηση της Καρυάτιδας, που στα χέρια της δεν έχει μόνο φωνή, έχει (και) χαρακτήρα, άποψη, αισθήματα... Όμως το «πείραμα» πέτυχε, σε σημείο που αναρωτιέσαι πώς και δεν το έκανε άλλος ως τώρα σε μια τέτοια έκταση ενώ το αρχαίο όπως συναντιέται με το σημερινό δίνει στο διαχρονικό υπόσταση και στο πανανθρώπινο υπεραξία.

Εμβόλιμα στις αφηγήσεις, τα στάσιμα, που συμβάλλουν στα αιωνίως επίκαιρα ζητήματα, στη δομή και στον ανθρώπινο πόνο. Μια πλήρης ματιά από το πανάρχαιο ως το τώρα η οποία όμως αφήνει στην ελπίδα την πόρτα ανοιχτή, επιτρέπει στη νίκη να έχει τον τελευταίο λόγο και όχι στην τραγωδία.
Οι δειλοί πεθαίνουν πολλές φορές πριν το θάνατό τους.

Τα ρούχα των γενναίων, των νεκρών και των τρελών δεν έχουν τσέπες.
Υπογράμμισα το σημείο όπου θα πει αναφορικά με την τέχνη ότι είναι: ένα καταφύγιο λύτρωσης, μια στοργική μάνα. Την ονόμασαν Τέχνη. [...] Η Τέχνη ανταποδίδει δίνοντας σχήμα στη ζωή. Αναμφίβολα δεν θα διαφωνήσει κανείς, μόνο που η συγκεκριμένη σύνταξη χτυπάει κατευθείαν μεδούλι αφού η Έκτη είναι αποκύημα τέχνης· ούτε τύχης, μήτε μηχανικής. 
Η Υπατία, η Αρήτη, η Περικτιώνη, η Ιππαρχία, η Θεανώ, η Λασθινία, η Διοτίμα ήταν πραγματικές επαναστάτριες στη σκέψη και τη στάση τους. [...] Μια τέτοια επανάσταση αξίζει και σε μένα.
Η Έκτη θα μιλήσει για επανάσταση· όχι εκείνη των όπλων που «μοιράζει» θάνατο. Για την άλλη του πολιτισμού, των γραμμάτων και της τέχνης που υψώνει τον άνθρωπο σε κάτι ανώτερο και που «σκύβει» πάνω στον πόνο φέροντας καρδιά και ψυχή.
Μετά, όταν προχωρήσει η ανάγνωση έχουμε την ευκαιρία να δούμε κι άλλες φωνές, από εκείνες τις άλλες πέντε Κόρες· τόσες δεκαετίες ψάχνουν την αδερφή τους! Κι όταν φτάνουμε στο τέλος, στα Υφαντά, «ακούμε» κι άλλες φωνές ξεριζωμένων, όλοι οι αρπαγμένοι με μια φωνή επικαλούνται το αίτημα-επιθυμία-ανάγκη της επιστροφής τους.
Η ελευθερία μου είναι πια αδιαπραγμάτευτη.
Όμορφο, εποικοδομητικό, ξεχωριστό, γόνιμο... Με πολλές αναφορές και κατοπτρισμούς κι αντίκτυπο στο παρόν ποικιλότροπα. Με απόσταγμα και ψυχή. Με λόγο ύπαρξης και αισθαντισμό. Με ουσία.

Οπωσδήποτε, ναι!

ΥΓ.: Γιατί στην Τέχνη το μάρμαρο δεν είναι πέτρα, δεν είναι άψυχος βράχος, δεν είναι ουδέτερο αντικείμενο...