Αποσιώπηση

Γιάννη Σμίχελη

Egon Schiele (Sunflowers, 1911)

Δεν είμαι ποτέ έτοιμος να γράψω ούτε γι' αυτό
Παρότι πολλές φορές το 'χω διηγηθεί
Σαν απόπειρες ξελαφρώματος ή εξαγνισμού
Της βαριάς σκοτεινής τρομακτικής ατμόσφαιρας
Έχω την απόλυτη βεβαιότητα πως στην οικογένεια της μάνας μου
Έπεσαν όλες οι συμφορές μαζί
Δίχως να έχω ξεκαθαρίσει ακόμα αν ήταν
Χτύπημα της μοίρας, λόγω άγνοιας ή ροπής προς το κακό
Το σίγουρο είναι ότι εξαιτίας αυτών ανέπτυξα μια θρησκευτικότητα
Που απεχθάνεται τα θεολογικά επίσημα πλαίσια
Σπούδασα κοινωνιολογία, νοσηλευτική
Εργάζομαι στον τομέα της φροντίδας ηλικιωμένων με άνοια και ατόμων με αναπηρία,  που 'χει να κάνει με χτυπήματα της μοίρας
Ανίατες ασθένειες και με ψυχικά νοσήματα
Ενώ ταυτόχρονα στέκομαι απέναντι στον θεσμό της οικογένειας
Με μεγάλη δυσπιστία, αποστρέφομαι τον θεσμό του γάμου
Και με φοβίζει ότι έχει να κάνει με συγγενολόι.
Δεν είναι ένα νήμα με τρομερό μυστικό
Ή τέλος πάντων με πηγή ένα φονικό, επανάσταση, εμφύλιο
Είναι πολλά νήματα ανθρώπων μαζί που συναντήθηκαν και μπλέχτηκαν
Για να ευημερήσουν και κατέληξαν να φυλακιστούν σε επίγειες ιδιωτικές κολάσεις.
Κοιτάζω απ' το παράθυρο πέρα στον ορίζοντα
Ψάχνω την απάντηση στο γιατί πέρα απ' αυτόν
Και συναντώ ένα κενό, μα εντελώς άδειο, ούτε καν σκοτεινή ύλη
Έστω έναν κόκκο της.
Ήδη έχω αναφερθεί στον λοχαγό του κυπριακού
Τον σύζυγο της μεγαλύτερης αδελφής της μάνας μου
Ενώ για την μικρότερη το μόνο που θυμάμαι
Είναι η εικόνα μιας καταθλιπτικής γυναίκας
Στις διακοπές της, η οποία έκλαιγε ασταμάτητα και οπουδήποτε
Ενώ κατηγορούσε δημόσια διαρκώς τον άνδρα της, που την συνόδευε
Και το μόνο που έκανε σαν δήθεν πετυχημένος μετανάστης
Να ζητά πληροφορίες και προσφορές για επενδύσεις. Γκροτέσκα φάση με μια λεπτομέρεια. Αυτή η θεία επειδή ήταν άτακτη μικρή έτρωγε πάντα ξύλο από την μάνα της
Κι αν και ήθελε να μάθει γράμματα και να σπουδάσει, με το ζόρι έμαθε μια τέχνη. Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον γάμο της. Τελεία.
Όλα αυτά είναι μόνο ο πρόλογος, ώστε να τακτοποιήσω την σκέψη μου
Να εκτονώσω την πίεση στο στομάχι
Το τσίτωμα στον σβέρκο ν' αμβλυνθεί
Και να επικεντρωθώ στην αναπνοή μου
Για να μπορώ να βρίσκω τις κατάλληλες λέξεις
Ώστε οι προτάσεις μου να έχουν σαφήνεια.
Προσπαθώ να ελέγξω την συναισθηματική φόρτιση
Με σκοπό μέσα στην ηρεμία να ξεδιπλώσω ένα κουβάρι
Σε ένα συμπυκνωμένο λιτό μονόλογο
Δίχως στολισμούς και μελοδραματισμούς
Για να εισέλθω στην ουσία μιας πολύ δυσάρεστης εμπειρίας μου.
Ο πατέρας μου διηγήθηκε ένα περιστατικό ακριβώς έτσι
«Αυτός παιδάκι μου ήταν εκπαιδευμένος στον στρατό της νότιας Αφρικής
Για να φανταστείς τι εννοώ σου λέω μόνο πως δεν ανέβηκε στον τρίτο όροφο από τις σκάλες, αλλά από τα μπαλκόνια κάνοντας αναρρίχηση στην πρόσοψη του τετραώροφου».
Πρωτογνωρίστηκα τότε με τα ξαδέλφια μου, τα δυο από τα τρία, προς τα τέλη του εβδομήντα. Εγώ κι ο αδελφός μου πηγαίναμε στο δημοτικό, αυτοί ήταν και οι δυο ντερέκια γύρω στα είκοσι και χτυπάγαμε κρόκους αβγών με ζάχαρη γιατί ήταν λέει θρεπτικό για τα παιδιά. Ο μεγάλος είχε μείνει στο Γιοχανεσμπούργκ, με την αιτιολογία των εξετάσεων χειρισμού αεροπλάνων.
Μισοκλείνω τα μάτια και ρίχνω το βλέμμα σαν υπνωτισμένος
Στο χρώμα των φύλλων. Αναπνέω βαθιά μέσα από το ζωντανό σφριγηλό πράσινο
Τους
Κι αμέσως μετά επικεντρώνομαι στο άψογο γαλάζιο τ' ουρανού που προβάλλει από τα φυλλώματα, εκεί που αντλώ διαύγεια απαραίτητη για την αντιμετώπιση του φόβου και του πανικού, είναι αναγκαία η καθαρή σκέψη
Κατόπιν στρέφω τη ματιά μου στα ηλιόλουστα πράσινα κλαδάκια, οι ηλιαχτίδες γονιμοποιούνε την ομορφιά της ζωντάνιας και η αποκάλυψη του φανερώματος γαληνεύει κάθε ανησυχία ένδειξη βαθιάς αγωνίας μπρος στο μυστήριο του αγνώστου σκοταδιού.
Στις αρχές της δεκαετίας του '90 ήρθαν να ζήσουν μόνιμα στην Ελλάδα. Το απαρντχάιντ είχε πέσει και ο Μαντέλα ήταν πρόεδρος της χώρας
Μόνο ο μεγάλος αδελφός, τον οποίο ακόμα δεν έχω γνωριστεί προσωπικά, έμεινε αλλά όχι ως πιλότος, είχε διαγνωσθεί με την ασθένεια, μου εκμυστηρεύτηκε αργότερα η θεία μου. Εκείνη ήδη από τα μέσα του '80 είχε επιστρέψει μόνιμα στην Ελλάδα. Αργότερα κατάλαβα γιατί. Τελικά οι άγιοι άνθρωποι δεν έχουν τίποτε υπερβατικό. Αντίθετα έχουν βαθιά εκτίμηση για την ύλη και σέβονται την λέξη ενέργεια ως το πολυτιμότερο του ανθρώπινου σώματος. Κύριο προσόν τους είναι η υπομονή απέναντι στη συμφορά, στη δυστυχία, στην διαρκή απειλή κατά της ίδιας της ζωής τους. Διαβιώνουν όπως όλοι οι άλλοι αν και αγωνίζονται να χτίσουν υπό την διαρκή απειλή της άμεσης καταστροφής, φτιάχνουν ακριβώς ανάμεσα σε γκρεμό και κενό το σπιτάκι τους με την βαθιά σοφία του αναφαίρετου δικαιώματος στη χαρά έστω κι αν δεν θα την ζήσουν ποτέ. Είναι τόλμη να διεκδικείς την ευτυχία όταν όλοι κι όλα σ' έχουν φτύσει και σε πνίγουν στη δυστυχία. Είναι περηφάνια του αυτοσεβασμού και κείνη την έτρεφε ακμαία και δυναμική μέχρι το τέλος της ζωής της.
Της μίλησε και την στιγμάτισε στην μικρή πόλη του νησιού της. Ο πατέρας της ανένδοτος «θα τον παντρευτείς, σε έχει εκθέσει, όλοι μιλάνε για σας τους δυο». Οπότε δίχως πολλά πολλά παντρεύτηκαν. Έλα ντε όμως που αποσιωπήθηκε κάτι σημαντικό, σχετικά με την κληρονομιά, και δεν συζητάμε για παίξε γέλασε ευτελή πραγματάκια σχετικά με χωραφάκια, λεφτουδάκια, κρατήστε την αυτήν τη λέξη θα επανέλθει, αλλά για κληρονομική σχιζοφρένεια. Η γέννηση των παιδιών την επικαιροποίησε, ο πρώτος και ο τρίτος όπως και ο πατέρας έπασχαν από αυτήν και όμως σύμφωνα με τα λεχθέντα δεν ήταν οι επικίνδυνοι. Ο μεσαίος ο στρατόκαυλος, ο παλικαράς, ο των ειδικών δυνάμεων του ρατσιστικού καθεστώτος, όπως έλεγαν, δεν είχε διαγνωσθεί με την παλιοαρρώστια. Εντούτοις ήταν ποτισμένος ρατσιστής, που τύφλα να χουν οι χρυσαυγίτες και παράλληλα μπλεγμένος σε ναρκωτικά, συμμορίες κτλ. Η προσωποποίησης της θανατηφόρας βίας. Και την ένιωσα μια φορά που μ' επισκέφτηκε στο σπίτι μου μόνος. Δυο μέρες πριν είχε σπάσει στο ξύλο τον αδελφό του, η μάνα τους κάλεσε την αστυνομία για να τον ηρεμήσουν. Επειδή λοιπόν μάθαμε τα τερτίπια του ήρθε επίσκεψη για να δείξει την δήθεν μεταμέλειά του, ή για να κόψει κίνηση, να δει διαθέσεις, πάντως Κυριακή μεσημέρι που ήμασταν όλοι οι συγγενείς στην οικογενειακή κατοικία ήρθε απρόσκλητος. Κι ενώ ήταν στο σπίτι των ξαδέλφων μας, μου τον έστειλαν απάνω, η θεία μου με παρακάλεσε να του μιλήσω, εσένα σ' ακούει μου πε. Μάλλον μου πέταγαν την καυτή πατάτα γιατί δεν νομίζω πως προσπάθησαν να τον νουθετήσουν, αφού δεν έπαιρνε από λόγια, μόνο από στολές μπάτσων και από βία ισχυρότερη από την δική του κάτι που φυσικά εγώ δεν διέθετα. Άλλωστε τα δικά μου ξεσπάσματα θυμού είχαν να κάνουν με την απόγνωση της ασυνεννοησίας ή της αδιαφορίας των άλλων παρά τους δικούς μου κόπους επικοινωνίας. Είχε το απόκοσμο χαμόγελο του ψύχους, το σώμα του εξέπεμπε κρυσταλλένια σκοτεινιά και μιλούσε κοφτά κι ελάχιστα τρώγοντας τις κορυφές της άρθρωσης των λέξεων σαν τρωκτικό. Τον χαιρέτησα και του πρόσφερα καφέ και καθίσαμε στο μεγάλο τραπέζι της τραπεζαρίας μ' εκείνο το κλασικό σχέδιο γεμάτο καμπύλες των ποδιών και πλευρών. Στο σκούρο γυαλιστερό καφέ χρώμα. Κάπως έτσι ήταν και ο τρόπος που τον ρώτησα για το περιστατικό, με τις λέξεις ξεκάθαρες αλλά σε παφλασμό αμμουδένιας παραλίας δίχως κανένα βότσαλο ή πέτρα έφταναν στο κολλημένο του χαμόγελο και μόλις τελείωσα έφτασε η πρώτη δόση παγετώνα από το βλέμμα του καρχαρία. Πραγματικά λύγισαν τα πόδια μου, το στομάχι δεν σφίχτηκε απλά παρέλυσε σε μια απειλή δίχως δυνατότητα αντίδρασης. Δεν θα το ξανακάνω μου είπε σαν να υπονοούσε «στην χαρίζω για σήμερα, γιατί έμαθα ότι γνωρίζετε». Και δίχως να συζητάμε μέσα στην σιωπή της ψύχραιμης διαχείρισης με χαιρέτησε μ' αγκάλιασμα πολικής αρκούδας. Τις επόμενες μέρες έκανε ο πατέρας του μια ακόμη απόπειρα αυτοκτονίας, είχε πιει χλωρίνη. Η εμμονή του ήταν τα λεφτάκια του και μου την τόνιζε τραγουδιστά και κλαψιάρικα σαν αμανέ καντάδας. Οι μετανάστες δεν μπορούσαν να μεταφέρουν τα χρήματά τους εκτός νότιας Αφρικής και αρκετές αποταμιεύσεις του είχαν μείνει στη χώρα. Μόνο με ταξίδια αεροπορικά είχαν το δικαίωμα να βγάζουν ένα συγκεκριμένο ποσό κάθε φορά και να το φέρνουν στην Ελλάδα. Πάντως περνούσαν μια χαρά, τουλάχιστον έτσι έδειχναν, αλλά ακριβώς αυτή η βιτρίνα έσπασε πια για τα καλά και αποκάλυψε την αλήθεια με τον πρώτο θάνατο.
Μ' ενημέρωσαν τηλεφωνικά πως είχε βρεθεί κρεμασμένος από τον γάντζο της λάμπας της κουζίνας. Είχε μείνει ο μίσος, ήταν κάτω από πενήντα κιλά, όταν έφτασα στο σπίτι τους τον είχαν κατεβάσει και περίμεναν την νεκροφόρα. Αυτοκτονία η ιατρική διάγνωση κι όμως όλοι στην οικογένεια μουρμουρίζαμε πως τον είχε φάει ο μεσαίος. Δεν μπορούσε ν' αποδειχθεί τίποτα, ούτως ή άλλως ο γέρος είχε κάνει πολλές απόπειρες. Το ερώτημα παραμένει μέχρι σήμερα αναπάντητο και ίσως δεν απαντηθεί ποτέ. Υποβοηθήθηκε, εξαναγκάστηκε από τον γιο του; Το σίγουρο είναι πως αυτός πίεζε να πουληθεί το σπίτι για να πάρει το μερίδιο του, δηλαδή όλα. Ευτυχώς τον έπεισε η θεία ν' αγορασθεί ένα μικρό διαμερισματάκι σε υπόγειο ώστε να μένουν κάπου. Όταν πέθανε μετά από λίγο και κείνη, είχε ζητήσει από τον μπακάλη της γειτονιάς να φυλάξει το συμβόλαιο ιδιοκτησίας του σπιτιού και να μην του το δώσει με την πρόφαση ότι έχει κατατεθεί ως εγγύηση για την φροντίδα του μικρότερου αδελφού του ο οποίος μπαινόβγαινε στα ψυχιατρεία λόγω της επιδείνωσης της κατάστασής του.
Κατόπιν πέθανε αυτός από υπερβολική δόση ή συγκοπή. Είναι για τον μόνο πρόωρο θάνατο, γύρω στα πενήντα ήταν, που τον αντιμετώπισα με παγερή αδιαφορία, όμως μάταια, ήταν αυτός που μου έδειξε τι σημαίνει απανθρωπιά, φονική ορμή, μίσος και ωμή βία.


Copyright © Γιάννης Σμίχελης All rights reserved, 2022
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στην εικόνα βλέπετε πίνακα Egon Schiele (Sunflowers, 1911)
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα της συλλογής «Δύσκολοι αποχαιρετισμοί» η οποία δημοσιεύεται τμηματικά από τις 23 Δεκεμβρίου 2022 ως τις 28 Απριλίου 2023, κάθε Παρασκευή.