Ο Κώστας Μουσούρης ήταν Έλληνας ηθοποιός και θιασάρχης. Γεννήθηκε το 1903 και έφυγε από τη ζωή το 1976. Είχε παντρευτεί, σε πρώτο γάμο, την επίσης ηθοποιό, Αλίκη Θεοδωρίδου και μαζί είχαν φτιάξει το θέατρο Αλίκη που αργότερα –μετά τον χωρισμό τους– πήρε το όνομα Μουσούρη. (Το γνωστό θέατρο που βρίσκεται στην πλατεία Καρύτση.) Μα ας αρχίσω από την αρχή...
Το Οκτώβριο του 1918, παιδί ακόμα μα τόσο παθιασμένο με το θέατρο, πηγαίνει και βρίσκει τον Μιλτιάδη Λιδωρίκη, που εκείνο το διάστημα ήταν διευθυντής της Εταιρείας Ελληνικού Θεάτρου. Ξαφνιάστηκε ο Λιδωρίκης από το πολύ νεαρό της ηλικίας του, έπρεπε να είχε πάει με τους γονείς του, παρόλα αυτά βλέποντας σε αυτόν το μεγάλο του πάθος για το θέατρο του είπε να περάσει σε δύο ημέρες για να γραφτεί και να δώσει εξετάσεις. Ήταν η αρχή του ηθοποιού μέσα στον χώρο του θεάτρου που θα κράταγε μέχρι την έξοδό του από τη ζωή στις 7 Δεκεμβρίου του 1976.
Η Εταιρεία των Συγγραφέων ήταν μια ιδέα που έγινε πράξη χάρη στον Λιδωρίκη και σε άλλους ανθρώπους πνευματικού επιπέδου που αγκάλιασαν με θέρμη την πρωτοβουλία του. Αυτοί οι άνθρωποι του πνεύματος ήταν οι: Φώτος Πολίτης, Παύλος Νιρβάνας, Μπάμπης Άννινος, Γιώργης Τσοκόπουλος, Πολύβιος Δημητρακόπουλος, Νίκος Λάσκαρης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Γιώργος Βλάχος, Σπύρος Μελάς, Διονύσιος Κόκκινος, Χρήστος Δαραλέξης, Κωστάκης Αθανασιάδης κ.α. Διευθυντής ο Μιλτιάδης Λιδωρίκης, γραμματέας ο Γεώργιος Βλάχος και σκηνοθέτης ο Φώτος Πολίτης.
Τον χειμώνα του 1918 αρχίζει η λειτουργία της Δραματικής Σχολής, ο Λάσκαρης δίδασκε ιστορία θεάτρου, ο Ξενόπουλος αισθητική και ο Μίλτος Λιδωρίκης υποκριτική.
Το καλοκαίρι του 1919 παρουσιάζουν τον «Οιδίποδα Τύραννο» στα Ολύμπια. Μετάφραση και πρώτη σκηνοθεσία του Φώτου Πολίτη. Η παράσταση σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Ακολουθούν τα έργα: Γκόγκολ «Ο επιθεωρητής», Λόταρ «Ο Αρλεκίνος», Ξενόπουλου «Οι φοιτηταί», Μελά και Κόκκινου «Η φλόγα». Ο Κώστας Μουσούρης έμεινε δύο χρόνια στην Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων παίζοντας μικρούς ρόλους.
Ο ίδιος ο Μουσούρης είχε πει: «Σπούδασα μέσα από τις παραστάσεις της Εταιρείας Ελληνικού Θεάτρου, στην πιο σπουδαία Δραματική Σχολή που υπήρξε ποτέ στην Ελλάδα. Μόνο να βλέπω τον Βεάκη να παίζει από τραγωδία μέχρι κωμωδία, να μεταδίδει το ρίγος και το γέλιο με το ταλέντο του, δώρο Θεού, ήταν για μένα τύχη αγαθή. Με καθήλωνε επίσης η εκρηκτική διδασκαλία του Μελά και με γοήτευε η φινέτσα και το γούστο του Λιδωρίκη. Ρουφούσα σαν σφουγγάρι πώς οργανώνεται ένα θέατρο και μια παράσταση.».
Σε αυτή τη σχολή πέρασαν μαθητές που δόξασαν το ελληνικό θέατρο και έγραψαν ιστορία: ο Δημήτρης Ροντήρης, ο Κώστας Μουσούρης, ο Αντρέας Παντόπουλος και ο Βάχλας.
Το 1923 επιστρέφοντας στην Ελλάδα από τον Μικρασιατικό Πόλεμο, συμμετείχε στον θίασο της Κυβέλης και της κόρης της Αλίκης (Θεοδωρίδου), στο θέατρο Λουξ. Ερμήνευσε τον ρόλο του Πέτρου στην «Αννιέζα» του Γρηγορίου Ξενόπουλου. Η γνωριμία του με την Αλίκη σημάδεψε αποφασιστικά, λίγο αργότερα, τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του.
Το 1924 δημιουργήθηκε ο πρώτος θίασος των νέων στο Παγκράτι. Επρόκειτο για ένα πετρελαιοφωτισμένο συνοικιακό θεατράκι, με ηθοποιούς είκοσι χρόνων. Το εναρκτήριο έργο του θιάσου ήταν «Οι φοιτηταί» του Γρηγορίου Ξενόπουλου. Την
παράσταση παρακολούθησε ο Σπύρος Μελάς ο οποίος και πρότεινε στον θίασο να
σκηνοθετήσει τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη. Πράγματι από την άλλη μέρα άρχισε την σκηνοθεσία. Αυτά ήταν τα πρώτα βήματα στον χώρο του θεάτρου για τον σπουδαίο θεατράνθρωπο Κώστα Μουσούρη.
Μερικά από τα θεατρικά έργα που έπαιξε στα επόμενα χρόνια: Όσκαρ Ουάιλντ «Σαλώμη» (Νέος Σύρος), Σπύρου Μελά «Μια νύχτα, μια ζωή» (Μίλτος), Γρηγορίου Ξενόπουλου «Πειρασμός» (Δρόγκας). Το 1925 πάλι με τον Θίασο των Νέων ερμήνευσε τον Δημητρό στα «Αρραβωνιάσματα» του Μπόγρη και τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό στην «Φαρμακωμένη».
Τη χειμερινή περίοδο 1926 ανήκει στον θίασο Κυβέλης και το 1926 συνιδρύει τον τρίτο Θίασο των Νέων όπου έπαιξε μεταξύ άλλων στο «Τζιοκόντα» του Ντ' Αννούντσιο και στο έργο του Λουίτζι Πιραντέλο «Σκέψου το καλά, Τζακομίνο» κ.α. Στο τέλος του 1926 έπαιξε για λίγο στο θέατρο Αλάμπρα με τον Αιμίλιο Βεάκη. Το 1927 επαναλειτουργεί ο Θίασος των Νέων αυτή την φορά στο θέατρο Απόλλων.
Αξίζει να αναφερθεί για την ερμηνεία του αυτή η κριτική που έγραψε ο Άλκης Θρύλος: «Ξεπέρασε την μονοτονία του και την ψυχρότητα του, οι οποίες απειλούσαν να καταπνίξουν το ταλέντο του, για να εμφανιστεί πάλι, με τα ίδια σημαντικά προσόντα τα οποία έδειχνε την εποχή που έδινε άπειρες ελπίδες.».
Και ενώ στον επαγγελματικό τομέα ο Μουσούρης κέρδιζε συνεχώς με πολύ πείσμα, λατρεία και πάθος και ωρίμαζε υποκριτικά στα προσωπικά του είναι κάπως παράξενα τα πράγματα και αποφασίζει να «κλέψει» την αγαπημένη του, την Αλίκη Θεοδωρίδου. Η μητέρα της δεν ήταν ενάντια στο αίσθημα του παιδιού της προς τον νέο ηθοποιό, ο πατέρας της όμως ήταν εντελώς αρνητικός και είχε τεράστια δύναμη στον θεατρικό χώρο... Η κόρη της Κυβέλης και του Κ. Θεοδωρίδη είχε σπουδάσει θέατρο στο Παρίσι, ήταν πολύγλωσση, με ταλέντο, μόρφωση και πνευματικότητα... δυστυχώς όμως και αυτή όπως και ο Μουσούρης είχαν «αποκλειστεί» από το θεατρικό γίγνεσθαι.
Μετά από αναζήτηση θεατρικής στέγης που δεν βρέθηκε πουθενά, πηγαίνουν περιοδεία στην Αίγυπτο μαζί με τον Αιμίλιο Βεάκη και τον Χριστόφορο Νέζερ (1929). Την επόμενη χρονιά το 1930 ο θίασος της Αλίκης παίζει στο θέατρο Κοτοπούλη. Το 1933 δημιουργούν το θέατρο Αλίκης (θερινό), στην οδό Ιουλιανού. Εναρκτήριο έργο «Η ευτυχία» του Μπερνστάιν.
Στο θέατρο Αλίκης παίζουν για τελευταία φορά το καλοκαίρι του 1937. Μετά η Αλίκη φεύγει για την Αμερική και ο Μουσούρης για να μπορέσει να ξεχρεώσει, θα υπενοικιάσει το θέατρο του στον επιχορηγούμενο θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, για να το χρησιμοποιήσει ως δεύτερη σκηνή. Θα παίξει και ο ίδιος στο «Τιμόνι στον έρωτα» του Π. Καγιά, στο «Ξύπνημα» του Α. Λιδωρίκη, στο «Άνθρωπος είμαι και εγώ» του Ν. Τσεκούρα, στο «Αγώνας για το τομάρι» του Τζον Γκάλσγουορθ.
Τον Ιούνιο του 1943 ανοίγει το θερινό θέατρο Κώστα Μουσούρη με πρωταγωνίστρια την Μαίρη Αρώνη.
Αργότερα ο Μουσούρης θα φύγει για την Αμερική όπου θα κάτσει εκεί γύρω στους είκοσι μήνες, θα δει πολλές παραστάσεις και θα «κατακτηθεί» από το αμερικάνικο θέατρο, από την ηθοποιία, την σκηνογραφία, την σκηνοθεσία κ.ο.κ.
Από το 1949 μέχρι το 1975 θα ανεβάσει στο θέατρό του τα έργα: Μαρσέλ Ασάρ «Μιγκό», Φρέρεντς Μόλναρ «Λίλιομ», Μολιέρου «Φιλάργυρος», Λέον Τολστόι «Το κράτος του ζόφου», Μπ. Σω «Αγία Ιωάννα», Ρ. και Α. Γκαιτς[1] «Η κληρονόμος», Μάνερς «Πέγκ, καρδούλα μου», Ζορζ Ονέ «Ο αρχισιδηρουργός» (διασκευή του ίδιου και του Ιάκωβου Καμπανέλλη), Σίλλερ «Λουίζα Μίλλερ» (Πρόεδρος), Μπ. Σω «Ωραία μου κυρία», Πίτερ Ουστίνοφ «Φώτο φίνις», Τσέχοφ «Οι τρεις αδελφές». Τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του ερμήνευσε και τον Ιάγο στον «Οθέλο» του Σαίξπηρ.
Στον κινηματογράφο εμφανίστηκε το 1927, στην ταινία «Έρως και κύματα», και το 1929 στην «Αστέρω» του Δημ. Γαζιάδη, με πρωταγωνίστρια την Αλίκη Θεοδωρίδου.
Ο Κώστας Μουσούρης είχε οργανωτικές ικανότητες, πρόβαλε πολύ τους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς και πέρασαν από το θέατρό του πολλά νέα ταλέντα που αργότερα έγραψαν την δική τους μεγάλη ιστορία.
Δίδαξε επί σειρά ετών την υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Έγραψε ποιήματα και ταξιδιωτικές εντυπώσεις. Ίδρυσε την Πανελλήνια Ένωση Ελεύθερου Θεάτρου (ΠΕΕΘ) και υπήρξε πρόεδρός της από το 1950 μέχρι το 1964. Τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Γεωργίου Α' και τον Ταξιάρχη του Φοίνικος. Του είχαν απονεμηθεί επίσης το Αργυρό Κλειδί της Πόλης των Αθηνών και το Αργυρό Μετάλλιο του Συλλόγου Αθηναίων.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από την εγκυκλοπαίδεια του Θεόδωρου Έξαρχου, Έλληνες ηθοποιοί: Αναζητώντας τις ρίζες - Έτος γέννησης από το 1900 μέχρι το 1925, τόμος δεύτερος (Α-Μ)
Κάποιες πληροφορίες και το φωτογραφικό υλικό προέρχονται από το βιβλίο του Μίλου Α. Λιδωρίκη, Πάθος θεάτρου, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη
[1] Σημ. επιμ.: Αλλού το επώνυμο αναγράφεται ως Γκετζ ενώ μέχρι σήμερα δεν κατάφερα να ταυτοποιήσω τους συγγραφείς